(Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασι, Ζωήν χαρισάμενος.»
Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Πράξεων των Αποστόλων: α.1 – 8.
ΤΟΝ μέν πρώτον λόγον εποιησάμην περι πάντων, ώ Θεόφιλε, ών ήρξατο ο Ιησούς ποιείν τε και διδάσκειν, άχρι ής ημέρας εντειλάμενος τοις αποστόλοις, δια Πνεύματος Αγίου, ούς εξελέξατο, ανελήφθη, οις και παρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά το παθείν αυτόν εν πολλοίς τεκμηρίοις, δι’ ημερών τεσσαράκοντα, οπτανόμενος αυτοίς και λέγων τα περι της βασιλείας του Θεού. Και συναυλιζόμενος παρήγγειλεν αυτοίς: απο Ιεροσολύμων μή χωρίζεσθαι, αλλά περιμένειν την επαγγελίαν του πατρός ήν ηκούσατέ μου. Ότι Ιωάννης μέν εβάπτισεν ύδατι, υμείς δέ βαπτισθήσεσθε εν Πνεύματι Αγίω, ου μετά πολλάς ταύτας ημέρας. Οι μέν ούν συνελθόντες επηρώτων αυτόν λέγοντες: Κύριε, ει εν τω χρόνω τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν τω Ισραήλ? Είπε δέ προς αυτούς: ουχ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς, ούς ο πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία. Αλλά λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς, και έσεσθέ μοι μάρτυρες έν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γής.
Απόδοση.
Στο πρώτο μου βιβλίο, Θεόφιλε, διηγήθηκα όλα όσα ο Ιησούς έκανε και δίδαξε, από την αρχή ως την ημέρα που αναλήφθηκε, αφού πρώτα έδωσε εντολές, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, στους αποστόλους που είχε διαλέξει ο ίδιος. Μετά το θάνατό του πα¬ρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις. Εμφανιζόταν δηλ. σ’ αυτούς για σαράντα μέρες και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού.
Ενόσω ήταν μαζί τους κι έτρωγε, τους παράγγειλε: «Μην απομα¬κρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υπόσχεσης, για την οποία σας μίλησα• ότι, δηλαδή, ενώ ο Ιωάννης βάπτιζε με νερό, εσείς θα βαφτιστείτε σε λίγες μέ¬ρες με το Άγιο Πνεύμα».
Οι μαθητές, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν μια μέρα και τον ρωτού¬σαν: «Κύριε, έφτασε άραγε η ώρα να αποκαταστήσεις τη βασιλεία στον Ισραήλ;» Κι αυτός τους είπε: «Εσείς δεν μπορείτε να γνωρίζετε τον ακριβή χρόνο• αυτόν τον κρατάει ο Πατέρας στην αποκλειστική του εξουσία. Θα λάβετε όμως δύναμη όταν θα ’ρθει το Άγιο Πνεύμα σ’ εσάς, και θα γίνετε μάρτυρες δικοί μου, στην Ιερουσαλήμ, σε όλη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια και ως τα πέρατα της γης».
Επιμέλεια κειμένων, Ιωάννης Τρίτος.
ανυψώθηκε προς τον ουρανό, και μια
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
«Παρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά το παθείν αυτόν εν πολλοίς τεκμηρίοις».
Η πλάκα του τάφου απεκυλίσθη. Ο θάνατος ενικήθη κατά κράτος. Το σκοτάδι των αγωνιών διελύθη. Και ο Κύριος ανεδείχθη ο αιώνιος Βασιλεύς. Οι μαθηταί τον είδαν επανειλημμένως. Συνομίλησαν μαζί Του. Συνέφαγαν. Δεν έχουν καμμίαν αμφιβολίαν ότι ο Διδάσκαλός των είναι ζωντανός.
Γι’ αυτήν την πίστιν θα αναλάβουν εις το εξής σκληρούς αγώνας. Θα πολεμηθούν, θα φυλακισθούν. Θα οδηγηθούν τελικά και εις αυτό το μαρτύριον. Αλλά δεν θα λυγίσουν. Το κήρυγμα της Αναστάσεως του Χριστού θα είναι το σάλπισμά των, η σημαία των. Αυτό θα τους ηλεκτρίζη. Αυτό θα κάνη τους χθεσινούς δειλούς και φοβισμένους, ατρόμητα λιοντάρια στον αγώνα. Και όχι μόνον αυτούς. Όλους τους πιστούς. Όλων των εποχών. Αυτό το γεγονός της Αναστάσεως είναι το θεμέλιον του Χριστιανισμού. Αξίζει επομένως, αγαπητέ αναγνώστα, να παρακολουθήσωμεν την επίδρασιν αυτού του γεγονότος από τότε μέχρι σήμερον. Θα είναι διδακτική και διαφωτιστική αυτή η σύντομος εξέτασις.
1. Από την ιστορίαν της Εκκλησιας.
Από την πρώτην ημέραν ακόμη της ιδρύσεώς της, η Εκκλησία υψώνει αυτό το λάβαρον, την Ανάστασιν του Αρχηγού της. Όλη της η δύναμις, πού νομίζετε ότι στηρίζεται; Ακούστε. Επάνω εις έναν άδειον τάφον. Εάν πέση η πίστις εις την Ανάστασιν του Χριστού, πίπτει αμέσως και γίνεται κομμάτια ολόκλήρο το οικοδόμημα των είκοσι αιώνων. Εάν ο Κύριος δεν ανέστη, τότε αδίκως εχύθησαν τόσα αίματα, ματαίως προσεφέρθησαν τόσαι θυσίαι. Και ο κόσμος, που επερίμενεν από την Εκκλησίαν το φώς και περιμένει την πίστιν την σωτήριον, θα ηναγκάζετο να παραδεχθή ότι όλα ήσαν απάτη, ένα όνειρο, μια πλεκτάνη. «Ει Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών», ομολογεί ο Απόστολος Παύλος. Καθαρή φωνή. Ειλικρινής. Ρωμαλέα. Και αντιλαμβάνεσθε τι θα εγίνετο αν η πίστις εκλονίζετο εις το σημείον αυτό;
Η Εκκλησία όμως δεν εφοβήθη αυτόν τον κίνδυνον. Δεν υπήρχε λόγος να τον φοβήται. Ύψωσε την σημαίαν της Αναστάσεως με υπερηφάνειαν. Αν ο Σταυρός του Χριστού είναι σύμβολον της Αγάπης Του προς τον άνθρωπον, η Ανάστασίς Του είναι απόδειξις της Θεότητός Του. Και διεκήρυξε αυτήν την πίστιν η Εκκλησία παντού. Εις τους Ιουδαίους. Εις τους Εθνικούς. Ο Απόστολος δεν εδίστασε να τη διασαλπίση μέσα εις αυτάς τας Αθήνας, εμπρός εις τους σοφούς της εποχής εκείνης, ομολογήσας την πίστιν του εις την Ανάστασιν του Χριστού και την ανάστασιν των ανθρώπων. Επί 2000 χρόνια τώρα, αυτό το κήρυγμα ακούεται. Αναλλοίωτον, πανανθρώπινον.
Βέβαια, επολεμήθη από την απιστίαν αυτό το γεγονός. Λυσσαλέα. Δι’ όλων των μέσων. Με το ξίφος. Με τον δόλον. Με την πένναν. Η αλήθεια όμως ενίκησεν. Η πίστις εις το μέγα αυτό γεγονός επεβλήθη. Η αθεΐα συνετρίβη. Και έτσι, αιώνες τώρα, ο κόσμος συνεχίζει να προσέρχεται κάθε εορτήν του Πάσχα, με λαχτάραν κάθε χρόνο ολοζώντανη, με την λαμπάδα της πίστεως αναμμένην, με την συγκίνησιν ζωγραφισμένην εις τα πρόσωπα, με το ιερόν ρίγος εις την καρδιά. Και μόλις προ ολίγου, κατά την Ανάστασιν, είδαμε και πάλιν τας χιλιάδας του λαού μας να περικυκλώνουν με χαράν την εξέδραν των ιερέων και με άγια συναισθήματα, μέσα εις την πλημμύραν των σκιρτημάτων της ψυχής υπό τους ήχους των κωδώνων των Εκκλησιών, με την συνοδείαν των πανηγυρικών και απαράμιλλών μας ύμνων, να αναφωνούν ευφρόσυνα και να υποψάλλουν το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, καθήν στιγμήν το θυμίαμα ανέβαινε προς τον ουρανόν ως σύμβολον της ευγνωμοσύνης των πιστών προς τον αναστημένον Σωτήρα.
Ποιο άλλο γεγονός εις τον κόσμον κάθε φορά χαιρετίζουν οι άνθρωποι με περισσοτέρας εκδηλώσεις χαράς και ευφροσύνης; Ποιο άλλο όνομα εις την Ιστορίαν του κόσμου υμνολογείται επί τόσους αιώνας με τόσην λατρείαν όσην το όνομα Ιησούς; Αδελφέ, απάντησε ποιο; Κανένα!
Και σε λίγο που θα πάμε στα σπίτια μας, θα μας περιμένη κι εκεί η ζεστή φωτιά, η αγάπη της οικογενείας μας, το περιποιημένο τραπέζι. Σήμερα όλα γιορτάζουν, υλικά και πνευματικά. Τα κόκκινα αυγά με τον συμβολισμόν των, οι ευχές, οι ελπίδες. 20 αιώνες γίνεται αυτό. Η Εκκλησία 2000 χρόνια προσφωνεί στους πιστούς θριαμβευτικά ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, και μυριάδες στόματα απαντούν πάντα με πίστη και συγκίνηση, ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Αναστημένε Κύριε! Ναι! Οι γενεές και οι αιώνες σε δοξάζουν! Αλλά και της Αναστάσεως είναι επίσης κήρυκες.
2. Καθώς ομιλούν:
α) Οι νεκραναστημένοι.
Και είναι η φωνή των πειστική, ατράνταχτη. Γιατί αυτοί ήσαν κάποτε πεθαμένοι. Στην ψυχή εννοώ πεθαμένοι. Τους είχε νεκρώσει η αμαρτία με του θανάτου το κεντρί. Κανένας δεν ήλπιζε πως ήταν δυνατόν να ζωντανέψουν. Αληθινά ψυχικά πτώματα. Και όμως! Αυτά τα πτώματα ανεστήθησαν. Εκείνο που ο Απόστολος Παύλος είχε βεβαιώσει, ότι «Εν Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται», επραγματοποιήθη. Ο Αναστημένος ανιστά ψυχικά αυτούς τους πεθαμένους. Πατούν και αυτοί τον θάνατον της ψυχής, την αμαρτίαν, και δια της δυνάμεως του Χριστού ζωοποιούνται. Πόσους τέτοιους νεκραναστημένους έχει να μας παρουσιάση η ιστορία! Και αν είναι θαυμαστόν γεγονός η ανάστασις του σώματος, είναι μεγαλύτερον θαύμα της ψυχής η ανάστασις. Και τέτοιες αναστάσεις έχει πραγματοποιήσει αμέτρητες ο Χριστός. Μέσα εις το αναστάσιμον φως Του εφωτίσθησαν οι ψυχές, και με την θείαν δύναμίν Του απετίναξαν την πλάκα της αμαρτίας και ηλευθερώθησαν. Ποια άλλη ισχυρότερη μαρτυρία μας χρειάζεται; Πώς θα αναπηδούσεν αυτή η φάλαγγα των αναστημένων, αν ο αρχηγός της δεν ήτο αναστημένος; «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή», διεκήρυξεν ο ίδιος. Ναι, Συ Κύριε, πράγματι είσαι η ανάστασις και η ζωή των ψυχών μας! Δόξα σοι!
β) Οι μάρτυρες.
Δεν είναι ένας, ούτε εκατόν. Ούτε χίλιοι. Εκατομμύρια είναι. Παλαιοί και νεώτεροι. Αψήφησαν το ξίφος, τις τίγρεις, την απάνθρωπον σκληρότητα των εχθρών. Ώριμοι άνδρες. Αλλά και νέοι, με της αυγής τη δροσιά, και γυναίκες και παρθένοι, με της νεότητος το άνθος. Ακόμη και παιδιά, με της αγνότητος το βλέμμα. Όλοι αυτοί, με το κεφάλι ψηλά, με το μειδίαμα στα χείλη, ήρεμοι, απτόητοι, ορθοί, αντίκρυσαν το στάδιον, εκράτησαν μέχρι τέλους υψωμένη την σημαία της πίστεως. Της πίστεως! Αλλά σε ποιόν; Εις τον αναστημένον Κύριον. Τον Νικητήν του θανάτου. Αυτή η πεποίθησις εφλόγιζε τα στήθη των, ηλέκτριζε και συγκινούσε τις ψυχές των. Πέθαιναν, διότι επίστευαν ότι ο αναστημένος Κύριος θα τους αναστήση μίαν ημέραν. «Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο», σημειώνει με ενθουσιασμόν ο Απόστολος Παύλος. Έτσι λοιπόν εξηγείται η σταθερότης και η θυσία των ευγενεστέρων αυτών μορφών της γης. Το θέαμα ενός Νικητού Αρχηγού ήτο γι’ αυτούς το δυνατώτερο σάλπισμα δια τον αγώνα.
Γι’ αυτό οι τάφοι οι παλαιοί και των κατακομβών τα αγιασμένα κοιμητήρια είναι γεμάτα από σύμβολα, τα οποία μιλούν γι’ αυτήν την πίστιν στην Ανάσταση, που αναπηδά από το γεγονός της Αναστάσεως του Νικητού Σωτήρος.
3. Τι βεβαιώνει η ψυχή μας;
Όταν, αδελφέ, ο Θωμάς εδίστασε να πιστεύση στο γεγονός της Αναστάσεως, ο Κύριος εχρησιμοποίησε τον πιο πρακτικό τρόπο. «Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε», είπε, «και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός». Και από τότε η ομολογία του Θωμά είναι θούριος. «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».
Η Ανάστασις του Κυρίου είναι κυρίως θέμα πείρας. Το καλύτερο επιχείρημα είναι η γλυκύτητα που δοκιμάζει η ψυχή όταν ζη αναστημένα. Τότε, πραγματικά, βάζει το δάκτυλο στα σημάδια της αληθινής ζωής. Και πείθεται. Και αισθάνεται απέραντη αγαλλίαση. Υπάρχουν, δυστυχώς, ακόμη πολλοί που έχουν μέσα τους την πλάκα του τάφου. Δεν είναι «ηρμένοι εκ του μνημείου». Και απιστούν. Είναι οι «ανόητοι και βραδείς τη καρδία του πιστεύειν». Γιατί όμως; Πώς δεν βλέπουν, αλήθεια, τα μάτια των; Πώς δεν ακούνε τη φωνή του Χριστού τα αυτιά των;
Και άλλοι κατόπιν είναι οι «μακάριοι». Ευτυχώς υπάρχουν και τέτοιοι. Ευτυχείς δε αυτοί. Αναμμένες μέσα των λαμπάδες. Φωτεινοί λαμπαδηφόροι του καλού. Βλέπουν τον Κύριον. Συμβαδίζουν. Μετέχουν του «Δείπνου του Μυστικού». Δύο παρατάξεις ανθρώπων. Οι «ανόητοι» και οι «μακάριοι». Αδελφέ, σε ποιάν είμεθα; Τι βεβαιώνει η ψυχή μας;
Αγαπητοί,
Συνέβη προ ετών εις την Ρωσίαν. Η επιτροπή αθεΐας είχεν οργανώσει με πολλήν επιμέλειαν και δραστηριότητα μίαν διάλεξιν εις την οποίαν γνωστός άθεος θα ομιλούσε με θέμα: «Ο μύθος του αναστημένου Χριστού». Πολλά χρήματα είχαν εξοδευθή δια να επιτύχη αυτή η διάλεξις. Επί τέλους η ημέρα ήλθε. Η προπαγάνδα οργίασε. Ο κόσμος μαζεύτηκε σε μια μεγάλη αίθουσα. Ο ομιλητής ανέβηκε στο βήμα. Οι «πληρωμένοι» «εχάλασαν τον κόσμον» με τα χειροκροτήματα.
Μίαν ώραν διήρκεσεν η ομιλία. Ο ρήτωρ είπε πολλά. Κάθε τόσο οι «μπράβοι» εζητωκραύγαζαν. Κάποτε επί τέλους ετελείωσε. Πίστεψε πως είχε κάμει τους ακροατές να πιστέψουν την απιστίαν του.
Αίφνης ανεβαίνει στο βήμα ο πρόεδρος του Συλλόγου των αθέων. Μήπως έχει κανείς απορία, αντίρρηση; ρώτησε ειρωνικά! Σηκώθηκεν ένας γέρος, επροχώρησε προς το βήμα. Ήθελε να πη κάτι. Όλοι εσώπασαν. Τι θα έλεγεν ο γέρος; Όρθιος ο ασπρομάλλης στο βήμα. Επήρε αναπνοή. Κοίταξε καλά όλους. Και εφώναξε δυνατά: Χριστός βοσκρές, δηλαδή Χριστός Ανέστη!
Και τότε συνέβη κάτι το απροσδόκητο. Όλος εκείνος ο κόσμος με μια φωνή, που έμοιαζε με βροντή, με κεραυνό, απήντησε. Βοΐστινο Βοσκρές, δηλαδή Αληθώς Ανέστη!
Αυτό ήτο. Όλα τα επιχειρήματα του ομιλητού είχαν πέσει με μια φράση. Με το Αληθώς Ανέστη.
Και ο ρήτωρ εντροπιασμένος έφυγε από μια πλαϊνή πόρτα.
Αδελφοί,
Ας αφήσωμεν τις ψυχές μας να λουσθούν στο φως της Αναστάσεως. Ας ανάψωμε τις λαμπάδες μας από το θείο αυτό φως. Και έπειτα ας τρέξωμεν. Παντού όπου υπάρχουν πεθαμένοι, σκλαβωμένοι, άπιστοι, πιστοί.
Και από τα βάθη του είναι μας, ας φωνάξωμε σε όλους αυτούς. Αδελφοί, Χριστός Ανέστη!
Και τότε γλυκύς, απαλός, θείος, θα ακουσθή ο αντίλαλος.
Αληθώς Ανέστη!
Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 4 και εξής.
Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.
Παράβαλε και:
Του Οσίου πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – ερμηνεία εις τον Κανόνα της Αναστάσεως, ήτοι του Αγίου Πάσχα.
Αγίου Ρωμανού του μελωδού – κοντάκιον, Εις την Αγίαν και Μεγάλην Κυριακήν του Πάσχα.
Κυριακή του Πάσχα – η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Αγ. Επιφανίου Κύπρου, εις την Αγίαν του Χριστού Ανάστασιν.
Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου – ΜΕ. Λόγος εις το Πάσχα (απόσπασμα).