Λέμε ὅλοι, καὶ τὸ πιστεύουμε καὶ ἔχουμε δίκιο, ὅτι ἀγαποῦμε τὰ παιδιά μας. Φυσικά, εἶναι ἀλήθεια αὐτό, ὅτι τὰ ἀγαποῦμε. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ τὸ λέμε αὐτό, παραδεχόμαστε ὅλοι καὶ τὸ ὁμολογοῦμε μὲ διάφορους τρόπους, εἴτε στὸν ἑαυτό μας, εἴτε σὲ φιλικές μας συζητήσεις, εἴτε στὴν ἐξομολόγηση, ὅτι κάνουμε σφάλματα. Ἐννοεῖται ὅτι αὐτὸ μὲ ὅλους μας συμβαίνει. Δὲν ὑπάρχει γονέας ποὺ δὲν κάνει σφάλματα καὶ οὔτε θὰ ὑπάρξει ποτέ. Πῶς εἶναι δυνατὸ αὐτὰ τὰ δύο νὰ συνυπάρχουν; Καὶ νὰ ἀγαπῶ τὰ παιδιά μου καὶ νὰ κάνω σφάλματα; Ἴσως, δὲν τὰ ἀγαποῦμε πάντοτε μὲ τὸν σωστὸ τρόπο. Πρέπει νὰ μάθουμε τὸν κατάλληλο τρόπο.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα πλάσμα ποὺ ποθεῖ τὴν τελειότητα καὶ ταυτόχρονα εἶναι βουτηγμένος μέσα στὴν ἀτέλεια. Καὶ παλεύει μὲ αὐτὰ τὰ δύο διαρκῶς. Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ προσεύχονταν, ἦταν πιστοί. Ἀλλὰ τοῦ εἶπαν: «Κύριε, δίδαξέ μας νὰ προσευχόμαστε» τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ προσεύχονταν. Κάτι καλύτερο μποροῦσε νὰ γίνει. Κάπως μποροῦσε νὰ διορθωθεῖ αὐτό. Θὰ προσπαθήσουμε δηλαδὴ νὰ δοῦμε ἐμεῖς τώρα τί σημαίνει ἀγαπῶ τὸ παιδί μου. Τί σημαίνει ἡ ἀγάπη, ποιό εἶναι τὸ πραγματικό της νόημα καὶ πότε εἶναι σωστή. Ἔχω καταγράψει μερικὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ἔχει ἡ σωστὴ ἀγάπη πρὸς τὰ παιδιά μας -πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ θὰ πῶ ἰσχύουν καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὰ ἐγγόνια μας- καὶ δὲν σημαίνει ὅτι αὐτὰ ποὺ ἔχω καταγράψει εἶναι τὰ πάντα. Μπορεῖ μὲ τὴν δική σας βοήθεια καὶ τὴν συζήτηση νὰ βροῦμε καὶ ἄλλα στοιχεῖα γιὰ τὸ τί σημαίνει ἀγαπῶ σωστὰ τὸ παιδί μου.
Πρῶτον, ἀγαπῶ τὸ παιδί μου ὅπως εἶναι καὶ ὄχι ὅπως θὰ ἤθελα νὰ εἶναι. Ἐὰν ἀγαπῶ τὸ παιδί μου ὅπως θὰ ἤθελα νὰ εἶναι, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀγαπῶ τὶς προσδοκίες μου. Ἀγαπῶ τὶς φαντασιώσεις μου, πῶς τὸ φαντάζομαι δηλαδή. Ἄρα, ἀγαπῶ τὸν ἑαυτό μου σὲ τελευταία ἀνάλυση. Αὐτὸ εἶναι ἕνα σταθερὸ χαρακτηριστικὸ τῆς σωστῆς ἀγάπης, σὲ ὅλες τὶς σχέσεις. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ ζευγάρι. Ὅλοι κάνουμε ὄνειρα πρὶν γνωρίσουμε τὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ παντρευτοῦμε, τὸν φανταζόμαστε.
Ὅμως ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ πρέπει νὰ τὸν ἀγαπήσουμε ὅπως εἶναι. Ἀλλὰ τὸ πῶς εἶναι ἀρχίζουμε νὰ καταλαβαίνουμε σιγά-σιγά, ὄχι ἀπὸ τὴν ἀρχή. Σὲ μεγάλο βαθμὸ βέβαια μετὰ τὸν γάμο. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀγάπη. Δηλαδὴ ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη ποὺ ἔχει βάθος, ποὺ ἔχει ἀντίκρυσμα, ποὺ ἔχει νόημα, εἶναι ὅταν ἀγαπᾶμε τὸν ἄλλο γιὰ αὐτὸ ποὺ εἶναι. Ὄχι ὅπως θὰ θέλαμε νὰ εἶναι. Καὶ εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ πατάει στὴν γῆ καὶ ὄχι στὰ σύννεφα.
Αὐτὸ τώρα, στὴν σχέση γονέων-παιδιῶν, δὲν εἶναι τόσο εὔκολο. Γιατί ὅμως; Διότι ὅλοι μας, ὅσο εἴμαστε νέοι καὶ δὲν ἔχουμε κἂν δεσμό, φανταζόμαστε κάποια πράγματα γιὰ τὰ παιδιά μας. Ὅλοι ἔχουμε ὀνειροπολήσει πῶς θὰ εἶναι ἡ οἰκογένειά μας στὸ μέλλον. Καὶ ἔχουμε ὀνειροπολήσει γιὰ τὰ παιδιά μας πῶς θὰ εἶναι. Τὴν ἱστορία μὲ τὴν κουκουβάγια καὶ τὴν πέρδικα τὴν ξέρετε. Τὰ παιδιά μας θὰ εἶναι τὰ πιὸ ὄμορφα, τὰ πιὸ ἔξυπνα, τὰ πιὸ πειθαρχημένα, θὰ τρῶνε τὸ φαγητό τους, θὰ φέρνουν καλοὺς βαθμούς. Ἔτσι τὰ φανταζόμαστε. Ἀκόμα καὶ ἀπὸ ὅταν εἶναι μέσα στὴν κοιλιά τα φανταζόμαστε.
Ἔρχεται ὅμως ἡ στιγμὴ ποὺ βγαίνει ἕνα συγκεκριμένο παιδί, τὸ ὁποῖο ἔχει μερικὰ μόνο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἴχαμε φανταστεῖ. Ὄχι ὅλα. Καὶ εὐτυχῶς ποὺ δὲν τὰ ἔχει ὅλα. Ἀλίμονο ἂν ὁ Θεός μας ἔδινε τὰ τέλεια παιδιά, ὅπως τὰ εἴχαμε φανταστεῖ ἐμεῖς. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα, δὲν θὰ μαζευόταν ὁ ἐγωισμός μας μὲ τίποτα πλέον. Δὲν θὰ εἴχαμε ἀφορμὴ γιὰ ταπείνωση καμμία. Ἀλλὰ ἴσως νὰ ἦταν πρόβλημα καὶ γιὰ τὰ παιδιὰ τὰ ἴδια, νὰ ἀνταποκρίνονται ἀκριβῶς στὶς προσδοκίες τῶν γονέων. Δὲν θὰ τοὺς ἔκανε καλό. Ἔρχεται καὶ τὸ συγκεκριμένο παιδί, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι καὶ στὴν φυσιογνωμία ὅπως ἀκριβῶς τὸ περιμέναμε, ἄσε ποὺ μπορεῖ νὰ μοιάζει στὸν πεθερὸ ἢ στὴν πεθερά -αὐτὸ εἶναι ἄλλη ὑπόθεση-, δὲν εἶναι τόσο ἥσυχο τὴν νύχτα, κλαίει καὶ μᾶς ξυπνάει. Ἤ, σὲ μεγαλύτερη ἡλικία ποὺ παίζει μὲ ἄλλα παιδάκια, δὲν εἶναι καὶ τόσο ἥσυχο στὸ παιχνίδι, τσακώνεται μὲ τὰ ἄλλα παιδιά, τὰ πειράζει κιόλας μερικὲς φορές. Καὶ ὅταν ἀρχίσει νὰ πηγαίνει σχολεῖο, δὲν ἀκούγονται καὶ πάρα πολλὰ «μπράβο».
Κι ἔτσι ἀρχίζει νὰ πληγώνεται ὁ γονέας, νὰ τραυματίζεται δηλαδὴ ἡ εἰκόνα ποὺ εἶχε πλάσει γιὰ τὸ παιδί του. Δηλαδή, διάβαζε: γιὰ τὸν ἑαυτό του. Τραυματίζεται δηλαδὴ ἡ εἰκόνα ποὺ εἴχαμε πλάσει γιὰ ἐμᾶς, ὄχι γιὰ τὸ παιδί μας.
Ἑπομένως, τὸ νὰ ἀγαπῶ τὸ παιδί μου ὅπως ἀκριβῶς εἶναι κι ὄχι ὅπως θὰ ἤθελα νὰ εἶναι, ἀποτελεῖ μία ἄσκηση, ὄχι ἁπλῶς ἀγάπης, ἀλλὰ ταπείνωσης. Εἶναι μία ἄσκηση, θὰ λέγαμε, εὐχαριστίας -νὰ τὸ ποῦμε μὲ ἐκκλησιαστικοὺς ὅρους. Δηλαδή, προσπαθῶ νὰ γίνω εὐχαριστιακὸς ἄνθρωπος. Νὰ εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ γιὰ αὐτὴ τὴν δωρεὰ τοῦ συγκεκριμένου παιδιοῦ ποὺ βρίσκεται στὴν ζωή μου. Καὶ γιὰ νὰ μὴν παίζω θέατρο μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸ ἐννοῶ ὅτι Τὸν εὐχαριστῶ, πρέπει αὐτὰ τὰ καλὰ τοῦ παιδιοῦ μου νὰ εἶναι περισσότερα ἀπὸ τὰ ἄσχημα ὅπως τὸ βλέπω ἐγώ.
Δὲν λέω νὰ εἴμαστε στὰ σύννεφα καὶ νὰ νομίζουμε ὅτι τὸ παιδί μας ἔχει προτερήματα ποὺ δὲν ἔχει. Δὲν ἐννοῶ αὐτό. Ἀλλὰ ἐννοῶ, οἱ ἀφορμὲς ποὺ μᾶς δίνει χαρὰ τὸ παιδί μας νὰ εἶναι περισσότερες ἀπὸ τὶς ἀφορμὲς ποὺ μᾶς ἀγχώνει, ποὺ μᾶς νευριάζει. Τότε μόνο θὰ εἶμαι γνήσιος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ θὰ Τὸν εὐχαριστῶ πράγματι καὶ θὰ ἀποδέχομαι τὸ παιδί μου ὅπως πράγματι εἶναι. Δηλαδὴ τὸ πραγματικὸ παιδί μου, ὅπως εἶναι στ’ ἀλήθεια, γίνεται πηγὴ χαρᾶς καὶ δοξολογίας καὶ εὐχαριστίας.
Καὶ στὴν θεία Λειτουργία θὰ μπορῶ νὰ εὐχαριστήσω, ὥστε νὰ ἔχει τὸ νόημα ποὺ τῆς δίνει ἡ λέξη: Θεία Εὐχαριστία. Ὅτι πηγαίνουμε γιὰ νὰ εὐχαριστήσουμε «ὑπὲρ τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν, τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων».
Τὸ δύσκολο μερικὲς φορὲς εἶναι αὐτό, νὰ βροῦμε πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὰ παιδιά μας. Καὶ γιὰ τὸν σύντροφό μας τὸ ἴδιο. Διάβαζα κάτι ποὺ ἔγραψε πρὸ καιροῦ ἕνας ἄνθρωπος σαράντα χρονῶν, ποὺ ἔχασε τὴν γυναῖκα τοῦ ἀπὸ καρκίνο καὶ ἔμεινε μὲ δυὸ παιδιά, ἐννέα καὶ ἑπτὰ ἐτῶν. Εἶναι Ἀμερικανὸς Ὀρθόδοξος. «Εἶναι στιγμὲς ποὺ πονάω πάρα πολὺ καὶ μοῦ λείπει πάρα πολύ. Ἀλλὰ τὰ καλὰ ποὺ προσέφερε στὴν ζωή μου τὸ πέρασμά της μοῦ εἶναι μέσα μου πολὺ περισσότερα ἀπὸ τὸν πόνο τῆς ἀπουσίας της. Κι εὐγνωμονῶ τὸν Θεὸ ποὺ πέρασε ἀπὸ τὴν ζωή μου». Ὁ ἴδιος, ἔγραφε πρὶν πεθάνει ἡ γυναῖκα του, καθὼς τὴν ἔβλεπε πιὰ νὰ σβήνει: «Εἶναι κοντά μου καὶ ὅμως τὴν νοιώθω νὰ φεύγει μακριά μου. Φεύγει καὶ χάνεται ἀπὸ τὰ χέρια μου. Αὐτὸ μὲ κάνει καὶ πονάω, ἀλλὰ μὲ παρηγορεῖ ὅτι πάει σὲ χέρια ποὺ τὴν ἀγαποῦν περισσότερο». Συγγνώμη γιὰ αὐτὴ τὴν παρένθεση, ἀλλὰ τὴν βρῆκα ὠφέλιμη. Λοιπόν, ἂς κλείσουμε αὐτὸ τὸ πρῶτο θέμα.
Δεύτερον, «ἀγαπῶ τὸ παιδί μου» σημαίνει, τοῦ τὸ δείχνω μὲ τὰ λόγια μου καὶ μὲ τὴν καρδιά μου. Μὲ τὴν παρουσία μου καὶ μὲ τὴν ψυχή μου, ὄχι μὲ παροχές. Δηλαδή, δὲν εἶναι ἀπόδειξη ὅτι ἀγαπῶ τὸ παιδί μου το νὰ τοῦ κάνω ὅλα τὰ χατήρια, τὸ νὰ τοῦ ἀγοράζω ὅ,τι ζητήσει καὶ ὅ,τι δὲν ζητήσει. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι θὰ φτάσουμε στὸ ἄλλο ἄκρο, ὅτι θὰ γίνουμε τσιγκούνηδες καὶ ὅτι τὰ παιδιά μας θὰ παρακαλᾶνε κι ἐμεῖς δὲν θὰ τοὺς παίρνουμε. Σημασία ἔχει νὰ βροῦμε τὸ μέτρο. Καὶ τὸ μέτρο θὰ τὸ βροῦμε πιὸ εὔκολα, ἂν δὲν προσπαθοῦμε μὲ τὶς παροχὲς νὰ σβήσουμε ἐνοχές.
Νὰ κάνω καὶ λίγη ὁμοιοκαταληξία. Πολὺ συχνά, οἱ ὑπερβολικὲς παροχὲς κρύβουν ἐνοχές. Διότι δὲν εἴμαστε ἀρκετὰ κοντὰ μὲ τὰ παιδιά μας, λείπουμε ἀρκετά, ἢ τελοσπάντων τὰ ἔχουμε ἀδικήσει σὲ κάτι ἄλλο. Ἄλλες φορὲς οἱ ὑπερβολικὲς παροχὲς κρύβουν τὴν δυσκολία μας ἢ τὴν ἀπροθυμία μας νὰ εἴμαστε μαζί τους σὲ ζωντανὴ παρουσία καὶ σχέση. Δηλαδὴ δὲν μᾶς λείπει ὁ χρόνος τόσο, ἀλλὰ μᾶς λείπει ἡ διάθεση νὰ καθίσουμε μαζί τους, νὰ παίξουμε, νὰ διαβάσουμε, νὰ γελάσουμε, νὰ ἀστειευτοῦμε, νὰ συζητήσουμε γιὰ κάτι, νὰ κάνουμε ψυχικὴ ἐπαφὴ δηλαδή. Καὶ προσπαθοῦμε νὰ τὸ ἀναπληρώσουμε αὐτὸ μὲ τὰ χατήρια. Μήπως αὐτὸ λέγεται δωροδοκία;
Ἡ ψυχικὴ ἐπαφὴ δὲν εἶναι καμμιὰ ἰδιαίτερη ἐπιστήμη ἢ τέχνη. Ψυχικὴ ἐπαφὴ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ ἂν πάρουμε τὸ παιδί μας καὶ πᾶμε νὰ ψωνίσουμε στὸ σουπερ-μάρκετ καὶ συζητᾶμε κάτι χαλαρά. Ἀλλὰ ἕνα- ἕνα παιδί. Τὴν ἄλλη φορὰ παίρνουμε ἄλλο παιδί μας. Ἁπλῶς γιὰ νὰ κάνουμε κάτι μαζί. νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι μετράει γιὰ μᾶς. Γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ ὅμως —τὸ ὑπ’ ἀριθμὸν δύο— ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, θὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει τὸ ὑπ’ ἀριθμὸν ἕνα. Δηλαδὴ ὅταν πράγματι μέσα μου ἀγαπῶ τὸ παιδί μου ὅπως εἶναι, τότε θὰ τοῦ τὸ δείξω μὲ λόγια καὶ μὲ τὴν φυσική μου παρουσία. Δὲν θὰ τοῦ τὸ δείξω μὲ παροχές.
Τρίτον, «ἀγαπῶ τὸ παιδί μου» σημαίνει ὅτι δὲν κάνω ἐγὼ αὐτὰ ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ κάνει τὸ παιδί μου. Ὅπως καὶ ὁ Θεὸς πράττει τὸ ἴδιο. Μερικὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι δυσκολευόμαστε νὰ καταλάβουμε γιατί ἔρχονται ὁρισμένα γεγονότα στὴν ζωή μας δύσκολα, ἄσχημα, ὀδυνηρὰ καὶ λίγο παραπονιόμαστε πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὸ ποὺ ἀποδεικνύεται στὴν πορεία τῶν πραγμάτων -τοὐλάχιστον ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ συνέλαβαν τὸ νόημα- εἶναι ὅτι ὁ Θεός, ἐπιτρέποντας κάποια γεγονότα νὰ συμβοῦν, κάτι ζητάει ἀπὸ ἐμᾶς. Κάτι, τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ τὸ κάνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Μιὰ ἀλλαγὴ δική μας, προσωπική. Δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ὁ Θεὸς γιὰ ἐμᾶς αὐτομάτως. Πρέπει ἐμεῖς νὰ καταβάλουμε αὐτὸν τὸν κόπο.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀποδεικνύει ὅτι μᾶς τιμάει καὶ ἀναγνωρίζει ὅτι ἔχουμε περισσότερες δυνατότητες καὶ θέλει νὰ ἀνεβοῦμε ἕνα ἐπίπεδο παραπάνω. Δὲν μᾶς δίνει ἕτοιμο φαγητό. Τὸ ἴδιο ἀκολουθεῖ βέβαια καὶ ὁ δάσκαλος γιὰ τὸν μαθητή του, δὲν τοῦ κάνει αὐτὰ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει ὁ ἴδιος. Τὸν ἐπαινεῖ, τὸν βοηθάει, τὸν καθοδηγεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναπτύξει τὶς δικές του δυνατότητες.
Τὸ ἴδιο λοιπὸν καὶ στὴν σχέση γονέα-παιδιοῦ. Δὲν θὰ κάνουμε ἐμεῖς τὰ μαθήματα τοῦ παιδιοῦ μας, δὲν θὰ ταΐζουμε τὸ παιδί μας σὲ ἡλικία ποὺ μπορεῖ νὰ φάει μόνο του, δὲν θὰ τὸ ντύνουμε σὲ ἡλικία ποὺ μπορεῖ νὰ κουμπωθεῖ μόνο του καὶ μᾶς τὸ ζητάει κιόλας («ἄσε μὲ νὰ τὸ κάνω ἐγώ»), δὲν θὰ τοῦ ἀρνιόμαστε ὅταν θέλει νὰ μᾶς βοηθήσει σὲ κάποια δουλειὰ μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι θὰ τὰ κάνει χάλια. Βέβαια θὰ τὰ κάνει, ἀλλὰ θὰ τὰ μαζέψουμε μετά. Ἔχει πολλὴ σημασία νὰ νοιώσει πὼς μᾶς βοηθάει, πὼς εἶναι δημιουργικό, καὶ πὼς βοήθησε καὶ τὴν μαμά του ἢ τὸν μπαμπᾶ του σὲ κάτι. Αὐτό του δίνει μεγάλη χαρά.
Μπορεῖτε νὰ βρεῖτε πολλὰ παραδείγματα σὲ διάφορες ἡλικίες, σὲ παιδιὰ Γυμνασίου, Λυκείου, σὲ ἐνήλικα παιδιά, μέχρι καὶ παντρεμένα παιδιά. Δηλαδὴ παντρεύονται τὰ παιδιά μας καὶ μερικὲς φορὲς τὰ ὑποτιμοῦμε ἀκόμη. Τὰ βλέπουμε ὡς μικρὰ παιδιά, ὅτι δὲν μποροῦν νὰ βγάλουν πέρα τὸ σπίτι, τὴν οἰκογένειά τους, καὶ ἔτσι παρεμβαίνουμε. Ἢ μᾶς ζητᾶνε ἕνα πρᾶγμα καὶ ἐμεῖς κάνουμε τριπλάσια ἀπὸ αὐτὸ ἢ πολὺ περισσότερα ἀπὸ αὐτὸ ποὺ χρειάζεται. Ὄχι, θὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ μᾶς ζητᾶνε. Ἂν θέλουν κάτι παραπέρα, θὰ μᾶς τὸ ζητήσουν καὶ θὰ κάνουμε καὶ τὸ παραπέρα.
Ἀλλιῶς, ἂν δὲν ὑπάρχουν σαφῆ ὅρια, γίνεται μεγάλο μπέρδεμα καὶ αὐτὸ εὐθύνεται γιὰ πολλὲς συγκρούσεις μὲ γονεῖς καὶ παπποῦδες πλέον. Αὐτὸ εἶναι πραγματικὴ ἀγάπη πρὸς τὸ παιδί μας. Μπορεῖ νὰ φαίνεται σκληρὴ μερικὲς φορὲς αὐτὴ ἡ ἀγάπη. Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ποὺ εἴμαστε συναισθηματικὸς λαός, νομίζουμε ὅτι ἀγάπη εἶναι νὰ εἶσαι μία στρόφιγγα συνεχῶς ἀνοιχτή, νὰ δίνεις τὰ πάντα, ἐνῷ μερικὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δίνεις μπορεῖ νὰ κάνουν κακὸ ὅταν τὸ παιδὶ δὲν τὰ χρειάζεται καὶ τὸ ἐμποδίζουν νὰ ὡριμάσει.
Ἂν ἔχετε προσέξει, κάθε ἀλλαγὴ φάσης στὴν ζωή του ανθρώπου χαρακτηρίζεται ἀπὸ μία ἀπώλεια. Χάνουμε κάτι, γιὰ νὰ βροῦμε κάτι ἄλλο. Βρίσκεται τὸ παιδὶ ἐννέα μῆνες μέσα στὴν ἡσυχία τῆς κοιλιᾶς καὶ στὴν προστασία τῆς μήτρας καὶ βγαίνει ἀπὸ ἐκεῖ. Τὴν χάνει αὐτὴ τὴν προστασία, ἀλλὰ γιὰ νὰ βγεῖ στὸν κόσμο. Εἶναι βρέφος καὶ βρίσκεται στὴν ἀγκαλιά μας. Κάποτε ὅμως τὴν χάνει τὴν ἀγκαλιά μας, γιατί πρέπει νὰ περπατήσει. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κρατᾶμε στὴν ἀγκαλιά μας συνέχεια.
Εἶναι νήπιο στὸ σπίτι, μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς πάντα. Κάποτε θὰ φύγει ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ νὰ πάει στὸν παιδικὸ σταθμὸ ἢ στὸ σχολεῖο. Πρέπει νὰ χάσει κάτι, γιὰ νὰ βρεῖ κάτι ἄλλο. Θὰ χάσει κάποτε τὴν παιδικὴ ἀνεμελιὰ γιὰ νὰ μπεῖ στὴν ἐφηβεία, θὰ ἔρθει ἡ ὥρα νὰ φύγει πιὰ ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ νὰ πάει νὰ σπουδάσει ἢ νὰ κάνει δική του οἰκογένεια.
Κάθε πρόοδος, δηλαδή, κάθε ἀνέβασμα στὴν ζωή, εἶναι μιὰ ἀπώλεια γιὰ νὰ βρεῖς κάτι καλύτερο. Αὐτὸ ἀκριβῶς δείχνει ὅτι χρειαζόμαστε ἀγάπη, ἡ ὁποία ὅμως νὰ ὡριμάζει, ἔστω κι ἂν μερικὲς φορές μᾶς δυσαρεστεῖ, γιατί μερικὰ παιδιὰ ἔχουν τὴν τάση νὰ ζητᾶνε πράγματα ποὺ τὰ κρατᾶνε πιὸ μωρά. Δὲν εἶναι μόνο ὅτι τὰ δίνουμε ἐμεῖς, τὰ ζητᾶνε καὶ τὰ παιδιὰ μερικὲς φορὲς καὶ πρέπει ἐμεῖς νὰ κρατήσουμε τὸ ὅριο.
Τέταρτον, «ἀγαπῶ τὸ παιδί μου» σημαίνει ὅτι δὲν τοῦ ζητῶ νὰ πραγματοποιήσει αὐτὰ ποὺ δὲν μπόρεσα ἐγὼ νὰ πραγματοποιήσω. «Ἐπειδὴ ἐγὼ δὲν σπούδασα, ἐσὺ πρέπει νὰ μπεῖς στὸ πανεπιστήμιο καὶ κατὰ προτίμηση σὲ συγκεκριμένες σχολές». Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ συνηθισμένο παράδειγμα. Ὅμως, ὑπάρχουν φορὲς ποὺ κάποιοι γονεῖς εἶναι πολὺ αὐστηροὶ ὅταν τὰ παιδιά τους δὲν τὰ πηγαίνουν καλὰ στὸ σχολεῖο καὶ τὰ μαλώνουν καὶ τὰ δέρνουν καμμιὰ φορά. Εἶναι παρατηρημένο ὅτι μερικὲς φορὲς αὐτὸ συμβαίνει διότι δὲν τὰ πήγαιναν οἱ ἴδιοι καλὰ στὸ σχολεῖο καὶ τὸ παιδί τους τοὺς θυμίζει τὸν κακὸ ἑαυτό τους. Δὲν συμπαθοῦσαν καθόλου, ἢ μᾶλλον μισοῦσαν αὐτὴ τὴν πλευρὰ τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ντρέπονται γι’ αὐτὴ καὶ τὴν πληρώνει τὸ παιδί.
Τὸ παιδὶ ὅμως εἶναι ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος. Ξεκίνησε μιὰ καινούργια ζωή. Δὲν ζητῶ ἀπὸ τὸ παιδί μου νὰ πραγματοποιήσει αὐτὸ ποὺ δὲν ἔκανα ἐγώ, γιατί ἀναγνωρίζω ὅτι τὸ παιδί μου εἶναι ἕνας διαφορετικὸς ἄνθρωπος. Ἀναγνωρίζω ὅτι δὲν εἶναι δική μου προέκταση. Ἔτσι μποροῦμε νὰ συνειδητοποιήσουμε καλύτερα αὐτό, ποὺ τὸ ἔχετε ἀκούσει πολλὲς φορές, ὅτι τὰ παιδιά μας δὲν εἶναι δικά μας. Δὲν εἶναι ἰδιοκτησία μας. Μπορεῖ νὰ πῆραν τὰ μισὰ γονίδια τοὺς ἀπὸ τὸν ἕναν καὶ τὰ μισὰ ἀπὸ τὸν ἄλλον, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα εἶναι κάτι καινούργιο ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς τὸ ἔδωσε νὰ τὸ διαχειριστοῦμε ἐμεῖς μὲ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο.
Πέμπτον, «ἀγαπῶ τὸ παιδί μου» σημαίνει φροντίζω πάρα πολὺ τὸν γάμο μου, τὴν συζυγία μου. Καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ὅπως μερικοὶ γονεῖς ποὺ λένε μὲ καμάρι καὶ περιμένουν νὰ τοὺς ἐπαινέσεις: «Ἀπὸ τότε ποὺ παντρευτήκαμε δὲν ἔχουμε βγεῖ ποτὲ οἱ δυό μας». Ἔχω ξαναπεῖ καὶ σὲ ἄλλες εὐκαιρίες ὅτι ἔχουμε τὴν τάση στὶς μεσογειακὲς χῶρες, ποὺ εἶναι παιδοκεντρικές, νὰ γινόμαστε σύζυγοι γιὰ νὰ γινόμαστε γονεῖς. Σὰν νὰ κάνουμε ἕνα προσωρινὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν συζυγία, γιὰ νὰ φτάσουμε στὸν πραγματικό μας σκοπό, ποὺ εἶναι νὰ γίνουμε γονεῖς.
Αὐτὸ εἶναι καὶ ἄσχημο καὶ ἄδικο. Διότι τὰ παιδιὰ τὰ ὀφείλουμε στὴν συζυγία. Δὲν μποροῦμε νὰ παραμελοῦμε αὐτὸ τὸ ὁποῖο μᾶς χάρισε τὰ παιδιά, ποὺ εἶναι ἡ ρίζα ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας ἔχουμε τὸν καρπό. Ἂν συμβεῖ κάτι τέτοιο, ἔχουμε πολλὲς δυσκολίες καὶ τὰ ἴδια τὰ παιδιὰ τὸ πληρώνουν αὐτό, διότι δημιουργοῦνται μετὰ προσκολλήσεις τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιά τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑποφέρουμε κι ἐμεῖς ἀπὸ ὑπερβολικὸ ἄγχος καὶ τὰ ἴδια τὰ παιδιά μας στὰ ὁποῖα προσκολλώμεθα.
Ἀγαπᾶμε τὰ παιδιά μας, ὅταν φροντίζουμε τὴν σχέση μας μέσα στὸν γάμο καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο. Διότι τοὺς δίνουμε πρότυπα σχέσης, πρότυπα γάμου, γιὰ ὅταν ἔλθει ἡ δική τους ὥρα. Ὅταν καλλιεργοῦμε τὴν σχέση, βαθύτερα καλλιεργοῦμε τὴν ἀγάπη, καλλιεργοῦμε τὴν συγγνώμη, ἀφιερώνουμε χρόνο καὶ δίνουμε τὸ μήνυμα ὅτι ὁ σύντροφός μας ἀποτελεῖ προτεραιότητα γιὰ ἐμᾶς.
Ἕκτο καὶ τελευταῖο, «ἀγαπῶ τὸ παιδί μου» σημαίνει ὅτι προσπαθῶ νὰ ζῶ τὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν μεταδώσω στὰ παιδιά μου. Τὰ προηγούμενα θὰ μποροῦσαν νὰ ἰσχύουν καὶ γιὰ τοὺς μὴ πιστοὺς γονεῖς, τοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε αὐτὴ τὴν δωρεὰ τῆς πίστης καὶ τῆς συμμετοχῆς στὴν Ἐκκλησία, αἰσθανόμαστε αὐτονόητο ὅτι αὐτὸ ποὺ ζοῦμε καὶ τὸ χαιρόμαστε χρειάζεται νὰ τὸ μεταδώσουμε. Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ μεταδώσουμε, πρέπει νὰ τὸ ζοῦμε. Εἶναι αὐτὴ ἡ σειρά. Γενικά, εἶναι παρατηρημένο ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ πείσουμε κάποιον γιὰ κάτι ποὺ δὲν τὸ ἔχουμε πιστέψει οἱ ἴδιοι μέσα μας. Καὶ δὲν μποροῦμε νὰ πείσουμε τὸ παιδί μας νὰ ἐφαρμόσει κάτι, ἂν ἐμεῖς δὲν τὸ ἔχουμε ἐφαρμόσει.
«Τί θὰ γίνει τότε;», θὰ μοῦ πεῖτε. «Δὲν θὰ λέμε στὰ παιδιά μας τίποτα;», ἀφοῦ ὑστεροῦμε σὲ τόσα πολλὰ θέματα πνευματικά; Θὰ λέμε βέβαια, συμπληρώνοντας ὅμως καὶ τὴν αὐτοκριτική μας: «Ἐμεῖς δὲν τὰ ἔχουμε καταφέρει καλὰ στὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ ξέρεις, ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ἔχει δείξει αὐτὸ τὸν δρόμο. Ἀγωνιζόμαστε κι ἐμεῖς. Δὲν τὰ καταφέρνουμε πολὺ καλά, ἀλλὰ ὅμως πιστεύουμε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια».
Ὅσο περισσότερο ζοῦμε τὴν πίστη, τόσο λιγότερα λόγια θὰ χρειάζονται γιὰ τὸν Θεό. Θὰ χρειάζονται λόγια πάντα, ἀλλὰ οἱ περιπτώσεις ποὺ λέμε πάρα πολλὰ λόγια χωρὶς ἀποτέλεσμα, ποὺ γινόμαστε φλύαροι καὶ αἰσθανόμαστε ὅτι «πᾶνε στὸν ἀέρα», εἶναι οἱ περιπτώσεις ὅπου ἐμεῖς ἔχουμε ἕνα κενὸ μέσα μας στὸ θέμα τῆς σχέσης μας μὲ τὸν Θεό. Δὲν λειτουργεῖ ζωντανά, δὲν ὑπάρχει ἀρκετὴ πίστη, ἀρκετὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ποιός ξέρει, ἀνάλογα μὲ τὴν περίσταση.
Ἂν τὸ παιδὶ ἔχει παραστάσεις ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους ὅτι ἀγαποῦν τὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, συμμετέχουν στὰ μυστήρια, προσεύχονται, μελετοῦν βιβλία, ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ δὲν τοὺς ἀλλάζουν ὡς ἀνθρώπους ὁδηγεῖται στὸ ἀντίθετο ἀποτέλεσμα, σὲ δυσφήμιση τῆς πίστης.
Ἂν μᾶς ἀλλάζουν οὐσιαστικά, ὅμως, ἀποτελοῦν τὴν καλύτερη «διαφήμιση» τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ μπορεῖ, ἂν τὸ παιδί μας εἶναι στὴν ἐφηβεία ἢ ἔχει διάφορες ἀντιδραστικότητες, νὰ μὴν δίνει σημασία σὲ αὐτὰ καὶ νὰ τὰ ὑποτιμᾷ, ἀλλὰ αὐτὰ εἶναι φαινομενικά. Οἱ ἔφηβοι τὰ καταγράφουν ὅλα, σᾶς πληροφορῶ. Ὅλα. Ἀλλὰ δὲν ἀφήνουν νὰ φανεῖ ὅτι τὰ κατάλαβαν. Καὶ ἀργότερα, μετὰ ἀπὸ χρόνια, ἐκπλήσσεσαι ὅταν συζητᾶς μὲ ἕναν νέο καὶ σοῦ λέει ὅτι ἐκεῖνο τὸ εἶχε προσέξει. Τὸ κράτησε μέσα του, ὅπως καὶ ὅλα τὰ καλὰ ποὺ εἶχε πάρει ἀπὸ τοὺς γονεῖς του.
Προσπάθησα νὰ δώσω κάποια στοιχεῖα τῆς ὑγιοῦς καὶ σωστῆς ἀγάπης πρὸς τὰ παιδιά μας. Δὲν τὰ ἔχουμε ὅλα, αὐτὸ εἶναι βέβαιο, ἀλλὰ χρειαζόμαστε ὁδοδεῖκτες, ὥστε νὰ κατευθύνουμε τοὺς κόπους μας πρὸς τὸν ὀρθὸ προσανατολισμό. Σᾶς εὔχομαι κάθε εὐλογία Θεοῦ στὸ ὡραῖο ἄθλημα τῆς ἀγάπης.
Από το: Χρειαζόμαστε τὴν οἰκογένεια; ἐκδ. Ἁρμός, 2007