Οι σπουδές του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης στη Θεολογική της Χάλκης – Αθανασίου Μπιλιανού.

«… μόνη η ημετέρα Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα των αποκεκαλυμμένων αληθειών, ότι άλλαις λέξεσιν αυτή μόνη είνε η αληθής Εκκλησία».
Ιεροδιάκονος Χρυσόστομος Καλαφάτης

Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης αποτέλεσε το καύχημα της ορθόδοξης ακαδημαϊκής θεολογίας και σπουδής για περισσότερο από εκατό χρόνια. Ιδρύθηκε το 1844 σε ένα από τα Πριγκηπονήσια της Θάλασσας του Μαρμαρά, τη Χάλκη, στον χώρο όπου υπήρχε ήδη από τα βυζαντινά χρόνια η Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος. Η ίδρυσή της εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μεγάλης κινητικότητας για την αναγέννηση των γραμμάτων τον δέκατο ένατο αιώνα, και ταυτόχρονα την επέβαλε η ανάγκη της εκκλησιαστικής και θεολογικής κατάρτισης του ορθόδοξου κλήρου.1
Στην περίφημη Θεολογική Σχολή της Χάλκης φοίτησαν σπουδαίες προσωπικότητες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πολλοί πατριάρχες, δεκάδες αρχιεπίσκοποι και πλήθος άλλων ιεραρχών διδάχτηκαν στη Χάλκη τα νάματα της Ορθοδοξίας, τη γνήσια και ζώσα παράδοση της αληθινής πίστης. Το 1971 η Σχολή ανέστειλε τη λειτουργία της, καθώς τέθηκε σε ισχύ νόμος της τουρκικής κυβέρνησης που απαγόρευε σε όλη τη χώρα τη λειτουργία των ιδιωτικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Το 1884, σαράντα χρόνια από την ίδρυση και λειτουργία της Σχολής, ο δεκαεπτάχρονος Χρυσόστομος Καλαφάτης εγγράφεται στο γυμνασιακό τμήμα της Χάλκης. Η φοίτησή του είχε διάρκεια επτά έτη και περιελάμβανε δύο κύκλους σπουδών. Τέσσερις γυμνασιακές τάξεις και τρεις θεολογικές σε αντίστοιχα έτη φοίτησης. Στη διάρκεια των σπουδών του, ο άγιος είχε την ευκαιρία να μαθητεύσει κοντά σε διακεκριμένους καθηγητές, οι οποίοι παρείχαν στους σπουδαστές ένα υψηλό επίπεδο θεολογικής κατάρτισης και ακαδημαϊκής ζωής, στα πρότυπα των αρχαίων εκκλησιαστικών σχολών της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και της Κωνσταντινούπολης2. Κάποιοι από τους επώνυμους καθηγητές του αγίου ήταν οι Απόστολος Χριστοδούλου, μετέπειτα Μητροπολίτης Σερρών, Ευμένιος Ξηρουδάκης, αργότερα μητροπολίτης Κρήτης, Μιχαήλ Κλεόβουλος, κατόπιν μητροπολίτης Σάρδεων και Φιλάρετος Βαφείδης, μετέπειτα μητροπολίτης Δυδυμοτείχου.3
Οι σπουδαστές της Χάλκης είχαν επίσης στη διάθεσή τους τη βιβλιοθήκη της Σχολής, η οποία με τα παλαιότυπα και σπάνια βιβλία της θεωρείτο μια από τις πιο πλούσιες βιβλιοθήκες. Τα χειρόγραφα που φυλάσσονται στη Σχολή χρονολογούνται από τα βυζαντινά χρόνια, αφού πολλά από αυτά προέρχονται από την εποχή του Θεόδωρου Στουδίτη, του ιερού Φωτίου και της Αικατερίνης Κομνηνής.4
Παράλληλα, στη Θεολογική σχολή της Χάλκης καλλιεργήθηκε ο σπόρος των ιερατικών και μοναχικών κλίσεων. Η σχολή λειτουργούσε με τη μορφή μοναστικής αδελφότητας στον χώρο της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος. Στην ησυχία της όμορφης Χάλκης, στον Λόφο της Ελπίδος, μακριά από κάθε κοσμική τύρβη, οι οικότροφοι σπουδαστές απολάμβαναν μια έντονη εκκλησιαστική και λειτουργική ζωή, γεγονός που συνέβαλε στην ανάπτυξη ενός ξεχωριστού ιερατικού ήθους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι περισσότεροι φοιτητές της Χάλκης είχαν καρεί μοναχοί κατά τη διάρκεια των σπουδών τους και είχαν χειροτονηθεί στον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης, ενώ μετά την αποφοίτησή τους υπηρετούσαν ως κληρικοί του οικουμενικού πατριαρχείου ή άλλων κατά τόπους ορθόδοξων εκκλησιών. Αργότερα ο Χρυσόστομος, ενθυμούμενος τα χρόνια των σπουδών του στη Χάλκη, έλεγε: «εποτίσθην το άδολον γάλα της θεοσεβείας και τον γλυκύν χυμόν της γνώσεως».5
Ταυτόχρονα, η Θεολογική σχολή της Χάλκης παρείχε μια εξίσου υψηλού επιπέδου θύραθεν ελληνική παιδεία. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός και η αρχαία ελληνική γραμματεία, με τη δυναμική και οικουμενική τους διάσταση, υπήρξαν οι κήρυκες ενός τρόπου ζωής που γαλούχησε γενιές ανθρώπων και αποτέλεσε πρότυπο βίων για τα περισσότερα σύγχρονα κράτη του δυτικού κόσμου. Οι σπουδαστές της Χάλκης είχαν την ευκαιρία να ανακαλύψουν τον θησαυρό της ελληνικής σοφίας, να γευτούν το κάλλος της ελληνικής γλώσσας και να γνωρίσουν το θαύμα του ελληνικού πολιτισμού. Εξυμνώντας αυτό το αθάνατο ελληνικό πνεύμα, έλεγε ο άγιος:
«Το ελληνικό πνεύμα ελαξεύθη εις το μάρμαρον, εσμιλεύθη εις τους θριγκούς των ναών, εχαράχθη εις τον πάπυρον, έλαμψεν εις τας δέλτους της Ιστορίας, εκράτησε τας επάλξεις του πολιτισμού, περιεσώθη δια της παραδόσεως και κρύπτεται ακόμη εις τα σπλάγχνα της γης αναμένον την σκαπάνην του αρχαιολόγου».6
Επιπλέον, λόγω του ότι η μελλοντική ιερατική διακονία των σπουδαστών της Χάλκης σε μητροπόλεις και επαρχίες της οθωμανικής αυτοκρατορίας απαιτούσε την άριστη γνώση τόσο της ελληνικής όσο και της τουρκικής γλώσσας, στη διάρκεια των σπουδών του ο Χρυσόστομος τελειοποίησε τις γνώσεις του στην ελληνική, την τουρκική και τη γαλλική γλώσσα, ενώ λίγο αργότερα έμαθε επαρκώς και την αγγλική.
Ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα στη ζωή του Χρυσοστόμου, που επηρέασε καθοριστικά τη μετέπειτα πορεία του, ήταν ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης και αργότερα οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε’. Γεννημένος το 1833 στη Χίο, ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Βαλιάδης σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και το πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γαλλία, την Ελβετία και τη Γερμανία. Διετέλεσε Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου του οικουμενικού Πατριαρχείου και το 1876 εξελέγη Μητροπολίτης Μυτιλήνης.7
Ως απόφοιτος της Χάλκης, ο Κωνσταντίνος επισκεπτόταν συχνά τη Σχολή στην οποία διδάχθηκε τα θεολογικά γράμματα και ανατράφηκε πνευματικά. Το 1887 ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης, ως Συνοδικός ιεράρχης στην Κωνσταντινούπολη, επισκέφθηκε τη Χάλκη και ζήτησε να γνωρίσει τον πρώτο σε ήθος και επιδόσεις ιεροσπουδαστή. Ο τότε Σχολάρχης, Αρχιμανδρίτης Γερμανός Γρηγοράς (1832 – 1904), υπέδειξε τον πολλά υποσχόμενο αριστούχο φοιτητή Χρυσόστομο Καλαφάτη. Αναγνωρίζοντας και ο Κωνσταντίνος τα χαρίσματα του νεαρού σπουδαστή ανέλαβε να γίνει ο προστάτης και εγγυητής των σπουδών του.8
Να σημειωθεί ότι ένα χρόνο πριν, το 1886, είχε κοιμηθεί ο μέχρι τότε κηδεμών9 του αγίου, Μητροπολίτης Προύσης Νικόδημος, ο οποίος είχε ευλογήσει τον μικρό Χρυσόστομο στην πρώτη επίσκεψή του στην Τρίγλια το 1871 και με σύσταση του οποίου ο νεαρός σπουδαστής είχε γίνει δεκτός στη Σχολή της Χάλκης. Συνεπώς, η έλευση του Μητροπολίτης Μυτιλήνης στη ζωή του αγίου υπήρξε ευεργετική, αφού ο ιεράρχης κάλυπτε έκτοτε τα έξοδα του Χρυσοστόμου και ενημερωνόταν για τη πρόοδό του.
Αναμφίβολα, το μεγαλύτερο γεγονός στη διάρκεια των σπουδών του αγίου ήταν η χειροτονία και η είσοδός του στις τάξεις του ιερού κλήρου. Αν και δεν υπάρχει μαρτυρία για το πότε ακριβώς χειροτονήθηκε διάκονος, θα μπορούσε να λεχθεί ότι, εφόσον ο Χρυσόστομος κατέστη πτυχιούχος όντας ιεροδιάκονος, η χειροτονία στον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης έλαβε χώρα στη διάρκεια των θεολογικών του σπουδών και πιθανόν στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Χάλκης, σύμφωνα με την όχι σπάνια στην ιστορία της Θεολογικής Σχολής συνήθεια οι χειροτονίες των ιεροσπουδαστών να πραγματοποιούνται στον ναό της Σχολής. Στην περίπτωση δε του Χρυσοστόμου, η χειροτονία έγινε από τον Μητροπολίτη Μυτιλήνης , Κωνσταντίνο, ο οποίος, έχοντας αναλάβει την προστασία και επιμέλειά του, θα πρέπει να τον χειροτόνησε σε κάποια μεταγενέστερη επίσκεψή του στη Χάλκη, πριν ο άγιος ολοκληρώσει τις σπουδές του.10
Κατά τη διάρκεια φοίτησης του Χρυσοστόμου στη Χάλκη και στο πλαίσιο της διδασκαλίας των μαθημάτων Ερμηνευτικής και Ομιλητικής, ο διευθυντής και καθηγητής της Σχολής Αρχιμανδρίτης Γερμανός Γρηγοράς, ανέθεσε στον άγιο να εκφωνήσει λόγο στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος. Οι παρόντες καθηγητές και συμφοιτητές του νεαρού σπουδαστή άκουσαν τότε για πρώτη φορά με θαυμασμό τον Χρυσόστομο να κηρύττει τον Θείο Λόγο και να ερμηνεύει με ρητορική δεινότητα και άριστη θεολογική κατάρτιση το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Στο πρόσωπό του όλοι αναγνώρισαν έναν ανερχόμενο διαπρεπή εκκλησιαστικό άνδρα και θεολόγο.11
Το 1891 ο ιεροδιάκονος Χρυσόστομος, έπειτα από επτά χρόνια επιτυχημένης φοίτησης και δοκιμασίας, ολοκληρώνει τις σπουδές του και αποφοιτά αριστούχος από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Η επί πτυχίω εναίσιμη (διδακτορική) διατριβή του, το πρωτότυπο της οποίας σώζεται σήμερα σε χειρόγραφη μορφή στη βιβλιοθήκη της Σχολής, είχε τίτλο: «Θέσις θεολογική περί του ότι Μόνη των τριών μεγάλων Χριστιανικών Εκκλησιών η Ορθόδοξος Ανατολική εστίν η αληθής».12
Η αποφοίτηση του Χρυσοστόμου και των άλλων τριών τελειόφοιτων («τελειοδιδάκτων») σπουδαστών της τάξης του έγινε την Κυριακή 7 Ιουλίου 1892.13 Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, σε ειδική τελετή στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος, ο διευθυντής της Σχολής επέδωσε στους αποφοίτους τα διπλώματα, παρουσία του επιτροπεύοντος τον Οικουμενικό Θρόνο, Μητροπολίτη Ηρακλείας Γερμανού, και όλων των Συνοδικών ιεραρχών.
Στον εμπνευσμένο λόγο του ο σοφός Σχολάρχης «υπέβαλε τοις τελειοδιδάκτοις υποθήκας και συμβουλάς, δι’ ων συνέστησεν αυτοίς την ακίβδηλον μεν και απαραχάρακτον διδασκαλίαν των δογμάτων της ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως ταύτα ο Χριστός απεκάλυψεν, οι Απόστολοι παρέδωκαν και οι Θεοφόροι πατέρες ανέπτυξαν και διετύπωσαν, και άτινα ούτοι εδιδάχθησαν υπό την αμφιλαφή σκέπην της Σχολής και την σκιάν του ιερού θυσιαστηρίου˙ εν τω βίω δε αυτών και τη αναστροφή την ακριβή τήρησιν του αγίου κανόνος της ευαγγελικής ηθικής, ίνα γνώσι πάντες και πιστεύσωσιν ότι γνήσιά εισί της Εκκλησίας τέκνα και ανεπαίσχυντοι εκπληρωταί των ψυχοσωτηρίων παραγγελμάτων του Θεανθρώπου Σωτήρος ημών».
Στη λιτή και συγκινητική τελετή αποφοίτησης, ο ιεροδιάκονος Χρυσόστομος ανακηρύχθηκε διδάσκαλος της ορθοδόξου χριστιανικής θεολογίας.

Υποσημειώσεις.
1. Βασιλείου Θ. Σταυρίδου , Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1988, σ’. 45
2. Ο. π. σ’. 54
3. Λοβέρδος ο. π. σ. 16
4. Σταυρίδου, 1988, σ’. 52
5. Λοβέρδος, ό. π. σ’. 15
6. Ο. π., σ’. 17.
7. Βασιλείου Θ. Σταυρίδου, οι οικουμενικοί πατριάρχαι 1860 – σήμερον, εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1977. σσ’. κ379 – 380
8. Λοβέρδος, ό. π., σσ’. 23 -24
9. Οι σπουδαστές της θεολογικής σχολής της Χάλκης κατά παράδοση είχαν κηδεμόνες ή εγγυητές των σπουδών τους ιεράρχες του οικουμενικού πατριαρχείου. Μετά την αποφοίτησή τους από τη Χάλκη, διακονούσαν τον προστάτη μητροπολίτης τους στις διάφορες επαρχίες του οικουμενικού θρόνου.
10. Σε νεότερη μελέτη αναφέρεται πως ο Κωνσταντίνος Βαλιάδης χειροτόνησε διάκονο τον Χρυσόστομο το 1888, δηλαδή ένα χρόνο μετά την επίσκεψή του στη Χάλκη και τη γνωριμία του με τον άγιο, χωρίς ωστόσο να παρατίθεται ακριβής ημερομηνία και τόπος τέλεσης της εν λόγω χειροτονίας, βλ. Αλφόνσος Δελής. «Ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Κωνσταντίνος 1876 – 1893», Αιολικά χρονικά Δ. (2002) 231.
11. Κ. Πολίτης, Χρυσόστομος ο Σμύρνης, έκδοσις εφημερίδος «Πατρίς», Αθήναι 1934, σ’. 15
12. Ιεροδιάκονος Χρυσόστομος Ν. Καλαφάτης, Θέσις θεολογική περί του ότι Μόνη των τριών μεγάλων χριστιανικών εκκλησιών η Ορθόδοξος Ανατολική εστίν η αληθής, έγραφον εν τη κατά Χάλκην θεολογική σχολή κατά μήνα Απρίλιον του 1891 έτους – πρβλ. Σταυρίδου, 1988, σ. 268
13. ΕΑ ΙΑ (1891) 160. (Οι απόφοιτοι της θεολογικής σχολής της Χάλκης το 1891 ήταν οι ιεροδιάκονοι Χρυσόστομος Καλαφάτης από την Τρίγλια της Προύσας, Ιερόθεος Τεκνόπουλος από την Καισάρεια της Καππαδοκίας, Καλλίνικος Διλβέης από τα Αλάτσατα της Χερσονήσου της Ερυθραίας και Πολύκαρπος Θεολογίδης από την Ιερά μονή του Τιμίου Προδρόμου Σερρών, βλ. Ανατολικός Αστήρ Εφημερίς φιλολογική εκκλησιαστική και της Δημοσίας εκπαιδεύσεως, αριθμός 31/17.7.189, σ’. 246).

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.