ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Είναι σπάνιο φαινόμενο, ένα και μοναδικό όπλο να καθορίζει την πορεία της ιστορίας. Τέτοια περίπτωση είναι το “Ελληνικόν Πυρ” ή “Υγρόν Πυρ” των Βυζαντινών, το οποίο βοήθησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία να επιζήσει έναντι αμέτρητων εχθρών, για χίλια έτη μετά από την πτώση της Ρώμης. Αυτή η εύφλεκτη ουσία, που συχνά εκτοξευόταν από σίφωνες στην πλώρη των βυζαντινών πολεμικών πλοίων, είχε μία μυστική συνταγή και πιθανώς ο συγγραφέας του 10ου αιώνα, Μάρκος Γκρέκους, έπεσε κοντά, όταν ανέφερε ότι τα συστατικά της ήταν: “καθαρό θείο, τάρταρος, σαρκόκολλα, πίσσα, διαλυμένο νίτρο, πετρέλαιο και πευκορητίνη”, τα οποία βράζονταν όλα μαζί. Το κακό για τα θύματά του ήταν ότι αναφλεγόταν όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό και μπορούσε να κατασβεσθεί μόνο με άμμο ή με ούρα. Στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 717-18, ενδέχεται η χρήση του, εναντίον των Σαρακηνών, να έσωσε την πόλη και ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο ΠΡΟΜΑΧΩΝΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗΣ
Από τη δεκαετία του 660 οι Άραβες είχαν επιχειρήσει επανειλημμένα να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη, για να εξαφανίσουν αυτόν τον προμαχώνα του χριστιανισμού. Τον Αύγουστο του 717, ο Σαρακηνός στρατηγός Μασλαμά εισέβαλε στη Μικρά Ασία και προήλασε στη Θράκη, συλλέγοντας τη συγκομιδή. Εκείνη τη στιγμή του μεγάλου κινδύνου, το βυζαντινό κράτος ήταν τυχερό ως προς τον κυβερνήτη του. Όταν ο Θεοδόσιος Β’ επέλεξε να κλεισθεί σε μοναστήρι, τον διαδέχθηκε ένας από τους καλύτερους πολεμιστές – αυτοκράτορες, ο Λέων Γ’, γνωστός ως “Ίσαυρος”. Ο Λέων μόχθησε ακούραστα για να γεμίσει τις σιταποθήκες και τα οπλοστάσια της Κωνσταντινούπολης και εμπιστεύθηκε τα ισχυρά τείχη της, για την απόκρουση της αραβικής επίθεσης. Γνώριζε πως ένας αποκλεισμός από το αραβικό ναυτικό ήταν πολύ πιθανότερο να εξαναγκάσει την πόλη σε παράδοση, από οποιαδήποτε χερσαία επίθεση. Προσέβλεπε στο ναυτικό του για να σώσει την πόλη.
Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ.
Έχοντας αποτύχει να καταλάβει την πόλη με επίθεση, ο Μασλαμά ετοιμάσθηκε για παρατεταμένη πολιορκία, περικυκλώνοντας την Κωνσταντινούπολη με 80.000 στρατιώτες, ενώ ο Άραβας ναύαρχος Σουλεϊμάν, με 1.800 σκάφη, ξεκίνησε τον αποκλεισμό της. Ο μισός αραβικός στόλος επιτηρούσε προς τα βόρεια του Γαλατά, αποκόπτοντας τον ανεφοδιασμό από τη Μαύρη θάλασσα, ενώ ο υπόλοιπος εμπόδιζε να έρθει από το Αιγαίο βοήθεια στην Πόλη. Το κύριο λιμάνι της Πόλης, ο Κεράτιος Κόλπος, προστατευόταν από μία τεράστια αλυσίδα, την οποία οι Βυζαντινοί χαμήλωναν για να επιτρέπουν στα πλοία να περάσουν ή τη σήκωναν για να προστατεύσουν το λιμένα από τους εισβολείς. Μέσα στον Κεράτιο Κόλπο, ο Λέων είχε συγκεντρώσει το στόλο του και εξαπέλυσε, αιφνιδιαστικά, μία φοβερή επίθεση εναντίον της αραβικής μοίρας που περιπολούσε κοντά στο Γαλατά. Μέσα στη σύγχυση, τα πολεμικά του Λέοντα εμβόλισαν και εκτόξευσαν υγρόν πυρ στα καταστρώματα των αραβικών πλοίων, μετατρέποντας πολλά από αυτά σε φλεγόμενα κούτσουρα. Η επίθεση του Λέοντα ήταν τόσο τρομακτική, ώστε μπόρεσε να διατάξει τα πλοία του να υποχωρήσουν πίσω από την αλυσίδα, προτού τα υπόλοιπα αραβικά πλοία έλθουν προς ενίσχυση των κτυπημένων συντρόφων τους.
Ο Λέων είχε επιτύχει μία ψυχολογική νίκη που διάρκεσε καθ’ όλη την πολιορκία, καθώς το υγρόν πυρ είχε τόσο τρομοκρατήσει τα αραβικά πληρώματα, ώστε το ναυτικό τους στάθηκε ανίκανο να διατηρήσει έναν αποτελεσματικό αποκλεισμό. Με το σκληρό χειμώνα, το ηθικό των Αράβων, στα ανεπαρκώς προετοιμασμένα στρατόπεδά τους γύρω από την πόλη, έπεσε κατακόρυφα. Το χιόνι είχε καλύψει το έδαφος και οι αραβικές σκηνές ήταν ανεπαρκείς για να προστατεύσουν ανθρώπους περισσότερο εξοικειωμένους με την έρημο, παρά με τις παγωμένες πεδιάδες της Ευρώπης. Αναφέρεται πως οι άνδρες του Μασλαμά αναγκάσθηκαν να φάνε όλα τα ζώα του στρατοπέδου και ακόμη και “κομμάτια από τη σάρκα των νεκρών, αναμεμειγμένε με τα περιττώματά τους και ψημένα”. Οι πόροι των Αράβων, όμως, φαίνονταν να είναι απεριόριστοι. Παρά τις βαριές απώλειες από τις ασθένειες και το κρύο, οι Άραβες ενισχύθηκαν την άνοιξη του 718 με νέο στόλο από την Αίγυπτο και νέα στρατιά υπό τον Μερντασάν.
Ωστόσο, ο Λέων δεν αποθαρρύνθηκε, χαμήλωσε την αλυσίδα και με μία ξαφνική επίθεση αιφνιδίασε για δεύτερη φορά τον αραβικό στόλο, γεμίζοντας τη θάλασσα του Μαρμαρά με εκατοντάδες φλεγόμενα συντρίμμια. Ο Λέων δεν έμεινε εκεί, αλλά χρησιμοποίησε τη νέα ναυτική υπεροχή του για να μεταφέρει στρατεύματα στην ασιατική ακτή, όπου έστησε ενέδρα σε μία μεγάλη αραβική δύναμη και σκότωσε τον Μερντασάν.
Η τελική σωτηρία της Πόλης ήλθε ανεπάντεχα. Ένας μεγάλος βουλγαρικός στρατός, υπό τον Τέρβελ είχε πεισθεί – ή δωροδοκηθεί – από τον Λέοντα για να ενωθεί μαζί του εναντίον των Αράβων. Ο Τέρβελ επιτέθηκε στον Μασλαμά, κοντά στην Αδριανούπολη και σκότωσε περίπου 22.000 μουσουλμάνους, στη μεγάλη μάχη που έγινε εκεί. Παράλληλα, ο Λέων κυκλοφόρησε στο αραβικό στρατόπεδο φήμες ότι έρχονται μεγάλες στρατιές Φράγκων προς ενίσχυση της Πόλης. Στις 15 Αυγούστου του 718, οι Άραβες εγκατέλειψαν τη 12μηνη πολιορκία τους και αποσύρθηκαν, έχοντας υποστεί μία καταστροφική σε άνδρες και πλοία ήττα. Ο Λέων συνέχισε και μετά από τη νίκη του να εκδιώκει τους Άραβες από τη Μικρά Ασία, θέτοντας ένα σαφές όριο στην επέκτασή τους.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Οι ιστορικοί, με πρώτο τον Γίββωνα, δεν άργησαν να επευφημήσουν τη νίκη του Λέοντα του Ισαύρου. Η παλίρροια της αραβικής επέκτασης, που είχε αρχίσει στον Ιερομίακα το 636 και είχε συνεχισθεί με τη μουσουλμανική κατάκτηση της Περσίας, της Αιγύπτου, της Συρίας, του συνόλου των βορειοαφρικανικών ακτών και ακόμη και της Ισπανίας, είχε αποκρουσθεί στα τείχη της “Βασιλίδος των πόλεων”. Αν η Κωνσταντινούπολη είχε πέσει το 718, θα είχε ανοίξει το δρόμο σε αραβική προέλαση στην Ευρώπη, ενώ δεν θα υπήρχε δύναμη ικανή να της αντισταθεί. Αν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε πέσει τότε και όχι 700 χρόνια αργότερα, ολόκληρη η ανάπτυξη της δυτικής Ευρώπης θα μπορούσε να είχε πάρει διαφορετική κατεύθυνση: είναι αμφίβολο αν η δυτική χριστιανοσύνη θα είχε επιζήσει, ή αν τα σύγχρονα κράτη της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας θα είχαν υπάρξει. Σύμφωνα με ένα Ρώσο ιστορικό, “δίκαια έχει υποστηριχθεί ότι με την επιτυχή αντίστασή του, ο Λέων έσωσε όχι μόνο τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και τον ανατολικό χριστιανικό κόσμο, αλλά ολόκληρο το δυτικό ευρωπαϊκό πολιτισμό”.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Οι Άραβες, 40 χρόνια μετά την πρώτη ανεπιτυχή πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (674 -678), επέστρεψαν. Με 80.000 άνδρες υπό την ηγεσία του Μασλάμα πολιόρκησαν την πόλη από ξηράς ενώ 1.800 πλοία κατέπλευσαν στο Μαρμαρά. Ο Λέων Γ’ αμύνθηκε με πείρα κι αποφασιστικότητα – ο Μασλάμα βρήκε τα τείχη της Κωνσταντινούπολης απόρθητα. Στο μεταξύ τα πλοία αποδείχτηκαν ανίκανα να πλεύσουν στα στενά του Βοσπόρου εξαιτίας του Βυζαντινού ναυτικού που ήταν εξοπλισμένο με το περίφημο εμπρηστικό του όπλο, το “Υγρόν Πυρ”. Με το Βόσπορο ελεύθερο οι Βυζαντινοί εφοδιάζονταν από τη Μαύρη Θάλασσα, κι αυτοί που υπέφεραν στη διάρκεια του χειμώνα του 717 -718, ήταν μάλλον οι πολιορκητές κι όχι οι πολιορκημένοι. Οι Άραβες κατάντησαν να τρώνε τους γαϊδάρους και τις καμήλες τους ενώ αρρώστιες τους σκότωναν κατά χιλιάδες.
Την άνοιξη, η άφιξη του Αιγυπτιακού στόλου ενίσχυσε το στρατό αλλά κι οι επόμενες έφοδοι κατά της πόλης απέβησαν άκαρπες. Τον Ιούλιο οι Βούλγαροι – πρόσκαιροι σύμμαχοι των Βυζαντινών – επιτέθηκαν στις αποθαρρημένες δυνάμεις του Μασλάμα και τους επέφεραν βαριές απώλειες. Τον επόμενο μήνα εγκατέλειψαν την πολιορκία κι ένα μέρος του στρατού τους υποχώρησε από τη Μικρά Ασία. Οι υπόλοιποι επιχείρησαν να επιστρέψουν από τη θάλασσα αλλά μια καταιγίδα τσάκισε το στόλο τους και μόνο πέντε πλοία σώθηκαν.
Από το βιβλίο: Μάχες, του φιλολόγου, Δημητρίου Θαλασσινού.
Ο Δημήτριος Θαλασσινός γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασσική φιλολογία και θεολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών και διοίκηση επιχειρήσεων στα ΚΑΤΕΕ Πάτρας. Έχει γράψει πολλά άρθρα, κυρίως για το Βυζάντιο αλλά και για την εποχή της Αναγέννησης. Συνεργάτης των περιοδικών «Εικονογραφημένη Ιστορία» και «Ιστορικά Θέματα». Είναι Πατέρας της Άννας Μαρίας.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.