Όσιος Πολύκαρπος της Κιεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρας (Εκοιμήθη στις 24 Ιουλίου).

Όχι μόνο στο όνομα, αλλά και στην πνευματική ζωή, στους καρπούς της αρετής, ήταν καρποφόρος ο αξιομακάριστος Πολύκαρπος.
Ο όσιος, αφού περιφρόνησε τα υλικά και αρνήθηκε την κοσμική ζωή, ήρθε στο μοναστήρι των Σπηλαίων κι έγινε μοναχός. Εδώ αγωνίστηκε τον καλόν αγώνα της ασκήσεως, που του απέφερε πνευματική πολυκαρπία.
Τους σπόρους των αρετών έσπειρε στην καρδιά του μακαρίου Πολυκάρπου ο κατά σάρκα συγγενής του
όσιος Σίμων,
ο κατόπιν επίσκοπος Βλαντιμίρ και Σουζντάλ. Και οι σπόροι αυτοί έπεσαν «επί την γην την καλήν» και απέδωσαν καρπό εκατονταπλάσιο.

Όταν ο ιερός Σίμων έγινε επίσκοπος, χειροτόνησε και πήρε μαζί του στο Βλαντιμίρ τον όσιο Πολύκαρπο. Εδώ ο όσιος εργάστηκε με ζήλο Θεού για να φωτίση το λαό Του και να του δείξη «τας οδούς Κυρίου τας ευθείας». Τότε κατέγραψε για την ωφέλεια των χριστιανών τους βίους των οσίων της Λαύρας, όπως τους άκουσε από τις διηγήσεις του αγίου επισκόπου, και τους έστειλε στον ηγούμενο Ακίνδυνο. Οι βίοι αυτοί περιέχονται στο δεύτερο μέρος του Πατερικού.

Αργότερα ο όσιος Πολύκαρπος, φλεγόμενος από τον πόθο της ασκήσεως και της ησυχίας, άφησε την τύρβη του κόσμου και με την ευλογία του αγίου Σίμωνος επέστρεψε στην Πετσέρσκαγια. Ο πνευματικός δεσμός των δύο ανδρών όμως ουδέποτε διακόπηκε. Ο άγιος Σίμων συνέχισε να τον στηρίζη πνευματικά με τις θεόπνευστες επιστολές του.

Όταν εκοιμήθη ο ηγούμενος της Λαύρας Ακίνδυνος, ομόφωνα εξέλεξε η αδελφότητα στη θέση του τον όσιο Πολύκαρπο, δοκιμασμένο στην αρετή και ικανό στη διοίκηση. Η εκλογή του ως ηγουμένου έγινε στα χρόνια του μητροπολίτου Κιέβου Ιωάννου Δ’ και του ηγεμόνα Ροστισλάβου Μστισλάβιτς*.

Επεξήγηση * Ηγεμόνας του Κιέβου από το 1154 μέχρι το θάνα το του (1167) με αρκετές όμως διακοπές λόγω των αλλεπαλλήλων διενέξεων με άλλους διεκδικητές του θρόνου.

Σαν ηγούμενος ο φιλόχριστος Πολύκαρπος ήταν αυστηρός τηρητής των μοναστικών κανόνων και πιστός οικονόμος της παρακαταθήκης των οσίων κτιτόρων Αντωνίου και Θεοδοσίου. Στο πρόσωπό του οι αδελφοί βρήκαν όχι μόνο το στοργικό πατέρα, αλλά και το σοφό πνευματικό χειραγωγό.
Πολλοί από τους ευγενείς και τους πρίγκιπες έρχονταν στον άγιο ηγούμενο της Λαύρας για να ευφρανθούν με τη γλυκύτητα των λόγων του και να τον συμβουλευτούν για σοβαρά προβλήματα τους. Μερικοί μάλιστα άφησαν τα πλούτη και τους πριγκιπικούς θρόνους, ήρθαν στο μοναστήρι και μπήκαν ταπεινά κάτω από τη φωτισμένη πνευματική του καθοδήγηση.

Και αυτός ακόμη ο ηγεμόνας Ροστισλάβος τόσο κατανύχθηκε από τις διδαχές του θεοφώτιστου Πολυκάρπου, ώστε μετανόησε για τις προηγούμενες αμαρτίες του. Έγινε σπλαχνικός και ελεήμων προς τους φτωχούς, ευεργετικός προς τους υπηκόους του και θεοφιλής στη ζωή του. Με ιδιαίτερη στοργή περιέβαλλε τα μοναστήρια και τους μοναχούς της ηγεμονίας του. Κάποτε ζήτησε από τον όσιο Πολύκαρπο να γίνη και ο ίδιος μοναχός. Εκείνος όμως είχε διαφορετική γνώμη.

— Ευσεβέστατε πρίγκιπα, του είπε, εσένα ο Κύριος σε όρισε «του ποιείν κρίμα και δικαιοσύνην παντί τω λαώ σου». Αυτή τη διακονία ν’ ασκήσης με φόβο Θεού μέχρι τέλους, και δεν θα χάσης το μισθό σου.

– Τίμιε πάτερ, επέμεινε ο Ροσπολάβος, η ηγεμονική διακονία μέσα στον κόσμο αυτό είναι αναπόσπαστα δεμένη με την αμαρτία. Ήδη νιώθω ταλαιπωρημένος κι εξαντλημένος από τις αδιάκοπες μέριμνες. Θα ήθελα τα λίγα χρόνια ζωής που μου απομένουν να τ’ αφιερώσω αποκλειστικά στον Κύριο. Επιθυμώ να μιμηθώ εκείνους τους άρχοντες και τους βασιλιάδες που διάλεξαν τη στενή και θλιμμένη οδό, αλλάζοντας τη βασιλεία της γης με τη βασιλεία των ουρανών. Άκουσα πως ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο άγιος βασιλιάς των Ελλήνων, εμφανίστηκε σ’ ένα γέροντα μοναχό και του αποκάλυψε: «Αν γνώριζα τι μεγάλη τιμή απολαμβάνουν στον ουρανό οι τιμημένοι με το μοναχικό σχήμα, θα πέταγα από πάνω μου την τιποτένια βασιλική πορφύρα και θα γινόμουν μοναχός!».

– Αν το ποθής με την καρδιά σου, ας γίνη το θέλημα του Θεού, είπε τότε ο όσιος.

Ωστόσο ο φιλόχριστος ηγεμόνας δεν πρόλαβε να πραγματοποίηση την επιθυμία του, παρ’ όλο που ήταν ειλικρινής και εγκάρδια.
Λίγες ημέρες αργότερα, σ’ ένα ταξίδι του, αρρώστησε βαριά καθώς περνούσε από το Σμολένσκ. Κατάλαβε πως πλησίαζε το τέλος του κι έδωσε εντολή να τον πάνε αμέσως στο Κίεβο.
Η αδελφή του Ρογκνέντα, βλέποντας την κρίσιμη κατάσταση του, τον παρακαλούσε να μη μετακινηθή για να μη χειροτέρεψη.

— Όχι, όχι! επέμενε ο Ροστισλάβος. Να με πάτε στο Κίεβο. Κι αν με πάρη ο Θεός στο δρόμο, να βάλετε το σώμα μου στην εκκλησία των Σπηλαίων. Αν πάλι μου χαρίση τη ζωή και την υγεία, θα μείνω για πάντα στη Λαύρα και θα γίνω μοναχός.

Σε Λίγο ο ηγεμόνας βάρυνε. Μετά από μερικές ώρες παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο. Δεν πρόλαβε βέβαια να πραγματοποίηση τον ιερό πόθο του. Τελείωσε όμως τη ζωή του σαν πιστός δούλος του Θεού.

Ο μακάριος Πολύκαρπος συνέχισε να ενισχύη και να καθοδηγή διακριτικά και θεάρεστα τα λογικά πρόβατα του Χριστού για πολλά ακόμη χρόνια. Έφτασε σε βαθιά γεράματα και εκοιμήθη ειρηνικά στις 24 Ιουλίου του 1182.

Μετά την τελευτή του η αγία μονή των Σπηλαίων έμεινε ακέφαλη και πέρασε μεγάλη δοκιμασία, γιατί κανείς από τους οσίους πατέρες της δεν δεχόταν ν’ αναλάβη το αξίωμα του ηγουμένου. Από βαθειά ταπείνωση, αλλά και ιερό πόθο της ησυχίας και αμεριμνίας, απέκρουαν όλοι την τιμητική προσφορά της ηγουμενικής ράβδου.

Μεγάλη θλίψη απλώθηκε στην αδελφότητα. Για πολλές ημέρες όλοι οι πατέρες βρίσκονταν σε αμηχανία. Αποφάσισαν τελικά να συναχθούν στην εκκλησία και ν’ απευθύνουν εκτενείς προσευχές στον Κύριο, την Υπεραγία Θεοτόκο και τους οσίους Αντώνιο και Θεοδόσιο. Είχαν την ελπίδα πως θα έρθη από τον ουρανό η υπόδειξη του κατάλληλου για την ηγουμενία προσώπου.
Και πράγματι. Την ώρα που προσεύχονταν με δάκρυα, συνέβη κάτι θαυμαστό.
Σαν από κάποια μυστική πληροφορία, φώναξαν όλοι μαζί:

– Ο πρεσβύτερος Βασίλειος της Στεκόβιτσα! Αυτός να γίνη ηγούμενος μας!

Χωρίς αργοπορία πήγαν στη Στεκόβιτσα κι έβαλαν μετάνοια στον ευλογημένο ιερέα του Θεού Βασίλειο.

– Ο Κύριος μας πληροφόρησε, του είπαν, να σ’ εκλέξουμε ηγούμενο και πνευματικό μας πατέρα.
Ο μακάριος Βασίλειος έπεσε στη γη, έβαλε κι εκείνος μετάνοια στους αδελφούς και άρχισε να τους ικετεύη:

– Πατέρες άγιοι, μην επιμένετε, σας παρακαλώ. Δεν είμαι άξιος γι’ αυτή την τιμή. Πως, αλήθεια, μ’ ανακαλύψατε εδώ στην αφάνεια που ζω; Πως με βρήκατε έμενα, που δεν έχω καμμιάν αρετή;

– Σου είπαμε, τίμιε πάτερ, ότι ο Θεός μας πληροφόρησε για σένα. Και μην αρνήσαι, για να μην παραβής το θέλημα Του. Δεν θα φύγουμε από δω, αν δεν έρθης μαζί μας.

Η επιμονή και η αποφασιστικότητα των πατέρων έκανε το μακάριο Βασίλειο να λυγίση και να τους ακολουθήση μέχρι τη μονή των Σπηλαίων.
Την κουρά του σε μεγαλόσχημο και την επίσημη ενθρόνιση του τέλεσε μερικές ημέρες αργότερα ο μητροπολίτης Κιέβου Νικηφόρος, μαζί με τους επισκόπους Τουρώφ Λαυρέντιο και Πολότσκ Νικόλαο.
Ο φιλόχριστος Βασίλειος αναδείχθηκε άξιος διάδοχος των οσίων προκατόχων του, σοφός και συνετός πηδαλιούχος του σκάφους της Λαύρας, μιμητής και πιστός δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Από το βιβλίο: «Πατερικόν των σπηλαίων του Κιέβου.»
Διηγήσεις από τη ζωή και τα κατορθώματα των οσίων πατέρων της Κιεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρας.
Έκδοση δέκατη
Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής, 2009

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.