Του Οσίου Πατρός ημών νικοδήμου του Αγιορείτου.
Τω αυτώ μηνί (Οκτωβρίω) ΚΖ΄, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Νέστορος.
Ομού Λυαίον και λύμην την της πλάνης,
Κτείνας ο Νέστωρ τέμνεται διά ξίφους.
Εικάδι εβδομάτη αποκέρσαν Νέστορα κεδνόν.
Ούτος ο Άγιος Νέστωρ ήτον πολλά νέος κατά την ηλικίαν εκείνην, κατά την οποίαν αρχίζουν να φυτρόνουν αι τρίχες των γενείων, ήτον δε γλυκύς εις την θεωρίαν. Ωραίος εις το κάλλος, και γνώριμος του Αγίου ενδόξου Μάρτυρος Δημητρίου. Ούτος λοιπόν βλέπωντας, πως ο βασιλεύς Μαξιμιανός έχαιρε και ηγάπα ένα βάρβαρον, Λυαίον ονομαζόμενον· και πως εκαυχάτο μεγάλως εις την ανδρίαν του βαρβάρου εκείνου, και εις τας νίκας οπού έκαμνε με όσους επάλευε, ταύτα, λέγω, βλέπων ο μακάριος Νέστωρ, εμίσησε την τοιαύτην υπερηφάνειαν του Λυαίου. Βλέπων δε και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου, έλαβε θάρρος, ότι αν μόνον αρματωθή με τας ευχάς εκείνου, και πολεμήση τον βάρβαρον Λυαίον, έχει βέβαια διά να τον νικήση. Όθεν προστρέχει εις τον μέγαν Δημήτριον. Και πεσών εις τους πόδας αυτού, δούλε του Θεού Δημήτριε, λέγει, εγώ είμαι πρόθυμος να μονομαχήσω με τον Λυαίον. Διά τούτο εύξαι διά λόγου μου, επικαλεσάμενος το όνομα του Χριστού. Ο δε Άγιος σφραγίσας αυτόν με το σημείον του τιμίου Σταυρού, και τον Λυαίον, του είπε, θέλεις νικήσεις, και διά τον Χριστόν θέλεις μαρτυρήσεις. Τότε λοιπόν ο γενναίος Νέστωρ εμβήκεν εις το στάδιον χωρίς φόβον. Και αφ’ ου έκαμε τον Μαξιμιανόν να θαυμάση διά την ωραίαν του θεωρίαν, ο Θεός Δημητρίου, είπε, βοήθει μοι. Και πολεμήσας με τον Λυαίον, κτυπά τούτον κατάκαρδα με την μάχαιράν του, και θανατόνοι παρευθύς, εκείνον οπού εθανάτωσε πολλούς. Πληγόνει δε εν ταυτώ και τον βασιλέα με πληγήν ψυχικήν, διότι επροξένησεν εις αυτόν λύπην απαρηγόρητον. Όθεν εκ τούτου θυμωθείς ο τύραννος, επρόσταξεν, ότι ο μεν Άγιος Δημήτριος, να κατατρυπηθή με λόγχας, ο δε Άγιος Νέστωρ, να θανατωθή με ξίφος. Και έτζι έλαβον και οι δύω παρά Χριστού τους στεφάνους του μαρτυρίου.
Σημείωσαι, ότι εις τον Άγιον Nέστορα εγκώμιον έχει Ιωσήφ ο Θεσσαλονίκης. Ού η αρχή· «Φαιδρά μεν η πανήγυρις». (Σώζεται εν τη των Ιβήρων.)
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Καπετωλίνης και Ερωτηΐδος.
Κτείνουσι δούλην εκ ξίφους και κυρίαν,
Δούλας Τριάδος της αληθώς Κυρίας.
Αύται αι Άγιαι ήτον κατά τους χρόνους της βασιλείας του Διοκλητιανού, και Ζιλικινθίου άρχοντος της Καππαδοκίας, εν έτει σπθ΄ [289]. Και η μεν Καπετωλίνα, ήτον ευγενής και πλουσία. Η δε Ερωτηΐς, ήτον δούλη αυτής. Η Αγία λοιπόν Καπετωλίνα διαμοιράσασα τα υπάρχοντά της εις τους πτωχούς, και ελευθερώσασα τους δούλους της, επαρρησιάσθη εις τον άρχοντα Ζιλικίνθιον, και εκήρυξε τον Χριστόν Θεόν αληθινόν. Όθεν πρώτον μεν, εκλείσθη εις την φυλακήν. Έπειτα κατά την ερχομένην ημέραν απεκεφαλίσθη. Η δε Ερωτηίς εκτύπησε με πέτρας τον άρχοντα. Διά τούτο δέρνεται με ραβδία. Και διαμείνασα αβλαβής με την του Χριστού χάριν, ξίφει την κεφαλήν αποτέμνεται. Και ούτως έλαβον και αι δύω τους στεφάνους της αθλήσεως.
*
Ο Άγιος Κυριακός ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εν ειρήνη τελειούται.
Ο Κυριακός εκλιπών γην και βίον,
Πρός αυτόν ήκει Κύριον των Κυρίων.
Τον Kυριακόν τούτον ονομάζει ο Ξανθόπουλος Kυριλλιανόν. Όστις έγινεν Επίσκοπος Βυζαντίου εν έτει σκε΄ [225] και επεσκόπησε χρόνους δεκαέξ. Δέκατος έκτος Επίσκοπος Βυζαντίου αριθμούμενος από τον Στάχυν. Όρα περί τούτου σελ. 318 του πρώτου τόμου του Μελετίου, και εις την εικοστήν πέμπτην του Ιαννουαρίου.
*
Η Αγία Πρόκλα, η σύζυγος του Πιλάτου, εν ειρήνη τελειούται.
Έχει παρεστώσάν σε Πρόκλα Δεσπότης,
Ο Πιλάτω πρίν σώ παραστάς συζύγω.
*
Διήγησις περί των Ιβήρων, ήτοι των νυν καλουμένων Γκιουρτζίδων – (Γεωργιανών), όπως ήλθον εις θεογνωσίαν παρά τινος γυναικός.
+ Έργον μέγιστον ειργάσω σεμνή γύναι,
Επιστρέφεις γαρ έθνος Ιβήρων όλον.
Τούτο το διήγημα ιστορεί ο Kύρου Θεοδώρητος, βιβλίω πρώτω, κεφαλ. εικοστώ τρίτω, της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Εις τας ημέρας δηλονότι του βασιλέως Κωνσταντίνου του Μεγάλου εν έτει τλβ΄ [332], εστάθη μία γυνή ευσεβής, η οποία ήτον γυμνασμένη άκρως την ασκητικήν πολιτείαν. Όθεν και μόλον οπού εσκλαβώθη από τους Ίβηρας, ήτοι τους Γκιουρτζίδας, πάλιν και εκεί εμεταχειρίζετο η μακαρία τους ιδίους αγώνας της ασκήσεως. Και επειδή οι Γκιουρτζίδες είναι υστερημένοι από την ιατρικήν τέχνην, διά τούτο, όταν τύχη να ασθενήσουν, συνειθίζουν να πηγαίνουν ένας εις τον άλλον, ζητούντες να μάθουν τον τρόπον της ιατρείας της ασθενείας των από εκείνους, οπού με την πείραν εδοκίμασαν εκείνην την ασθένειαν.
Όθεν και μία γυναίκα Γκιουρτζίδισσα, έχουσα παιδίον, το οποίον είχε δεινήν ασθένειαν, επήγεν εις την ανωτέρω θεοσεβεστάτην γυναίκα, ζητούσα να μάθη από αυτήν, τί να πράξη εις την ασθένειαν του παιδίου της. Εκείνη δε, πέρνουσα το παιδίον, και βαλούσα τούτο επάνω εις κλίνην, παρεκάλεσε τον Κύριον να το ιατρεύση. Όθεν ο τα κρυπτά των καρδιών γνωρίζων Κύριος, χωρίς να αργοπορήση, εχάρισε την υγείαν εις το παιδίον. Εκ της αιτίας λοιπόν ταύτης, η θαυμασία εκείνη γυνή, έγινε τόσον περίφημος, ώστε οπού έφθασεν η φήμη της, έως και εις τα αυτία της γυναικός του εκείσε βασιλέως. Η οποία ευθύς επρόσταξε να έλθη η αιχμάλωτος εις αυτήν. Επειδή και έπασχεν από πάθος χαλεπόν και δυσίατον. Η δε ταπεινόφρων γυνή, εις τούτο δεν επείθετο, κρίνουσα τον εαυτόν της ανάξιον, διά να υπάγη μία σκλάβα εις την βασίλισσαν. Αλλ’ η βασίλισσα, ως ουδέν νομίσασα το ύψος της βασιλείας, επήγε μόνη της εις την σκλάβαν. Εκείνη δε βαλούσα την βασίλισσαν να πλαγιάση επάνω εις την κλίνην της, οπού και το παιδίον επλαγίασεν, επρόσφερεν εις αυτήν την ιεράν προσευχήν, ιατρικόν του πάθους ταχύτατον. Ελευθερωθείσα λοιπόν η βασίλισσα από το πάθος, έδιδεν εις την σκλάβαν χρυσάφι, ασήμι, ρούχα πολύτιμα, και άλλα πολλά, όσα είναι αποτελέσματα φιλοτιμίας βασιλικής. Ίνα διά τούτων ανταμείψη αυτήν, ήτις τόσον ογλίγωρα εδίωξε το πάθος της. Αλλ’ η θεία εκείνη και ευσεβεστάτη γυνή, έλεγεν εις την βασίλισσαν, ότι δεν χρειάζεται ταύτα. Μισθόν δε και πληρωμήν μεγάλην της ιατρείας νομίζει, το να γνωρίση εκείνη την εις Χριστόν πίστιν και ευσέβειαν. Και το να κτίση Ναόν εις το όνομα του Χριστού, ο οποίος από το πάθος την ηλευθέρωσεν.
Η δε βασίλισσα ταύτα ακούσασα, επήγεν εις τα βασίλεια. Και τον μεν άνδρα της βασιλέα, έκαμε να εκπλαγή, διά την παράδοξον ιατρείαν του πάθους της. Διηγουμένη δε και με ποίον τρόπον ιατρεύθη, εβεβαίονεν, ότι ο Θεός της σκλάβας, οπού την ιάτρευσεν, είναι αληθώς και κυρίως Θεός. Έλεγε δε προς τούτοις, ότι είναι πρέπον να κτίσουν και Ναόν εις το όνομά του. Και ότι όλον το έθνος των Γκιουρτζίδων πρέπει να επιστραφή εις την του τοιούτου Θεού λατρείαν και πίστιν. Ο δε βασιλεύς, την μεν ιατρείαν της γυναικός του, εθαύμαζε και επαινούσε. Ναόν δε να κτίση, δεν ήθελεν.
Αφ’ ου δε επέρασεν ολίγος καιρός, ευγήκεν εις το κυνήγι ο βασιλεύς. Και οι μεν άλλοι οι μετ’ αυτού, εκυνήγουν ανεμποδίστως. Ο δε βασιλεύς, μόνος μείνας οπίσω από τους άλλους, εκρατήθη από αορασίαν. Και πού να υπάγη δεν ήξευρεν. Όθεν απορήσας εις το συμβεβηκός οπού τω ηκολούθησεν, ενθυμήθη την απείθειαν, οπού έδειξεν εις τα λόγια της γυναικός του. Και λοιπόν επικαλεσθείς εις βοήθειαν τον Θεόν της σκλάβας γυναικός, ηλευθερώθη από το σκότος και την αορασίαν. Έπειτα πηγαίνωντας μόνος εις την ευσεβεστάτην σκλάβαν, παρεκάλει αυτήν διά να τω δείξη εις ποίον σχήμα να κτίση τον Ναόν. Και η μεν γυνή, εσχημάτιζε τον Ναόν. Οι δε τεχνίται του βασιλέως, έκτιζον αυτόν.
Αφ’ ου δε έλαβε τέλος ο Ναός, και ήτον χρεία να εγκαινιάση αυτόν Αρχιερεύς, ευρήκε και τούτου την ευκολίαν η θαυμασία εκείνη γυνή. Διότι αύτη εκατάπεισε τον βασιλέα της Ιβηρίας να γράψη προς τον βασιλέα Ρωμαίων, και να ζητήση να σταλθή από εκεί διδάσκαλος της ευσεβείας. Τότε δε ήτον βασιλεύς Ρωμαίων ο Μέγας Κωνσταντίνος, καθώς προείπομεν. Ο οποίος μαθών την αιτίαν της αιτήσεως, ευχαρίστησε τον Θεόν. Και υποδεξάμενος φιλοφρόνως τους απεσταλμένους πρεσβευτάς, έστειλεν εις Ιβηρίαν ένα Αρχιερέα στολισμένον με πίστιν και σύνεσιν, και με πολιτείαν ενάρετον, ομού και δώρα πολλά, διά να γένη κήρυξ και διδάσκαλος της θεογνωσίας εις το έθνος εκείνο. Ούτος λοιπόν πηγαίνωντας εκεί, με θαύματα και διδασκαλίας ετράβιξεν εις την πίστιν του Χριστού όλους τους ανθρώπους, και εβάπτισεν αυτούς. Και κτίσας εις διάφορα μέρη ιερούς Ναούς, και χειροτονήσας Ιερείς, επίστρεψεν εις θεογνωσίαν όλον το έθνος των Ιβήρων. Και ούτως απήλθε προς Κύριον. Τοιούτος εστάθη ο τρόπος της των Ιβήρων του Θεού επιγνώσεως.
Σημειούμεν ενταύθα χάριν των φιλολόγων, ότι πολλά έθνη επίστευσαν εις τον Χριστόν, όχι μόνον διατί έβλεπον θαύματα γινόμενα διά του ονόματος του Χριστού υπό διαφόρων αγίων ανδρών. Αλλά και διατί έβλεπον το γένος των Χριστιανών δεδοξασμένον και έντιμον με βασιλείαν και με βασιλείς Ορθοδόξους και αυτοκράτορας. Έτζι λόγου χάριν οι ανωτέρω Ίβηρες επίστευσαν εις τον Χριστόν εν τοις χρόνοις του Μεγάλου Kωνσταντίνου. Διά μέσου δε των Ιβήρων επίστευσαν εις τον Χριστόν οι Αρμένιοι. Kαι πάλιν διά των Αρμενίων, επίστευσαν οι Πέρσαι εις τον Χριστόν εν τοις αυτοίς χρόνοις του Kωνσταντίνου. Ομοίως επί του αυτού Kωνσταντίνου επίστευσαν οι Ινδοί διά μέσου Φρουμεντίου Αλεξανδρέως, όστις εορτάζεται κατά την τριακοστήν Nοεμβρίου και όρα εκεί. Ομοίως όρα και σελ. 343 του α΄ τόμου της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Μελετίου.
Επί δε του βασιλέως Ιουστινιανού εν έτει φ쳴 [546], επίστευσαν εις τον Χριστόν οι εν τω Ίστρω ποταμώ κατοικούντες Έλουροι, και οι εν τω Τάναϊ ποταμώ κατοικούντες Αβασγοί. Ομοίως και οι Αξουμίται, και άλλοι πολλοί. (Όρα τόμ. β΄ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, σελ. 89, 90, του Μελετίου.) Επί του βασιλέως Μιχαήλ του υιού Θεοδώρας, του εν έτει ωμβ΄ [842] βασιλεύσαντος, επίστευσαν εις τον Χριστόν το έθνος των Βουλγάρων, Σέρβων (οίτινες και Τριβαλοί ονομάζονται), Ποέμων, και Σλαβούνων. Επί του βασιλέως Kωνσταντίνου του υιού Λέοντος του Σοφού, του καλουμένου Πορφυρογεννήτου, του εν έτει ¹ιβ΄, ήτοι 912, βασιλεύσαντος, επίστευσαν εις τον Χριστόν οι Ούγγροι. (Όρα τόμ. β΄ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Μελετίου, σελ. 354.)
Επί δε Βασιλείου του Μακεδόνος, του εν έτει ωξζ΄ [867] βασιλεύσαντος, επίστευσαν οι Ρώσσοι εις τον Χριστόν, διά των διδασκάλων, τους οποίους απέστειλεν Ιγνάτιος ο Kωνσταντινουπόλεως, και πάλιν επίστρεψαν εις την πάτριον αυτών θρησκείαν. Έως οπού ο δούξ αυτών Βλοδομίρος, λαβών εις γυναίκα Άνναν την αδελφήν Βασιλείου του Πορφυρογεννήτου, του υιού Ρωμανού του νεωτέρου, εκατηχήθη παρ’ αυτής, και εβαπτίσθη εν έτει 987, ή 990, και κατ’ ολίγον εβαπτίσθη και όλον το έθνος, κατά τον Μοσσέμιον (Εκκλησιαστ. Ιστορ., Εκατονταετηρίδος 9, μέρ. 1, κεφ. 1) και τον Λάμπιον τους νεωτέρους (Εκκλησιαστ. Ιστορ., βιβλ. 2, κεφ. 8). Εις όλα δε τα ανωτέρω επιστραφέντα έθνη εις θεογνωσίαν, έλαβον πρόνοιαν οι ρηθέντες βασιλείς να αποστείλουν ιερείς και κληρικούς διά να τα κατηχήσουν, να τα βαπτίσουν, και να τα διδάξουν την Ορθοδοξίαν.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
*
(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Υμνολογική εκλογή.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ
Απολυτίκιον του Μάρτυρος. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον. Γερασίμου.
Αθλητής ευσεβείας ακαταγώνιστος, ως κοινωνός και συνήθης του Δημητρίου οφθείς, ηγωνίσω ανδρικώς Νέστορ μακάριε” τη θεϊκή γαρ αγωγή, τον Λυαίον καθελών, ως άμωμον ιερείον, σφαγιασθείς προσηνέχθης, τω Αθλοθέτη και θεώ ημών.
Έχοντας, ως φίλος, το ίδιο ήθος με τον Δημήτριο, αναδείχθηκες αθλητής ακαταγώνιστος της ευσεβείας και αγωνίσθηκες με ανδρεία, Νέστωρ μακάριε. Γιατί με τηνθεική αγωγή, που από Τον Δημήτριο είχες λάβει, κατανίκησες τον Λυαίο και αφού σφαγιάσθηκες σαν κατακάθαρο ιερό θύμα, προσφέρθηκες στον αθλοθέτη και Θεό μας.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.
Αθλήσας καλώς, αθάνατον την εύκλειαν, κεκλήρωσαι νυν, και στρατιώτης άριστος, του Δεσπότου γέγονας, ταις ευχαίς Δημητρίου του Μάρτυρος” συν αυτώ ουν Νέστορ σοφέ, πρεσβεύων μη παύση υπέρ πάντων ημών.
Αφού αγωνίσθηκες σαν αθλητής με τον καλύτερο τρόπο, έλαβες ως κληρονομιά σου την αθάνατη δόξα και αναδείχθηκες άριστος στρατιώτης του Δεσπότου Χριστού, με τις ευχές του μάρτυρος Δημητρίου. Και τώρα που βρίσκεσαι μαζί του μη σταματήσεις να πρεσβευεις για μας.
Ο Οίκος
Ρώμη θεού αθλήσας παμμάκαρ, νικηφόρος εδείχθης’ τον εχθρόν τοις ποσί καταπατήσας, δεδόξασαι’ στεφανίτης συν ταις χορείαις των σεπτών Αθλοφόρων Νέστορ εφάνης, και Ααρών υπερήρθης Χριστού αθλητά, συν Αβελ αίμα το θείον σου προσενέγκας’ και θρόνω θείω του κτίσαντος παρεστώς, συν Αγγέλων τοις τάγμασι, πρεσβεύων μη παύση υπέρ πάντων ημών.
Αγωνίσθηκες με την δύναμη και την γενναιότητα που ο Χριστός χαρίζςει και καταπάτησες με τα πόδια σου τον εχθρό, παμμακάριστε, οπότε και αναδείχθηκες νικητής. Δοξάσθηκες και φανερώθηκες στεφανωμένος ανάμεσα στις χορείες των αθλοφόρων, Νέστωρ. Υψώθηκες με το μαρτύριό σου πάνω από τον Ααρών και αφού έχυσες το αίμα σου όπως ο Αβελ, αθλητά του Χριστού, βρίσκεσαι πλάι στον θρόνο του Κτίστη μας Θεού μαζί με τα τάγματα των αγγέλων. Τώρα λοιπόν μη παύσεις να πρεσβεύεις για μας.
Συναξάριον
Τη ΚΖ’ του αυτού μηνός (Οκτωβρίου), μνήμη του αγίου Μάρτυρος Νέστορος.
Στίχοι.
Ομού Λυαίον και λύμην την της πλάνης
Κτείνας ο Νέστωρ, τέμνεται δια ξίφους.
Εικάδι εβδομάτη αποκέρσαν Νέστορα κεδνόν.
Αφού ο Νέστωρ θανάτωσε μαζί τον Λυαίο και την αρρώστια της πλάνης, θανατώνεται με το ξίφος.
Κατά την εικοστή εβδόμη του μηνός απεκεφάλισαν τον ένδοξο Νέστορα.
Τη αυτή ημέρα μνήμη των αγίων Μαρτύρων Καπιτωλίνης και Ερωτηίδος.
Στίχοι.
Κτείνουσι δούλην εκ ξίφους και κυρίαν,
Δούλας Τριάδος της αληθούς Κυρίας.
Θανατώνουν με το ξίφος την δούλη και την κυρία της, που ήταν δούλες της αληθινής και Αγίας Τριάδος, που κυριαρχεί σε όλον τον κόσμο.
Τη αυτή ημέρα μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Κυριακού, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Στίχοι.
Ο Κυριακός εκλιπών γήν και βίον,
Προς Αυτόν ήκει, Κύριον των κυρίων.
Ο Κυριακός αφού εγκατέλειψε την γή και τη ζωή, έφθασε κοντά σε Αυτόν τον Κύριον των κυρίων.
Τη αυτή ημέρα μνήμη της αγίας Πρόκλης, συζύγου του Πι¬λάτου.
Στίχοι.
Έχει παρεστώσάν σε, Πρόκλα, Δεσπότης,
Ο Πιλάτω πριν σώ παραστάς συζύγω.
Ο Δεσπότης Χριστός σε έχει κοντά Του, Πρόκλα, Αυτός που πριν στάθηκε μπροστά στον Πιλάτο τον σύζυγό σου.
Διήγησις περί των Ιβήρων, όπως ήλθον εις θεογνωσίαν.
Στίχοι.
Έργον μέγιστον ειργάσω, σεμνή γύναι’
Επιστρέφεις γαρ έθνος Ιβήρων όλον.
Πραγματικά μεγάλο έργο επιτέλεσες, σεμνή γυναίκα, αφού επέστρεψες προς την πίστη του Χριστού όλο το έθνος των Ιβήρων.
Ταϊς των Αγίων σου πρεσβείαις, ο θεός, ελέησον ημάς.
Αμήν.
Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.
Λυαίου την απόνοιαν, και μανιώδη έπαρσιν, τη του Σταυρού δυνα¬στεία, και ταις ευχαίς Δημητρίου, του πανενδόξου Μάρτυρος, καθείλες Νέστορ πρότερον, τα πάθη τροπωσάμενος, και Μάρτυς άριστος ώφθης, Χριστού σοφέ αθλοφόρε.
Κατανίκησες και ισοπέδωσες, Άγιε Νέστωρ, την καταστροφική ανοησία του Λυαίου, και την γεμάτη τρέλλα αλαζονεία του, με τηνδύναμη του σταυρού και με τις ευχές του πανένδοξου μάρτυρος Δημητρίου. Πρώτα όμως είχες κατανικήσει τα πα΄θη σου και αναδείχθηκες άριστος μάρτυρας του Χριστού, σοφέ αθλοφόρε.
Μεγαλυνάριον. Γερασίμου.
Σθένος εζωσμένος υπερφυές, νικητής εγένου, εν αγώσι Νέστωρ σοφέ’ όθεν ακηράτων, γερών ηξιωμένος, μετά του Δημητρίου, ημών μνημόνευε.
Ζωσμένος με υπερφυσική δύναμη, αναδείχθηκες νικητής στους μαρτυρικούς αγώνες σοφέ Νέστωρα. Έτσι, αφού αξιώθηκες, μαζί με τον Άγιο Δημήτριο, να κοσμήσε από άφθαρτη δόξα, μνημόνευε και εμάς προς τον Κύριο.
Απόδοση, Μοναχής Θεοδοσίας.