Η αρετή της φιλοξενίας του Αγίου Ευμενίου Σαριδάκη (Α’) – Σίμωνος μοναχού του Αγιορείτου.

Η ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΓΙΑ τον πατέρα Ευμένιο ήτο δευτέρα φύσις. Ζούσε για να φιλοξενεί και να ύπηρετεί τα παιδιά του Θεού ποικιλοτρόπως και παντοιοτρόπως. Για τον Παππούλη μας η φιλοξενία δεν είχε όρους και όρια και, βέβαια, δεν εννοούμε μόνο στα υλικά αγαθά, αλλά και στα πνευματικά. Το ένα συναγωνίζετο το άλλο. Στα υλικά, ό,τι είχε το πλούσιο «παντοπωλείο» του Παππούλη μας, το διέθετε η φιλόξενος καρδιά του πλουσιοπάροχα. Αυτό το γνωρίζουν οι πάντες. Αλλά και στα πνευματικά, ο Παππούλης μας μας έτερπε με τίς ωραίες και πλούσιες Ακολουθίες, με τίς λαμπρές πανηγύρεις των Αγίων Αναργύρων και γενικά των μεγάλων Αγίων, τους οποιούς προσφωνούσε με όλες τους τίς ιδιότητες, π.χ. έλεγε: «Τών Άγίων ένδόξων, θεοστέπτων, μεγάλων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, που λαμπρώς πανηγυρίσαμε».

Επίσης, διέθετε τον εαυτό του ολόκληρο στο να στηρίζει, να παρηγορεί και να αναπαύει όλους. Δεν υπήρχαν ώρες και ωράρια για τον Παππούλη μας. Αν τον έπαιρνες στο τηλέφωνο και του έλεγες: «Μπορώ να έλθω να έξομολογηθώ;, σου απαντούσε: «Εγώ εδώ θα είμαι. Αν θέλετε;». Ή, αν του έλεγες: «Μπορείτε να έρθετε στο σπίτι να μου κάνετε αγιασμό ή ευχέλαιο ή να κοινωνήσετε έναν άρρωστο;» ακόμη κι αν ήταν πολύ μακρυά, δεν έλεγε ποτέ: «Δεν μπορώ» ή «Δεν ευκαιρώ» ή «Με κάλεσαν κάπου αλλού» ή «Έχω Ακολουθία», παρά σου έλεγε: «Πότε θέλετε; Πότε μπορείτε;». Δεν έλεγε ποτέ «τότε μπορώ» ή «τότε ευκαιρώ», αλλά «Πότε εσείς (!!!) θέλετε;». Ποιοι; Τα παιδιά του Κυρίου του, όταν ήθελαν ή όταν μπορούσαν, αυτός ήταν στην υπηρεσία τους.

Άλλοτε ο Παππούλης μας τα συνδύαζε και τα δύο. Πήγαινε κάποιος εκεί στενοχωρημένος, μπορεί και απογοητευμένος, και ο Παππούλης μας τον κέρναγε γλυκά το ένα μετά το άλλο ή μπορεί να του έδινε πέντε-δέκα λουκούμια μαζί. Μερικές φορές τα έβαζε στο στόμα με το χεράκι του ό ίδιος. Και, ω του θαύματος, περνούσαν όλα.

Μας λέει η κύρια Μαρία Βαρδίκου: «Ό πατήρ Ευμένιος είχε ΣΟΦΙΑ ΘΕΟΥ, περισσότερη γνώση και σοφία από ανθρώπους με πτυχία και μεταπτυχιακά.

Μίλαγε λίγο. Κοντά του ηρεμούσες, έφευγε κάθε σου έγνοια. Συνέδεε πάλι την σχέση σου με τον Θεό.

Δεν σκεπτόταν ποτέ τίποτε αρνητικό, για κανέναν άνθρωπο. Ακόμα και όταν του δίναμε στοιχεία, έλεγε: “Μπα, δεν είναι έτσι.

Έδινε απλόχερα ό,τι είχε, ό,τι του πήγαιναν το μοίραζε. Το έβαζε στο τραπέζι και το κέρναγε. Πολλές φορές γέμιζε καλάθια και τα μοίραζε μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας. Στην Μητρόπολι πήγαινε λάδι για τις κατασκηνώσεις.

Στο τραπέζι έφερνε ή γενικά κέρναγε: “τα αναψυκτικά, σχεδόν πάντα, και το «καρπούζι» το καλοκαίρι. Τον χειμώνα, φτιάχναμε το τσάϊ: ρίχναμε στην μεγάλη κατσαρόλα καραμέλλες, κανέλλα-ξύλο, κανέλλα σκόνη και μαύρο τσάϊ. Αφού κέρναγε όλα τα καλά που είχε, έλεγε: “Φάε, πιες. Ευλογία είναι.» [Βαρδίκου Μαρία]

Τα νόστιμα…νερόβραστα φασόλια

Ο ΠΑΠΠΟΥΛΗΣ ήταν αρχοντικός και πληθωρικός. Στον αγιασμό μας περιέλουζε με την αγιαστούρα του. Όταν ήμαστε στο τραπέζι και τρώγαμε, μας τάϊζε ακόμη και στο στόμα. Ήταν πολύ στοργικός μαζί μας.

Κάποιο βράδυ, μου λέει: “Άνοιξε το ψυγείο. Έχει μέσα κάτι φασόλια νερόβραστα. Βάλτα στην κατσαρόλα και βάλε και δύο ποτήρια νερό, τόσο αλάτι, τόσο πιπέρι, τόσο λεμόνι, και βράστα για 10 λεπτά περίπου. Εγώ τα έκανα όλα αυτά, αλλά, ταυτόχρονα, έλεγα με τον λογισμό μου: “Τι νερόβραστο πράγμα είναι αυτό τώρα; Ποιος το τρώει;. Όταν το σερβίρισα και καθήσαμε να φάμε, εγώ τα έχασα. Νοστιμότερο φαγητό δεν είχα φάει μέχρι τότε. Ό Παππούλης, βέβαια, με το ωραίο του χαμογελάκι, σαν να μου έλεγε: “Θα σε μάθω εγώ, να μην κάνεις τέτοιους λογισμούς…. [Σ.μ.]

Αξέχαστες στιγμές

«ΤΙ ΝΑ ΠΡΩΤΟΘΥΜΗΘΩ από τον Παππούλη μας, από τίς ατέλειωτες ώρες που περνούσαμε στην διακονία. Την αγάπη του, την φιλοξενία του, την θυσία του, την σιωπή του, που μας εδίδαξε πολλά. Πηγαίναμε οι κοπέλες να βοηθήσουμε στο καθάρισμα της εκκλησίας, στην προετοιμασία του πανηγυριού και το χαιρόμαστε. Το περιμέναμε πώς και πώς. Αφήστε που, κάθε λίγο και λιγάκι, μας φώναζε για κεράσματα. Ό,τι τού φέρνανε, μας τα έδινε. Περισσότερο τρώγαμε, παρά δουλεύαμε!

Τι ευλογία που είχαμε, όταν φτιάχναμε το λιβάνι, τα βράδια με τον Παππούλη. Αξέχαστες στιγμές και ευλογίες.

Τι απόλαυση που ήταν να πηγαίνεις με τον Παππούλη στο σούπερ-μάρκετ, να ψωνίζεις αναψυκτικά για την γιορτή των Αγίων Αναργύρων. Αδειάζαμε τα ράφια με εντολή του. “Βάλτε κι άλλα, μας έλεγε. Και η αποθέωση ήταν η πληρωμή στο ταμείο. Τότε έβγαζε τα σακουλάκια με τα ψιλά, 50 δραχμές, 100 δραχμές, ό,τι τού έδινε ο κόσμος, τα μάζευε. Το ίδιο είχε τύχει, να στείλουμε επιταγές στο ταχυδρομείο, και πάλι πλήρωνε με τα σακουλάκια.» [Κόκκορη Μαρία]

Καθόμαστε και μας διακονούσε ο Γέροντας

«ΚΑΠΟΙΑ ΗΜΕΡΑ, που είχα πάει στους Αγίους Αναργύρους, με έβαλε να διαβάσω Ακολουθία. Ή Ακολουθία ήταν Ψαλτήρι. Εκείνη την ήμερα ήταν 8-9 Καθίσματα. Οπότε, αφού τελειώσαμε αυτά τα Καθίσματα -εγώ πήγα ή ώρα 10:30-11:00, τελειώσαμε ή ώρα 1:00- ήταν ώρα φαγητού. Μου λέει: “Πού θα φύγεις να πας τώρα; Τόσην ώρα διάβαζες. Ξεκινούσε ή τράπεζα- ή οποία αργότερα έγινε παροιμιώδης- του Γέροντος Ευμενίου, για όλους, όχι μόνο για μένα. Αυτή η τράπεζα, και τί δεν είχε επάνω. Ο,τι είχε το ψυγείο. Οπωσδήποτε είχε αναψυκτικό. Κανένα άλλο ποτό. Καφέ, από τότε έμαθα να πίνω πολύ καφέ. Ο καφές δεν ήταν σε φλιτζάνια, ήταν σε ποτήρια. Τον είχε όλο μέσα σ’ έναν τέντζερη. Μάλιστα, για να κάνει και λίγο “κλίμα, τον έχυνε ενίοτε κι απ’ έξω. Έκανε πώς δεν πρόσεξε. Τυρί φέτα, ομελέτες, που του έφερναν διάφορες γυναίκες, παξιμάδια από την Κρήτη, τα οποία έβρεχε. Μια ωραιότατή, ασκητική τράπεζα. Κανένα γλυκό. Ήταν σπάνια τα γλυκά, αλλά υπήρχαν κι αυτά εκεί, που τα έφερνε πάντα ο κόσμος. Άδειαζε όλο το ψυγείο.

Και ήταν η χαρά του να μας διακονεί. Έλεγε: “Εσείς μου διαβάσατε τόσο ωραία, τόσο ωραία κι εγώ θα κάνω τον καφέ. Λέγαμε: “Γέροντα, άσε να κάνουμε τον καφέ εμείς. Καθόμαστε και μας διακονούσε ο Γέροντας.» [Νεόφυτος, Μητροπολίτης Μόρφου]

Από το βιβλίο: Πατήρ Ευμένιος. Ο κρυφός άγιος της εποχής μας. Μοναχού Σίμωνος.

Αθήνα, 2009

Δημοσιεύθηκε στην Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.