Λόγος ηθικός δέκατος (Δ’): «Για τη μέλλουσα Κρίση – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Για τη φοβερή μέρα του Κυρίου και τη μέλλουσα κρίση, ότι δηλαδή συντελείται σ’ εμάς από εδώ ακόμη και πριν από τον θάνατο, καθώς καθαριζόμαστε με τα δάκρυα, και ότι σε όποιους θα πραγματοποιηθεί στην παρούσα ζωή δεν τους συναντά στη μέλλουσα. Και ποιά είναι η μέρα του Κυρίου και σε ποιούς φανερώνεται ξαφνικά. Και ότι η πίστη στον Χριστό δεν μπορεί μόνη να μας σώσει, αν δεν γίνουμε συνειδητά μέτοχοι και του Αγίου Πνεύματος˙ και ότι δεν λαμβάνουν τον Χριστό με το βάπτισμα όλοι οι βαπτιζόμενοι. Και πώς μπορεί κάποιος να γνωρίσει, αν έχει μέσα τον Χριστό και αν έχει γίνει μέτοχος του Αγίου Πνεύματος. Και ερμηνεία, παρενθετικά, στο χωρίο, «Εν αρχή ην ο Λόγος». Και μακαρισμός σ’ εκείνους που από τους αγώνες δέχθηκαν την επιφοίτηση του Πνεύματος.

… Αλλά αυτά δεν είναι αλήθεια, δεν είναι! Αλλά θα πω και πάλι, και δεν θα σταματήσω ποτέ να λέω αυτό, που πολλές φορές είπα. Ο Πατέρας είναι φως, ο Υιός είναι φως, το Άγιο Πνεύμα είναι φως, ένα φως, άχρονο, αδιαίρετο, ασύγχυτο, αιώνιο, άκτιστο, άποσο, χωρίς καμία ανάγκη, αόρατο, επειδή είναι και θεωρείται έξω από όλα και επάνω από όλα˙ είναι φως, που κανείς ποτέ από τους ανθρώπους δεν μπόρεσε να δει, πριν να καθαρισθεί, και δεν έλαβε, πριν να δει. Διότι πολλοί βέβαια το είδαν, αλλά δεν το απέκτησαν, όπως δηλαδή εκείνοι που αξιώθηκαν να δουν πολύ θησαυρό στα βασιλικά ταμεία και έφυγαν με άδεια χέρια. Και μάλιστα συμβαίνει βέβαια στην αρχή πολλές φορές σ’ εκείνους, που μετανοούν θερμά, να έρθει η θεία έλλαμψη και ο φωτισμός, αλλά περνά αμέσως˙ και αν αυτοί παραδώσουν τους εαυτούς τους ολοκληρωτικά, ως τον ίδιο το θάνατο, και τη ζητήσουν με κόπο, παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους στον Κύριο άξιους και ακατηγόρητους σε όλα, αφού αυτή η έλλαμψη επιστρέψει πάλι εντελώς, τη λαμβάνουν αν όμως δείξουν κάποια
μικρή ραθυμία και αποφύγουν να βάλουν τους εαυτούς τους σε μεγαλύτερους κόπους από αγάπη για τις ζωές τους, γίνονται ανάξιοι για ένα τέτοιο δώρο και δεν μπαίνουν, όσο ακόμη είναι στο σώμα, στην αιώνια ζωή˙ αν όμως δεν μπουν τώρα στην αιώνια ζωή, είναι φανερό ότι δεν θα μπουν ούτε μετά την έξοδό τους από το σώμα. Διότι, αν εκείνος που έλαβε το ένα τάλαντο και το έκρυψε, καταδικάσθηκε, διότι δεν το πολλαπλασίασε,1 πόσο περισσότερο θα καταδικασθεί εκείνος που δεν φύλαξε αυτό που έλαβε, αλλά με τη ραθυμία του το έχασε.

Εδώ λοιπόν είναι, όπως λέει όλη η θεόπνευστη Γραφή, η πανήγυρη, εδώ, είναι τα αγωνίσματα, και εδώ δίνονται στους νικητές τα αρραβωνικά στεφάνια2 των βραβείων, αλλά και στους νικημένους γίνεται πρόδηλη και φανερή η αρχή της ντροπής και της τιμωρίας. Και πρόσεχε ότι βεβαιώνουν το λόγο αυτό οι άγιοι σαράντα Μάρτυρες,3 και όλοι οι άλλοι, που μαρτύρησαν για χάρη του Χριστού. Διότι αυτοί βέβαια, που ήταν μέσα στη λίμνη του νερού, έλαβαν από το χέρι του Θεού τα στεφάνια, εκείνος όμως που κατέφυγε στο λουτρό, αμέσως διαλύθηκε από τη θερμότητα και πήγε στην αιώνια φωτιά. Ο Ευστράτιος πάλι, ο ονομαστός για την αρετή του, καθώς τιμωρούνταν για χάρη του Θεού, έλεγε˙ «Τώρα γνώρισα ότι είμαι ναός του Θεού και ότι το Πνεύμα του κατοικεί μέσα μου. Απομακρυνθείτε από μένα όλοι οι εργάτες της ανομίας». Στον ηγεμόνα μάλιστα που τον δίκαζε απαντούσε˙ «Αν τα αισθητήρια του μυαλού σου δεν είχαν βλαφθεί και αν η ψυχή σου δεν είχε μεταβληθεί από το προζύμι των παθών, ώστε να γίνει χωμάτινη, θα σου έδειχνα ότι αυτός που έχει
σταυρωθεί είναι σωτήρας και λυτρωτής και ευεργέτης».4 Είδες πώς η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή;5 Διότι πριν να μπει ο άγιος στους αγώνες του μαρτυρίου, επειδή είχε μόνο την πίστη, δεν είχε μέσα του το Άγιο Πνεύμα, όταν όμως έδειξε την πίστη από τα έργα, τότε και τον εαυτό του γνώρισε, ότι είναι ναός του Θεού, και το Άγιο Πνεύμα του Θεού είδε με τα πνευματικά μάτια να κατοικεί συνειδητά μέσα του. Τί θα ήταν πιο φανερό απ’ αυτή τη μαρτυρία;

Αν όμως θα έλεγαν κάποιοι ότι εκείνοι ήταν μάρτυρες, ότι εκείνοι έπασχαν για χάρη του Χριστού, και πώς είναι δυνατόν να γίνουμε εμείς ίσοι μ’ εκείνους, θα απαντήσουμε σ’ αυτούς αυτό, ότι δηλαδή και εσείς οι ίδιοι, αν θέλετε, εφόσον πάσχετε και τιμωρείσθε για χάρη του Χριστού, θα μαρτυρήσετε καθημερινά, όπως μαρτύρησαν εκείνοι, όχι μόνο τη μέρα, αλλά και τη νύχτα και κάθε ώρα. Και πώς θα γίνει αυτό; Αν θα παραταχθείτε και εσείς απέναντι στους ολέθριους δαίμονες, αν θα αντιστέκεστε πάντοτε στην αμαρτία και στο θέλημά σας. Διότι εκείνοι αγωνίσθηκαν απέναντι σε τυράννους, εμείς όμως αγωνιζόμαστε απέναντι στους δαίμονες και στα ολέθρια πάθη της σάρκας, τα οποία και κάθε μέρα και κάθε νύχτα και κάθε ώρα εφορμούν τυραννικά στις ψυχές μας και μας εκβιάζουν να κάνουμε αυτά που δεν αρμόζουν στη θεοσέβεια και παροργίζουν τον Θεό. Αν λοιπόν αντισταθούμε σ’ αυτά και δεν γονατίσουμε στη Βάαλ5 και δεν υπακούσουμε στις υποδείξεις των πονηρών δαιμόνων και δεν υπηρετήσουμε τη σάρκα, φροντίζοντας για τις επιθυμίες της,6
θα γίνουμε εύλογα και εμείς οι ίδιοι μάρτυρες, καθώς αγωνιζόμαστε εναντίον της αμαρτίας, με το να ενθυμούμαστε δηλαδή τους μάρτυρες και να σκεφτόμαστε τις αβάσταχτες μαστιγώσεις που υπέφεραν, και γι’ αυτό να αντιστεκόμαστε στον διάβολο˙ αλλά και καθώς θα προσέχουμε στους κόπους εκείνων, και θα αναλογιζόμαστε με την ψυχή μας πόσο υστερούμε από την άθληση εκείνων και θα στενάζουμε γι’ αυτό, θα αξιωθούμε να λάβουμε τα ίδια μ’ εκείνους στεφάνια, αν όχι προς ως προς την ποσότητα, αλλά τουλάχιστον ως προς την ποιότητα, σύμφωνα με την ουράνια αγαθότητα του Θεού προς εμάς, και μάλιστα, αν δεν θα γίνουμε ίσοι ως προς την υπομονή και την ευχαριστία και δείχνουμε προς τα δεινά των κόπων μας.

Διότι εκείνοι βέβαια σώθηκαν χάρη στα έργα και στους κόπους της άθλησής τους, εμείς όμως ελπίζουμε να σωθούμε χάρη στα έργα και στους κόπους της άσκησης, και γενικά χάρη στην φιλανθρωπία και στη χάρη του Δεσπότη˙ εκείνοι σώθηκαν χάρη στους μαρτυρικούς ιδρώτες και αγώνες, εμείς χάρη στα δάκρυα και στους ασκητικούς αγώνες˙ εκείνοι σώθηκαν χάρη στη χύση του αίματός τους, εμείς χάρη στην κοπή του θελήματός μας, και με το να αντιστεκόμαστε πάντοτε, και να έχουμε αποδεχθεί μέσα μας την απόφαση του θανάτου,7 και να περιμένουμε κάθε ώρα το θάνατο, καθώς απλώνουμε πρόθυμα τον αυχένα μας, ώστε να πεθάνουμε για κάθε εντολή του Δεσπότη μας Θεού και να μη δεχθούμε να την παραβούμε ακόμη και με ένα απλό λόγο. Γι’ αυτό λοιπόν, αδελφοί, οφείλουμε και όλοι εμείς να καταφρονήσουμε εξίσου μ’ εκείνους τα παρόντα πράγματα. Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν είναι, να λάβουμε όλοι εμείς τα άφθαρτα, αν δεν σιχαθούμε σαν σκουπίδια τα φθαρτά˙ ούτε είναι δυνατό να κερδίσουν τα αιώνια εκείνοι που προτιμούν τα πρόσκαιρα˙ ούτε είναι
δυνατό να έχει ένοικο τον Χριστό, με την κατοίκηση του Αγίου Πνεύματος, εκείνος που εξουσιάζεται στην καρδιά του από ένα, έστω και μικρό, πάθος.

Διότι ο Θεός, αδελφοί, για να το επαναλάβω, είναι φως, όπως εκείνος ο ίδιος λέει: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου».8 Αν λοιπόν λες ότι είναι φως ως προς τη σάρκα, άρα, αφού αυτός αναλήφθηκε και κρύφθηκε, απομακρύνθηκε πλέον και χωρίσθηκε από τους μαθητές του, και στη συνέχεια και από μας, και έτσι, κατά τη γνώμη σου, όλος ο κόσμος έγινε σκοτεινός. Αν όμως ομολογείς ότι είπε, ότι είναι φως του κόσμου ως προς τη θεότητα, πώς και λες ότι δεν τον βλέπεις, και υποθέτεις ότι είναι μέσα σου; Αν ο Χριστός είναι φως του κόσμου, τότε οπωσδήποτε εκείνοι που δεν τον βλέπουν είναι συγχρόνως τυφλοί˙ αν όμως είναι φως και το Άγιο Πνεύμα, όπως λοιπόν και είναι φως, πώς και λες ότι δεν το βλέπεις αυτό το φως, και νομίζεις ότι είναι μέσα σου ανεπαίσθητα; Αν όμως λες, ότι το Πνεύμα καλύπτεται μέσα σου από τα πάθη, τότε θεωρείς τη θεότητα, χωρίς να γνωρίζεις, ότι είναι περιορισμένη και εξουσιασμένη από την κακία˙ διότι η πονηρή γνώμη είναι σκότος και χωρίς τη σωματική αμαρτία. Εκείνος λοιπόν που λέει ότι έχει μέσα στην
καρδιά του το φως να καλύπτεται από το σκότος των παθών και να μη βλέπετε από τον ίδιο, αυτός λέει ότι το φως εξουσιάζεται από το σκότος, αλλά και διακηρύττει ότι το Άγιο Πνεύμα ψεύδεται, που λέει έτσι: «Και το φως φωτίζει μέσα στο σκότος, και το σκότος δεν το κάλυψε».9 Το Άγιο Πνεύμα λέει ότι το φως δεν καλύπτεται από το σκότος, και εσύ λες ότι καλύπτεται μέσα σου από τη σκοτεινιά των παθών; Γνώρισε λοιπόν τον εαυτό σου πρώτα, όποιος και αν είσαι εσύ που το λες, ότι δηλαδή χωρίς αμφιβολία αμαρτάνεις συνειδητά˙ διότι, αν ομολογείς ότι το σκότος των παθών σκεπάζει το φως, που υπάρχει μέσα σου, τότε καταγγέλλεις και κατηγορείς πρώτα πρώτα τον εαυτό σου, διότι γνωρίζεις ότι κάθεσαι στο σκότος και δουλεύεις στα πάθη, και ότι, αν και έλαβες εξουσία να γίνεις τέκνο του Θεού,10 δηλαδή τέκνο του φωτός, και να είσαι τέκνο της μέρας,11 με το να μείνεις εσύ άπρακτος και αργός, ζεις μέσα σε νύχτα, επειδή δεν θέλεις να σηκωθείς για την εργασία των εντολών του Θεού και να απομακρύνεις το νέφος των παθών, αλλά
περιφρονείς εκείνον που κατέβηκε από τους ουρανούς για τη δική σου σωτηρία, αφήνοντάς τον να βρίσκεται στη ρυπαρή καρδιά σου, σαν μέσα σε βούρκο.

Γι’ αυτό λοιπόν λέει το φως τα εξής: «Από τα λόγια σου θα σε κρίνω, πονηρέ δούλε,12 διότι, όταν ήρθα, όπως εσύ λες, και κατοίκησα μέσα σου εγώ που είμαι απλησίαστος για τις ουράνιες αγγελικές τάξεις, με άφησες, αν και το γνώριζες ο ίδιος, να βρίσκομαι χωμένος κάτω από το σκότος των αμαρτιών σου, όπως το λες ο ίδιος˙ και ενώ εγώ καρτερούσα τόσα χρόνια και περίμενα τη μετάνοιά σου και ανέμενα την εργασία των εντολών μου, δεν θέλησες ως το τέλος ούτε λίγο να με αναζητήσεις, ούτε με λυπήθηκες, όταν εγώ πνιγόμουν και πιεζόμουν μέσα σου, ούτε μα άφησες να βρω τη δραχμή που έχασα,13 εσένα, δηλαδή, επειδή δεν αφέθηκα να αναφθώ και να σε δω και να ιδωθώ από σένα, αλλά αφέθηκα να σκεπάζομαι πάντοτε από τα πάθη που είναι μέσα σου. Φύγε λοιπόν μακριά από μένα, εργάτη της ανομίας, στην αιώνια φωτιά, που είναι ετοιμασμένη για τον διάβολο και τους αγγέλους του˙ επειδή πείνασα τη δική σου επιστροφή και μετάνοια, και δεν μου έδωσες να φάω˙ δίψασα τη σωτηρία σου, και δεν μου έδωσες να πιω˙ ήμουν γυμνός από τις δικές σου
ενάρετες πράξεις, και δεν με έντυσες μ’ αυτές˙ βρισκόμουν μέσα στη στενότατη και βρομερή και σκοτεινή φυλακή της καρδιάς σου, και δεν θέλησες να με επισκεφθείς και να με βγάλεις στο φως˙ γνώριζες ότι ήμουν κατάκοιτος από την αρρώστια της ραθυμίας και της απραξίας σου, και δεν με υπηρέτησες14 με τα αγαθά σου έργα και τις αγαθές σου πράξεις. Λοιπόν, φύγε μακριά από μένα».

Υποσημειώσεις.

1. Ματθ. 25, 24-30
2. Αρραβωνικά στεφάνια˙ η πρόγευση της δόξας της βασιλείας των ουρανών.
3. Μηνολόγιον, Μηνί Μαρτίω 9, PG 117, 345A –B
4. Δεκεμβρίου 13, Άθλησις των αγίων μαρτύρων Ευστρατίου κλπ., 9 και 7, PG 116, 476D – 477Α και 476Α
5. Πρβ. Ιακ. 2, 20 πρβ. Γ’ Βασ’. 19, 18. Ρωμ. 11,4
6. Πρβ. Ρωμ. 13,14
7. Πρβ. Β’ Κορ. 1,9
8. Ιω. 8, 12
9. Ιω. 1,5
10. Ιω. 1, 12
11. Πρβ. Α’ Θεσ’. 5,5
12. Λουκ. 19,22
13. Πρβ. Λουκ. 15, 8-9
14. Πρβ. Ματθ. 25, 41-43

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός δέκατος (Α’): «Για τη μέλλουσα Κρίση” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δέκατος (Β’): «Για τη μέλλουσα Κρίση” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δέκατος (Γ’): «Για τη μέλλουσα Κρίση” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.