Ο Άγιος Ευμένιος και ο Άγιος Νικηφόρος ο λεπρός – Σίμωνος μοναχού του Αγιορείτου.

Φροντίδα για τον πατέρα Νικηφόρο.

Η κυρία Φωτεινή Γιαννάκη μας είπε: «ΟΤΑΝ ΠΡΩΤΟΗΡΘΕ στο Λοιμωδών ο πατήρ Ευμένιος, ήταν άρρωστος στο αναρρωτήριο και πέρασε μεγάλη φουρτούνα. Είχε αντίδραση από το φάρμακο που έπινε, είχε πολύ πυρετό, είχε πόνους, αλλά τα υπέμεινε όλα κι έγινε ύστερα καλά.

Μετά άρχισε, σηκώθηκε, ανέλαβε την εκκλησία και δούλευε μέρα-νύχτα κι έφτιαξε αυτά τα πεζουλάκια μόνος του.

Τα χέρια του ήταν σκασμένα, πληγωμένα, από τις πλίθρες που έφτιαχνε. Όλα αυτά γύρω-γύρω τα έφτιαξε με τα χέρια του. Και την πρόσοψη στο αναρρωτήριο.»

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ημών Νικηφόρος ήτο ο πνευματικός οδηγός του Γέροντος Ευμενίου. Έζησε σαράντα τρία χρόνια στο Λωβοκομείο της Χίου και ήτο υποτακτικός του Αγίου Ανθίμου του Χίου. Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο, το 1957, εστάλη ο Όσιος στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αγίας Βαρβάρας Αθηνών και, μάλιστα, με προσωπική συστατική επιστολή από τον Άγιο Άνθιμο προς τον γέροντα Ευμένιο. Μας αφηγούνται σχετικά και οι αδελφές Οικονόμου Αικατερίνη και Ελένη, οι οποίες με αγάπη εφρόντιζαν τον Παππούλη μας:

«Μας έλεγε ο πατήρ Ευμένιος ότι του είχε στείλει γράμμα ο Άγιος Άνθιμος της Χίου, σχετικά με το πνευματικό του παιδί, τον μοναχό πατέρα Νικηφόρο Τζανακάκη, ο οποίος από την Χίο ήρθε στο νοσοκομείο Λοιμωδών της Αγίας Βαρβάρας Αθηνών. Ό μοναχός αυτός ήταν λεπρός, τυφλός και σχεδόν παράλυτος. Ό Άγιος Άνθιμος της Χίου έγραφε, λοιπόν, στον πατέρα Ευμένιο σχετικά με τον ως άνω Άγιο μοναχό πατέρα Νικηφόρο, ο οποίος κατήγετο κι αυτός από την Κρήτη και εκοιμήθη στις 4 Ιανουαρίου του 1964: “Πρόσεχε καλά τον θησαυρό, που σου έστειλε η Παναγία, διότι έχεις να ωφεληθείς πολύ στην ζωή σου από την ζωή του, διότι είναι μεν δόκιμος μοναχός, αλλά είναι και τέλειος μοναχός και θα είσαι τέλειος, αν τον υπηρετήσεις μέχρι τέλους της ζωής του.

Τον μοναχόν αυτόν ο πατήρ Ευμένιος τον περιποιήθηκε πάρα πολύ, όπως μάθαμε, και κάθε χρόνο, κατά την ημέρα της κοιμήσεώς του, έκανε μνημόσυνα και τρισάγια, μέχρι το τέλος της ζωής του.»

Όσιος Νικηφόρος, ο θησαυρός

«Ο ΠΑΤΗΡ Ευμένιος παρακαλούσε τον Θεό να του παρουσιάσει άνθρωπο πνευματικό, άνθρωπό της προσευχής. Ήθελε να αποκτήσει αυτό το δώρο της νοεράς προσευχής. Και ο Θεός του παρουσίασε μετά τον γέροντα Νικηφόρο. Ό πατήρ Νικηφόρος ήταν μεγάλο πνευματικό ανάστημα του Αγίου Ανθίμου της Χίου. Ό Άγιος Άνθιμος έστειλε επιστολή στον Γέρο-Ευμένιο, που του έγραφε: “Σου στέλνω ένα θησαυρό, να σου διδάξει την νοερά προσευχή. Έκανε προσευχή ο Γερό-Ευμένιος, να βρει έναν δάσκαλο απλανή και εν τω προσώπω του Γέροντος Νικηφόρου ευρήκε αυτόν τον δάσκαλο.

“Μιά φορά, είπε ο πατήρ Ευμένιος, “που ήμουν πολύ λυπημένος, όταν πιά ο Γερο-Νικηφόρος ήταν κεκοιμημένος, είδα ν’ ανοίγει η πόρτα και να μπαίνει ο Γερο-Νικηφόρος. Στάθηκε από πάνω μου και μου είπε: “΄Έλα, ευλογημένε, μην κλαίς, μην μαραζώνεις. Και μου χάϊδευε το κεφάλι. Κι όσο το χάϊδευε, τόσο αύξανε ένα αεράκι. Αύξανε το αεράκι του Αγίου Πνεύματος, μέχρι που γέμισα όλος, όλος από αναπνοή, από τον αέρα, που έβγαζε το χάϊδεμα του χεριού του, και εξηφανίσθει η στενοχώρια.» [Νεόφυτος, Μητροπολίτης Μόρφου]

«Ό πατήρ Ευμένιος πήγαινε και έβλεπε τον πατέρα Νικηφόρο. Ήταν μοναχός αυτός, αλλά είχαν πάθει τα μάτια του, το πόδι του ήταν μαζεμένο. Και πήγαινε και τον έβλεπε. Να τον σκεπάσει, να του δώσει νερό. Μιά μέρα πήγε βράδυ και τον βρήκε να προσεύχεται, είχε φως στο πρόσωπό του. Και κατηγορούσε τον εαυτό του. “Στην προσευχή σου να κατηγορείς τον εαυτό σου, παιδί μου, του είπε ο πατήρ Νικηφόρος.» [Φωτινή Γιαννάκη]

Και άλλος, που επισκεπτόταν τον πατέρα Νικηφόρο στο κελί του, αναφέρει:
«Ό Σωφρόνιος (π. Ευμένιος) είχε ταχθεί στην υπηρεσία και εξυπηρέτηση του αομμάτου και ανικάνου Γέροντος Νικηφόρου. Είναι αλήθεια ότι τον είχε πεντακάθαρο. Το κελί ήταν ένας χώρος, που απέπνεε ιερότητα. Μπαίνοντας μέσα ανέπνεες ένα άρωμα μοσχολίβανου. Ή πάστρα και η καθαριότητα, η γλυκύτητα και ιλαρότητα του προσώπου του πατρός Νικηφόρου με έκαναν να αισθάνομαι δέος. Τρείς φορές τον επισκέφθηκα, για να πάρω την ευχή του, και πάντα έφευγα διαφορετικός άνθρωπος. Ας πρεσβεύει και για μας από εκεί, στον ουρανό, όπου βρίσκεται.» [Γεώργιος Φουντουλάκης]

«Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ (Ευμένιος), υπομονετικά πάντα, δεχόταν τίς ερωτήσεις μου κι εκείνες σε προσωπικό επίπεδο για την αρρώστια του, για τους δικούς του ανθρώπους. Τον ρώτησα κάποτε, εάν έχει κι εκείνος πνευματικό. Μου είπε ότι είναι πνευματικό παιδί του Γέροντος Νικηφόρου. Πρώτη φορά άκουγα αυτό το όνομα. “Πού είναι;, συνέχισα.

Κι εκείνος: “’Εδώ τον έχω, μου απάντησε. “Στο διπλανό κελί. Και άνοιξε σε λίγο ευλαβικά την πόρτα του, για να καταλάβω, προς μεγάλη μου έκπληξη, τι εννοούσε με το “’Εδώ τον έχω.

Ο γέροντας Νικηφόρος είχε κοιμηθεί το έτος 1964 και ο γέροντας Ευμένιος φύλαγε, ως πολύτιμο θησαυρό, σε ένα φτωχό κιβώτιο, τα άγια λείψανά του.» [Χατζηγεωργίου Μιχαήλ].

Τα οστά που ευωδίαζαν!

Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Λαμπρινού πήγε στο Λοιμωδών πριν πάει εκεί ο πατήρ Ευμένιος. ‘Η νόσος δεν της άφησε κανένα σχεδόν σημάδι. Αυτή φρόντιζε τον Παππούλη, άοκνως και αθορύβως, αλλά με πολλή αγάπη. Μας διηγείται:

«Ο πατήρ Ευμένιος αντιδρούσε στο να γίνει ιερεύς , δεν το ήθελε. Το 1964, που πέθανε ο πατήρ Νικηφόρος, δεν είχε γίνει ακόμα παπάς. Τα οστά του πατρός Νικηφόρου τα πήρε ο πατήρ Ευμένιος. ‘Ο πατήρ Νικηφόρος του είχε πει, να τα πάρει μαζί του, όπου και να πάει. Ωστόσο, έβγαλε μερικά από το κασελάκι και τα πήρε ο κόσμος. Τα οστά αυτά ευωδίαζαν Όταν πήγα, μιά φορά, ν’ ανοίξω το κασελάκι -ήταν κι ένα παιδί, ο Θοδωρής, που ήταν στην Χίο-, ανοίγω κι έρχεται εὑωδία. Ό Θοδωρής γονάτισε κι άρχισε προσευχή.

Μετά τον θάνατο του πατρός Νικηφόρου, ο πατήρ Ευμένιος παρέμενε εδώ. Βοηθούσε τον ιερέα, βοηθούσε τους αρρώστους. Πήγαινε στην Κρήτη, στην Παναγία την Καλυβιανή, στον Άγιο Νικήτα. Στην Καλυβιανή είχε μεγάλο σύνδεσμο με τον πατέρα Τιμόθεο, τον μετέπειτα ‘Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.»

Τον έσωσε ο Όσιος Νικηφόρος!

«Ο ΠΑΤΗΡ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ήταν άνθρωπος της ιώβειας υπομονής, της απέραντης αγάπης, της ανδρείας στις δοκιμασίες και τους πειρασμούς, ήταν ένας Άγιος, τελικά, των ημερών μας, με θαυμαστή παρρησία στον Κύριο και εν ζωή και τώρα, μετά θάνατον. Ήταν ένα υπόδειγμα ανδρός με εκκλησιαστικό φρόνημα και αδιάκριτη υπακοή στην Εκκλησία μας και τους πνευματικούς του πατέρες, ένας των οποίων ήτο ο πατήρ Νικηφόρος, ο οποίος τον έσωσε κάποτε, όταν ράντισε το δωμάτιό του με κουνουποκτόνο υγρό και με κλειστές τίς πόρτες κοιμήθηκε σ’ αυτό. Το βράδυ εκείνο άκουσε την φωνή του γέροντος Νικηφόρου, που τον καλούσε να εξέλθη από το δωμάτιό του για να μην πεθάνει. Έτσι, σώθηκε.» [Μηλίτσης Παναγιώτης.]

Από το βιβλίο: Πατήρ Ευμένιος. Ο κρυφός άγιος της εποχής μας. Μοναχού Σίμωνος.

Αθήνα, 2009

Δημοσιεύθηκε στην Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.