Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού, που γίνεται πάντοτε με πλήρη αίσθηση μέσα στους τέλειους. Και ότι η απόκτηση των αρετών αγοράζεται με αίμα˙ και ποιά είναι τα καταλύματα των αρετών. Και ότι εκείνος, που δεν ανεβαίνει σταδιακά από το πρώτο σκαλοπάτι στη βασιλεία των ουρανών, δεν θα μπει διόλου σ’ αυτή. Ότι στους τέλειους υπάρχει χαρά και αγαλλίαση και όχι δάκρυα, και αναβλύζουν τα ρυάκια της θεολογίας. Και προς το τέλος, ότι δεν πρέπει να αναρριχόμαστε στα αξιώματα χωρίς τη χάρη που βεβαιώνει τις καρδιές μας, η οποία καλεί να ποιμάνουμε το λαό του Θεού˙ και ποιό είναι το έργο των προϊσταμένων, ποιά μάλιστα είναι η φροντίδα τους για τα λογικά πρόβατα και πώς πρέπει αυτά να ποιμαίνονται από τους ποιμένες.
… Αυτά λοιπόν και περισσότερα απ’ αυτά θα έπρεπε να υποπτεύεσαι ότι υπάρχουν και να παρακαλείς να μην κατεβείς από τον ουρανό προς τα εδώ και προς τη γη. Αν όμως και πάλι θα έλεγες σ’ εσένα ο φιλάνθρωπος και πανάγαθος βασιλιάς, αφού δεχόταν την αγάπη σου και την ταπείνωση, «Μη φοβάσαι. Επειδή λοιπόν υποσχέθηκα να είμαι μαζί σου, δεν θα εξουσιασθείς από κανένα απ’ αυτά που είναι αντίθετα στο θέλημά μου˙ διότι θα με έχεις βοηθό στο καθετί, ώστε και εκεί κάτω θα σε δοξάσω πάρα πολύ, και θα επιστρέψεις πάλι εδώ με μεγαλύτερη και ενδοξότερη λαμπρότητα, και θα βασιλεύσεις μαζί μου στους ατέλειωτους αιώνες», ούτε τότε θα έπρεπε να ξεθαρρέψεις και να αδιαφορήσεις διόλου, αλλά με φόβο και τρόμο, σαν να πέφτεις δηλαδή από ύψος κάπου στο βάθος ενός βαθύτατου πηγαδιού, που είναι γεμάτο από διάφορα ερπετά και θηρία, έτσι θα έπρεπε να ανεβείς στη μητρόπολη ή στην πατριαρχία ή σε κάποια άλλη εξουσία επισκοπής ίσως ή προστασίας λαού.
Αν όμως δεν ομολογείς ότι ο εαυτός σου είναι τέτοιος, που ο λόγος περιέγραψε, αλλά νομίζεις περισσότερο ότι ανεβαίνεις, σαν σε ύψος, από τα κάτω, απορώ για την τόλμη, για την σκότωση, για την ακραία άγνοια. Διότι αυτές οι σκέψεις και αυτές οι ιδέες δεν είναι λογικών ανθρώπων, αλλά ανοήτων και ειδωλολατρών, ή, να πω καλύτερα, ανθρώπων νεκρών, που δεν βλέπουν, δεν αισθάνονται, δεν ζουν, δεν γνωρίζουν διόλου τον Θεό, και ποιο είναι το κριτήριο του Θεού, που πρόκειται να μας δεχθεί. Ότι βέβαια είναι ωφέλιμο το να είμαστε επικεφαλής κάποιας ποίμνης και να ενδιαφερόμαστε για τη σωτηρία των συνανθρώπων μας, επειδή αυτό συντελεί στην τελειοποίηση της αγάπης που είναι η κορυφή του νόμου και των προφητών,1 κανείς δεν φέρνει αντίρρηση˙ και μάλιστα ο Χριστός και στον Πέτρο, όταν ρώτησε για τρίτη φορά, αν αυτός τον αγαπούσε, και εκείνος απάντησε, «Ναι, Κύριε, εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ», απάντησε σ’ αυτόν, «Αν με αγαπάς, ποίμανε τα πρόβατά μου».2
Ότι όμως δεν πρέπει άσκοπα, ούτε ο καθένας και ο οποιοσδήποτε, να εφορμά σ’ αυτή τη διακονία, αλλά να το κάνει αυτό με προσεκτική σκέψη και φόβο, είναι ολοφάνερο σ’ εκείνους, που δεν έχει εντελώς σκοτισθεί το μάτι της ψυχής τους. Διότι πολλοί, επειδή δεν γνωρίζουν ούτε τι σημαίνει αυτή η ίδια φράση, ούτε ποιος είναι ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο πρόσταξε ο Κύριος στον Πέτρο να ποιμαίνει τα πρόβατά του, αλίμονό τους, ανεβαίνουν με τόλμη στην εξουσία, και δεν ντρέπονται να επιστατούν αδιάντροπα στην ποίμνη του Χριστού.
Αλλά, ας δούμε, αν νομίζετε, και ας εξετάσουμε, ποια είναι αυτή η φράση και ποιο είναι το νόημά της. Όταν λέει ο Κύριος στον Πέτρο αυτή τη φράση, «Ποίμανε τα πρόβατά μου», άραγε μιλά για βιοτική εξουσία, για φροντίδα των πραγμάτων ή των χρημάτων του βίου, των ίδιων δηλαδή των λογικών προβάτων του, ώστε να διατηρηθούν σώα με τη φροντίδα του ή και να αυξηθούν; Άραγε, μήπως λέει να ασχολείται για τις τροφές τους και να παρέχει σ’ αυτά τα ενδύματα; Μήπως προστάζει στον απόστολο, όταν είναι ξένοι, να τους οδηγήσει στη στέγη του, ή όταν είναι ασθενείς, να τους υπηρετεί, ή όταν συναχθούν όλοι οι πιστοί στο ίδιο μέρος, να αναγκάζεται να μεριμνά για όσα είναι απαραίτητα για τη διατροφή και την ένδυσή τους; Όχι βέβαια, με κανένα τρόπο˙ διότι τίποτε απ’ αυτά δεν πρόσταξε σ’ αυτόν ο Θεός. Από πού είναι φανερό αυτό; Από τα ίδια τα λόγια του Κυρίου˙ διότι λέει στους αποστόλους του: «Μην έχετε χρυσάφι, ούτε ασήμι, ούτε ραβδί, ούτε ταγάρι, ούτε δεύτερο ένδυμα».3
Αυτός λοιπόν που νομοθετεί σ’ αυτούς να μην έχουν απολύτως τίποτε, πώς θα πρόσταζε να δίνουν στους άλλους ή να μεριμνούν γενικά για τέτοια πράγματα; Και ακόμη λέει: «Να προσέχετε μήπως οι καρδιές σας γίνουν αναίσθητες από την κραιπάλη και τη μέθη και τις βιοτικές μέριμνες».4 Και πάλι λέει: «Να εργάζεσθε όχι για την τροφή που χάνεται, αλλά για την τροφή που μένει στην αιώνια ζωή»,5 νομοθετώντας και προστάζοντας αυτά, ή, μάλλον, και άλλα περισσότερα απ’ αυτά, όχι μόνο σ’ εκείνους, αλλά δια μέσου εκείνων και σ’ εμάς. Και διότι είπε: «Μη μεριμνήσετε για την ζωή σας, τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Παρατηρήστε μάλιστα τα κρίνα του αγρού πως μεγαλώνουν˙ δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν».6 Και μετά από λίγα είπε: «Μη λοιπόν μεριμνήσετε λέγοντας˙ ¨Τί θα φάμε ή τί θα πιούμε˙ διότι όλα αυτά τα επιδιώκουν οι ειδωλολάτρες. Διότι ο Πατέρας σας ο ουράνιος γνωρίζει ότι έχετε ανάγκη από όλα αυτά. Να ζητάτε όμως πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του, και τότε όλα αυτά θα σας δοθούν
μαζί μ’ εκείνα˙ μη μεριμνήσετε λοιπόν για την αυριανή μέρα».7 Αυτά λοιπόν και άλλα περισσότερα απ’ αυτά, αφού είπε σ’ αυτούς, ύστερα πρόσθεσε: «Αυτά που λέω σ’ εσάς, τα λέω σε όλους».8
Αυτός λοιπόν που δεν επιτρέπει σε κάποιον να μεριμνά για την αυριανή μέρα, αλλά προστάζει να επιδιώκει μόνο τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του, πώς άραγε θα πρόσταζε κάποτε στον απόστολο, αντίθετα από τα προστάγματά του, να μεριμνά γι’ αυτά που χρειάζονται στη διατροφή και την ένδυση των προβάτων του, ή για την προστασία και την υπεράσπιση αυτών και των υπαρχόντων τους; Με κανένα τρόπο. Και αυτό το φανερώνει με τα εξής λόγια˙ διότι λέει: «Να, σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους».9 Και πάλι λέει: «Εγώ όμως σας λέω να μην αντισταθείτε στον πονηρό άνθρωπο˙ αλλά, αν κάποιος σε ραπίσει στο δεξί μάγουλο, να στρέψεις σ’ αυτόν και το αριστερό˙ και σ’ αυτόν που θέλει να σε πάει στο δικαστήριο και να πάρει το χιτώνα σου, άφησε του και το επανωφόρι10˙ και από εκείνον που παίρνει τα δικά σου πράγματα, να μη ζητάς να σου τα επιστρέψει».11 Αυτός λοιπόν που έστειλε τους μαθητές του σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους και νομοθέτησε σ’ αυτούς, και δια μέσου αυτών σ’ εμάς, σ’ εκείνον που μας χτυπά στο δεξί
μάγουλο να στρέψουμε σ’ αυτόν και το αριστερό, και σ’ εκείνον που θέλει να μας πάει στο δικαστήριο και να πάρει το χιτώνα μας, να του αφήσουμε και το επανωφόρι, και να μη ζητούμε από εκείνον που παίρνει τα δικά μας να μας τα επιστρέψει, πώς θα πρόσταζε γενικά σ’ αυτόν, που πρόκειται να ποιμάνει τα πρόβατά του, να φροντίζει για την υπεράσπιση κάποιου γήινου πράγματος, ή να ασχολείται κάπως με τη βιοτική μέριμνα, ή να βάζει τα πρόβατά του μέσα σε τέτοιες φροντίδες και επιδιώξεις, από τις οποίες πρώτος ο ίδιος ο ποιμένας προστάχθηκε να απέχει; Με κανένα τρόπο. Και αυτό το βεβαίωσαν οι απόστολοι με τα ίδια τους τα έργα μετά την ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς˙ διότι όχι μόνο δεν φρόντισαν τίποτε διόλου από τα απαραίτητα για τις ανάγκες τους και για εκείνους που μαθήτευαν κοντά τους, αλλά ούτε τα ίδια τα χρήματα που προσφέρονταν απ’ αυτούς που πίστευαν στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και τοποθετούνταν μπροστά στα πόδια τους12 δεν δέχθηκαν διόλου να τα διαχειρίζονται οι ίδιοι και να προνοούν για τη διατροφή και
την ένδυση των αδελφών. Διότι είπαν, λέει, στο λαό: «Δεν είναι δίκαιο να αφήσουμε εμείς το λόγο του Θεού και να υπηρετούμε σε τραπέζια. Ας ορίσουμε λοιπόν γι’ αυτό το σκοπό άξιους άνδρες, ενώ εμείς ας αφοσιωθούμε στην προσευχή και στην υπηρεσία του κηρύγματος».13
Επειδή λοιπόν έχει αποδειχθεί ότι προσταχθήκαμε εμείς να μη μεριμνούμε διόλου για κάποιο γήινο πράγμα, ούτε για τα ίδια τα απαραίτητα για τη ζωή μας, και να μην υπερασπιζόμαστε τους εαυτούς μας ή τους αδελφούς μας, όταν αδικούνται και βλάπτονται από κάποιους, έλα, λοιπόν, ας εξετάσουμε τι σημαίνει αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο στον κορυφαίο από τους αποστόλους: «Αν με αγαπάς», λέει, «περισσότερο απ’ αυτούς, ποίμαινε τα πρόβατά μου».14 Γνωρίζω ωστόσο ότι αυτό έχει γίνει σαφές απ’ αυτά, που έχουν ειπωθεί, και πολλοί από τους συνετούς ίσως αντιλήφθηκαν πια τη σημασία του λόγου, αλλά πρέπει να πούμε και εμείς λίγα λόγια στην αγάπη σας για χάρη εκείνων που δεν την αντιλαμβάνονται.
Λοιπόν, το να ποιμαίνει κάποιος δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η φροντίδα γι’ αυτούς, που ποιμαίνονται, με το λόγο και τη διδασκαλία˙ και αυτό το έδειξε ο ίδιος ο Χριστός, λέγοντας στον Πέτρο τα εξής: «Πόσες φορές ζήτησε ο Σατανάς να σε κοσκινίσει όπως το σιτάρι; Και εγώ προσευχήθηκα για σένα, ώστε να μη σε εγκαταλείψει η πίστη σου». Έπειτα πρόσθεσε και είπε σ’ αυτόν και αυτό: «Και εσύ λοιπόν, όταν επιστρέψεις, να στηρίξεις τους αδελφούς σου».15 Τί λοιπόν σημαίνει ο λόγος, «να στηρίξεις τους αδελφούς σου»; «Από το παράδειγμα», λέει, «που αναφέρεται σ’ εσένα, να τους διδάξεις να μην οδηγηθούν ποτέ στην απόγνωση, όποια αμαρτία και αν τους συμβεί να κάνουν. Διότι, τί είναι χειρότερο», λέει, «από το ότι αρνήθηκες εμένα τον Δεσπότη των απάντων; Αλλά, όταν μετανόησες και έκλαψες πικρά,16 αμέσως σε έκανα άξιο για τη συμπάθειά μου, και ενώ δεν είχες παρρησία προς εμένα, σε κάλεσα στο όρος μαζί με τους άλλους μαθητές,17, και δεν σε κάκισα γι’ αυτό, ούτε καν με το λόγο. Γι’ αυτό λοιπόν και εσύ, όταν επιστρέψεις, να
στηρίξεις τους αδελφούς σου˙ να ποιμάνεις δηλαδή τα πρόβατά μου. Θα τα ποιμάνεις μάλιστα όχι με το να τα βάζεις και να τα βγάζεις από λιβάδια σε λιβάδια και να τα διατηρείς χορτάτα και παχιά ως προς το σώμα, ούτε με το να τα περιμαντρώνεις με φράχτες και τοίχους, αλλά με το να τα διδάσκεις να τηρούν όλες τις εντολές, που σου έδωσα˙ και όχι άλλες να τηρούν, και άλλες να τις καταφρονούν, αλλά να φυλάγουν όλες τις εντολές, όσες σας έδωσα». Διότι λέει: «Πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και διδάσκοντάς τους να τηρούν όλες τις εντολές, που σας έδωσα».18 Και προσθέτει: «Όποιος θα πιστέψει και θα βαπτισθεί, θα σωθεί, όποιος όμως δεν θα πιστέψει, θα καταδικασθεί».19
«Ποίμανε τα πρόβατά μου. Ο ποιμένας των άλογων προβάτων δεν φροντίζει ούτε για γεωργία, ούτε για εμπόριο, ούτε για κατοικία, ούτε για πλούσια τραπέζια, ούτε για δόξα, ούτε για τιμητική αναγνώριση˙ δεν μεριμνά για κανένα άλλο από τα βιοτικά πράγματα, ούτε ανέχεται διόλου να προσκολλάται σ’ αυτά, αλλά απεναντίας, αφού εγκαταλείψει και κατοικία και γυναίκα και παιδιά, εκδηλώνει όλη του τη φροντίδα για την ποίμνη του, αγρυπνώντας γι’ αυτή και κάνοντας μακρινά ταξίδια, χωρίς να έχει κρεβάτι, χωρίς να φέρνει μαζί του στρώμα˙ αλλά, υποφέροντας απροστάτευτος τον καύσωνα της μέρας και υπομένοντας την ψύχρα της νύχτας, περνά τη νύχτα παλεύοντας με τους ανέμους και την παγωνιά και την κακοκαιρία, και όμως δεν απομακρύνεται από τη φύλαξη και τη φροντίδα των προβάτων. Εσύ ωστόσο έχεις τη δυνατότητα να ποιμαίνεις τα πρόβατά μου και όταν βρίσκεσαι στην κατοικία και όταν βρίσκεσαι στο δρόμο και όταν βρίσκεσαι στο κρεβάτι και στο στρώμα και στο ίδιο το τραπέζι. Με ποιό τρόπο; Διδάσκοντας τα πρόβατα να έχουν την πίστη
τους αθόλωτη και ειλικρινή και αδίστακτη προς εμένα, να με αγαπούν με όλη τους την ψυχή, με όλη τους τη διάνοια,20 έτσι όπως και εγώ τους αγάπησα αυτούς. Διότι γι’ αυτούς θυσίασα τη ζωή μου21 και πέθανα. Βάλε μπροστά τους αντί για άλογη νομή τη ζωοποιό τροφή των εντολών μου˙ δίδαξέ τους ότι η συμμετοχή στην τροφή, που προέρχεται από τις εντολές μου, γίνεται με την εργασία και την εκπλήρωση τους˙ νουθέτησέ τους και πρότρεψέ τους να γεμίζουν κάθε ώρα την ύπαρξή τους μ’ αυτό τον τρόπο, ώστε να είναι από τις εντολές μου πάντοτε χορτάτοι και γεμάτοι με τα αγαθά μου. Αλλά, ποιά είναι τα αγαθά μου και με ποιές πράξεις αποκτώνται, θα υποδείξεις σ’ αυτούς, λέγοντας τα εξής˙ «Πουλήστε τα υπάρχοντά σας και δώστε τα ελεημοσύνη˙ κάντε για τον εαυτό σας βαλάντια, που δεν παλιώνουν, θησαυρό ανεξάντλητο στους ουρανούς.22 Αγαπάτε τους εχθρούς σας˙ προσεύχεσθε για εκείνους που σας προσβάλλουν.23 Ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν.24 Κανείς σας να μην ανταποδίδει σε κάποιον κακό για το κακό που του έκανε.25 Συγχωρείτε και
θα συγχωρηθούν τα αμαρτήματά σας˙ διότι, αν δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα αμαρτήματά τους, ούτε ο ουράνιος Πατέρας σας θα συγχωρέσει σ’ εσάς τα αμαρτήματά σας.26 Γίνετε φτωχοί ως προς τα χρήματα, για να γίνετε πλούσιοι ως προς το πνεύμα˙ περιφρονήστε τη γήινη δόξα, για να απολαύσετε την ουράνιᨻ.
Υποσημειώσεις.
1. Πρβ. Ματθ. 22, 40
2. Ιω. 21, 16
3. Ματθ. 10, 9-10
4. Λουκ. 21, 34
5. Ιω. 6, 27
6. Ματθ. 6, 25 και 28
7. Ματθ. 6, 31-34
8. Μάρκ. 13, 37
9. Ματθ. 10, 16
10. Ματθ. 5, 39-40
11. Λουκ. 6, 30
12. Πράξ. 4, 34
13. Πράξ. 6, 2-4
14. Ιω. 21, 16
15. Λουκ. 22,32
16. Ματθ. 26, 75. Μάρκ. 14, 72. Λουκ. 22, 62
17. Ματθ. 28, 16
18. Ματθ. 28, 19-20
19. Μάρκ. 16,16
20. Μάρκ. 12, 30. Λουκ. 10, 27
21. Ιω. 10,15
22. Λουκ. 12, 33
23. Ματθ. 5, 44
24. Λουκ. 6, 27
25. Α’ Πέτρ. 3,9
26. Ματθ. 6, 14-15
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).
Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός ενδέκατος (Α’): «Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός ενδέκατος (Β’): «Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.