Νυν γνωρίζω την εμήν αγέλην, σήμερον βλέπω σχήμα της εκκλησίας το σύνηθες, ηνίκα και των σαρκικών φροντίδων την ασχολίαν μισήσαντες, ακεραίω τω πληρώματι, προς την θεραπείαν του Θεού συνεδράμετε. Και στενοχωρεί μεν ο λαός τον οίκον είσω των ιερών αδύτων γενόμενος, πληροί δε τον έξω χώρον εν τοις προτεμενίσμασιν, όσος ού χωρείται παρά των ένδον, κατά την εικόνα των μελισσών. Αι μεν γαρ ένδον εργάζονται, αι δε έξωθεν περιβομβούσι το σμήνος. Ούτως ουν ποιείτε, ώ παίδες, και μη ποτέ ταύτην την σπουδήν απολίπητε. Πάθος γαρ ομολογώ πάσχειν ποιμαντικόν και βούλομαι, επί της υψηλής ταύτης καθήμενος σκοπιάς, κύκλω περί τους πρόποδας της κορυφής βλέπειν ηθροισμένον το ποίμνιον. Καν ούτω μοι συμβαίνη, προθυμίας τε εμπίπλαμαι θαυμαστής και κάμνω τον λόγον ηδέως, ως οι ποιμένες τα μέλη τα νόμια, όταν δε ετέρως έχη και την έξω πλάνην ήτε πλανώμενοι, ως υπόγυον επί της παρελθούσης Κυριακής πεποιήκατε, σχετλιάζω πολλά και την σιωπήν ασπάζομαι, βουλεύομαι δε την ενθένδε φυγήν και ζητώ τον Ηλιού του προφήτου Κάρμηλον ή τινά πέτραν αοίκητον. Φίλον γαρ πώς τοις αθυμούσι το άμικτον και φιλέρημον. Νυν δε βλέπων υμάς συν αυτοίς τοις γένεσιν αθρόως πανηγυρίζοντας, υπομιμνήσκομαι λογίου προφητικού, ο πόρρωθεν Ησαΐας ανύμνησε την εύτεκνον του Χριστού και πολύπαιδα προαναφωνών εκκλησίαν˙ «τίνες», φησίν, «οίδε; Ως νεφέλαι πέτονται και ως περιστεραί συν νεοσσοίς επ’ εμέ». Ου μην αλλά προς τούτω κακείνο˙ «στενός μοι ο τόπος, ποίησόν μοι τόπον, ίνα κατοικήσω». Ταύτα γαρ η του Πνεύματος δύναμις εις την πολυάνθρωπον του Θεού Εκκλησίαν εθέσπισεν, ή χρόνοις ύστερον έμελλεν απ’ άκρων εις άκρα πληρώσειν την οικουμένην άπασαν.
Τώρα αναγνωρίζω το κοπάδι μου, σήμερα βλέπω τη συνηθισμένη εκκλησία, σήμερα που, μισώντας και την απασχόλησή με τις σαρκικές φροντίδες, τρέξατε όλο το πλήρωμα για να λατρεύσετε το Θεό. Και γεμίζει ο λαός ασφυκτικά μέσα το ναό φτάνοντας ως τα ιερά άδυτα, αλλά γεμίζει και τον εξωτερικό χώρο στα προαύλια, όσος δεν μπορεί να χωρέσει μέσα σύμφωνα με την εικόνα των μελισσών, που άλλες δουλεύουν μέσα κι άλλες βομβούν απ’ έξω απ’ την κυψέλη. Έτσι λοιπόν, παιδιά μου, να κάνετε και μη χάνετε ποτέ το ζήλο σας αυτόν. Συγκινούμαι, ομολογώ, ως ποιμένας και θέλω καθισμένος σ’ αυτή την υψηλή σκοπιά να βλέπω γύρω μου στους πρόποδες συναγμένο το ποίμνιό μου. Κι αν μου συμβαίνει αυτό γεμίζω από προθυμία θαυμαστή και επεξεργάζομαι μ’ ευχαρίστηση το λόγο μου, όπως οι βοσκοί τα ποιμενικά τους τραγούδια˙ όταν όμως συμβαίνει διαφορετικά και σας παρασύρει η εξωτερική πλάνη, όπως πρόσφατα κάνατε την περασμένη Κυριακή, δυσαρεστούμαι πολύ και προτιμώ τη σιωπή˙ σκέφτομαι να φύγω από δω κι αναζητώ το όρος Κάρμηλο του προφήτη Ηλία ή ένα ακατοίκητο βράχο. Γιατί όσοι είναι κυριευμένοι από λύπη αγαπούν τη μοναξιά και την ερημία. Τώρα όμως, βλέποντάς σας με όλη την οικογένειά σας να είστε όλοι συγκεντρωμένοι στην πανήγυρη, θυμάμαι το λόγο του προφήτη, που από παλιά ο Ησαΐας αναφώνησε, υμνώντας την καλλίτεκνη και πολύτεκνη Εκκλησία του Χριστού. «Ποιοί είναι αυτοί;», λέει˙ «έρχονται καταπάνω μου σαν σύννεφα και σαν περιστέρια με τα μικρά τους». Μαζί μ’ αυτό και εκείνο˙ «είναι στενός ο τόπος για μένα, κάνε μου τόπο για να κατοικήσω». Αυτά όρισε η δύναμη του Πνεύματος για την πολυάνθρωπη Εκκλησία του Θεού, που έμελλε πολλά χρόνια αργότερα «να γεμίσει όλη την οικουμένη απ’ άκρη σε άκρη».
Παράβαλε και:
Αγίου Ρωμανού του μελλωδού – Κοντάκιον εις τα Αγια Θεοφάνεια.
Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – ερμηνεία εις τους κανόνας των Θεοφανείων.
06 Ιανουαρίου, τα Αγια Θεοφάνεια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού – Τα Λειτουργικά Αναγνώσματα της Εορτής.
06 Ιανουαρίου, Θεοφάνεια – Ιωάννου Φουντούλη, αειμνήστου καθηγητού του Α.Π.Θ.
Του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου – λόγος ΛΘ., εις τα Αγια Φώτα.
Λόγος εις την αγίαν εορτήν των Φώτων – Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά.