Η ψυχή του Πρόβου, επισκόπου της πολιτείας Ρεάτε, και η κοίμησις της δούλης του Θεού Γάλλας – Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

Η ψυχή του Πρόβου, επισκόπου της πολιτείας Ρεάτε.

Πάνω στο ίδιο θέμα να μην αποσιωπήσω αυτό, που συνήθιζε να μου διηγείται ο δούλος του Παντοδυνάμου Θεού Πρόβος,1 ο οποίος τώρα βρίσκεται στην πόλη μας, στο μοναστήρι που καλείται του Ρενάτου,2 για τον Πρόβο3 τον θείο του, επίσκοπο της πολιτείας Ρεάτε:4 Έλεγε πως, όταν πλησίαζε το τέλος της ζωής του, επλήγη από πολύ βαριά ασθένεια. Ο πατέρας του, ονόματι Μάξιμος, αποστέλλοντας υπηρέτες στα περίχωρα έσπευσε να συγκεντρώσει γιατρούς, μήπως τυχόν μπορέσει να δώσει θεραπεία στην αρρώστια του. Αλλά σαν μαζεύτηκαν από παντού από τους γειτονικούς τόπους οι γιατροί, μόλις έπιασαν τον σφυγμό του εξανήγγειλαν πως σύντομα επρόκειτο να γίνει η έξοδός του.

Όταν κόντευε πια η ώρα της τράπεζας και η ώρα ήταν μάλλον περασμένη, ο αξιοσέβαστος επίσκοπος, μεριμνώντας περισσότερο για εκείνων την υγεία παρά για την δικιά του, παρότρυνε όσους παρευρίσκονταν να ανεβούν μαζί με τον γέροντα πατέρα του στον πάνω όροφο του επισκοπείου και εκεί να φάγουν για να αναλάβουν δυνάμεις μετά την δουλειά τους. Όλοι λοιπόν ανέβηκαν στο οίκημα. Μοναχά ένα μικρό παιδάκι απέμεινε, για το οποίο ο Πρόβος, που προαναφέραμε, διαβεβαιώνει πως ζει ακόμα σήμερα.

Αυτό, εκεί που στεκόταν δίπλα στο κρεββάτι του αρρώστου, ξαφνικά αντίκρυσε κάποιους άνδρες να μπαίνουν μέσα και να κατευθύνονται προς τον άνθρωπο του Θεού ντυμένοι με λευκές στολές, των οποίων το φως του προσώπου υπερέβαλλε και αυτή την λάμψη των ιματίων τους. Κατάπληκτο από τη λαμπρότητα της ακτινοβολίας τους το παιδί, έβγαλε μία φωνή και άρχισε να κραυγάζει ποιοι τάχα να ήταν εκείνοι. Από τη φωνή αυτή διεγέρθηκε και ο Πρόβος, κοίταξε και αναγνώρισε αυτούς που είχαν μπει μέσα, και άρχισε να καθησυχάζει το παιδί που φώναζε και κλαυθμύριζε, λέγοντας: «Μη φοβάσαι. Να, ήρθαν σε μένα ο άγιος Ιουβενάλιος και ο άγιος Ελευθέριος οι μάρτυρες».5

Αυτό όμως μη αντέχοντας το εξαίσιο μιας τέτοιας οπτασίας, έφυγε με γρήγορο τρέξιμο έξω από την πόρτα και ανήγγειλε αυτούς που είχε δει στον πατέρα εκείνου και τους γιατρούς. Αυτοί κατεβήκαν γρήγορα, αλλά τον άρρωστο που είχαν αφήσει τον βρήκαν νεκρό, γιατί τον πήραν μαζί τους εκείνοι, που την θέα τους δεν μπόρεσε να αντέξει το παιδί που απέμεινε εκεί μέσα.

Η κοίμησις της δούλης του Θεού Γάλλας.

Μέσα σε αυτά κρίνω πως δεν πρέπει να αποσιωπηθεί και αυτό που μου γνωστοποιήθηκε από διήγηση σοβαρών και πιστών προσώπων:6 Στα χρόνια των Γότθων7 η Γάλλα,3 μια ευγενέστατη κόρη αυτής της πόλης μας, θυγατέρα του υπάτου και πατρικίου Συμμάχου,9 σε νεανική ηλικία δόθηκε σε σύζυγο, αλλά σε διάστημα ενός χρόνου εκείνος πέθανε και την άφησε χήρα. Τα άφθονα αγαθά του κόσμου δελέαζαν. Τα πλούτη και η νεότητα φώναζαν να κάνει δεύτερο γάμο. Αυτή όμως διάλεξε μάλλον να συνάψει με τον Θεό πνευματικούς γάμους, οι οποίοι αρχίζουν από θρήνο, αλλά καταλήγουν τις αιώνιες χαρές, παρά να υποβληθεί σε σαρκικούς γάμους, οι οποίοι πάντοτε αρχίζουν από ευφροσύνη και φθάνουν στο τέλος με θρήνο.

Επειδή μάλιστα το σώμα της ήταν ιδιαίτερα φλογερής ιδιοσυγκρασίας, άρχισαν οι γιατροί να της λένε πως, αν δεν επέστρεφε σε ανδρικές αγκάλες, από την υπερβολική θέρμη επρόκειτο να βγάλει γένεια παρά φύσιν. Πράγμα που και πράγματι συνέβη αργότερα. Αλλά η αγία γυναίκα δεν φοβήθηκε καθόλου την εξωτερική ασχήμια, γιατί αγάπησε την ωραιότητα του εσωτερικού της νυμφίου. Δεν ντρεπόταν αν κάτι σε αυτήν ασχήμαινε, εφόσον αυτό δεν ήταν το αντικείμενο αγάπης του ουράνιου νυμφίου.

Μόλις λοιπόν απεδήμησε ο σύζυγός της, πέταξε από πάνω της το κοσμικό σχήμα και αφιερώθηκε στην υπηρεσία του Παντοδυνάμου Θεού στο μοναστήρι κοντά στην εκκλησία του μακαρίου Πέτρου του Αποστόλου.10 Εκεί έζησε πολλά χρόνια με απλότητα καρδίας και δοσμένη στην προσευχή, ξοδεύοντας μεγαλόδωρα για έργα ελεημοσύνης στους ενδεείς. Κι όταν αποφάσισε ο Παντοδύναμος Θεός να αποδώσει την αιώνια πια ανταμοιβή στους κόπους της, επλήγη από έλκος καρκίνου στον μαστό. Κατά τις νύκτες συνήθως άναβαν δύο κηροπήγια μπροστά στο κρεβάτι της, γιατί ως φίλη του φωτός μισούσε όχι μόνο το πνευματικό σκοτάδι, αλλά και το σωματικό.

Κάποια νύκτα, ενώ ξάπλωνε καταπονημένη από αυτήν την ασθένεια, είδε τον μακάριο Απόστολο Πέτρο να στέκεται ανάμεσα στα δύο κηροπήγια μπροστά στο κρεβάτι της. Δεν τρόμαξε, ούτε φοβήθηκε, αλλά αποκτώντας παρρησία από τον πόθο ένιωσε αγαλλίαση, και του είπε: «Τί είναι, κύριέ μου; Αφέθηκαν οι αμαρτίες μου;». Εκείνος, όπως είναι αγαθότατος στο πρόσωπο,11 έκλινε το κεφάλι νεύοντάς της καταφατικά, και είπε: «Αφέθηκαν. Έλα». Αλλά επειδή η Γάλλα αγαπούσε μιαν μονάστρια σε εκείνο το μοναστήρι παραπάνω από τις άλλες, γι’ αυτό πρόσθεσε: «Παρακαλώ να έλθει μαζί μου η αδελφή Βενεδίκτη». Εκείνος της απάντησε: «Όχι, αλλά εκείνη η τάδε θα έλθει μαζί σου. Ενώ αυτή που ζητάς, θα σε ακολουθήσει σε τριάντα μέρες».12 Σαν ειπώθηκαν αυτά, η οπτασία του Αποστόλου, να στέκεται δίπλα και να συζητάει, εξαφανίσθηκε.

Αυτή αμέσως έστειλε να φωνάξουν την μητέρα ολόκληρης της αδελφότητας και της φανέρωσε τι είδε και τι άκουσε. Την τρίτη λοιπόν ημέρα εκοιμήθη, μαζί με την αδελφή που είχε κληθεί. Ενώ εκείνη, την οποία είχε ζητήσει, τις ακολούθησε την τριακοστή μέρα. Αυτού του γεγονότος η μνήμη διατηρείται στο μοναστήρι αυτό μέχρι σήμερα και με τόσες λεπτομέρειες συνηθίζουν να το διηγούνται εκεί οι νεώτερες που είναι σήμερα, όπως τους παραδόθηκε από τις προηγούμενες μητέρες, σαν να παρευρισκόντουσαν και οι ίδιες εκείνο τον καιρό σε αυτό το τόσο μεγάλο θαύμα.

Υποσημειώσεις.

1. Probus, ευσεβής λαϊκός που τον έκανε απροσδόκητα ηγούμενο ο άγ. Γρηγόριος, ο οποίος τον χρησιμοποίησε και ως αντιπρόσωπό του στις διαπραγματεύσεις με τους Λομβαρδούς.
2. Renati, ή μονή των αγίων Ανδρέου και Λουκίας, μάλλον κοντά στον Τίβερη, πλησιάζοντας στον Πίγκιο λόφο.
3. Probus αναγράφεται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 15 Μαρτίου.
4. Βλ. Ι, 4, 9 και σημ.
5. Και οι δύο άγιοι σχετίζονται με την περιοχή: Ιουβενάλιος, έγινε τον Δ’ αιώνα επίσκοπος Ναρνίας. Εκοιμήθη το 377 (από τον άγ. Γρηγόριο ονομάζεται καταχρηστικώς μάρτυς). Τιμάται κατά το Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 3 Μαΐου.
Ελευθέριος ιερομάρτυς επί Αδριανού, καταγόταν από τη Ρώμη και διετέλεσε επίσκοπος Ιλλυρικού, μαρτύρησε στη Ρώμη και ενταφιάσθηκε στο Ρεάτε, περί ου ο λόγος, όπου και ιδιαίτερα τιμάται μέχρι σήμερα. Εορτάζεται από την Ανατολική Εκκλησία στις 15 Δεκεμβρίου και από την Δυτική στις 18 Απριλίου.
6. Φαίνεται πως πρόκειται για μοναχές της μονής της Γάλλας .
7. Επαναλαμβάνουμε πως πρόκειται για τα χρόνια 476 – 555 μ. Χ.
8. Γάλλα, τιμάται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 5 Οκτωβρίου. Και αυτή και οι αδελφές της Ρουστικιανή και Πρόβα είναι πρόσωπα επιφανή της εποχής, γνωστά και από εξωτερικές μαρτυρίες των αρχών του 6ου αιώνος.
9. Είχε τραγικό τέλος το 526.
10. Πρόκειται για τη μονή του αγ. Στεφάνου (η οποία μετά πήρε το όνομα της Γάλλας) κοντά στον άγιο Πέτρο.
11. Στην εικονογραφία της εποχής ζωγραφίζεται ο απ. Πέτρος ευμενής, πράος και ευπροσήγορος (στα κείμενα γράφεται ως benignus,) ενώ στον απ. Παύλο δίνεται και από την εικονογραφία και από τα κείμενα αυστηρή όψη.
12. Βλ. 57, 8-16

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.