Ο Αγιος Χρυσόστομος Σμύρνης για την δολοφονία του Αιμιλιανού Γρεβενών – Αθανασίου Μπιλιανού.

-«Ζηλεύω εκείνους που θυσιάζονται για την ιδέα του Χριστού και του Έθνους».

Τον Οκτώβριο του 1911 ένα αποτρόπαιο γεγονός επρόκειτο να συγκλονίσει τον ελεύθερο και υπόδουλο Ελληνισμό. Στις 6 Οκτωβρίου 1911 βρέθηκε άγρια δολοφονημένος ο μόλις τριάντα τεσσάρων ετών μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός Λαζαρίδης (1877-1911). Γεννημένος στα Πέρματα Ικονίου της Μικράς Ασίας, κωμόπολη Ελλήνων τουρκόφωνων ορθόδοξων (Καραμανλήδων), ο ιεράρχης είχε σπουδάσει στη θεολογική σχολή της Χάλκης και έπειτα είχε υπηρετήσει στις Μητροπόλεις Κυζίκου και Θεσσαλονίκης. Το 1906 εξελέγη επίσκοπος Πέτρας και διετέλεσε βοηθός επίσκοπος των Μητροπόλεων Πελαγονίας και Ξάνθης. Στις 16 Μαρτίου 1910, ανεδείχθη μητροπολίτης Γρεβενών διαδεχόμενος τον Αγαθάγγελο Κωνσταντινίδη, ο οποίος λίγες μέρες νωρίτερα είχε τοποθετηθεί στη μητρόπολη Δράμας, μετά την μετάθεση του Χρυσοστόμου στη Μητρόπολη Σμύρνης.1

Όπως αποδείχθηκε, ο αοίδιμος ιεράρχης κατακρεουργήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1911 μαζί με δύο συνοδούς του, τον διάκονο Δημήτριο Αναγνώστου (Γεωργιάδη) και τον συνοδό – αγωγιάτη Αθανάσιο Φασούλα, όταν έπεσαν σε ενέδρα τουρκορουμανικής συμμορίας κομιτατζήδων στο δάσος ανάμεσα στα χωριά Σνίχοβο (Δεσπότης) και Γκριντάδες (Αιμιλιανός) της επαρχίας Γρεβενών. Οι άνδρες των αιμάτων συνέλαβαν τους τρεις μάρτυρες και, αφού τους βασάνισαν σκληρά, τους κατέσφαξαν.

Την ημέρα εκείνη, ο εθνομάρτυρας ιεράρχης μετέβαινε με τη συνοδεία του στο χωριό Γκριντάδες, όπου την επομένη, Κυριακή 2 Οκτωβρίου 1911, επρόκειτο να «λειτουργήση και εγκαρδιώση το εκεί ποίμνιό του».2 Η κηδεία του Αιμιλιανού τελέστηκε την Κυριακή 9 Οκτωβρίου 1911 στα Γρεβενά, σε κλίμα ανείπωτου θρήνου και βαρύτατου πένθους.

Η δολοφονία του νεότατου ιεράρχη της Μακεδονίας προκάλεσε πολλή θλίψη και πόνο. Δημοσιεύματα της εποχής επανέφεραν στο προσκήνιο τα δεινά του Μακεδονικού Ελληνισμού, σε μια περίοδο κατά την οποία είχε τερματιστεί φαινομενικά ο ένοπλος αγώνας στη Μακεδονία.

Μια από τις μεγαλύτερες εκδηλώσεις τιμής και μνήμης για τον μακαριστό Μητροπολίτη Γρεβενών πραγματοποιήθηκε στη Σμύρνη και έλαβε τη μορφή παλλαϊκής διαμαρτυρίας εκ μέρους της ελληνορθόδοξης κοινότητας της πόλης. Την Κυριακή 16 Οκτωβρίου 1911 τελέστηκε στον ναό της αγίας Φωτεινής αρχιερατικό συλλείτουργο, προεξάρχοντος του Χρυσοστόμου και συνιερουργούντων των μητροπολιτών Βάρνης Ιωάννου και Κώου Αγαθαγγέλου, παρισταμένου δε και του επισκόπου Τράλλεων Χρυσοστόμου, συμμαθητή του Αιμιλιανού στη Σχολή της Χάλκης, ο οποίος εκφώνησε από άμβωνος τον επιμνημόσυνο λόγο.

Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας και του μνημοσύνου, ο Χρυσόστομος μίλησε στον κόσμο που είχε κατακλύσει τον αυλόγυρο της εκκλησίας, λέγοντας τα εξής: «Χριστιανοί αδελφοί, πριν εν ειρήνη απέλθητε έκαστος εις τα ίδια μετά την επιτέλεσιν τόσον ιερού και επιβεβλημένου καθήκοντος, και μετά τους όντως εξαιρέτους και σημαντικούς λόγους του αξίου της ημέρας ρήτορος και πανηγυριστού, ακούσατε και τους εμούς ολίγους τούτους λόγους.

Έκαστος να μεταβή εις τα ίδια, φέρων όχι άλγος και πένθος εν τη ψυχή αλλά συναισθήματα εθνικής υπερηφανείας, εγκαυχήσεως και χαράς πνευματικής. Τοιαύτα γεγονότα φρικαλέα, οποία η άνανδρος δολοφονία ενός μάρτυρος Ιεράρχου, δια την οποίαν ορθούνται εκ της φρικιάσεως και της αγανακτήσεως αι τρίχες του ανθρώπου, είνε δια τους χαρακτήρας των λαών τα ισχυρότατα τονωτικά και ρωστικά φάρμακα, αυτά είνε γεγονότα ασυλλήπτου και αφθάστου μεγαλείου, διότι αποδεικνύουσι πασιφανώς ότι επαναστρέφουσιν οι αρχαίοι χρόνοι της εκκλησίας μας, ότι αναβιούσι και εν τοις σημερινοίς χρόνοις αυτής της θρησκευτικής ψυχρότητος και πεζότητος αι γενέθλιοι ημέραι των πάλαι ποτέ διαλαμψάντων χριστιανών μας, μαρτύρων εκείνων, όσοι ενώ τας μεγίστας και καλλίστας ζώντες παρέσχον εις τον κόσμον υπηρεσίας, απέθανον μολαταύτα εν μέσω των σκληροτάτων βασάνων της ζωής, περιβεβλημένοι τον αμαράντινον της δόξης στέφανον του μαρτυρίου.

Τα βαρυσήμαντα δια τας τύχας των λαών ταύτα γεγονότα πρέπει να τα υποδεχώμεθα μετά υψηλόφρονος θάρρους και αληθούς εγκαυχήσεως, όπως ποτέ οι παλαιοί χριστιανοί υποδέχοντο ταύτα προσερχόμενα πλήρεις πίστεως και ελπίδος και χαράς περί τους τάφους των χριστιανών μαρτύρων˙ προσευχόμενοι δ’ επ’ αυτών ήντλουν θάρρος και αυταπάρνησιν και άλλα μέγιστα και κάλλιστα διδάγματα, άτινα ως πολύτιμόν τινά κληρονομίαν τοις κατέλιπεν ο επώδυνος μεν ίσως δια τους μάρτυρας αλλά ζωηφόρος δια την εκκλησίαν και τους πιστούς θάνατος των γενναίων εκείνων και μεγάλων της πίστεως ηρώων.

Δια τους αειμνήστους δε μητροπολίτην, διάκονον και πιστόν του καθήκοντος υπηρέτην, τους βαπτισθέντας το βάπτισμα του αίματος, τους πιόντας το ποτήριον του Κυρίου και τα γενέθλιά των συστήσαντος, θλίψις και πένθος είνέ τι ακατανόητον. Αυτοί νυν εδοξάσθησαν, και μεγάλοι μεγαλωστί εισήλθον εις το εθνικόν μας πάνθεον, και εις το μέγα Ηρώον των υπέρ πίστεως πιπτόντων καλλινίκων της Εκκλησίας μαρτύρων και αθλητών. Σήμερον πάσα ορθόδοξος ελληνική ψυχή έγινε δι’ αυτούς τάφος, τάφος του οποίου την κυπάρισσον της δόξης καταρδεύει όχι το δάκρυ της λύπης, αλλά το άρωμα της ευγνωμοσύνης της πανταχού ομογενείας. Δια τούτο ημείς πάντες συνήλθομεν σήμερον ίνα προσφέρωμεν τας χρεωστουμένας τιμάς εις τους εν ταις αγκάλαις της ορθοδόξου πίστεως και χάριν της ορθοδόξου πίστεως πεσόντας και επί του ιερού βωμού της πατρίδος προσενεγκόντας εαυτούς καλλιεργήματα και ολοκαρπώσεις τω Κυρίω δεκτάς.

Αι δάφναι και αι κυπάρισσοι και αι μυρσίναι των μακεδονικών δασών και δρυμώνων, αίτινες παρίσταντο άφωνοι και σιωπηλοί μάρτυρες τοιαύτης απαισίου τραγωδίας, ότε ως αλάστορες δαίμονες της κολάσεως εξώρμων εκ του μέσου αυτών οι επικατάρατοι εκείνοι δολοφόνοι, όλαι αυταί αι μυρσίναι και δάφναι αναπλέκονται νυν εις στεφάνους, δια των οποίων η ευγνωμονούσα του γένους ψυχή καταστέφει τας κορυφάς των.

Τιμή και δόξα εις τους γενναίως πεσόντας υπέρ της πατρώας ευσεβείας και πίστεως!

Αν δια την εκκλησίαν και το γένος μας χρυσοί χρόνοι ήσαν εκείνοι, ότε δεν εβασίλευεν ο χρυσός, άλλ’ εβασίλευεν ο σίδηρος και η μάχαιρα, τιμή και δόξα δια την εκκλησίαν και το γένος μας, διότι οι χρυσοί ούτοι χρόνοι επαναστρέφουσι και πάλιν εις τα οπίσω, και αποδεικνύεται ούτω περιφανώς ότι και νυν η εκκλησία μας είνε ό,τι αρχήθεν ήτο, ήτοι η εκκλησία των μαρτύρων η αληθώς στρατευομένη την καλήν στρατείαν εκκλησία, εις ην ηυδόκησεν ο Θεός να δώση την βασιλείαν της αληθείας, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της δόξης και της τιμής.

Ημίν, αδελφοί, εξ όλων εχαρίσθη όχι μόνον το εις Χριστόν ορθώς πιστεύειν, αλλά και το υπέρ Αυτού αγογγύστως πάσχειν και το υπέρ Αυτού γενναίως μαρτυρείν και το ενδόξως αποθνήσκειν! Ημείς εσμέν οι εν παντί καιρώ και τόπω και πάση ώρα «θλιβόμενοι άλλ’ ου στενοχωρούομενοι, απορούμενοι άλλ’ ουκ εξαπορούμενοι, διωκόμενοι άλλ’ ουκ εγκαταλειπόμενοι, οι πάντοτε την νέκρωσιν και τον θάνατον του Κυρίου εν τω σώματι της Εκκλησίας και του γένους ημών περιφέροντες» (Β’ Κορ. δ’ 8-10)˙ ημείς εσμέν όσοι λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν, θανατούμενοι και πάλιν ζώντες εις μαρτύριον τοις έθνεσι, λόγον ζωής εν τω κόσμω επέχοντες, ως λέγει ο απόστολος. Δι’ ο εγκαυχάσθε αδελφοί, και χαίρετε εν Κυρίω, και ο Κύριος ην, έστι και έσται μεθ’ ημών.

Αιμιλιανού του αειμνήστου ιεράρχου, και του πιστού αυτού διακόνου και του χρηστού αυτού υπαλλήλου αιωνία η μνήμη!»3

Στη συνέχεια, ο μητροπολίτης ανέγνωσε δύο τηλεγραφήματα, με τα οποία η ελληνική κοινότητα Σμύρνης συμπαρίστατο στο πένθος της μεγάλης εκκλησίας και τη θλίψη της πνευματικής τροφού του αοιδίμου ιεράρχη θεολογικής σχολής της Χάλκης.

Η αγάπη και ο θαυμασμός του Χρυσοστόμου για τους μάρτυρες της εκκλησίας ήταν έκφραση και στάση ζωής. Τις μέρες της δολοφονίας του μητροπολίτη Γρεβενών, ο άγιος είχε εκμυστηρευτεί στον εκδότη της Αμάλθειας Σωκράτη Σολομωνίδη:
-«Ζηλεύω εκείνους που θυσιάζονται για την ιδέα του Χριστού και του Έθνους».4

Λίγα χρόνια αργότερα, ο Χρυσόστομος επρόκειτο να λάβει και αυτός «δια ξίφους» τον αμαράντινον της δόξης στέφανον, μιμούμενος τις στρατιές των μαρτύρων της εκκλησίας, με τελευταίο τότε παράδειγμα τον μαρτυρικό θάνατο του μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού.

Υποσημειώσεις.

1. ΕΑ Λ (1910) 82-84
2. Αμάλθεια, αριθ. 10007/13 (26).10.1911.
3. Ιερός Πολύκαρπος, έτος Α’, Σμύρνη 22 Οκτωβρίου 1911, αριθ. 29 σσ’. 459-460. – Πρβλ. Αμάλθεια, αριθ. 10010/18(31).10.1911 & Λοβέρδος, ό. π., σσ’. 150-151
4. Σολομωνίδη, ό.π., σ. 126

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.