Ο Αγιος Ευμένιος, ο φιλακόλουθος Ιερεύς – Μοναχού Σίμωνος του Αγιορείτου.

Ο πλέον φιλακόλουθος ιερεύς

«ΗΤΑΝ Ο ΠΛΕΟΝ φιλακόλουθος ιερεύς, που γνώρισα στην ζωή μου. Αρκεί να ξέρουμε, ότι το καθημερινό του πρόγραμμα το ασκούσαν, όπως μου έλεγε, στον Άγιο Νικήτα, ένα ασκητομονάστηρο, όπως κατάλαβα. Εδιάβαζαν τις Ακολουθίες, δηλαδή οι Ακολουθίες τους ήταν ασκητικού τύπου, λίγα ήταν τα ψαλτικά, το “Κύριε εκέκραξα στον Εσπερινό. Τα υπόλοιπα όλα ήταν διαβαστικά και, καθημερινά, ο Γέροντας είχε πολλά να διαβάσει. Από εμπειρία το λέω, διότι όταν κατάλαβα την αξία της αναγνώσεως όλων αυτών των Ακολουθιών, μεγάλωσε μέσα μου ο πόθος για μοναχισμό. Μαζί με έναν καλό μου φίλο, είχαμε βάλει στόχο να πηγαίνουμε δύο φορές την εβδομάδα, για να τον βοηθούμε. Αισθανόμουν και μια υποχρέωση έναντι του Γέροντος, που μας είχε μάθει τόσα πράγματα. Έτσι αισθανόμουν. Διότι μας βοήθησε πάρα πολύ σ’ εκείνα τα χρόνια τα νεανικά, τα φοιτητικά, και παίρναμε κι εμείς πολλή βοήθεια από αυτές τίς Ακολουθίες. Τουλάχιστον αυτό, που ζήσαμε εμείς εκεί, ήταν η Ακολουθία που έκαμε αυτός ο άνθρωπος του Θεού.

Άρχιζε με την Ενάτη, με τον Εσπερινό, μετά το Απόδειπνό, τους Χαιρετισμούς, θα έβαζε αν θα λειτουργούσε και την Ακολουθία της Μεταλήψεως. Μετά συνέχιζε με όλες τίς Ώρες, διάβαζε τον Όρθρο. Όλα αυτά γίνονταν από ώρα 5η απογευματινή έως 10η βραδινή. Δηλαδή, θέλαμε πέντε ώρες. Τα Ψαλτήρια, τα Καθίσματα της ημέρας.

Του άρεσε επίσης πολύ να διαβάζει τις Ακολουθίες, που είναι στο πίσω μέρος του Μεγάλου Ωρολογίου, δηλαδή την Ακολουθία στον Ιησού, τον Κανόνα εις τον Φύλακα Άγγελο και τον Κανόνα εις Αγίους Πάντες. Και ψέλναμε ή διαβάζαμε την Παράκληση στους Αγίους Αναργύρους, που ήταν οι Άγιοι του Ναού του, είτε Παράκληση, εάν είχε, εις τον Άγιο της ημέρας. Εάν είχε και Χαιρετισμούς ο Άγιος της ημέρας, τους διαβάζαμε κι αυτούς. Εάν είχε Παρακλητική η περίοδος εκείνη, Παρακλητική. Εάν είχε Τριώδιο, Τριώδιο, αν είχε Πεντηκοστάριο, Πεντηκοστάριο. Μ’ αυτόν τον τρόπο τότε εμείς, νέα παιδιά από τα είκοσι μας χρόνια, μπορέσαμε να γνωρίσουμε όλα τα βιβλία της Εκκλησίας και τα λειτουργικά αναγνώσματα.» [Νεόφυτος, Μητροπολίτης Μόρφου]

Με το κομποσχοίνι στο Ιερό

«ΕΜΕΙΣ, ΝΕΑΡΟΙ τότε, χαιρόμαστε στο ταπεινό αναλόγιο. Διαβάζαμε τους Ψαλμούς και τους Κανόνες, πηδώντας από παραδρομή κάποιο τροπάριο. Τότε, παρενέβαινε από το Ιερό ο σιωπηλός Γέροντας, για να το πούμε.

Μου έκανε εντύπωση αυτή η παρέμβαση, γιατί νόμιζα ότι δεν παρακολουθούσε την ροή των κειμένων, κάνοντας στο Άγιο Βήμα το κομποσχοίνι. Αυστηρός τηρητής του Τυπικού των Ιερών Ακολουθιών, συνδύαζε την αδιάλειπτο νοερά προσευχή με την προσοχή στην τάξι της Θείας Λατρείας.» [Χατζηγεωργίου Μιχαήλ]

«Προσευχόταν στο Ιερό Βήμα με κομποσχοίνι πάντοτε. Στην αρχή, πήγαινα κάθε Σάββατο απόγευμα, να βοηθώ στην Ακολουθία. Αλλά, δυστυχώς, δεν άντεξα. Το στόμα μου και ο λαιμός μου στέγνωναν. Αρχίζαμε Ενάτη ‘Ώρα, Προοιμιακό, Ψαλτήρι και Εσπερινό. Αμέσως μετά, Παράκληση στους Αγίους Αναργύρους και Όρθρος. Το διακόνημα αυτό το άφησα σε άλλα άτομα.» [Καπετανάκης Εμμανουήλ]

«Διάβασε και τούτο, διάβασε κι εκείνο»

«ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ Ευμένιο τον εγνώρισα σε ηλικία δώδεκα ετών. Ολοφώτεινο πρόσωπο. Ήσυχος. Καθόταν στην καρέκλα του, δίπλα σε κάποιον άρρωστο, που έφευγε. Ήσυχος, γαλήνιος, σιωπηλός, αμίλητος. Περιποιόταν τον άρρωστο, συνεχώς, σηκωνόταν, τον βοηθούσε, καθόταν πάλι, έφευγε, πήγαινε στην εκκλησία, χτυπούσε την καμπάνα, άρχιζε την Ακολουθία. Κρατούσε στο ένα χέρι ένα κερί και άρχιζε να ανάβει τα καντήλια με χαρά, συγχρόνως έκανε τίς αιτήσεις, πήγαινε από την μια εικόνα στην άλλη, σαν σε φίλους του, λαδωνόταν, σκούπιζε τα χέρια του και πάλι. “Διάβασε και τούτο, διάβασε κι εκείνο…, μου έλεγε, κι εκεί που νόμιζα ότι τελείωνε η Ακολουθία, πάλι κάτι νέο εύρισκε και, αφού τέλος πάντων τελειώναμε, φεύγαμε. Μπαίναμε μέρα, βγαίναμε νύχτα. Εκλείδωνε την εκκλησία και πάλι πήγαινε στους αρρώστους.» [π. Ευάγγελος Παπανικολάου]

Έθυμιάτιζε ένα τέταρτο!

«ΚΑΠΟΤΕ, ΠΕΡΙ το 1979, συναντηθήκαμε με τον πατέρα Ευμένιο στο Άγιον Όρος, το οποίο επισκεπτόταν συχνά. Καθόμουν στο στασίδι μου, στον έξω νάρθηκα του Αγίου Παύλου, εκείνος λειτουργούσε στον κυρίως ναό. Ήρθε η ώρα του Χερουβικού, θυμιάτιζε το Ιερό, τις Δεσποτικές εικόνες και άρχισε να λιβανίζει τους πάντες. Βγήκε στον νάρθηκα, πέρασε στον έξω νάρθηκα, έλαμπε ολόκληρος. Εθυμιάτιζε μ’ ένα δικό του χαρακτηριστικό τρόπο. Σου κουνούσε το θυμιατό σχεδόν στο πρόσωπο. Έψαλαν οι ψαλτάδες, κοίταζαν οι Πατέρες ο ένας τον άλλον κι εκείνος όλο έλαμπε και εθυμιάτιζε και καθυστερούσε, έφθασε στην πόρτα του έξω νάρθηκα, δίνει μία και βγαίνει έξω. Έλιβάνισε τον έξω κόσμο, επέστρεψε ατάραχος, εθυμιάτισε πάλι τον ναό μέχρι μέσα. Είχε περάσει ένα τέταρτο της ώρας. Κανείς δεν είχε τολμήσει να τον διακόψει.» [π. Ευάγγελος Παπανικολάου]

Από το βιβλίο: Πατήρ Ευμένιος. Ο κρυφός άγιος της εποχής μας. Μοναχού Σίμωνος.

Αθήνα, 2009

Κατηγορίες: Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.