Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Δ’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.

Στη μεγάλη δοκιμασία του Μικρασιατικού Ελληνισμού ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση των ξένων δυνάμεων. Οι εκπρόσωποί τους, οι οποίοι διηύθυναν τα προξενικά καταστήματα στη Σμύρνη, παρακολουθούσαν με αγωνία τις παραστάσεις και τα διαβήματα των κοινοτικών και εκκλησιαστικών αρχών, χωρίς, ωστόσο, να μπορούν να ανακόψουν το κύμα των ανθελληνικών διωγμών, το οποίο, όσο περνούσαν οι μέρες, εδραιωνόταν σε όλα τα παράλια της Ιωνίας και στη συνέχεια απλωνόταν σε πόλεις της μικρασιατικής ενδοχώρας.

Εξαίρεση αποτέλεσε η ρωσική πλευρά, η οποία δια του Γενικού προξένου στη Σμύρνη συγκάλεσε τις πρώτες μέρες των διωγμών το προξενικό σώμα, στο οποίο έλαβαν μέρος οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων στην πόλη. Στη συνάντηση αυτή, ο Γενικός Πρόξενος της Ρωσίας αναφέρθηκε στον απηνή διωγμό των χριστιανών, ζητώντας από τους ομολόγους του τη μεσολάβηση στις οικείες κυβερνήσεις προς διόρθωση του κακού και πρόληψη μεγαλύτερων συμφορών.1

Στην εν λόγω σύσκεψη των προξένων εμφανίστηκε, χωρίς να έχει κληθεί και ο Χρυσόστομος. Ο ιεράρχης περιέγραψε με τα πιο μελανά χρώματα την τραγική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το ελληνικό στοιχείο, κάνοντας έκκληση στη χριστιανική Ευρώπη να επέμβει για τον τερματισμό της βίας και την αποφυγή μεγαλύτερων δεινών. Στη συνάντηση των Ευρωπαίων αξιωματούχων, χαρακτηριστικός ήταν ο διάλογος του μητροπολίτη Σμύρνης με τον γενικό πρόξενο της Αγγλίας:

-«Έχετε είδησιν, εάν ο κραταιός αγγλικός στόλος έρχεται να επιτελέση τον υψηλόν προορισμόν του;» ρώτησε ο μητροπολίτης.
-«Και εγώ και οι συνάδελφοί μου, ως βεβαιούν, επετελέσαμεν το καθήκον μας και εξεθέσαμεν εις τας κυβερνήσεις μας τα γενόμενα. Τούτο μόνον γνωρίζω να σας είπω», απάντησε ο Άγγλος πρόξενος.2

Η απάντηση του γενικού προξένου της Αγγλίας απογοητεύει τον Χρυσόστομο, ο οποίος, θέλοντας να διεθνοποιήσει τις διώξεις του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ζητά από τις πρεσβείες των Μεγάλων δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη να αποστείλουν στη Σμύρνη αντιπροσώπους, ώστε να διαπιστώσουν από κοντά το μέγεθος της καταστροφής και να παρέμβουν για τον τερματισμό της εξόντωσης των χριστιανών από τα παράλια της Μικράς Ασίας.

Πράγματι, στις 9 Ιουνίου 1914 φτάνει στη Σμύρνη διπλωματική αντιπροσωπεία από την Κωνσταντινούπολη, την οποία αποτελούσαν οι διερμηνείς των πρεσβειών Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, Γερμανίας, Ιταλίας και Αυστροουγγαρίας. Την ίδια μέρα οι απεσταλμένοι επισκέφθηκαν τη μητρόπολη Σμύρνης, όπου πραγματοποιείτο σύσκεψη των δύο ελληνικών κοινοτικών σωμάτων της πόλης υπό τον Χρυσόστομο, στην οποία ήταν παρόντες και οι Μητροπολίτες Εφέσου Ιωακείμ, Φιλαδελφείας Χρυσόστομος και Κρήνης Θεόκλητος.3

Στη διευρυμένη σύσκεψη ο Χρυσόστομος εξέθεσε στους Ευρωπαίους αξιωματούχους την πραγματική εικόνα που επικρατούσε τόσο στις μικρασιατικές ακτές όσο και σε πόλεις και χωριά της ενδοχώρας. Μίλησε για τις εκατό και πλέον χιλιάδες Ελλήνων ομογενών, οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από τις εστίες τους και περιφέρονταν στη Σμύρνη και τους δρόμους που οδηγούσαν σε αυτή «γυμνοί και πειναλέοι». Ο ιεράρχης έδωσε ακριβή στοιχεία για τους Έλληνες πρόσφυγες, σύμφωνα με τα οποία 15.000 είχαν μεταναστεύσει από τον Αδραμυττηνό κόλπο, 17.000 είχαν εγκαταλείψει την επαρχία της Περγάμου, 5.000 είχαν εκδιωχθεί από τη Νέα Φώκαια και άλλες 11.000 από την Παλαιά Φώκαια, 17.000 είχαν απομακρυνθεί από την επαρχία Καραβούρνων ανατολικά της Ερυθραίας και 45.000 είχαν μεταναστεύσει από την επαρχία Κρήνης (Τσεσμέ).4

Ο μητροπολίτης ενημέρωσε τη Διεθνή Επιτροπή πως το σχέδιο εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών είχε εφαρμοστεί με τέτοια επιτυχία, ώστε σε ένα μόλις μήνα κανείς χριστιανός δεν κατοικούσε κατά μήκος των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας, από την έξοδο των Δαρδανελλίων μέχρι τις ακτές απέναντι από τη Σάμο. Αναφέρθηκε, επίσης, στις σφαγές, τις λεηλασίες, τους βανδαλισμούς, τις καταστροφές και διαρπαγές ολόκληρων περιουσιών και προ πάντων την εξάπλωση της τρομοκρατίας και του φόβου, που επέφεραν την εγκατάλειψη και ερήμωση των μεγάλων ιστορικών κέντρων του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία.

Προς επίρρωσιν όλων αυτών, ο ιεράρχης επέδειξε στους ξένους αντιπροσώπους τα τεκμήρια και τις αποδείξεις που ο ίδιος και οι απεσταλμένοι του είχαν συγκεντρώσει. Ο άγιος παρουσίασε φωτογραφίες από τις πόλεις και τα χωριά που είχαν δεχθεί το κύμα των διωγμών, φονικά όπλα και όργανα των ληστρικών συμμοριών, καθώς και κλοπιμαία εκκλησιαστικά αντικείμενα, εικόνες, καντήλια, δισκοπότηρα, αρτοφόρια, ευαγγέλια, ιερατικά άμφια και σκεύη, τα οποία διακινούνταν στο λιμάνι της Σμύρνης και έπειτα πωλούνταν ελεύθερα στην κεντρική αγορά της πόλης.5

Οι διερμηνείς των πρεσβειών από την Κωνσταντινούπολη, θέλοντας να εξακριβώσουν τις καταγγελίες, πραγματοποίησαν πολλές περιοδείες στις περιοχές που είχαν πληγεί από το κύμα των ανθελληνικών διωγμών. Έτσι, επισκέφθηκαν το Σερένκιοϊ, την Παλαιά Φώκαια, το Σόμα, την Πέργαμο και το Αδραμύττιο, όπου έμειναν έκπληκτοι μπροστά στο μέγεθος της συμφοράς που είχε συντελεστεί. Κατά τη μετάβασή τους στην Παλαιά Φώκαια οι Ευρωπαίοι έγιναν θεατές μιας πρωτοφανούς καταστροφής της άλλοτε ακμάζουσας πόλης των Φωκαέων, η οποία λόγω της ερήμωσης έμοιαζε με πόλη φάντασμα.

Ωστόσο, αυτό που εξόργισε τα μέλη της διεθνούς Επιτροπής ήταν η προσπάθεια των τουρκικών αρχών να συγκαλύψουν τις καταστροφές που είχαν προκληθεί. Απομάκρυναν πτώματα και καθάρισαν αίματα από τους δρόμους, επισκεύασαν ζημιές που είχαν προκληθεί από τσεκούρια και άλλα φονικά όπλα και τακτοποίησαν πρόχειρα τη λαφυραγωγημένη εκκλησία της κοινότητας. Προς μεγάλη όμως ικανοποίηση των μελών της επιτροπής, οι Γάλλοι αρχαιολόγοι Sartiaux και Carlier, έχοντας πλήρη εικόνα της κατάστασης στην Παλαιά Φώκαια, συνόδευσαν τους Ευρωπαίους αξιωματούχους και τους ενημέρωσαν για τα έκτροπα που είχαν συμβεί στην πόλη, ενώ δεν παρέλειψαν να τους διαφωτίσουν για τις βδελυρές ενέργειες των μουσουλμάνων να εξαφανίσουν τα τεκμήρια των θηριωδιών τους.

Η προσπάθεια των τουρκικών αρχών να συγκαλύψουν τα ασυγκάλυπτα προκάλεσε τέτοια αποστροφή στους εκπροσώπους των μεγάλων δυνάμεων, ώστε ο Γερμανός απεσταλμένος οργισμένος δήλωσε ότι «η αποστολή της Διεθνούς Επιτροπής εις την Μικρασίαν είνε αισχρά κωμωδία»6 και αναχώρησε εσπευσμένα για την Κωνσταντινούπολη. Οι Ευρωπαίοι διερμηνείς κατέληξαν σύντομα στο συμπέρασμα πως οι διωγμοί εναντίον των Ελλήνων της Ιωνίας δεν είχαν προκληθεί από το μεταναστευτικό κύμα των μουσουλμάνων προσφύγων της Μακεδονίας, αλλά επρόκειτο για ένα προμελετημένο σχέδιο, οργανωμένο και καθοδηγημένο στις λεπτομέρειές του από το νεοτουρκικό κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος.

Από τις εκθέσεις του Χρυσοστόμου προς το Πατριαρχείο συνάγεται πως ο ιεράρχης βρήκε ευήκοα ώτα στους διερμηνείς των πρεσβειών από την Κωνσταντινούπολη, καθώς η έκρυθμη κατάσταση στις περιοχές όπου είχε εφαρμοστεί η βίαιη εκδίωξη των Ελλήνων έπληττε και τα συμφέροντα των Ευρωπαίων. Οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές των διωκόμενων Χριστιανών στάθηκαν από την αρχή της άφιξής τους στη Σμύρνη οι εκπρόσωποι της γαλλικής και της ρωσικής πρεσβείας, Αl. Ledoux και S. B Touholka αντίστοιχα, με τους οποίους ο ιεράρχης είχε καθημερινή επαφή και επικοινωνία.

Να σημειωθεί πως η έμπρακτη αυτή στήριξη της ρωσικής πλευράς προς τον χειμαζόμενο χριστιανικό πληθυσμό της Μικράς Ασίας εκδηλώθηκε πλουσιοπάροχα το καλοκαίρι του 1914 σε ανώτατο πολιτικό και θεσμικό επίπεδο. Ο Τσάρος της Ρωσίας Νικόλαος Β’ διέθεσε από το αυτοκρατορικό ταμείο της χώρας τρεις χιλιάδες ρούβλια, «προς ανακούφισιν των δεινώς δοκιμαζομένων Χριστιανών». Στην ίδια κατεύθυνση, η μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας Ελένη Βλαδιμήροβνα, σύζυγος του Πρίγκιπα της Ελλάδας Νικολάου, απέστειλε μεγάλη ποσότητα ρουχισμού και τρεις χιλιάδες χρυσά φράγκα για τις ανάγκες των δυστυχισμένων προσφύγων που είχαν κατακλύσει τη Σμύρνη. Και στις δυο αυτές γενναιόδωρες προσφορές ο Χρυσόστομος απάντησε με ευχαριστήριες επιστολές.7

Στις είκοσι περίπου μέρες που έμειναν στη Σμύρνη, οι απεσταλμένοι των ευρωπαϊκών δυνάμεων, εκτός από τις περιοδείες στις μικρασιατικές πόλεις που είχαν πληγεί από τις φονικές επιδρομές των ένοπλων ατάκτων, συναντήθηκαν αρκετές φορές με τον Χρυσόστομο, τον υπουργό εσωτερικών και τον νομάρχη της Σμύρνης. Από τις συναντήσεις που είχαν με τους τούρκους αξιωματούχους και τις προσκλήσεις σε πολυτελή συμπόσια, οι Ευρωπαίοι διαπίστωσαν πως τα μέτρα των κυβερνητικών αρχών για την αποκατάσταση της τάξης αποδεικνύονταν ψευδή και υποκριτικά και, επιπλέον, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι χριστιανοί της Ανατολής επρόκειτο να γνωρίσουν μεγαλύτερα δεινά στη νέα περίοδο που διανοίγετο μπροστά τους.

Προτού αναχωρήσουν για την Κωνσταντινούπολη, τα μέλη της διεθνούς ανακριτικής επιτροπής συναντήθηκαν με τον μητροπολίτη Σμύρνης. Οι εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων ανακοίνωσαν στον ιεράρχη ότι είχαν ολοκληρώσει το έργο τους και ότι αυτό που έμενε ήταν να υποβάλουν τις εκθέσεις τους στις πρεσβείες, ώστε να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα υπέρ των διωκόμενων ελληνικών πληθυσμών. Ταυτόχρονα, συνέστησαν προσωπικά στον Χρυσόστομο να μην παύσει να καταγγέλλει στον νομάρχη και τους γενικούς προξένους τις βιαιότητες και τα κακουργήματα εναντίον των χριστιανών, αναγνωρίζοντας στις ενέργειες του αγίου τη μεγάλη προσφορά του, τόσο στην ενημέρωση των υπευθύνων όσο και στην προστασία και διάσωση χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων.

Υποσημειώσεις.

1. Ό. π., σ. 65
2. Λοβέρδος, ό. π., σσ’. 163-164
3. Το αρχείον, τ. Β’, σσ’. 112-113
4. Ό. π., σ. 113
5. Ό. π., σσ’. 114,148
6. Ό. π., σ. 145
7. Ό. π., σσ’. 223-224, 265-266

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Α’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Β’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.
Διωγμοί και μαρτύρια του Μικρασιατικού ελληνισμού (Γ’) επί Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.

Δημοσιεύθηκε στην Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.