ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ, ΘΑΝΑΤΩ ΘΑΝΑΤΟΝ ΠΑΤΗΣΑΣ, ΚΑΙ ΤΟΙΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΜΝΗΜΑΣΙ, ΖΩΗΝ ΧΑΡΙΣΑΜΕΝΟΣ.
Η Ευαγγελική περικοπή της τελετής της Αναστάσεως.
Κατά Μάρκον ΙΣτ 1 – 8.
ΚΑΙ διαγενομένου του σαββάτου Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν. και λίαν πρωϊ της μιάς σαββάτων έρχονται επι το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου. και έλεγον προς εαυτάς, τίς αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου? και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος, ήν γάρ μέγας σφόδρα. και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθαμβήθησαν. ο δέ λέγει αυταίς, μή εκθαμβείσθε, Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον, ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν. αλλ’ υπάγετε είπατε τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω ότι προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν, εκεί αυτόν όψεσθε, καθώς είπεν υμίν. και εξελθούσαι έφυγον απο του μνημείου, είχε δέ αυτάς τρόμος και έκστασις, και
ουδενί ουδέν είπον, εφοβούντο γάρ.
Κλοπή ή Ανάσταση;
«Σεισμός εγένετο μέγας», διηγείται ο ιερός ευαγγελιστής Ματθαίος, μετά την εκ νεκρών ανάσταση του Κυρίου (βλ. Ματθ. κη΄ 1-15). Σεισμός! Για να δηλωθεί με μεγαλόπρεπο τρόπο το υπερφυές γεγονός της Αναστάσεως. Αλλά και για να καταλάβουν οι φρουροί του τάφου το τι είχε συμβεί. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό, ήλθε στο μνημείο, απεκύλισε το βαρύ λίθο από τη θύρα και καθόταν επάνω του. Το πρόσωπό του άστραφτε με υπερφυσική λάμψη και το ένδυμά του ήταν
λευκό σαν το χιόνι. Οι υπερήφανοι Ρωμαίοι στρατιώτες που φρουρούσαν τον τάφο «εγένοντο ωσεί νεκροί» από το φόβο. Κάποιοι απ’ αυτούς γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν στους αρχιερείς όλα όσα είχαν γίνει. Και εκείνοι έκαναν συμβούλιο μαζί με τους πρεσβυτέρους. Και τι είπαν στο συμβούλιό τους; Τι συζήτησαν όταν άκουσαν τις συγκλονιστικές πληροφορίες των στρατιωτών;
Αν είχαν καλή διάθεση στις ψυχές τους, αν έψαχναν πραγματικά να βρουν την αλήθεια, αν ήθελαν να είναι οι αυθεντικοί αντιπρόσωποι του Θεού και οι υπεύθυνοι καθοδηγοί του λαού, θα έπρεπε να συγκλονισθούν από τις απίστευτες πληροφορίες, να προβληματισθούν από την απρόσμενη εξέλιξη των γεγονότων, και να πουν: Μήπως λοιπόν κάναμε λάθος; Μήπως πολεμήσαμε έναν αθώο; Μήπως είχε δίκιο ο Πιλάτος; Μήπως, πράγματι, ο Χριστός ήταν ο υιός του Θεού και, όπως το είχε προαναγγείλει, αναστήθηκε εκ νεκρών με τη δική του θεϊκή δύναμη, και εμείς τώρα πρέπει να Τον πιστέψουμε και να Τον προσκυνήσουμε;
Αν πάλι είχαν δισταγμούς και αμφιβολίες, θα έπρεπε να κάνουν έρευνα και ανακρίσεις, να ελέγξουν την ακρίβεια των πληροφοριών που τους έδωσαν οι στρατιώτες, να τρέξουν αμέσως επί τόπου για να δουν με τα μάτια τους τι είχε συμβεί.
Και αν ήταν βέβαιοι ότι δεν είχαν κάνει λάθος στις εκτιμήσεις τους και ότι όλες οι αποφάσεις και οι ενέργειές τους ήταν ορθές, τότε βέβαια θα έπρεπε να κινήσουν γη και ουρανό για να αποδείξουν ότι αυτά που λένε οι φρουροί του τάφου δε στηρίζουν την ελπίδα της Αναστάσεως.
Τίποτε απ’ όλα αυτά. Οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού καταφεύγουν στη γνωστή τους μέθοδο: στα αργύρια. Αργύρια έδωσαν στον προδότη μαθητή και προχώρησαν στην πραγματοποίησή του ανοσίου σχεδίου τους. Αργύρια πολλά δίνουν και τώρα στους στρατιώτες, για να πουν εκείνοι ότι οι μαθητές του Χριστού ήρθαν τη νύχτα, την ώρα που κοιμούνταν οι φρουροί, και έκλεψαν το νεκρό σώμα του Ιησού. Δεν υπάρχει Ανάσταση. Υπάρχει κλοπή.
Τόσο απλά, τόσο πρόχειρα, τόσο φθηνά πολέμησαν οι θεωρούμενοι εκπρόσωποι του Θεού την αλήθεια της Αναστάσεως. Διότι ήταν τόσο διεστραμμένες οι καρδιές και τόσο τυφλωμένος ο νους τους, ώστε δεν καταλάβαιναν πως πλήρωναν αργύρια ικανά να διαφημίσουν «μέχρι της σήμερον» την κακότητα και την τύφλωσή τους με επιχειρήματα αστεία.
Γιατί πράγματι, πώς ήταν δυνατόν να επιχείρησαν οι μαθητές την κλοπή του σώματος του Κυρίου μέσα στη νύχτα και να τόλμησαν ένα τέτοιο εγχείρημα αυτοί που έτρεμαν τους Ιουδαίους και ήταν κρυμμένοι από το φόβο τους και απογοητευμένοι από την τόσο δυσάρεστη εξέλιξη των γεγονότων; Αυτοί που εγκατέλειψαν τον Διδάσκαλό τους όταν ήταν ζωντανός, πώς τώρα Τον υπερασπίζονταν νεκρό; Ακόμη και ο φλογερός μαθητής, ο Πέτρος, Τον αρνήθηκε μπροστά σε μία παιδίσκη. Τώρα πώς φάνηκαν τόσο γενναίοι οι μαθητές μπροστά σε πάνοπλους Ρωμαίους στρατιώτες.
Πώς απεκύλισαν το λίθο, που ήταν μεγάλος και βαρύς; Δεν υπήρχαν σφραγίδες που τον σφράγιζαν με ασφάλεια, και φρουροί που τοποθετήθηκαν εκεί, ακριβώς επειδή υπήρξε η σκέψη για ενδεχόμενο κλοπής, έτοιμοι να διαπεράσουν με τα δόρατά τους όποιον ήθελε με κακό σκοπό να πλησιάσει; Και γιατί, αν οι μαθητές ήθελαν να κλέψουν το νεκρό σώμα του Διδασκάλου, δεν πήγαν την πρώτη νύχτα που δεν υπήρχε φρουρά, και πήγαν τη δεύτερη, όταν δηλαδή είχαν τοποθετηθεί εκεί οι στρατιώτες;
Και γιατί δεν πήραν το σώμα με τα σουδάρια, όπως θα έπρεπε να κάνουν αυτοί που διαπράττουν μία κλοπή και βέβαια ενεργούν με ταχύτητα και βιασύνη; Και τι
είδους επιχείρημα είναι αυτό που είπαν οι φρουροί, ότι η κλοπή έγινε την ώρα που εμείς κοιμόμασταν; Δηλαδή είμαστε τόσο βέβαιοι ότι το σώμα εκλάπη, γιατί εκείνη την ώρα εμείς είχαμε παραδοθεί σε ύπνο τόσο βαθύ, ώστε δεν είδαμε και δεν ακούσαμε τίποτε. Απόλυτα αξιόπιστοι μάρτυρες!
«Δι’ ών την αλήθειαν συσκιάζειν επεχείρουν, διά τούτων και άκοντες παρεσκεύαζον εκλάμπειν αυτήν», παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος. Τα ίδια τα επιχειρήματά τους φανερώνουν την αλήθεια της Αναστάσεως. Διότι με όσα λένε ομολογούν ότι το σώμα δεν υπάρχει. Και από τα επιχειρήματά τους γίνεται ολοφάνερο, ότι κλοπή δεν μπορεί να έχει γίνει.
Είναι εντυπωσιακό ότι οι αρχιερείς, όταν άκουσαν τις ειδήσεις που τους έφεραν οι στρατιώτες, δεν αμφισβήτησαν την Ανάσταση. Δεν είπαν: Τι είναι αυτά που λέτε; Τι πάθατε; Πώς είναι δυνατόν να είναι κενός ο τάφος; Δεν μπορεί να συνέβησαν τέτοια πράγματα. Τρέξτε γρήγορα να βρείτε το σώμα, να το παρουσιάσουμε
σ’ όποιον ζητεί να μάθει την αλήθεια και να κλείσουμε μια φορά για πάντα τα στόματα των κηρύκων της Αναστάσεως. Τίποτε απ’ αυτά. Αργύρια και ψεύδη χοντροκομμένα…
Δεν υπάρχουν άνθρωποι που αμφισβητούν την Ανάσταση. Υπάρχουν εκείνοι που την πολεμούν. Δεν λείπουν τα επιχειρήματα που στηρίζουν την τρισμέγιστη αλήθεια
της Αναστάσεως. Λείπει η διάθεση από πολλούς να προσκυνήσουν τον Αναστάντα.
Όταν μετά την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς και την Πεντηκοστή, ο απόστολος Πέτρος μιλούσε στα πλήθη των Ιουδαίων και κήρυττε την Ανάσταση του Χριστού, κανείς δε βρέθηκε να πει ότι αυτό είναι ένα μεγάλο ψέμα, και ότι πρόκειται περί κλοπής. Αντίθετα πολλοί «κατενύγησαν τη καρδία», συναισθάνθηκαν την ενοχή τους, κατέλαβε λύπη την ψυχή τους, μετανόησαν και βαπτίσθηκαν στο όνομα του Χριστού, και έγιναν μέλη της Εκκλησίας και κήρυκες της Αναστάσεως (βλ. Πραξ.
β΄ γ΄).
Όσοι με ταπείνωση παραδέχονται τα λάθη τους και μετανοούν, αυτοί ανασταίνονται σε καινή ζωή. Αυτοί πιστεύουν στον αναστάντα Κύριο. Δεν μπορεί ένας νεκρός να οδηγεί τους άλλους στη ζωή!
Πηγή
Υμνολογική εκλογή.
Κοντάκιον Ήχος πλ. δ’
Ει καί εν τάφω κατήλθες αθάνατε, αλλά τού Άδου καθείλες τήν δύναμιν, καί ανέστης ως νικητής, Χριστέ ο Θεός, γυναιξί Μυροφόροις φθεγξάμενος, Χαίρετε, καί τοίς σοίς Αποστόλοις ειρήνην δωρούμενος ο τοίς πεσούσι παρέχων ανάστασιν.
Απόδοση.
Αν και κατέβηκες στον Αδη Κύριε, εν τούτοις, γκρέμισες και κατέστρεψες την δύναμη του. Και αναστήθηκες την τρίτη ημέρα σαν νικητής, λέγοντας στις μυροφόρες γυναίκες: Χαίρετε. Και στους απος΄τόλους Σου δώρησες την ειρήνη, Εσύ που δίνεις σε όσους είναι πεσμένοιστα χέρια του θανάτου την Ανάσταση.
Ο Οίκος
Τόν πρό ηλίου Ήλιον, δύναντα ποτέ εν τάφω, προέφθασαν πρός όρθρον, εκζητούσαι ως ημέραν, Μυροφόροι κόραι, καί πρός αλλήλας εβόων, Ω φίλαι, δεύτε τοίς αρώμασιν υπαλείψωμεν, Σώμα ζωηφόρον καί τεθαμμένον, σάρκα ανιστώσαν τόν παραπεσόντα Αδάμ κείμενον εν τώ μνήματι, άγωμεν, σπεύσωμεν, ώσπερ οι Μάγοι, καί προσκυνήσωμεν, καί προσκομίσωμεν τά μύρα ως δώρα τώ μή εν σπαργάνοις, αλλ’ εν σινδόνι ενειλημένω, καί κλαύσωμεν, καί κράξωμεν, Ώ Δέσποτα εξεγέρθητι, ο τοίς πεσούσι παρέχων ανάστασιν.
Απόδοση.
Αυτόν που είναι ο ήλιος πριν από τον ήλιο, που φάνηκε κάποτε ότι έδυσε μέσα στον τάφο, οι μυροφόρες κόρες έφθασαν να Τον συναντήσουν, καθώς πλησίαζε ο όρθρος, ζητώντας Τον σαν να ήταν ημέρα, και έλεγαν η μία στην άλλη: Ελάτε, φίλες, να αλείψουμε με αρώματα Αυτόν, που δίνει τη ζωή, και είναι θαμμένος στον τάφο, που με τον θάνατο της σαρκός ανασταίνει τον Αδάν που έπεσε με την αμαρτία του μέσα στον παράδεισο, ο οποίος Χριστός τώρα βρίσκεται μέσα στο μνήμα. Ελάτε ας πάμε, ας τρέξουμε σαν τους Μάγους να Τον προσκυνήσουμε, και να Του προσφέρουμε τα μύρα σαν δώρα, όχι σαν να βρίσκεται μέσα στα σπάργανα αλλά μέσα στα νεκρικά σεντόνια τυλιγμένος, και ας κλάψουμε και ας φωνάξουμε: Δέσποτα και Κύριε, αναστήσου Εσύ που δίνεις στους πεσμένους από την αμαρτία στα χέρια του θανάτου, την ανάσταση.
Συναξάριον
Τή αγία καί μεγάλη Κυριακή τού Πάσχα, αυτήν τήν ζωηφόρον Ανάστασιν εορτάζομεν τού Κυρίου, καί Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Στίχοι
• Χριστός κατελθών πρός πάλην Άδου μόνος
• Λαβών ανήλθε πολλά τής νίκης σκύλα.
Αυτώ η δόξα καί τό κράτος εις τούς αιώνας τών αιώνων, Αμήν.
Απόδοση.
Κατά την αγία και μεγάλη Κυριακή του Πάσχα, εορτάζουμε αυτή την ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.
ΣΤΙΧΟΙ
Ο Χριστός κατέβηκε μόνος Του στον Αδη, για να παλέψει μαζί Του, και ανεβαίνοντας πηρε μαζί Του πολλά λάφυρα για αυτή τη νίκη Του.
ΣεΑυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη σις τους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.
Εις τους αίνους. Δόξα… Καί νύν…
Ήχος πλάγιος του πρώτου.
Αναστάσεως ημέρα, καί λαμπρυνθώμεν τή πανηγύρει, καί αλλήλους περιπτυξώμεθα. Είπωμεν αδελφοί, καί τοίς μισούσιν ημάς, Συγχωρήσωμεν πάντα τή Αναστάσει, καί ούτω βοήσωμεν’ Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, καί τοίς εν τοίς μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος.
Απόδοση.
Σήμερα είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού.
Ας λάμψουμε από χαρά γι’ αυτό το πανηγύρι, και ας αγκαλιάσουμε από χαρά ο ένας τον άλλον. Ας μιλήσουμε σήμερα σαν αδελφοί σε όλους, ακόμη και σε αυτούς που μας μισούν. Ας συγχωρήσουμε τα πάντα χάριν της Αναστάσεως. Και ας φωνάξουμε δυνατά από χαρά: Ο Χρισττός αναστήθηκε από τους νεκρούς, αφού πάτησε τον θάνατο με τον θάνατό Του, και χάρισε σε όσους ήταν στα μνήματα την ζωή.
Απόδοση, Μοναχής Θεοδοσίας.