Η κοίμησις της δούλης του Θεού Ρωμύλης – Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

Στις ίδιες επίσης ομιλίες6 θυμάμαι πως διηγήθηκα ένα γεγονός, το οποίο όταν το διηγούμουν, το επιβεβαίωσε και ο αδελφός μας ο πρεσβύτερος Σπεκιώζος,7 ο οποίος και αυτός το γνώριζε: Τον καιρό που πρωτοπήγα στο μοναστήρι8 μία γερόντισσα, ονόματι Ρεδέμπτα,9 αφιερωμένη στο μοναχικό σχήμα, έμενε στην πόλη μας αυτή κοντά στην εκκλησία της μακαρίας Αειπαρθένου Μαρίας.10 Αυτή είχε διατελέσει μαθήτρια εκείνης της Ηρουνδώς,11 η οποία με μεγάλες αρετές και δυνάμεις λέγεται πως πέρασε ζωή ερημιτική στα όρη της Πραινέστου.12

Η Ρεδέμπτα είχε δύο μαθήτριες στο ιερό αυτό σχήμα: μία ονόματι Ρωμήλη,13 και άλλη μία, η οποία ζει μέχρι σήμερα, και την οποία γνωρίζω βέβαια στην όψη, αλλά δεν ξέρω το όνομά της. Συμβιώνοντας λοιπόν οι τρεις αυτές στο ίδιο οίκημα, περνούσαν ζωή γεμάτη από πλούτη αρετών, αλλά όμως πτωχή από αγαθά του κόσμου. Αυτή η Ρωμύλη, που προανέφερα, ξεπερνούσε πολύ κατά την αξία την άλλη παραδελφή της, που είπαμε. Ήταν πράγματι θαυμαστής υπομονής, άκρας υπακοής, ακοίμητος φρουρός της σιωπής του στόματός της, εξαιρετικά επιμελής στην καλλιέργεια της συνεχούς ευχής.

Όμως πολλές φορές αυτοί, που οι άνθρωποι τους θεωρούν ήδη τελείους, στα μάτια του Υψίστου Πλάστου έχουν ακόμα κάποιες ατέλειες. Εμείς οι αμύητοι άνθρωποι συχνά κοιτάμε τα μη τελείως σκαλισμένα αγαλμάτια και τα επαινούμε σαν ήδη τέλεια. Όμως ο τεχνίτης ακόμα τα επεξεργάζεται και τα ξύνει, ακούει που οι άλλοι ήδη τα επαινούν και ωστόσο αυτός δεν σταματάει να κτυπάει για να τα καλυτερεύσει. Έτσι και η Ρωμύλη, που προαναφέραμε, επλήγη από την ασθένεια του σώματος, την οποία οι γιατροί με ελληνική λέξη αποκαλούν «παράλυσιν».14 Μένοντας ξαπλωμένη στο κρεβάτι για πολλά χρόνια, σταμάτησε σχεδόν κάθε λειτουργία των μελών της. Ωστόσο ούτε αυτές οι μάστιγες οδήγησαν τον λογισμό της στην ανυπομονησία. Η ίδια η βλάβη των μελών της κατέληξε να γίνει προκοπή αρετών, γιατί τόσο επιμελέστερα επιδιδόταν στην καλλιέργεια της ευχής, όσο και τίποτε άλλο δεν είχε τη δυνατότητα να κάνει.

Κάποια νύκτα λοιπόν φώναξε την Ρεδέμπτα, που είπα προηγουμένως, η οποία ανέτρεφε και τις δύο μαθήτριές της σαν δικές της κόρες, λέγοντας: «Μητέρα, έλα. Μητέρα έλα». Αυτή αμέσως σηκώθηκε μαζί με την άλλη παραδελφή εκείνης – όπως από τις διηγήσεις και των δύο έγινε γνωστό το περιστατικό σε πολλούς, και εγώ επίσης εκείνο τον καιρό το έμαθα.

Τα μεσάνυκτα, ενώ βρισκόντουσαν δίπλα στο κρεβάτι της κατάκοιτης, ξαφνικά φως σταλμένο από τον ουρανό γέμισε κάθε χώρο του μικρού οικίσκου, και ασπραποβόλησε μια λάμψη τέτοιας φωτεινότητας, που ανείπωτος φόβος διαπέρασε τις καρδιές των παρευρισκομένων. Όπως οι ίδιες αργότερα διηγούνταν, πάγωσε ολόκληρο το σώμα τους και απέμειναν ξαφνικά επί τόπου θαμπωμένες. Άρχισε να ακούγεται ήχος σαν να έμπαινε μέσα πλήθος πολύ, και η είσοδος του οικίσκου σειόταν σαν να συνθλιβόταν από τις μάζες των εισερχομένων. Όπως έλεγαν, αισθανόντουσαν πλήθος να εισέρχεται, αλλά άπο την υπερβολή του φόβου και του φωτός δεν μπορούσαν να δουν, γιατί τα μάτια τους τα είχε πλακώσει ο φόβος και τα είχε θαμπώσει η ακτινοβολία τόσου φωτός. Το φως αυτό αμέσως το ακολούθησε οσμή θαυμαστής ευωδίας, έτσι ώστε και αν την τρόμαξε την ψυχή τους το εκπεμπόμενο φως, την ανέθαλπε όμως η γλυκύτητα της ευωδίας.

Αλλά καθώς αυτές δεν μπορούσαν να αντέξουν την ένταση αυτής της λάμψεως, άρχισε η Ρωμύλα να παρηγορεί με φιλόφρονα τόνο φωνής την δικιά της διδασκάλισσα της χρηστοηθείας Ρεδέμπτα, που στεκόταν δίπλα και έτρεμε, λέγοντας: «Μη φοβάσαι, μητέρα. Δεν πεθαίνω αμέσως». Και ενώ το επαναλάμβανε αυτό συνέχεια, λίγο – λίγο το εκπεμπόμενο φως αποτραβήχτηκε, αλλά η ευωδία που το ακολούθησε παρέμεινε. Έτσι πέρασε δεύτερη και τρίτη ημέρα και η σκορπισμένη οσμή ευωδίας παρέμενε.

Την τέταρτη νύκτα φώναξε ξανά την διδασκάλισσά της. Σαν ήρθε, ζήτησε εφόδιο για τον δρόμο, το οποίο και πήρε. Δεν είχαν ακόμα απομακρυνθεί από το κρεβάτι της κατάκοιτης η Ρεδέμπτα και η άλλη μαθήτριά της, όταν ξαφνικά στην πλατεία μπροστά στην είσοδο αυτού του οικίσκου στάθηκαν δύο χοροί ψαλλόντων. Όπως έλεγαν, διέκριναν φωνές και των δύο φύλων: οι άνδρες έλεγαν τις ωδές της ψαλμωδίας και οι γυναίκες αντιφωνούσαν. Κι ενώ μπροστά στην πόρτα του οικίσκου εόρταζε η ουράνια πομπή, η αγία εκείνη ψυχή λύθηκε από τη σάρκα. Καθώς οδηγούνταν αυτή στον ουρανό, όσο ψηλότερα ανέβαιναν οι χοροί των ψαλλόντων, τόσο σιγανότερα άρχισε να ακούγεται η ψαλμωδία, έως ότου ξεμακρυσμένος πια ο ήχος της ψαλμωδίας και η γλυκύτητα της ευωδίας έσβησαν.

Υποσημειώσεις.

6. Στην Ομιλία στα Ευαγγέλια 40.
7. Διάφορος από αυτόν στο κεφάλαιο 9, γνωστός τα εκκλησιαστικά πράγματα της εποχής.
8. Δηλ. πριν 20 χρόνια, το 574.
9. Redempta (= Λελυτρωμένη), αναφέρεται, μαζί και με τις άλλες δύο παρακάτω, στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 23 Ιουλίου.
10. Όπως και η Γρηγορία (ΙΙΙ, 14, 1) Ρώμης. Είναι ο ναός ο ονομαζόμενος αγία Μαρία Μείζων, ένα από τα μεγάλα μνημεία της Ρώμης μέχρι σήμερα.
11. Herundo ( Ο Ζαχαρίας μεταφράζει Ιρουνδίνη).
12 Βλ. ΙΙΙ, 23 και χάρτη Ε7.
13. Romula. Για να συλλάβει ο αναγνώστης την έκταση της μοναστικής κίνησης στην περιοχή τα χρόνια εκείνα, σημειώνουμε ότι ο άγ. Γρηγόριος αναφέρει αλλού, πως στους καταλόγους για τις ελεημοσύνες της εκκλησίας της Ρώμης ήταν γραμμένες 3.000 μονάστριες.
14. “Paralysin”, ιατρικός όρος που σημαίνει ό,τι και σήμερα. Παρομοίως είδαμε τις ελληνικές λέξεις «sincopin (III, 33, 7) “freneticum (III, 35, 3), “paralticus” (IV, 15, 2)
15. Viaticum, εννοεί την Θ. Κοινωνία.

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.