Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Ε’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.

… Όπως ήταν αναμενόμενο, οι πρωτοφανείς διωγμοί εναντίον των Ελλήνων της Μικράς Ασίας προκαλούν την εμπλοκή του εθνικού κέντρου. Η κυβέρνηση των Αθηνών, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Ελευθέριο Βενιζέλο, ζητά από την υψηλή πύλη τον τερματισμό της βίας και την προστασία των μειονοτήτων. Στα αλλεπάλληλα και έντονα διαβήματα της χώρας η τουρκική κυβέρνηση απαντά πως οι διώξεις των ελληνικών πληθυσμών από τις μικρασιατικές ακτές ήταν αποτέλεσμα του προσφυγικού ζητήματος που είχε δημιουργήσει η Ελλάδα στη Μακεδονία, γεγονός που ανάγκαζε χιλιάδες Μουσουλμάνους στον εκπατρισμό από τα μέρη όπου ζούσαν μέχρι τότε.

Ωστόσο, η απόφαση για την εκκαθάριση των μειονοτήτων από την οθωμανική επικράτεια ήταν προαποφασισμένη. Στις 5 Μαΐου 1914, δηλαδή λίγες μέρες πριν από την έναρξη των ανθελληνικών διωγμών στη Μικρά Ασία, ο τούρκος πρεσβευτής στην Αθήνα Γκαλήπ Κεμαλή είχε προτείνει στην ελληνική κυβέρνηση την ανταλλαγή Ελλήνων της επαρχίας Αϊδινίου με μουσουλμάνους της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Στις 9 Μαΐου 1914 ο Βενιζέλος είχε αποδεχτεί την πρόταση της υψηλής πύλης θέτοντας όμως ως όρους η ανταλλαγή να μην ήταν υποχρεωτική και να συμπεριλάμβανε τους Έλληνες της Ανατολικής Θράκης. Η ελληνική πλευρά πρότεινε ακόμη τη σύσταση μεικτής επιτροπής, η οποία θα αναλάμβανε την εκτίμηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίμων και την ομαλή διεξαγωγή της ανταλλαγής.1

Πληροφορούμενος ο Σμύρνης Χρυσόστομος τα διαμειφθέντα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, κάλεσε τους μητροπολίτες των περιοχών που είχαν δεχθεί το μεγαλύτερο κύμα των διωγμών, Εφέσου Ιωακείμ, Φιλαδελφείας Χρυσόστομο και Ηλιουπόλεως Σμάραγδο. Μετά από μακρά σύσκεψη οι τέσσερις ιεράρχες συνέταξαν από κοινού υπόμνημα, το οποίο απέστειλαν «εις τον συνετόν και οξυδερκή Πρωθυπουργόν της Ελλάδας και τους λοιπούς υπουργούς του».

Στο εν λόγω κείμενο οι μητροπολίτες, αφού εξιστορούσαν τα δεινά των Ελλήνων κατά μήκος των μικρασιατικών παραλίων, ζητούσαν την παρέμβαση της Ελλάδας, «όπως ανοιχθώσιν οι πεφραγμένοι δρόμοι, δια να κυκλοφορήσωσιν οι άνθρωποι ελευθέρως και να συγκεντρωθώσιν εν Σμύρνη».2 Επίσης εισηγήθηκαν να ορισθούν στις κωμοπόλεις και τα χωριά μεικτές επιτροπές, οι οποίες θα μεριμνούσαν για την προστασία της περιουσίας των Χριστιανών «από διαρπαγών και λεηλασίας», με στόχο τη διασφάλιση της σταδιακής επιστροφής στις εστίες τους.

Η συμφωνία όμως Βενιζέλου – Γκαλήπ Κεμαλή δεν αφορούσε ένα σχέδιο εσωτερικής μετακίνησης και προστασίας των Ελλήνων στην οθωμανική επικράτεια. Αντίθετα, υποχρέωνε δεκάδες χιλιάδες πολίτες, στην πλειοψηφία τους φιλειρηνικούς αγρότες και εμπόρους, να εγκαταλείψουν τους τόπους καταγωγής τους και να εκπατρισθούν. Να σημειωθεί πως οι πληθυσμοί αυτοί, υπό κανονικές συνθήκες, ουδέποτε θα επιθυμούσαν να φύγουν από τα παράλια της Μικράς Ασίας και να μεταναστεύσουν στον ελλαδικό χώρο.3

Στις 22 Ιουνίου 1914 η υψηλή πύλη, αποδεχόμενη τους όρους που είχε θέσει η ελληνική κυβέρνηση σχετικά με την τύχη των μειονοτήτων στη Θράκη και τη Μικρά Ασία, ζήτησε την υπογραφή και υλοποίηση της εν λόγω συμφωνίας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μπροστά στον κίνδυνο εξόντωσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ζήτησε από τον Μέγα Βεζίρη Σαήτ Χαλήμ πασά μία συνάντηση, με σκοπό να συζητήσουν τις λεπτομέρειες για την τελική συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών, καθώς και τη δυνατότητα ρύθμισης των εκκρεμοτήτων στα ζητήματα των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου. Η συνάντηση των δύο ανδρών ορίστηκε για τις 15 Ιουλίου 1914 στις Βρυξέλλες.

Όταν ο Μητροπολίτης Σμύρνης πληροφορήθηκε την επικείμενη κύρωση της συμφωνίας για την ανταλλαγή Ελλήνων και Τούρκων μεταξύ των δύο χωρών, απέστειλε οργισμένη επιστολή στο πατριαρχείο, με την οποία καλούσε τη μεγάλη εκκλησία να μην αποδεχθεί την εν λόγω σύμβαση, η οποία έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη και συνέχεια του Μικρασιατικού Ελληνισμού στα μέρη όπου ανθούσε επί τρεις και πλέον χιλιετίες.4

Τελικά, προς μεγάλη ικανοποίηση του Χρυσοστόμου και των Ελλήνων Μικρασιατών, η επικύρωση της συμφωνίας ανταλλαγής δεν επετεύχθη. Στις 10 Ιουλίου 1914, ευρισκόμενος ο Βενιζέλος στην Τεργέστη, καθ’ οδόν για τις Βρυξέλλες, πληροφορήθηκε για το τελεσίγραφο που είχε επιδώσει η Αυστρία στη Σερβία, λόγω της δολοφονίας του διαδόχου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας Φραγκίσκου – Φερδινάνδου και της συζύγου του στο Σεράγεβο ένα μήνα πριν, στις 15 Ιουνίου 1914. Ο Έλληνας πρωθυπουργός, λόγω της συμμαχίας της Ελλάδος με τη Σερβία, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα, κάτι που ματαίωσε την προγραμματισμένη συνάντησή του με τον Μέγα Βεζίρη και ακύρωσε τα σχέδια για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Στις 15 Ιουλίου 1914, ημέρα κατά την οποία είχε οριστεί η συνάντηση Βενιζέλου – Σαήτ Χαλήμ πασά, η Αυστρία κήρυξε τον πόλεμο στη Σερβία, γεγονός που προκάλεσε την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Υποσημειώσεις.

1. Μουρέλος, ό. π., σσ’. 178- 179
2. Πολίτη, ό. π., σσ’. 124-126
3. Dakin, ό. π., σ’. 304
4. «Αγνοώ οποία υψηλή πολιτική και οποία αδήριτος υπεχρέωσε την Ελληνικήν Κυβέρνησιν ν’ αποδεχθή και υπογράψη τοιαύτην κατ’ αρχήν απαισίαν και φρικαλέαν κατά τας συνεπείας της, ολεθρίαν δε και εξευτελιστικήν δια τον καθόλου χριστιανικόν κόσμον σύμβασιν. Και τώρα θ’ αρχίση υπό της προς ανταλλαγήν και ανθρωπεμπορίαν ορισθείσης επισήμου επιτροπής το ακατανόητον και ανήκουστον και πρωτοφανές εις τα χρονικά της ιστορίας ανθρωπομέτρημα και αντάλλαγμα, ως γίνεται εις τους ζωεμπόρους δια τα άλογα, τα θρέμματα και κτήνη!
Και οι μεν εκ Μικράς Ασίας εκδιωχθέντες Έλληνες ανέρχονται εις 120.000 ενώ οι εκ της Ελληνικής Μακεδονίας οικειοθελώς μεταναστεύσαντες Μουσουλμάνοι δεν υπερβαίνουσιν, όλοι ομού τας 30.000 άλλ’ ως φαίνεται, το υλικόν εκ του οποίου κατεσκευάσθησαν οι Πομάκοι και κτηνάνθρωποι των ορέων του Αίμου, είνε τόσον πολύτιμον, ώστε μόνον τέσσαρες Έλληνες χριστιανοί ισοφαρίζουσιν εν τη στάθμη της συμφωνίας Ελλάδας και Τουρκίας προς ένα Πομάκον μουσουλμάνον, τούτ’ αυτό κτήνος εις την αμάθειαν και ανατροφήν!
Και ενώ οι εκ Μακεδονίας απελθόντες Μουσουλμάνοι, εν αφορήτω πενία διατελούντες ετρέφοντο δια βελανιδίων και σπανίως ολίγοι εξ αυτών ηδύναντο να ονειροπολήσωσι τον εκ κριθής και αραβοσίτου άρτον, αίφνης αυτοί μεν θα γίνωσι κάτοχοι κολοσσιαίας και αμυθήτου περιουσίας, αι δε 120.000 των βία και δυναστεία εκπατρισθέντων και εξανδραποδισθέντων Ελλήνων, οίτινες αφήνουσιν όχι πλέον εκατομμύρια, αλλά δισεκατομμύρια φράγκων περιουσίαν, θα σταλώσιν ως απλοί εργάται, πένητες και των πάντων στερημένοι, να σκάπτωσι σκληράν και ακαλλιέργητον και έρημον γη, θεωρούντες εαυτούς ευδαίμονας εάν κατορθώσωσι να κερδήσωσι τεμάχιον μέλανος άρτου.
Πλην φρονώ αδιστάκτως ότι η Μήτηρ Εκκλησία πνευματική τροφός πορστάτις όλων τούτων των δίκην κτηνών απεμπολουμένων τέκνων της, ουδεμίαν έχει υποχρέωσιν να σεβαστή τοιαύτην σύμβασιν, οφείλει δε να υψώση την αυθεντικήν της φωνήν και να καταγγείλη εις την χριστιανικήν συνείδησιν του πεπολιτισμένου κόσμου αυτό το επαίσχυντον ανθρωπομάζεμα, το οποίον η κτηνώδης βία επέβαλεν ως νόμον και αρχήν και διετύπωσεν εις σύμβασιν, εις βάρος αδυνάτων και ασθενών λαών», βλ. το αρχείον, τ. Β’, σ. 161.

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Α’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Β’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Γ’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Δ’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.

Δημοσιεύθηκε στην Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.