Κλήση από το Ράδιο Ταξί. Νίκαια για Αθήνα. Σε δέκα λεπτά βρίσκομαι στο ακριβές σημείο. Βλέπω να έρχεται μια μαυροντυμένη κυρία, φορώντας γυαλιά ηλίου.
Αφού ξεκίνησα, τη ρώτησα, γιατί φορούσε γυαλιά, αφού είχε συννεφιά. Μου είπε πως είχε κάνει πρόσφατα εγχείρηση στα μάτια και δεν πρέπει να τα εκθέτει στο φως της ημέρας. Στη συνέχεια τη ρωτώ:
-Γιατί φοράτε μαύρα;
-Αχ, κοπέλα μου… Έχασα ένα κορίτσι σαν τα κρύα νερα… Είκοσι εννέα ετών. Και άφησε δύο παιδάκια ορφανά. Από τα κλάματα χάλασα τα μάτια μου και ο υιός μου με πήγε στη Γαλλία και τα χειρούργησα.
-Να ζείτε, να τη θυμόσαστε και ο Θεός να σας δίνει κουράγιο.
-Σ’ ευχαριστώ, κοπέλα μου, να είσαι καλά.
Αλλά, ευτυχώς, έχω το υιό μου και την νύφη μου, συνέχισε, που είναι διαρκώς κοντά μου, όπως και τα εγγόνια, και του υιού μου και της κόρης μου. Είναι κάθε μέρα μαζί μου. Πικραίνονται και αυτά που με βλέπουν να υποφέρω. Ο υιός μου δεν πάει πουθενά χωρίς εμένα. Ούτε μια απλή βόλτα με την οικογένεια του, αν δεν είμαι και εγώ μαζί. Χριστούγεννα, Πάσχα, διακοπές, πάντα μαζί. Μαζί θα φάμε κάθε μέρα. Δεν έχω παράπονο.
Εδώ, κάτι άρχισε να με χαλάει…
-Καλή μου κυρία, τα λόγια σας και ο τρόπος που τα λέτε μου βγάζουν πολύ εγωισμό- γιατί είστε τόσο εγωίστρια; Γιατί θέλετε να κάνετε και τα παιδιά σας δυστυχισμένα; Αφήστε τα λίγο να χαρούν τη ζωή τους, τα παιδιά τους… Είναι νέοι άνθρωποι, μην τους βαραίνετε τόσο πολύ.
Γύρισε και με κοίταξε σαν να έλεγε- τρελή είσαι, κο¬πέλα μου, τι μου λες τώρα; Εγώ όμως συνέχισα:
-Νιώθω τον πόνο σας, αν και δεν έχω παιδιά. Όμως δεν έχετε το δικαίωμα να στερείτε από τα παιδιά σας τις μικροχαρές της ζωής. Δεν έχετε το δικαίωμα να μεγαλώνουν τα εγγόνια σας, που λέτε πως αγαπάτε, μεσ’ στη θλίψη, μεσ’ στη μελαγχολία, μεσ’ στην πίκρα. Έχουν δικαίωμα να χαρούν. Μη θέλετε διαρκώς όλοι να σας λυπούνται. Ο πόνος σας να είναι μόνο δικός σας. Τα δάκρυά σας να είναι μόνο για το κορίτσι που χάσατε. Γονατιστέ μπροστά στην Παναγιά και πέστε της: «Παναγιά μου! Ό,τι έγινε δεν γυρίζει πίσω… Προστάτεψε τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου και το κορίτσι, που θέλησε να μου πάρει ο Θεός, ας το έχει κοντά Του! Δικό Του ήταν και το πήρε».
Γιατί, γλυκιά μου κυρία, δεν έχουμε τίποτε δικό μας-ούτε τα παιδιά είναι δικά μας ούτε τα σπίτια, ούτε τα χρήματα… Όλα είναι δικά Του. Και τα δώρα που Του προσφέρουμε δικά Του είναι. «Τα σά έκ των σων, σοι προσφέρομεν…» Έτσι δεν λέμε στη Θεία Λειτουργία; Το ότι όλα είναι δικά Του, μπορείτε να το συνειδητοποιήσετε; Ας αφήσουμε στην άκρη τον εγωισμό μας. Δεν υπάρχει δικό μου. Μόνο η λέξη δανεικά υπάρχει για εμάς.
Για να απαλύνετε λίγο τον πόνο της ψυχούλας σας, γυρίστε και κοιτάξτε τον Εσταυρωμένο Ιησού μας. Και θυμηθείτε τον πόνο της μητέρας Του, της Παναγίας μας, όταν Τον είδε άδικα πάνω στο Σταυρό. Εμείς οι αναμάρτητοι σταυρώσαμε ποιον; τον μόνο δίκαιο, τον μόνο αναμάρτητο Ουρανού και Γης, τον ίδιο τον Θεό. Γι’αυτό σας λέω, τέτοιο πόνο δεν τον έχει νιώσει καμία μητέρα! Γιατί καμία δεν έχει τόσο ευαίσθητη και τρυφερή ψυχή, όσο η Παναγία μας.
Παρηγορηθείτε με τον πόνο της Παναγιάς μας. Όταν τυχαίνει να είμαι στενοχωρημένη, πηγαίνω μπροστά στον Εσταυρωμένο Ιησού, να Του κάνω τα παράπονα μου, να Του μεταφέρω τον πόνο των ανθρώπων. Όμως, Τον βλέπω πάνω στο σταυρό. Και σκέφτομαι: Εμάς δεν μας σταύρωσαν ακόμη, αλλά, κι αν μας σταύρωναν, δίκιο θα είχαν, γιατί εμείς είμαστε αμαρτωλοί.
Δυναμώστε, λοιπόν, την πίστη σας στον Θεό μας. Βάλτε Τον κυβερνήτη στη ζωή σας, αγαπήστε Τον με όλη την καρδιά σας. Και ύστερα την πίκρα σας κάντε την μια αγκαλιά αγάπης για όλες τις μανούλες, που έχουν χάσει τα παιδιά τους και μιλήστε τους για την αγάπη του Θεού, για την ευτυχία και τη δύναμη της ψυχής, που χαρίζει ο Θεός σε μας, τα παιδιά Του. Μόνο τότε θα νιώσετε γαλήνη στην ψυχούλα σας και θα μπορείτε να μιλάτε με το παιδί σας, που είναι στον Ουρανό. Τότε θα αισθανθείτε και την παρουσία του Θεού. Γιατί ο Θεός, καλή μου, περιμένει έξω από την πόρτα της καρδιάς σας! Ανοίξτε την να μπει και θα γευθείτε τους γλυκείς καρπούς της παρουσίας Του.
-Αυτά τα λόγια που μου λέτε, δεν μου τα έχει πει ούτε ο πνευματικός μου, μου απάντησε λίγο έκπληκτη, λίγο πειραγμένη.
-Α, έχετε και πνευματικό! Πού είναι λοιπόν η πίστη σας; Μόνο στα λόγια;
-Μα πιστεύω στο Θεό.
-Τι μου λέτε, κυρία μου; αυτή είναι πίστη στον Θεό; Όταν έχετε κάνει γύρω σας δυστυχισμένους ανθρώπους; Όταν τους στερείτε το δικαίωμα να αναπνεύσουν; Το δικαίωμα να ζήσουν;
Δεν απάντησε. Εδώ φτάσαμε και κατέβηκε. Ίσως να την πίκρανα, σκέφθηκα.
Σε ένα μήνα περίπου, έτυχε να πάρω ξανά την ίδια κυρία. Μόλις την είδα, ταράχτηκα. Εκείνη όμως, μπαίνοντας στο ταξί, μόλις με αναγνώρισε, με αγκάλιασε και με φίλησε.
-Σ’ ευχαριστώ, κοπέλα μου, για το καλό που μου έκανες! Είπα στον πνευματικό μου αυτά που μου είπες, αν και δεν σου κρύβω πως με πόνεσες…
-Συγχωρέστε με, αν σας πόνεσα, μα το έκανα για να σας βοηθήσω. Ο Πνευματικός σας τι σας είπε; Σας παρηγόρησε;
-Μου είπε: «Πολύ καλά σου είπε η ταξιτζού… Αυτά που δεν μπόρεσα να σου πω εγώ, τα είπε εκείνη. Μπράβο της!» Από την ημέρα εκείνη, παρακαλούσα τον Θεό να σε ξανασυναντήσω, να μου πεις κι άλλα. Με βοήθησες πάρα πολύ. Τα λόγια σου τα σκέφτομαι κάθε μέρα κι έκανα ό,τι μου είπες. Άφησα τα παιδιά μου ελεύθερα. Τους παρακάλεσα να μην έρχονται κάθε μέρα σπίτι μου, τους είπα να κοιτάξουν τη ζωή τους, τα παιδιά τους. Δεν ξαναέκλαψα μπροστά τους. Έχεις απόλυτα δίκιο, κόντεψα να τους καταστρέψω. Τα λόγια σου ήταν σωτήρια για την ψυχή μου.
Ο Θεός σ’ έστειλε στον δρόμο μου, για να μας γλυτώσει. Και, όπως μου είπες, προσπαθώ να δίνω αγάπη σε άλλες πονεμένες ψυχούλες.
Ευχήσου να το καταφέρω.
Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.