Οι Εύζωνοι.

Οι εύζωνοι ήσαν πάντοτε η ιδιαιτέρα συμπάθεια του Ελληνικού λαού. Εις τον εύζωνον υπάρχει πάντοτε κάτω από την φουστανέλλαν η αριστοκρατική φύσις του Ρουμελιώτου. Το χακί, το φέσι, ο ντουλαμάς αποτελούν την εξωτερικήν εμφάνισιν. Από μέσα ο άνθρωπος έμεινεν ο ίδιος, λεπτός, οξύς, ταχύς, γενναίος, ορμητικός, ακούραστος, ακατάβλητος, υπερήφανος, αισιόδοξος.
Λεπτός εις το σώμα και εις τον νουν. Όπως είναι συνηθισμένος από την πτωχήν και ισχνήν φουστανέλλαν να φέρη μίαν «γυροβολιά» και να ευρίσκηται εις την θέσιν του, τοιουτοτρόπως και το πνεύμά του, οξύ και εύστροφον, γυρίζει παντού και αντιλαμβάνεται τα πάντα εις μεγάλην ακτίνα πέριξ. Όσοι τον διδάσκουν να γίνη από βοσκού στρατιώτης δεν παραπονέθησαν ποτέ από την αντίληψίν του. Ο μηχανισμός του όπλου δεν έχει μυστήρια δια τον εύζωνον. Από την δευτέραν ημέραν, που θα κρατήση το όπλον εις χείράς του, το γνωρίζει.
Και ταχύς. Η γη φεύγει κάτω από τους πόδες του. Τα βουνά τα απότομα δεν είδον ορμητικωτέρους από τους ευζώνους. Δεν αναβαίνουν αυτοί ως άνθρωποι. Αναρριχώνται και τυλίγονται και προχωρούν, πάντοτε προχωρούν.
Και είναι γενναίοι. Δεν τους εφόβισαν ούτε τα ταχυβόλα. Εις το Σαραντάπορον, τω 1912, οι Τούρκοι είχον παρατάξει κορμούς ελαίας βαμμένους μέλανας, δια να παραστήσουν κανόνια. Οι εύζωνοι ανεκάλυψαν τον δόλον, και, αφήσαντες τα ξύλινα κανόνια ήσυχα, επετέθησαν κατά των αληθινών. Και ενώ εκείνα έχυνον από τα στόματά των τον θάνατον, οι εύζωνοι συρόμενοι τα επλησίασαν και εχύθησαν εις τους πυροβολητάς και τους συνέλαβαν. Οι άνθρωποι αυτοί δεν εδειλίασαν ουδέ στιγμήν.
-Παιδιά, είπεν εις αξιωματικός εις τινά μάχην, θα αφήσωμεν αυτούς τους Βουλγάρους να μας σκοτίζουν με τις τουφεκιές των;
-Να τους συλλάβωμεν, είπον οι εύζωνοι.
Το πολεμικόν συμβούλιον είχε γίνει. Οι Βούλγαροι κατεδικάσθησαν από εκείνην την στιγμήν. Μετά δέκα λεπτά της ώρας αυτοί εσκορπίζοντο εις όλας τας διευθύνσεις, ενώ οι εύζωνοι, όρθιοι και αλαλάζοντες επί του Βουλγαρικού οχυρού, έρριπον τα σκουφάκια εις τον αέρα.
Η ορμή των θα έπρεπε να καταλάβη ηρωϊκάς σελίδας. Όπως τους Αραβικούς ίππους, και αυτούς το δύσκολον είναι να τους νικήση κανείς. Το ακατόρθωτον είναι να τους κρατήση. Η στασιμότης τους θανατώνει.
-Θα μείνετε εδώ και θα κρατήσετε αυτήν την θέσιν, είπεν ο αξιωματικός εις μίαν συμπλοκήν.
Οι εύζωνοι έμειναν και εκράτησαν την θέσιν, άλλ’ όταν ο αξιωματικός επέστρεψε, τους εύρε παραπονουμένους.
-Εδώ θα καθώμαστε; Εμουρμούρισε κάποιος από όλους παραπονούμενος.
Ευτυχώς την ιδίαν στιγμήν εις αγγελιαφόρος έφερε την διαταγήν ταχείας προελάσεως. Οι εύζωνοι εχύθησαν ακράτητοι.
-Τους έχασα από εμπρός μου, μου είπεν ο αξιωματικός υπερήφανος δια τους στρατιώτας αυτούς. Αν δεν ήκουα τον αλαλαγμόν των, θα ενόμιζα ότι μία ομοβροντία τους έρριψε κάτω όλους νεκρούς!
Τί είναι δε η αντοχή των! Χαλύβδινοι άνθρωποι κρύπτονται εις την φουστανέλλαν και ο στρατηγός, ο οποίος τους κινεί, δεν έχει να υπολογήση δεν έχει να υπολογίση δια κόπους και στερήσεις. Με ολίγην κουραμάναν ή χωρίς αυτήν, με νερόν της πηγής ή και χωρίς αυτό, υπό τον ήλιον ή την βροχήν, προχωρούν, αγρυπνούν, φρουρούν, πολεμούν, χωρίς εις τα στεγνά χαρακτηριστικά, εις τα οποία δεν υπάρχει ούτε ίχνος λίπους, να ζωγραφηθή η ελαχίστη κόπωσις.
Μέσα εις το σκότος βλέπουν, όπως και την ημέραν˙ και ποτέ ο στρατός δεν είναι τόσον ήσυχος, όσον όταν αι προφυλακαί του είναι εύζωνοι˙ έστω και αν οι εύζωνοι αυτοί εβάδισαν όλην την ημέραν, επολέμησαν την εσπέραν και πρόκειται να πολεμήσουν πάλιν το πρωί.
Η υπερηφάνειά των δεν είναι παράλογος. Τους ηγάπησε πολύ ο Ελληνικός λαός και αυτή η προτίμήσις έδωκεν εις αυτούς πτερά. Με περιφρόνησιν βλέπουν τον εχθρόν.
Υπάρχουν ευζωνικά τραγούδια, τα οποία χαρακτηρίζουν την υπερηφάνειαν του ευζώνου. Με δύο στίχους εζωγράφησαν οι ίδιοι την εικόνα των:
Φουστανέλα, φούντα, φέσι
και δαχτυλιδένια μέση.
Εις τα σύνορα, όσον εφύλασσον σκοποί, εις ολίγων μέτρων απόστασιν από τους εχθρούς, εγνώρισαν καλά τους αντιπάλους των. Και έμαθον να τους περιφρονούν και να τους βλέπουν από κάποιον ύψος.
Εις άσμα ο εύζωνος προκαλεί τον εχθρόν να έλθη και πολεμήση εις τα φανερά, οπότε θα ίδη ο εχθρός:
Πως πολεμάει ο εύζωνος με το σπαθί στο χέρι.
Κάτι από την ψυχήν του παλαιού κλέφτου εκληρονόμησεν ο σημερινός εύζωνος. Όπως εκείνος, και αυτός είναι προκλητικός, δεν ανέχεται προσβολάς, πληρώνει αμέσως.
Η πολιτική τον στενοχωρεί τρομερά. Δεν είναι δυνατόν κάτω από το φεσάκι του να χωρέση η σκέψις, ότι ανεμένομεν τόσον καιρόν τους εχθρούς μας.
-Αυτοί ήτανε! Είπε με περιφρόνησιν λοχίας των ευζώνων, δεικνύων τους εχθρούς φεύγοντας μετά την μάχην της Δεσκάτης (1912).
Και αυτό το «αυτοί ήτανε!» εσήμαινε:
-Καμαρώστέ τους˙ αυτοί ήτανε, που δεν μας άφιναν τόσα χρόνια να τους φάμε!
Διότι ο εύζωνος εκεί επάνω, που ζη, μακράν του κόσμου, εις τους ερημικούς σταθμούς, όπου δεν φθάνει η εφημερίς, ευρίσκει πολύ φυσικόν πάσα διαφορά μεταξύ εθνών και λύηται με το ξίφος. Ο δυνατώτερος θα ωφεληθή. Και ο δυνατώτερος είναι αυτός και όχι ο εχθρός των Ελλήνων.
Ποία είναι η εντύπωσις των εχθρών από τους ευζώνους;
Σεϊτάν ασκέρι – διαβολικόν στρατόν – τους ωνόμαζον οι άλλοτε εχθροί μας, οι Τούρκοι. Κάτι το σατανικόν εφαντάζοντο οι άνθρωποι εκείνοι εις τους ανθρώπους αυτούς. Καθώς ανεμίζει η φουστανέλλα των εις το τρέξιμον, δίδει την ιδέαν λευκών φανταστικών πτερών.
Όπως γνωρίζουν οι εύζωνοι τους εχθρούς από την γειτονίαν των συνόρων, γνωρίζουν και οι Τούρκοι τους ευζώνους. Οσάκις άλλο σώμα έτυχε να φρουρή τα σύνορα και συνέβη κάποια παρεξήγησις, η λογική επεκράτησε περισσότερον εις την Ελληνικήν γραμμήν. Όταν απέναντι των Τούρκων ήσαν εύζωνοι, η λογική έμεινε κατά μέρος και ο εχθρός επλήρωσεν ακριβά την παραμικροτέραν παρεκτροπήν. Δι’ ένα εύζωνον, ο οποίος, πηγαίνων να πάρη νερόν, επυροβολήθη, τον Μάϊον του 1912, τρεις εχθροί εξηπλώθησαν νεκροί, πριν προφθάση ο αξιωματικός να κρατήση τους ευζώνους του.
Η εμφάνησις πυκνής πρωτοπορίας ευζώνων εις την μάχην αφαιρεί το μεγαλύτερον μέρος του θάρρους των εχθρών. Εις οιανδήποτε θέσιν και αν ευρίσωνται αυτοί, δεν θεωρούν εαυτούς ασφαλείς, όταν βλέπουν ευζώνους ερχομένους εναντίον των.
Ο εχθρός είχε την εντύπωσιν ότι ο εύζωνος τρέφει άσπονδον το εθνικόν μίσος μέσα του. Το ένδυμα δεν κάμνει βέβαια τον καλόγηρον. Αλλά κανείς δεν θ’ αρνηθή την εντύπωσιν την εξωτερικήν του φορέματος. Και μέσα εις την ομοιομορφίαν της στολής του Ελληνικού στρατού ξεχωρίζει η φουστανέλλα, η οποία επολέμησεν εις τον αγώνα του 21. Οι εχθροί είχον εις το αίμά των κληρονομικόν τον φόβον των ηρωϊκών εκείνων φουστανελλάδων, οι οποίοι πρώτοι εταπείνωσαν τον Σουλτάνον, όταν όλος ο κόσμος έκυπτεν έντρομος ενώπιόν του.
Γεώργιος Τσοκόπουλος (Διασκευή).

Από το Αναγνωστικό της ΣΤ’ τάξεως του Δημοτικού σχολείου.
Εν Αθήναις 1964

Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.