Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης Μητροπολίτης Δράμας (μέρος Γ’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή αποδεικνύει πως ο όρος Μακεδονία υπήρξε ανέκαθεν όρος ιστορικός και γεωγραφικός και ουδέποτε εθνολογικός. Οι κάτοικοι της Μακεδονίας είχαν πάντοτε ελληνική συνείδηση, μιλούσαν στην πλειοψηφία τους την ελληνική γλώσσα και δημιούργησαν έναν σπουδαίο ελληνικό πολιτισμό στην περιοχή. Τον 5ο π. Χ. αιώνα, ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α’, ο επονομασθείς φιλέλληνας, δηλαδή πατριώτης, έκοψε τα πρώτα μακεδονικά νομίσματα, τα οποία έφεραν επάνω ελληνικά γράμματα. Την ίδια εποχή (5ος π. Χ. αιώνας), ο «Πατέρας της Ιστορίας» Ηρόδοτος ονομάζει τους Μακεδόνες Έλληνες, γι’ αυτό και μπορούσαν να παίρνουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες.1 Τον 4ο π. Χ. αιώνα, ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Γ’, ο Μέγας, πραγματοποίησε την εκστρατεία κατά των Περσών, έχοντας συνείδηση ότι ενεργούσε ως «ηγεμών των Ελλήνων».2 Επίσης ο μεγαλύτερος γεωγράφος της αρχαιότητας Στράβων έγραφε πως «έστι μεν ουν Ελλάς και η Μακεδονία».3
Λίγο αργότερα, όταν ο Απόστολος Παύλος βρισκόταν κατά τη δεύτερη αποστολική περιοδεία του στην Τρωάδα, του εμφανίστηκε κατ’ όναρ «ανήρ τις Μακεδών», ο οποίος τον παρεκάλεσε: «διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησον ημίν» (Πράξ. ιστ’ 9). Αμέσως, ο Παύλος πέρασε από τη Μικρά Ασία στη Μακεδονία και ίδρυσε την πρώτη εν Ευρώπη Εκκλησία των Φιλίππων, κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο στους εκεί Ιουδαίους και τους «προσηλύτους Έλληνας». Τον λόγο του Αποστόλου των Εθνών δέχτηκε πρώτη η «πορφυρόπωλις» Λυδία η Φιλιππησία, η οποία βαπτίσθηκε αυτή και ο οίκος της (Πράξ. ιστ’ 10-15).
Οι Σλάβοι των Βαλκανίων έφτασαν στην περιοχή τον 7ο μ. Χ. αιώνα, μιλούσαν την σλαβική γλώσσα στις διάφορες παραλλαγές της και είχαν σλαβική εθνική συνείδηση. Την ίδια περίοδο, η Μακεδονία ήταν μια από τις μεγάλες διοικητικές περιφέρειες (Θέματα) της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπως η Θράκη, η Πελοπόννησος, η Κρήτη και η Κύπρος. Επομένως, ουδέποτε στη Μακεδονία μπόρεσαν να σταθούν τα ανυπόστατα επιχειρήματα περί μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας, παρά μόνο όταν επιχειρήθηκε η εθνολογική αλλοίωση του τοπικούς πληθυσμού και η προσάρτηση της επαρχίας αυτής στις δυνάμεις του πανσλαβισμού.
Από τη θέση του Μεγάλου Πρωτοσυγκέλλου και τη διακονία του στην πατριαρχική αυλή, ως άμεσος συνεργάτης δύο πατριαρχικών, Κωνσταντίνου Ε’ και Ιωακείμ Γ’, ο νέος μητροπολίτης Δράμας είχε πλήρη εικόνα της έκρυθμης κατάστασης στη Μακεδονία. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο Χρυσόστομος ήταν τότε το 1902, ο νεότερος ιεράρχης της Μακεδονίας, έμελλε να αναδειχτεί ο δυναμικότερος και μαχητικότερος όλων, αποδεχόμενος με χαρά και ενθουσιασμό την εκλογή του στην Ιερά Μητρόπολη Δράμας. Πριν όμως μεταβεί και εγκατασταθεί στην έδρα της επαρχίας του, πραγματοποίησε ένα ταξίδι στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Στις 4 Ιουνίου 1902, λίγες μέρες μετά την εις επίσκοπον χειροτονία του, ο Χρυσόστομος «αδεία της Εκκλησίας απήλθε εις την γενέτειραν αυτού Τρίγλιαν».4 Η επίσκεψη του Μητροπολίτη «εις την ιδίαν πόλιν» έμοιαζε περισσότερο με προσκύνημα. Η άφιξή του στον τόπο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ήταν συγκινητική. Η οικογένεια του αγίου, συγγενείς, φίλοι, καθώς και οι περισσότεροι κάτοικοι της κωμόπολης συγκεντρώθηκαν για να υποδεχτούν τον ιεράρχη συμπατριώτη τους. Στο πλήθος ήταν και η Καλλιόπη Καλαφάτη. Όπως συνέβη την ημέρα της χειροτονίας του, έτσι και τότε, η μητέρα του Χρυσοστόμου δοκίμαζε τη μεγαλύτερη συναισθηματική φόρτιση. Η ηλικιωμένη γυναίκα πλησίασε τον αγαπημένο της γιο, ασπάσθηκε το χέρι του και, αναλυμένη σε λυγμούς, έπεσε στην αγκαλιά του. Οι σκηνές της άφιξης του αγίου στην Τρίγλια έρχονταν από το παρελθόν και θύμιζαν την πρώτη επίσκεψη του νέου τότε μητροπολίτη Προύσης Νικοδήμου (1871), όταν ευλογούσε τον μικρό Χρυσόστομο και οι κάτοικοι της κωμόπολης εύχονταν στη μητέρα του να γίνει Δεσπότης.
Ένα χρόνο πριν πεθάνει (1903), η Καλλιόπη Καλαφάτη είχε αξιωθεί να δει τον Χρυσόστομο Επίσκοπο της Εκκλησίας, ενώ ο πατέρας του Νικόλαος είχε φύγει από τη ζωή πέντε χρόνια νωρίτερα (1897), όταν ο ιεράρχης ήταν Μέγας Πρωτοσύγκελλος του οικουμενικού θρόνου.
Ο μητροπολίτης Δράμας διέμεινε στην Τρίγλια δύο εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του, επισκέφθηκε κατ’ επανάληψη και λειτούργησε στον ιερό ναό της Παντοβασίλισσας. Εκεί, όπου η μητέρα του τον είχε αφιερώσει στο εικόνισμα της Παναγίας. Επιπλέον, περιηγήθηκε στις εκκλησίες και τα μοναστήρια στον Όλυμπο της Βιθυνίας της επαρχίας Προύσας, σαν να ήθελε να αντλήσει την εξ ύψους δύναμη για τη μετέπειτα σταυρική αρχιερατική του διακονία.
Έπειτα, ο Χρυσόστομος μετέβη στο νησί της Χάλκης, όπου φιλοξενήθηκε για ένα μήνα από τον Γέροντά του, Πατριάρχη πρώην Κωνσταντινουπόλεως Κωνσταντίνο Ε’.
Στις 17 Ιουλίου 1902 ο νέος Μητροπολίτης Δράμας βρίσκεται και πάλι στην Κωνσταντινούπολη. Είναι η μέρα αποχαιρετισμού και καλού κατευόδιου στον νέο ιεράρχη της Μακεδονίας. Στο Φανάρι έχουν συγκεντρωθεί συνοδικοί ιεράρχες, πολλοί λαϊκοί, επιφανή μέλη της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης και φίλοι του Χρυσοστόμου.
Στην προσφώνηση του οικουμενικού πατριάρχη Ιωακείμ Γ’ για καρποφορία και πολυετή αρχιερατική διακονία, ο Χρυσόστομος απάντησε:
«Εν όλη τη καρδία και εν όλη τη διανοία θα υπηρετήσω την Εκκλησίαν και το Γένος, και η μίτρα, την οποίαν αι άγιαι χείρές σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθή εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου».1
Τα λόγια του Χρυσοστόμου ήταν συγκλονιστικά και ταυτόχρονα προφητικά, καθώς επανέφεραν στη μνήμη των παρισταμένων το εκκλησιαστικό ήθος σπουδαίων ιεραρχών και ομολογητών της πίστεως και θύμιζαν τη γενναιότητα και ανδρεία μεγάλων μαρτύρων της Εκκλησίας και του Γένους.
Έπειτα, ο άγιος μετέβη στη Χάλκη για να αποχαιρετήσει τον πατριάρχη γέροντά του και δύο μέρες αργότερα, συνοδευόμενος από κληρικούς και λαϊκούς οι οποίοι είχαν κατακλύσει τον σιδηροδρομικό σταθμό Σιρκετζί της Κωνσταντινούπολης, αναχώρησε για τη νέα του διακονία.6
Στις 20 Ιουλίου 1902 ο Μητροπολίτης Δράμας έφτασε στην έδρα της επαρχίας του, όπου πραγματοποιήθηκε με λαμπρότητα η υποδοχή του. Η ημέρα υπήρξε ιστορική και χαρμόσυνη τόσο για τον Χρυσόστομο όσο και για την περιώνυμη πόλη της Ανατολικής Μακεδονίας.
Η Δράμα είναι χτισμένη στα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού, που έφερε το όνομα Υδράμα, και προέρχεται πιθανότατα από τη λέξη ύδωρ, λόγω της αφθονίας των νερών και των πηγών της περιοχής. Από τα ευρήματα που έχει φέρει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη προκύπτει ότι η πόλη είχε στο παρελθόν μεγάλη οικονομική και πνευματική ακμή. Στα ρωμαϊκά χρόνια η Δράμα ήταν χτισμένη στον δρόμο της Εγνατίας οδού και αποτελούσε σταθμό ανάμεσα στους Φιλίππους και την Ηράκλεια πόλη. Στη βυζαντινή εποχή ήταν ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα της αυτοκρατορίας, γεγονός που μαρτυρείται από διασωθέντα βυζαντινά ερείπια και τείχη. Στη Β’ περίοδο της Τουρκοκρατίας στη Δράμα ζούσε η οικογένεια του Οθωμανού στρατηγού Μαχμούτ πασά, γνωστού στα χρόνια της Ελληνικής επανάστασης του 1821 ως Δράμαλη, ο οποίος υπέστη πανωλεθρία στη μάχη των Δερβενακίων τον Ιούλιο του 1822.7 Στις αρχές του 20ου αιώνα οι κάτοικοι της Δράμας ήταν υπήκοοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας και ασχολούνταν κυρίως με την καλλιέργεια και επεξεργασία καπνού.
Η άφιξη του Χρυσοστόμου αναπτέρωσαν το ηθικό των προκομμένων, πλην όμως καταπιεσμένων Δραμινών, οι οποίοι υποδέχθηκαν με εγκαρδιότητα τον νέο Μητροπολίτη. Η ελπίδα και η εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του επιβεβαιώθηκαν από την πρώτη στιγμή. Νεότατος στην ηλικία, δεν είχε συμπληρώσει τα τριάντα πέντε του χρόνια, ο Χρυσόστομος είχε επιβλητικό παράστημα, ξανθή κόμη και γενειάδα, ενώ τα γαλανά του μάτια ακτινοβολούσαν αισθήματα χαράς και ενθουσιασμού. Στο πρόσωπο του αγίου επαληθεύτηκε η αρχαιοελληνική παροιμία «οία η μορφή, τοιάδε και η ψυχή».
Την ίδια μέρα πραγματοποιήθηκε και η τελετή ενθρόνισης του νέου μητροπολίτη Δράμας. Ο ενθρονιστήριος λόγος πλημμύρισε τις καρδιές όλων με θάρρος, πίστη και ελπίδα. Έλεγε ο φωτισμένος ιεράρχης την ημέρα εκείνη:
«Η Εκκλησία, ως την εστερέωσαν οι άγιοι πατέρες, δεν είναι ψυχρά δύναμις επιτάσσουσα ούτε οργάνωσις υπολογίζουσα, απειλούσα ή εκδικουμένη με το φόβητρον της ανταποδόσεως. Είναι μήτηρ αγαπώσα και συγχωρούσα και εμπνέουσα το γλυκύτερον των επί της γης αισθημάτων. Και οι διακονούντες αυτήν ποιμένες αποστολήν έχουν να προσεγγίσουν τα διψώντα χείλη των χριστιανών προς τους πλήρεις θείου γάλακτος μαστούς δια την ακεραίαν, την ασάλευτον, την υπερτέραν υγείαν της ζωής.
Την αποστολήν μου αυτήν εν μέσω υμών θα επιτελέσω κατά τους νόμους της θείας αρμονίας, εάν λειτουργών εμπνεύσω την κατάνυξιν της καρδίας και ουχί απλώς την προσευχήν των χειλέων, εάν εμφυσήσω το θάρρος και την ελπίδα και ουχί την ανίαν και το δέος εάν ανασύρω τους μαργαρίτας, τους οποίους εγκλείει εις το βάθος πάσα ελληνική καρδία, εάν ανοίξω τους κρουνούς της αγάπης, εάν δώσω παλμόν θάρρους, υπερηφανίας και θυσίας εις όλας τας ψυχάς, εάν συντονίσω τα αισθήματα και ωθήσω εις τα έργα του φωτός. Θα ανεγείρω ούτω μεθ’ υμών θημωνιάς καρπών, προϊόν της εργασίας, και ιδρύματα ευποιίας, απαύγασμα της αγάπης του πλησίον, και στερεάς στήλας των ευγενών αισθημάτων του ανθρωπισμού και ακατάλυτα τείχη των ιερών εθνικών δικαίων και προνομίων.
Πάσχα Κυρίου ευαγγελίζομαι υμίν, αγαπητά τέκνα, με την ποιμαντορικήν ράβδον, δάδα της Ορθοδοξίας».8
Ο λόγος του Χρυσοστόμου προκάλεσε ρίγη συγκίνησης. Οι κάτοικοι της πόλης έβλεπαν τον νέο μητροπολίτη ως τον «απεσταλμένον της Θείας Πρόνοιας εν μέσω των δεινών των».9

Υποσημειώσεις.

1. Μιχαήλ Σακελλαρίου, «Μακεδονία», ιστορία του ελληνικού έθνους, τόμος Β’, «Εκδοτική Αθηνών», Αθήναι 1971, σσ’. 237 – 239.
2. Αθηνά Καλογεροπούλου, «Η εκστρατεία στην Ασία», ιστορία του ελληνικού έθνους, τόμος Δ’, «Εκδοτική Αθηνών», Αθήναι 1973, σ’. 36.
3. Στράβων, Γεωγραφικά, τόμος 7ος, «Ανατολική Ευρώπη – βόρεια Ελλάδα», εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1994, σσ’. 160-161
4. ΕΑ ΚΒ (1902) 243
5. Το Αρχείον, τ. Α’, σ’. 376
6. Κωνσταντινούπολις, αριθμ. 160/20.7.1902 & ΕΑ ΚΒ (1902) 315
7. Αντιγόνης Μεταξά, «Δράμα», ελάτε να ταξιδέψουμε, αρχαιολογικοί περίπατοι και εκδρομές, Θεσσαλία – Μακεδονία – Θράκη, τ. 4ος, Φυτράκης –Τύπος Α. Ε., Αθήνα χ. χ., σ’. 133
8. Λοβέρδος, ό. π., σσ’. 64-66
9. Ο. π., σ’. 66

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης, μητροπολίτης Δράμας (μέρος Α’) – Αθανασίου Μπιλιανού.
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης, Μητροπολίτης Δράμας (μέρος Β’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

Δημοσιεύθηκε στην Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.