Οι πρώτες διώξεις του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης το 1911 – Αθανασίου Μπιλιανού.

Στις 23 Απριλίου 1911 ο Χρυσόστομος λειτούργησε στον ιερό ναό του αγίου Γεωργίου Σμύρνης. Στο τέλος της πανηγυρικής θείας λειτουργίας ο Μητροπολίτης αναφέρθηκε στον Μεγαλομάρτυρα άγιο Γεώργιο, τον μέγιστο αθλητή και ήρωα «της Ορθοδόξου Χριστιανικής ημών πίστεως», τον υιό της Αναστάσεως, ο οποίος «εν μέσω σκληροτάτων και αφορήτων βασάνων απέθανε θάνατον».
Η ομιλία του ιεράρχη έκλεισε με μια εγκωμιαστική αναφορά στο πρόσωπο του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Α’, ο οποίος την ημέρα εκείνη είχε τα ονομαστήριά του. Ο Χρυσόστομος μίλησε για τον Βασιλέα των Ελλήνων στον οποίο οι απανταχού ομογενείς έτρεφαν απεριόριστη ευγνωμοσύνη και θαυμασμό, για τη συνετή, δίκαιη και μακροχρόνια βασιλεία του.1
Να σημειωθεί πως οι εκδηλώσεις προς τιμήν του Γεωργίου Α’, επ’ ευκαιρία της ονομαστικής εορτής του, ήταν ένα γεγονός κατ’ έτος επαναλαμβανόμενο στις επαρχίες του υπόδουλου Ελληνισμού και ασφαλώς τελούσε υπό την έγκριση και άδεια των τουρκικών αρχών. Παρόμοιες εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν στη Σμύρνη και για άλλα πρόσωπα βασιλέων, με κορυφαία την επέτειο ανάρρησης στον θρόνο του Σουλτάνου, καθώς και την εορτή προς τιμήν του Τσάρου της Ρωσίας.2 Επίσης, κατά τις εορταστικές αυτές εκδηλώσεις γινόταν σημαιοστολισμός με τουρκικές, ελληνικές ή ρωσικές σημαίες, ανάλογα με την περίσταση, χωρίς αυτό να δημιουργεί πρόβλημα στις τοπικές αρχές.
Στις 25 Απριλίου 1911 ο νομάρχης της Σμύρνης Ναζίμ πασάς κατηγόρησε τον Χρυσόστομο ότι ο πανηγυρίζων ναός του αγίου Γεωργίου είχε στολιστεί με ελληνικές σημαίες. Την επομένη η καταγγελία εμπλουτίστηκε και με άλλες κατηγορίες. Αρχικά, ότι κατά την εορτή του Γεωργίου Α’, μαθητές των ελληνικών εκπαιδευτηρίων είχαν λάβει μέρος στη θεία λειτουργία φέροντας επί του στήθους τα χρώματα της κυανόλευκης, ότι ο ιεράρχης εμπόδιζε τους μαθητές των κοινοτικών σχολείων να συμμετέχουν σε αντίστοιχες τουρκικές εορτές, όπως αυτή της επετείου ανάρρησης στον θρόνο του Μεχμέτ Ρεσάτ Ε’, και τέλος ότι διόριζε στα ελληνικά σχολεία της Σμύρνης δασκάλους Έλληνες υπηκόους. Η αναφορά προς την κυβέρνηση έκλεινε με την απόφαση του νομάρχη να αποκλείσει τον μητροπολίτη Σμύρνης από το διοικητικό συμβούλιο της πόλης ως εκπρόσωπο της ελληνορθόδοξης κοινότητας.
Οι καταγγελίες εναντίον του Χρυσοστόμου δημοσιεύθηκαν και στον ημερήσιο τουρκικό τύπο. Ο ιεράρχης κατηγορείτο ότι προτρέπει τους Ρωμηούς να αναρτούν ελληνικές σημαίες στις εθνικές εορτές και τα καταστήματά τους και ότι ο λόγος του αντιβαίνει στα αισθήματα αγάπης και αφοσίωσης προς την οθωμανική πατρίδα.
Με επιστολή του στο πατριαρχείο ο μητροπολίτης απάντησε στις κατηγορίες που του αποδίδονταν, ενώ κατήγγειλε τον νομάρχη και τις αρχές της Σμύρνης ότι συκοφαντούσαν τον ίδιο και τους Έλληνες κατοίκους για ανύπαρκτα ζητήματα.
Συγκεκριμένα, ο Χρυσόστομος ανέφερε ότι οι εκδηλώσεις προς τιμήν του Βασιλέως των Ελλήνων είχαν γίνει όπως πάντοτε στον πανηγυρίζοντα ναό του αγίου Γεωργίου με την άδεια των τουρκικών αρχών, ενώ ύστερα από απαίτησή του δεν αναρτήθηκε καμία ελληνική σημαία ούτε εντός του ναού, ούτε στον περίβολο, ούτε στο κωδωνοστάσιο, όπως συνέβαινε κάθε χρόνο την ημέρα αυτή, «πράγμα όπερ απήρερσε μάλιστα τοις πολλοίς».3 Στη συνέχεια διαβεβαίωσε τον πατριάρχη ότι κανείς μαθητής δεν είχε προσέλθει την ημέρα της εορτής του αγίου Γεωργίου στον εν λόγω ναό με τα χρώματα της γαλανόλευκης, οι δε μαθητές των ελληνικών εκπαιδευτηρίων δεν είχαν λάβει μέρος τη χρονιά εκείνη στις εκδηλώσεις προς τιμήν του Σουλτάνου, διότι η επέτειος ανάρρησης του Άνακτα (14η Απριλίου) είχε συμπέσει με τη Διακαινήσιμο εβδομάδα, περίοδο που τα ελληνικά σχολεία της Σμύρνης ήταν κλειστά. Αναφορικά δε με την κατηγορία ότι διόριζε δασκάλους από την Ελλάδα στα σχολεία της πόλης, ο ιεράρχης ανέφερε πως ενεργούσε σύμφωνα με τον κανονισμό των κοινοτικών
σωμάτων, ο οποίος ήταν εγκεκριμένος πολλά χρόνια πριν από τις οθωμανικές αρχές.
Κατά τον Χρυσόστομο, πίσω από την αναπάντεχη αυτή επίθεση και πολεμική εναντίον του κρυβόταν η «επιτροπή των μποϋκοτατζήδων», η οποία είχε εφαρμόσει στη Σμύρνη την πιο σκληρή πολιτική κατα των Ελλήνων. Ένα χρόνο μετά την επιβολή του εμπορικού αποκλεισμού των ελληνικών προϊόντων στο λιμάνι της Σμύρνης, οι τουρκικές αρχές επιχειρούσαν αυτή τη φορά να εκθέσουν την κορυφή της ακμάζουσας ελληνικής κοινότητας της πόλης, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να πλήξουν το γόητρο και τη δύναμη του πολυάριθμου ελληνορθόδοξου στοιχείου της.
Τις επόμενες μέρες εκ μέρους της ελληνικής και της ρωσικής πλευράς αναλήφθηκαν σημαντικές πρωτοβουλίες για την υπεράσπιση του μητροπολίτη Σμύρνης και την εκτόνωση της κατάστασης. Στις 26 Απριλίου 1911 ο γενικός πρόξενος της Ρωσίας στη Σμύρνη Άλεξ Βελάγιεφ επισκέφτηκε τον νομάρχη Ναζίμ πασά και του εξέθεσε τα γεγονότα κατά την εορτή του αγίου Γεωργίου, τονίζοντας ότι τίποτε από αυτά που διέρρεαν στον τύπο δεν είχε συμβεί την ημέρα εκείνη στον πανηγυρίζοντα ιερό ναό.
Δύο μέρες αργότερα, στις 28 Απριλίου 1911, πενταμελής επιτροπή δημογερόντων μετέβη για τον ίδιο λόγο στον νομάρχη, διαμαρτυρόμενη για τον αποκλεισμό του μητροπολίτη από το διοικητικό συμβούλιο της πόλης. Όταν οι Έλληνες πρόκριτοι ζήτησαν να μάθουν για ποιο λόγο οι τουρκικές αρχές στρέφονταν εναντίον της νομοταγούς ρωμαίικης κοινότητας, ο Ναζίμ μπέης απάντησε πως δεν ήταν υποχρεωμένος να δίνει λόγο σε κανέναν για τις πράξεις του. Ένας από τους δημογέροντες είπε τότε στον τούρκο νομάρχη πως στο πλαίσιο της νομιμότητας και του δικαίου, που εξασφάλιζε σε όλους τους πολίτες η συνταγματική οθωμανική πατρίδα, η ελληνική κοινότητα επρόκειτο να διεκδικήσει και να προασπίσει τα δίκαιά της αποτεινόμενη στις αρχές της Κωνσταντινούπολης. Η απάντηση του νομάρχη ήταν αποστομωτική:
-«Σκέπτεσθε να στασιάσητε; Απέναντί σας σφαίραι υπάρχουν, σφαίραι. Τώρα σας φυλακίζω».4
Τα πνεύματα οξύνθηκαν όταν οι ελληνικές εφημερίδες της Σμύρνης ενεπλάκησαν στην αντιπαράθεση μεταξύ μητροπολίτη και νομάρχη και δημοσίευσαν τη συνομιλία των Ελλήνων προκρίτων με τον Ναζίμ πασά, δυναμιτίζοντας περισσότερο την ήδη επιβαρυμένη ατμόσφαιρα.
Στα μέσα Μαΐου του 1911 η κατάσταση έδειχνε να είναι μη διαχειρίσιμη, καθώς έγινε γνωστή η είδηση ότι είχε διαταχθεί από την Κωνσταντινούπολη η ανάκληση του Χρυσοστόμου και η απέλασή του από τη Σμύρνη. Δεν είχε συμπληρωθεί ένας χρόνος από την άφιξή του στην πρωτεύουσα της Ιωνίας και ο Χρυσόστομος ζούσε στιγμές που θύμιζαν τις περιπέτειές του στη Μακεδονία.
Την ίδια περίοδο, τα κοινοτικά σώματα της Σμύρνης απέστειλαν στο πατριαρχείο επιστολές, καταγγέλλοντας την πολιτική των τουρκικών αρχών και ζητώντας την προστασία «του σεβαστού και ποθητού τοις πάσι Μητροπολίτου ημών».5 Στην ίδια κατεύθυνση, οι Έλληνες βουλευτές στην οθωμανική βουλή κατέθεσαν διαβήματα για τις διώξεις εναντίον του μητροπολίτη Σμύρνης.
Η πολεμική κατά του Χρυσοστόμου υποχώρησε στις αρχές του καλοκαιριού του 1911, με αφορμή τους εορτασμούς για την τρίτη επέτειο από την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908. Παρά τις εναντίον του καταγγελίες, ο ιεράρχης ζήτησε από τον Ιωακείμ Γ’ την άδεια να συμμετάσχει στους εορτασμούς για την επέτειο ανακήρυξης του συντάγματος στη Σμύρνη, προκειμένου να λάβει τέλος η άδικη παρεξήγηση και εχθρότητα κατά του ιδίου και της ελληνικής κοινότητας.
Πράγματι, στις 11 Ιουλίου 1911 ο Χρυσόστομος, συνοδευόμενος από τον επίσκοπο Τράλλεων, μετέβη στο διοικητήριο της πόλης και υπέβαλε εκ μέρους της ελληνικής κοινότητας «τας συγχαρητηρίους ευχάς», «γενόμενος τιμητικώτατα δεκτός, συνοδευθείς δε κατ την αναχώρησίν του υπό του νομάρχου μέχρι της εξωτερικής θύρας του Διοικητηρίου».6
Η αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στον Χρυσόστομο και τις οθωμανικές αρχές προέκυψε τελικά λόγω της κήρυξης του πολέμου της Τουρκίας κατά της Ιταλίας στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1911, γεγονός που έστρεψε την προσοχή των Τούρκων στην Τρίπολη της Βόρειας Αφρικής, όπου είχαν αρχίσει οι αποβάσεις ιταλικών στρατευμάτων. Σε λίγες μέρες διατάχθηκε ο τερματισμός του μποϊκοτάζ των ελληνικών προϊόντων και οι διώξεις του ελληνικού στοιχείου, με αποτέλεσμα να επανέλθει η κανονικότητα σε πολλές πόλεις και περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το επεισόδιο της 23ης Απριλίου 1911 θεωρήθηκε λήξαν στις 5 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, ημέρα κατά την οποία ο μητροπολίτης Σμύρνης προσκλήθηκε στο διοικητήριο της πόλης και έγινε δεκτός στη συνεδρίαση του διοικητικού Συμβουλίου.7

Υποσημειώσεις.

1. «Λόγος εκφωνηθείς υπό της Α. Σ. του αγ. Σμύρνης κ. κ. Χρυσοστόμου επί τη εορτή του αγίου Γεωργίου 23 Απριλίου 1911 τελουμένης δοξολογίας εν τω ομονύμω ναώ της Σμύρνης υπέρ του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου», βλ. ιερός Πολύκαρπος, έτος Α’, Σμύρνη 21 Μαΐου 1911, αριθ. 7, σσ’. 101-103. – Πρβλ. το αρχείον, τ. Β’, σσ’. 7-9
2. «Της Α. Σ. του μητροπολίτου Σμύρνης κ. Χρυσοστόμου λόγος κατά την εορτήν του αγίου Νικολάου 6 Δεκεμβρίου 1912, τελουμένης δοξολογίας υπέρ του αυτοκράτορος πασών των Ρωσσών Νικολάου εν τω Μητροπολιτικώ ναώ της αγίας Φωτεινής», βλ. ιερός Πολύκαρπος, έτος Β’, εν Σμύρνη τη 8 Δεκεμβρίου 1910, αριθ. 88, σσ’. 1410-1413.
3. Το αρχείον, τ. Β’, σ. 21
4. Ό. π., σ. 14
5. Ό. π., σ. 19
6. Αμάλθεια, αριθμ. 9926/12(25). 7.1911
7. Το αρχείον, τ. Β’, σσ’. 22-23

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.