Σαν σήμερα, το 1913, έγινε η ενσωμάτωση της Κρήτης στο Ελληνικό κράτος, αποτέλεσμα της ευφυούς διπλωματίας και πολιτικής του Ελ. Βενιζέλου και της ηρωικής δράσεως του Ελληνικού στρατού.
Με το όνομα Κρητικό Ζήτημα αναφέρονται όλα τα γεγονότα που αφορούν την Κρήτη και τον αγώνα της για την ανεξαρτητοποίηση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το 1830 μέχρι το 1913. Στην Ιστορία της Ευρώπης και ειδικότερα της διπλωματικής ιστορίας της, το λεγόμενο Κρητικό Ζήτημα απετέλεσε μέρος του γενικότερου Ανατολικού Ζητήματος, το οποίο πρωτοεμφανίσθηκε ως ιδιαίτερο πρόβλημα αμέσως μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, δηλαδή περί το 1830, όταν και προσδιορίστηκαν τα σύνορα του νεοπαγούς Βασιλείου της Ελλάδος χωρίς να συμπεριλαμβάνουν τη μεγαλόνησο Κρήτη, παρά τη συμμετοχή της στους αγώνες αλλά και τις θυσίες που είχε υποστεί κατά τον μεγάλο ξεσηκωμό.
Έτσι, στην έννοια του όρου Κρητικό Ζήτημα, περιλαμβάνονται όλα τα γεγονότα που συνέβησαν και αφορούσαν τον κρητικό λαό, από την προαναφερθείσα χρονολογία, μέχρι την προσάρτηση – Ένωση της Κρήτης με την Μητέρα Ελλάδα. Στα γεγονότα αυτά περιλαμβάνονται: στάσεις και επαναστάσεις, διεθνείς συνεννοήσεις και παρεμβάσεις, ακόμα και ένοπλες εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων επεμβάσεις που έφθασαν και σε πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία όμως και κατέληξε στη δημιουργία ημιαυτόνομης πολιτείας, της επιλεγόμενης Κρητικής Πολιτείας το 1896, με την ευνοϊκή κατάληξη την ενσωμάτωση της Κρήτης στην Ελλάδα, στη λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Το Μάιο του 1913, η Κρήτη παραχωρήθηκε στην Ελλάδα με τη Συνθήκη του Λονδίνου.
Ειδικότερα, την λύση του Κρητικού Ζητήματος έφερε η ευτυχής για την Ελλάδα έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων 1912-13. Με το άρθρο 4 της Συνθήκης του Λονδίνου (30 Μαΐου 1913), ο σουλτάνος παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματα του στην Κρήτη, την οποία παραχώρησε στις Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ με την ιδιαίτερη μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας Συνθήκη (1 Νοεμβρίου 1913), ο σουλτάνος παραιτήθηκε και από κάθε δικαίωμα επικυριαρχίας στη Μεγαλόνησο.
Να σημειωθεί, πάντως, πως από τις 24 Σεπτεμβρίου του 1908, που ο Ελληνικός πληθυσμός της Κρήτης, σε συλλαλητήριο, κήρυξε την ένωση της Κρήτης με το ελεύθερο Βασίλειο της Ελλάδος, το νησί διοικούνταν βάσει των ελληνικών νόμων με μικρές παραλλαγές, παρότι αποτελούσε ανεξάρτητο κράτος, την Κρητική Πολιτεία, και τελούσε υπό την υψηλή επικυριαρχία του σουλτάνου και τη προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων, επακόλουθα της επαναστάσεως των Κρητικών στα 1897.
Από την αρχή της περιόδου της αυτονομίας στην Κρήτη, τα στρατεύματα ξηράς των τεσσάρων δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας Ρωσίας), ύψωναν καθημερινά τις σημαίες τους στο φρούριο του Φιρκά στα Χανιά, μαζί με τη σημαία της Κρητικής Πολιτείας. Αυτό γινόταν μέχρι τον Ιούλιο του 1909, που συντελέστηκε η ολοκληρωτική εκκένωση της Κρήτης από τα στρατεύματα τους οπότε αποχωρώντας υπέστειλαν τις σημαίες τους και έμεινε μόνο η σημαία της Κρητικής Πολιτείας.
Την επομένη της αποχώρησης των στρατιωτικών τμημάτων, οι Κρητικοί, εκδηλώνοντας για πολλοστή φορά τον πόθο τους για ένωση, έσπευσαν να υψώσουν στο Φιρκά την ελληνική σημαία, στη θέση εκείνης της αυτονομίας.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις αντέδρασαν, ζήτησαν από τους Κρητικούς να κατεβάσουν τη σημαία και επειδή αυτοί αρνήθηκαν, στις 5 Αυγούστου του 1909, το πρωί, την ώρα που ο κόσμος κοιμόταν στα σπίτια του, για να αποφευχθούν αντιδράσεις, τέσσερις ναύτες ένας από κάθε Δύναμη, κρατώντας από ένα τσεκούρι και συνοδευόμενος από έναν αξιωματικό, ανέβηκαν στο φρούριο και χτυπώντας διαδοχικά τον ιστό με την ελληνική σημαία τον έκοψαν. Κατόπιν τον τεμάχισαν σε τέσσερα ίσα μέρη, πήρε κάθε αξιωματικός από ένα, αφήνοντας την Ελληνική σημαία εκεί.
Στην πράξη, η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε την 1 Φεβρουαρίου του 1913, όταν αφαιρέθηκαν από το φρούριο της Σούδας οι σημαίες (μαζί με τους ιστούς) των Μεγάλων Δυνάμεων και της Τουρκίας και υψώθηκε η Ελληνική σημαία. Τότε εξαφανίστηκαν από το νησί τα τελευταία σύμβολα της επικυριαρχίας και της προστασίας. Μια μαρμάρινη επιγραφή που στήθηκε εκεί, έγραφε: ΕΠΙ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α’, ΕΝΤΑΥΘΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1913, ΑΠΕΤΙΝΑΧΘΗ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ ΛΕΙΨΑΝΟΝ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ, ΑΓΩΝΙΑΣ ΕΤΗ 267 ΜΗΝΕΣ 7 ΗΜΕΡΕΣ 7.
Το πρωί της 1ης Δεκεμβρίου του 1913, ημέρα Κυριακή, έξω από το λιμάνι της πόλης των Χανίων αγκυροβόλησε ο Ελληνικός στόλος με τη ναυαρχίδα του, το θρυλικό θωρηκτό Αβέρωφ, υπό το ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη. Στην αποβάθρα του λιμανιού αποβιβάστηκαν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α’, ο διάδοχος πρ/ας Γεώργιος, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και πολλοί αξιωματούχοι του Ελληνικού κράτους. Τους υποδέχτηκαν ο Λουκάς Ρούφος Κανακάρης, γενικός διοικητής Κρήτης από 24-9-1913, ο επίσκοπος Κυδωνιάς και Αποκορώνου Αγαθάγγελος, ο δήμαρχος Χανίων Μανώλης Μουντάκης. οι μεγάλοι δοξασμένοι αρχηγοί των Κρητικών επαναστάσεων Αναγνώστης Μάντακας και Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης, μαζί με πολλούς αρχηγούς και αγωνιστές από όλα τα διαμερίσματα της Κρήτης και πλήθος λαού απ’ όλο το νησί.
Από την αποβάθρα, σχηματίστηκε πομπή που κατέληξε στο Μητροπολιτικό Ναό της Τριμάρτυρης, όπου τελέστηκε δοξολογία. Μετά σχηματίστηκε πάλι πομπή, με επικεφαλής τους επισήμους και όλοι μαζί, βαδίζοντας σιγά και επιβλητικά, στη στολισμένη με μυρτιές και δάφνες παραλία των Χανίων, ανέβηκαν στο εσωτερικό του φρουρίου του Φιρκά. Στη βορειοανατολική γωνία του φρουρίου υπήρχε ο ιστός της σημαίας. Ο λιμενάρχης Χανίων Γεώργιος Κουρκούτης έδεσε την ελληνική σημαία στο σχοινί του ιστού και παρέδωσε το σχοινί στο βασιλιά για να την υψώσει. Ο βασιλιάς, σε ένδειξη σεβασμού και τιμής προς όλους τους αγωνιστές της λευτεριάς της Κρήτης, έδωσε το σχοινί στους αρχηγούς Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη και Αναγνώστη Μάντακα, τους οποίους παρασημοφόρησε την ίδια ημέρα με το “Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος”, και μαζί ύψωσαν την ελληνική σημαία, σύμβολο της ένωσης της Κρήτης με τη Μητέρα Ελλάδα.
Ο ιστός που υψώθηκε η ελληνική σημαία στο Φιρκά, ήταν ο ίδιος στον οποίο υψωνόταν στο νησάκι της Σούδας επί μία δεκαπενταετία η τουρκική σημαία. Μετά την αφαίρεση των ιστών από το νησάκι της Σούδας, τον Φεβρουάριο του ιδίου έτους, ο λιμενάρχης Χανίων Κουρκούτης Γεώργιος τους παρέλαβε και τους φύλαξε όλους, βάζοντας διακριτικά στον καθένα. Όταν του ανατεθεί να τοποθετήσει ιστό στο Φιρκά, σκέφτηκε ότι η καλύτερη εκδίκηση για την Κρητική αγωνία στην περίσταση αυτή θα ήταν να τοποθετήσει εκεί έναν από αυτούς που αφαιρέθηκαν από τη νησίδα της Σούδας, ή αυτόν της τουρκικής ή αυτόν της αγγλικής σημαίας. Τελικά τοποθετήθηκε ο ιστός της τουρκικής σημαίας. Κανείς δεν γνώριζε το μυστικό του λιμενάρχη, ο οποίος το απεκάλυψε αργότερα. Τότε υψώθηκε και η ελληνική σημαία που είχαν κατεβάσει οι Μεγάλες Δυνάμεις από το Φιρκά στις 5 Αυγούστου του 1909.
Επιμέλεια κειμένων του ιστορικού, Αλκη Ευστρατίου.
Παράβαλε και:
Η μετάνοιά μου – Γιάννη Καμβύση (1872-1901).