Ο Αγιος Ευμένιος ως ιερεύς – Σίμωνος μοναχού του Αγιορείτου.

ΙΕΡΕΥΣ ΚΑΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗ

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ, το έτος 1975 και σε ηλικία σαράντα τεσσάρων ετών, χειροτονήθηκε εις πρεσβύτερον από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Τιμόθεο και έλαβε το όνομα Ευμένιος. Έτσι, εκπληρώθηκε και η προφητεία της Κυρίας Θεοτόκου, η οποία του είπε ότι « Εσύ, παιδί μου, μια μέρα, θα γίνεις ιερεύς».

Ή χειροτονία του έγινε στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, την Κρήτη, στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Καλυβιανής. Κατά την ώρα της χειροτονίας του, πετούσε από την χαρά του. Και όταν τον έντυνε ιερέα ο Επίσκοπος, σε κάθε άμφιο φώναζε «άξιος». Ό πρώτος, που φώναζε το «άξιος, άξιος», ήτο ο πατήρ Ευμένιος.

Η εμφάνιση του πατρός Ευμενίου απέπνεε μιά σεμνότητα και μια ιεροπρέπεια. Εσέβετο δέ και ετιμούσε όλες τις εκκλησιαστικές αρχές. Όταν πηγαίναμε κάπου με το αυτοκίνητο και καθ’ οδόν αλλάζαμε Μητροπολιτική περιφέρεια, ο Παππούλης αμέσως έψελνε την φήμη του οικείου Μητροπολίτου.

Έγραψε χρυσή ιστορία

«ΩΣ ΙΕΡΕΑ τον βρίσκουμε στο Λοιμωδών και στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Εκεί εργάσθηκε άοκνα και έγραψε μια χρυσή ιστορία. Διακρίθηκε ως άριστος λειτουργός του Υψίστου, ως λίαν ικανός πνευματικός, ως προσωποποίηση της αγάπης και της φιλοξενίας.

Το κελί του, άμισθον πνευματικόν ιατρείον. Εκεί κατέφθανε ο κάθε κουρασμένος οδοιπόρος, διά να βρει μία θαυμάσια πνευματική όαση. Πλήθος κόσμου έφθαναν κοντά του, αρχιερείς, ιερομόναχοι, ιερείς, μοναχοί και μοναχές, λαϊκοί, με σκοπόν να αποθέσουν το βάρος των αμαρτιών τους και να φύγουν ανάλαφροι, πνευματικά και σωματικά.

Έφθασε σε μέτρα αρετής και τελειότητας, διότι ήξερε ο ίδιος να γονατίζει σε πετραχήλι και να ζητά το έλεος του Θεού. Γέροντάς του ήτο ο π. Ιερόθεος Κωστομανωλάκης. Τον σεβόταν και τον αγαπούσε πολύ. Όταν κάποτε αρρώστησε, τον διάβασε και τον έκανε καλά. Του είχε μεγάλη υποχρέωση.» [Καπετανάκης Εμμανουήλ]

Ο πατήρ Ευμένιος ως νέος ιερεύς

Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Φουντουλάκης, ένας από τους ασθενείς και συνεργάτης του Παππούλη στον ναό, μας έλεγε για τον πατέρα Ευμένιο: «Ως ιερεύς, από την πρώτη ημέρα, πήρε την υπόθεση των Αγίων Αναργύρων στα χέρια του. Το νοσοκομείο διώρισε τριμελή επιτροπή από αρρώστους, για να διαχειρίζονται τις ανάγκες της εκκλησίας.

Είμαι απόλυτα βέβαιος, ότι δεν έφαγε ούτε σπατάλησε μία δραχμή της εκκλησίας. Τα μάζευε και έβαψε και συντήρησε την εκκλησία. Πλακόστρωσε τον περίβολό της. Έβαλε πολύ κόπο και μόχθο, για να το καταφέρει. Εργαζόταν την νύκτα μόνος του, για να στρώσει και για να ισιώσει τον περίβολο. Τα λόγια του ήταν λίγα. Εργαζόταν σκληρά όλη την ημέρα, άλλοτε κάνοντας λιβάνι και διαθέτοντάς το σε εκκλησίες και χριστιανούς, και άλλοτε πάλι φτιάχνοντας εικόνες. Είχε γεμίσει το Κέντρο Χανσενικών με εικόνες και πολλά άλλα ιδρύματα κατεκόσμησε.

Συνεργάστηκα έξι χρόνια μαζί του. Οι δυό μας κάναμε τους Έράνους της Αγάπης και του Ερυθρού Σταυρού. Την έπομένη της συλλογής, κατέθετε τα χρήματα στον προορισμό τους και τοιχοκολλούσε στην πόρτα της εκκλησίας την απόδειξη, που του έδιναν. Στις λειτουργίες του δεν ξεστράτιζε ούτε ένα σίγμα από το τυπικό. Γράμματα δεν ήξερε. Ένας δάσκαλος άρρωστος του έμαθε γραφή και ανάγνωση. Ό δάσκαλος αυτός ήταν δεξιός ψάλτης και συνεργαζόταν με τον πατέρα Ευμένιο, όταν πρωτοπήγε στο νοσοκομείο ως νεαρός μοναχός.

Ήταν λιγομίλητος, εφάρμοζε τον αγιορείτικο μοναχικό τρόπο ζωής. Με την σιωπή του επικοινωνούσε τις περισσότερες φορές. Γι’ αυτό, όσοι δεν τον ήξεραν, τον θεωρούσαν απόμακρο.

Είχε βαθιά πίστη. Τον χαιρόμουν όταν, κάθε Σάββατο απόγευμα, έπαιρνε παραμάσχαλα, κάτω από το ράσο, ένα παλιό πετραχήλι και το ευχητάριο και ανηφόριζε για τα κτίρια, όπου έμεναν οι άρρωστοι. Μεταξύ αυτών υπήρχαν και κατάκοιτοι στους θαλάμους ή στα δωμάτια. Τους επισκεπτόταν, λοιπόν, και τους έλεγε λίγα παρηγορητικά λόγια και τους ρωτούσε μήπως ήθελαν να μεταλάβουν. Όσους ήθελαν, έβαζε το πετραχήλι και τους εξομολογούσε, τους έδινε την ευχή.

Κάθε Κυριακή, ο πατήρ Ευμένιος, έχοντας μπροστά τον Μανωλάκη, νεαρό ασθενή, με το φαναράκι και κρατώντας υψωμένο το Δισκοπότηρο στο ύψος του μετώπου του, ανηφόριζε για τους θαλάμους. Ό αέρας ανέμιζε τα άμφιά του σαν βυζαντινές σημαίες και όλοι στο νοσοκομείο στέκονταν ευλαβικά ακίνητοι, μέχρις ότου επιστρέψει στους Αγίους Αναργύρους. Ήταν στιγμές, που έφερναν ρίγη, ακόμα και στους άθεους. Μπορεί μέσα στο νοσοκομείο να υπήρχε πόνος, αλλά τους υπενθύμιζε ότι υπάρχει και Θεός ελέους.» [Φουντουλάκης Γεώργιος]

Από το βιβλίο: Πατήρ Ευμένιος. Ο κρυφός άγιος της εποχής μας. Μοναχού Σίμωνος.

Αθήνα, 2009

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.