Πώς, άραγε, πρέπει να ζήσουν Οι Μοναχοί, ως κοινωνικοί διδάσκαλοι και εργάτες της Εκκλησίας ή ως Ερημίτες.

Ο Καθηγητής Ανδρέας Φυτράκης στην εμπεριστατωμένη μελέτη και βιβλίο του με τον τίτλο «Οι Μοναχοί ως κοινωνικοί διδάσκαλοι και εργάται», έκανε κάτι πολύ σημαντικό. Έδωσε λύση στο μεγάλο ερώτημα και πρόβλημα, για το πώς πρέπει να ζούνε οι Μοναχοί. Συγκέντρωσε όλη την σχετική αγιογραφική και αγιοπατερική διδασκαλία και απέδειξε ότι με βάση τα αρχαία αυτά κείμενα, που παρουσιάζουν τις βάσεις και τα θεμέλια του Μοναχισμού, δεν υπάρχει αναπάντητο ερώτημα. Έχει απαντηθή και από τον ίδιο τον Αρχηγό της πίστεώς μας Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό και από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας και αρχηγούς του Μοναχισμού.

Σ’ αυτή την διδασκαλία δεν χωράνε φανατισμοί και ακραίες τοποθετήσεις από οπουδήποτε κι αν προέρχονται. Η διάκριση λύνει όλα τα προβλήματα και απαντάει σε όλα τα ερωτήματα, διότι είναι ο καρπός και το δώρο του Αγίου Πνεύματος, σε όσους θέλουν να κατευθύνουν την ζωή τους με καθοδηγητή το Άγιο Πνεύμα και όχι με καθοδηγητή το εγώ τους ή κάποιον άλλον παθιασμένο και φανατισμένο εγωιστή καθοδηγητή τους.

Η διδασκαλία του Χριστού και των Αγίων Αποστόλων και όλων των Αγίων τονίζει και υπερτονίζει την ειδική προσωπική κλήση –πρόσκληση, που έχει κάθε άνθρωπος από τον Θεό και την ελευθερία του προσώπου, την ελευθερία της επιλογής, να πραγματοποιήσει την πρόσκληση αυτή του Θεού. Και η Αγία Γραφή μας προτρέπει να βρούμε την ειδική αυτή προσωπική μας κλήση και αυτήν να ακολουθήσουμε λέγοντας: «έκαστος εν ω εκλήθη, αδελφοί» (Α΄ Κορινθ. 7, 24).

Και βέβαια, η πρόσκληση από τον Θεόν, είναι αποτέλεσμα της σοφίας του αλλά και της αγάπης του προς τον άνθρωπο. Και πάντοτε ο Θεός προσκαλεί κάποιον σε μια ζωή στην οποία έχει τα αναγκαία χαρίσματα για να επιτύχει πλήρως.

Γι’ αυτό ο Άγιος Απόστολος Παύλος γράφει προς στους Κορινθίους ότι «θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι να γίνουν σαν κι εμένα. Αλλά κάθε άνθρωπος έχει ξεχωριστό προσωπικό χάρισμα από τον Θεό. Άλλος έτσι, άλλος αλλιώς». (Α΄ Κορινθ. 7, 7).

Εκείνο όμως που μετράει ενώπιον του θεού δεν είναι τι δρόμο θα διαλέξει ο κάθε μοναχός και κάθε άλλος άνθρωπος, αλλά πού θα καταλήξει ο κάθε Μοναχός και άνθρωπος.

Επίσης, εκείνο που μετράει ενώπιον του Θεού δεν είναι τι δρόμο θα αρχίσει να βαδίζει ο κάθε Μοναχός και κάθε άλλος άνθρωπος, αλλά αν ο κάθε Μοναχός και κάθε άλλος άνθρωπος, θα σηκώσει με επιτυχία με την βοήθεια του Θεού τα βάρη και τα φορτία της επιλογής του. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος γράφει ότι «ο καθένας θα πρέπει να βαστάξει καλά το δικό του φορτίο» (Γαλατ. 6, 5).

Κι επίσης εκείνο που θα κρίνει τον κάθε Μοναχό είναι το τι είδους και ποσότητα μισθού θα λάβει από τον Θεό, ανάλογα βέβαια με το πώς διεξήγαγε τον αγώνα του και πώς σήκωσε το φορτίο του και τι κόπους κατέβαλε. Γι’ αυτό ο Απ. Παύλος γράφει ότι «ο κάθε ένας θα πάρει τον δικό του μισθό ανάλογα με το τι κόπους έκανε» (Α΄ Κορινθ. 3, 8).

Τέλος, εκείνο που ενδιαφέρει τον Θεό και πρέπει να ενδιαφέρει και τον κάθε Μοναχό και κάθε άλλον άνθρωπο είναι το αν θα μείνει και θα υπομείνει μέχρι τέλους τον προορισμό του και την κλήση του Θεού. Διότι αυτός θα σωθεί. Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος: «ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 10, 22).

Γι’ αυτό ο Απόστολος των Εθνών κραυγάζει προς όλους με αγωνία «έκαστος εν τη κλήσει η εκλήθη εν ταύτη μενέτω». (Α΄ Κορινθ. 7, 20) και «έκαστος εν ω εκλήθη, αδελφοί, εν τούτω μενέτω παρά Θεώ» (Α΄ Κορινθ. 7, 24).

Έτσι λοιπόν:
1. Προσκλήθηκες, άραγε, από τον Θεό να υπηρετήσεις τον Θεό, την Εκκλησία, την φιλανθρωπία, την ιεραποστολή; Κάνε το.

Αλλά παράλληλα, μη ξεχνάς την άσκησή σου. Την μετάνοιά σου. Τον πνευματικό σου αγώνα. Την δική σου πρώτα σωτηρία. Αγάπα τον πλησίον σου και υπηρέτησέ τον. Όμως, ο Κύριος μας είπε «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. (Μαρκ. 12, 31). Αυτό σημαίνει ότι θα βοηθήσεις μεν τον πλησίον σου να σωθεί, αλλά πρώτα θα βοηθήσεις τον εαυτό σου να σωθεί. Διότι πρώτα θα αγαπήσεις αληθινά, πνευματικά τον εαυτό σου και έπειτα θα αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτόν σου. Αν δεν τα κάνεις έτσι τα πράγματα , τότε κι εσύ θα χαθείς αλλά και τον πλησίον σου θα παρασύρεις στην καταστροφή, ενώ ξεκίνησες με διάθεση να τον σώσεις.

Μη ξεχνάς, ότι ο Κύριος πρώτος υπήρξε ο μέγας φιλάνθρωπος και ιεραπόστολος. Και έσωσε πλήθη ανθρώπων. Αλλά δεν παρέλειπε την άσκηση και την προσευχή, παρ’ όλο που ως Θεός δεν την είχε ανάγκη. Και αποσύρθηκε σαράντα ημέρες στην έρημο, στο Σαραντάριον Όρος. Και ασκήτεψε και νήστεψε εκεί (Ματθ. 4, 1). Και άλλοτε όπως μας λέγουν τα Ευαγγέλια, απεσύρετο μόνος σε άλλα βουνά και λόφους και ερημιές για να προσευχηθεί σε απομόνωση και περισυλλογή. «αυτός δε ην υποχωρών εν ταις ερήμοις και προσευχόμενος» (Λουκ. 5, 16). Ακόμη και το τελευταίο βράδυ του στην Γεθσημανή (Ματθ. 26, 30-47).

Βέβαια, αυτά τα έκανε για να αφήσει καλό παράδειγμα στους Μοναχούς και σε όλους τους ανθρώπους που θάθελαν να ακολουθήσουν το άγιο παράδειγμά του και να γίνουν Μοναχοί φιλάνθρωποι και ιεραπόστολοι.

2. Προσκλήθηκες, άραγε, από τον Θεό να υπηρετήσεις τον Θεόν με την μελέτη και την περισυλλογή και προσευχή και νηστεία και άσκηση, με γονυκλισίες και σκληραγωγίες και αγρυπνίες και μετάνοιες και κανόνες και κομποσχοίνια και χαμαικοιτίες και πείνα και δίψα και κακουχίες, φρόντισε αυτό να το κάνεις καλά και σωστά.

Αλλά παράλληλα, μη ξεχνάς τον πλησίον σου και το πλήθος των πνευματικών και υλικών αναγκών του. Και ενίσχυέ τον με προσευχή αλλά και με την πρακτική συμπαράσταση. Ιδιαιτέρως στάσου στο πλευρό των Μοναχών εκείνων που έχουν βγει στην πρώτη γραμμή της πνευματικής μάχης και μάχονται τον διάβολο και τα δαιμόνια «στήθος με στήθος» και ασχολούνται με φιλανθρωπίες, με εκκλησιαστικό, ποιμαντικό, κηρυκτικό και γενικά ιεραποστολικό έργο.

Σ’ έναν πόλεμο υπάρχουν αυτοί που βρίσκονται στις πρώτες γραμμές και αυτοί που βρίσκονται στα μετόπισθεν. Όλοι είναι αναγκαίοι. Κι εδώ στην Μοναχική και πνευματική ζωή πόλεμος γίνεται. Κοινός πόλεμος. Όλων των χριστιανών. Κι ο ένας έχει την ανάγκη του άλλου. Αντί να διαφωνούμε και να αλληλοκατηγορούμαστε, αντί να διαπληκτιζόμαστε και να πολεμούμε μεταξύ μας για το ποιος είναι πιο σωστός και πιο Ορθόδοξος Μοναχός, καλύτερα να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να επιδιώξουμε την κοινή νίκη κατά του εχθρού. Αλλιώς θα ισχύσει και για μας ο λόγος του Θεού που λέγει: «ει δε αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπό αλλήλων αναλωθήτε» (Γαλατ. 5, 15). Πράγμα που δυστυχώς συμβαίνει στην Εκκλησία από αρχαιοτάτων χρόνων. Και δαγκώνουμε ο ένας τον άλλον και καταναλώνουμε τις πολύτιμες δυνάμεις μας στους μεταξύ μας πολέμους και μένει ανενόχλητος ο εχθρός της σωτηρίας μας και κερδίζει αδιάκοπα ψυχές και μάλιστα ψυχές Μοναχών που διαμάχονται για το ποιος είναι ανώτερος: ο Μοναχός ιεραπόστολος κοινωνικός διδάσκαλος και εργάτης της Εκκλησίας ή ο Μοναχός ερημίτης και αναχωρητής και θεωρητικός. Ο αληθινός Μοναχός του Χριστού δεν είναι ούτε μόνο φιλάνθρωπος ιεραπόστολος και κοινωνικός διδάσκαλος και εργάτης της Εκκλησίας, ούτε μόνο θεωρητικός της πίστεως και της θεολογίας. Ο αληθινός Μοναχός του Χριστού, είναι ομοίωμα του Χριστού που ήταν και φιλάνθρωπος ιεραπόστολος και κοινωνικός διδάσκαλος αλλά και θεωρητικός. Οποιοσδήποτε αυτονομημένος φανατικός δρόμος είναι μονομέρεια, είναι αίρεση. Η μίμηση του Χριστού είναι ο σωστότερος δρόμος. Οι Μοναχοί και τα Μοναστήρια πρέπει να είναι ταυτοχρόνως οι θεωρητικοί της Εκκλησίας και κέντρα θεωρητικής και δογματικής μελέτης και ερεύνης και ενασχολήσεως. Ταυτοχρόνως οι Μοναχοί πρέπει να είναι πρακτικοί, δηλαδή εφαρμοστές της θεωρίας. Δηλαδή φιλάνθρωποι και ως προς τις πνευματικές αλλά και ως προς τις υλικές ανάγκες του πλησίον. Άνθρωποι που αποδεικνύουν την πίστη τους και την θεολογία τους με τα έργα τους, σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέγει:

«Ποιο είναι το όφελος, αδελφοί μου, εάν λέει κάποιος ότι γνωρίζει και έχει πίστη και δεν έχει έργα; Μήπως άραγε μπορεί η πίστη μόνη της να τον σώσει; Εάν ο αδελφός ή αδελφή συνάνθρωποι δεν έχουν ρούχα να φορέσουν και τους λείπει ακόμη και η καθημερινή τροφή και τους πει κάποιος (θεωρητικός):
‘Κρυώνετε; Πηγαίνετε λοιπόν ειρηνικά να ζεσταθήτε και φάτε να χορτάσετε’∙ ενώ δεν τους δίνει τα αναγκαία για το σώμα τους, ποιο είναι το όφελος; Έτσι και η πίστη αν δεν έχει έργα είναι νεκρή… Εσύ γνωρίζεις την πίστη και πιστεύεις ότι ένας Θεός υπάρχει. Καλά κάνεις. Όμως, σου θυμίζω ότι και τα δαιμόνια γνωρίζουν ότι υπάρχει ένας Θεός και φρίττουν. Θέλεις, κούφιε – άδειε άνθρωπε, να μάθεις ότι η πίστη είναι άχρηστη χωρίς τα έργα; Θυμήσου τον Αβραάμ, που ήταν ο πατέρας όλων μας, ότι δικαιώθηκε από τα έργα της πίστεώς του, διότι οδήγησε τον γυιό του Ισαάκ στο θυσιαστήριο για να τον θυσιάσει. Βλέπεις, άραγε, ότι η πίστη του αποδείσθηκε τέλεια από τα έργα του;…
Προσέξτε, λοιπόν και ιδέτε ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται από τα έργα του και όχι μόνο από την πίστη του… Διότι όπως το σώμα χωρίς το πνεύμα του είναι νεκρό, έτσι και ‘η πίστις χωρίς έργων νεκρά εστιν’». (Ιακ. 2, 14 -26).

Ας τα ακούσουν αυτά οι φανατικοί μονομερείς Μοναχοί και Λαϊκοί αλλά και Κληρικοί παντός βαθμού και μάλιστα κάποιοι Αρχιερείς και Μητροπολίτες εκείνοι που ισχυρίζονται ότι είναι μεγάλοι θεολόγοι και ότι τάχα γνωρίζουν και έχουν πίστη και που ανάλογα με τα πονηρά συμφέροντά τους φανατίζουν Μοναχούς και Λαϊκούς, άλλοτε μιλώντας για την ανάγκη μόνο από πρακτικούς Μοναχούς και μάλιστα Μοναχές και Καλόγριες, για να τους έχουν υπηρέτες τους και άλλοτε φανατίζοντας κλήρο και λαό μιλώντας για την ανάγκη μόνο από θεωρητικούς Μοναχούς κλεισμένους και απομονωμένους σε σπηλιές, για να βγάζουν πονηρά στην άκρη τους εργατικούς φιλάνθρωπους και ιεραποστόλους Μοναχούς, από ζήλεια και φθόνο για το επιτυχές έργο τους. Και αντί να εργασθούν και οι Μητροπολίτες αυτοί φιλανθρωπικά και ιεραποστολικά μαζί με τους Μοναχούς τους, δυστυχώς παραμένουν άπραγοι και άκαρποι και πολεμούν τους επιτυχημένους πρακτικούς Μοναχούς και τους θεωρούν λανθασμένα ως αντιπάλους και ανταγωνιστές τους.

Αλλά αυτοί δεν πιστεύουν ούτε στα πιο πάνω λόγια της Αγίας Γραφής, ούτε στους θεωρητικούς Μοναχούς, ούτε στους πρακτικούς. Πιστεύουν μόνο στο εγώ τους και σε κανέναν άλλον. Ούτε Θεό πιστεύουν, ούτε Αγίους, ούτε Αγία Γραφή ούτε Ιερά Παράδοση. Μόνο λένε ή γράφουν με λόγια ότι τάχα τα γνωρίζουν. Και αυτό, για να τα χρησιμοποιούν αυτά ανάλογα με την εξυπηρέτηση των υλικών συμφερόντων τους που τα έχουν θεοποιήσει στην καρδιά τους.

Παρόμοια θα μπορούσαμε να πούμε και για κάποιους φανατισμένους ή καιροσκόπους πονηρούς Ιερομονάχους, ή Ιερείς ή Μοναχούς ή και Λαϊκούς.

Ας τους αφήσουμε, όμως, όλους αυτούς κι ας δούμε τους άλλους, τα καλά και άγια παραδείγματα, για να τα μιμηθούμε, τους Αγίους δηλαδή. που δίδαξαν με έργα και με λόγια, χωρίς φανατισμούς και μονομέρειες τις αλήθειες αυτές και μάλιστα ας βρούμε εμείς, την προσωπική μας κλήση κάτω από το φως των διδασκαλιών των Αγίων Πατέρων μας, κάτω από το παράδειγμα και τον λόγο του Χριστού, τον οποίο Χριστό έχουμε όλοι, πρακτικοί και θεωρητικοί, ως μόνο πρότυπο προς μίμηση, «τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν Χριστόν» (Εβρ. 12, 2).

Τέλος, ας τιμήσουμε άξια και ας ευχαριστήσουμε εγκάρδια και τον ελλογιμώτατο Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ανδρέα Φυτράκη, που πρώτος αντιμετώπισε επιτυχώς το σπουδαίο αυτό θέμα, με το έργο του «Οι Μοναχοί ως κοινωνικοί διδάσκαλοι και εργάται».

Άρθρο από το περιοδικό «Η Βασιλεία των Ουρανών», τεύχος 37, Ιούνιος –Ιούλιος 2009, σελ. 6-7.

Επιμέλεια κειμένου, Κωνσταντίνα Κυριακούλη.

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.