Ευαγγελικό ανάγνωσμα: (Ματθ. Β’ 13-23)
Ενώ δεν προλάβαμε ακόμα να συνειδητοποιήσουμε το ανέκφραστο και ανερμήνευτο γεγονός τής Χριστού γεννήσεως, και ενώ οι καρδιές μας απαστράπτουν από το ανέσπερο φως τής φάτνης και θωπεύονται από τη θαλπωρή τής χάριτος, τρόμος καταλαμβάνει την ύπαρξή μας. Δια μηνύματος αγγελικού ειδοποιείται ο Ιωσήφ να πάρει το παιδίον και την μητέρα του και να φύγουν στην Αίγυπτο έως ότου πάλι ενημερωθεί. Μα γιατί αυτό; “Μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον τού απολέσαι αυτό” (Ματθ. Β’ 13).
Η διεστραμμένη σκέψις τού Ηρώδου μαζί με την πρωτοφανή σε κακία και μοχθηρία απόφασή του να θανατώσει τα νήπια της Βηθλεέμ και των περιχώρων της, με τη σκέψη ότι μέσα σε αυτά θα ευρισκόταν και ο “τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων” σηματοδοτεί και εκφράζει το μίσος, τις συκοφαντίες και τον διωγμό που θα υπέφερε σε όλη του την ζωή ο Ιησούς. Ταυτοχρόνως δείχνει και το μίσος που δέχεται από τον μακράν τού Θεού κόσμο το Σώμα Του, η Εκκλησία Του, οι πιστοί Του δια μέσου των αιώνων.
Ας σταθούμε όμως για λίγο στον παράφρονα Ηρώδη και στην εγκληματική απόφασή του, αφού τα απαίσια “αντίγραφά του” τα βλέπουμε να αναπαράγονται σε κάθε εποχή. Προϊόντος δε του χρόνου ο κόσμος θα αισθάνεται την παρουσία τους ολοένα και οδυνηρώτερα.
Βεβαίως, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η εγωπάθεια διαστρέφει την καρδιά. Αλλά όταν έχουμε όχι απλώς δυσφορία, αλλά μίσος άσβεστο εναντίον τού Θεανθρώπου, εναντίον του Χριστού και της ορθοδοξίας μας, μπορούμε να κάνουμε λόγο μόνο περί εγωισμού, τον οποίο λίγο έως πολύ όλοι οι άνθρωποι τον φιλοξενούμε; Ή ο διωγμός εναντίον τής πίστεώς μας, τόσο ο φανερός όσο και ο ύπουλος, που και τις δύο εκφράσεις του βιώνει η εποχή μας σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορούμε να πούμε ότι είναι απλώς αποτέλεσμα της αμαρτίας των όσων κινούν τα νήματα των Ηρωδιανών αποφάσεων;
Φυσικά και υφίσταται η αμαρτία στην γενικότερη ή ειδικότερη μορφή της και βεβαίως αυτή είναι η αιτία πολλών και μεγάλων κακών στην ιστορία τού ανθρώπου. Όμως εδώ πρόκειται περί άλλου ζητήματος. Εδώ υπάρχει η διαστροφή τού μίσους εναντίον τού Χριστού που εμπνέεται υπό του διαβόλου και φυσικά καλλιεργείται συστηματικώς υπό του ιδίου τού ανθρώπου.
Εάν δε εξετασθεί ουσιαστικώτερα το θέμα, μετά βεβαιότητος θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως οτιδήποτε αρνητικό στην κοινωνία των ανθρώπων, από τα μικρότερα έως και αυτά τα μεγαλύτερα των εγκλημάτων ερμηνεύονται ως διωγμοί εναντίον αυτού του ιδίου τού Ιησού Χριστού. Αλλά το παράδοξο είναι πως όσοι έχουν δρασκελίσει στην αιμοσταγή παράταξη των διεστραμμένων εχθρών, όπως και ο ίδιος ο Ηρώδης, παραδέχονται μεν την πραγματικότητα του Χριστού και της Εκκλησίας του (άλλωστε δεν μπορούν να κάνουν και διαφορετικά), αντί όμως να προσκυνήσουν το θείον βρέφος ακολουθώντας τούς εξ’ ανατολών Μάγους, αυτοί καταντούν θεομάχοι και απαίσιοι εγκληματίες. Παρά δε τα δήθεν επιτεύγματά τους, επί της ουσίας ισχύει ο λόγος “Ου γαρ μη υπνώσωσιν εάν μη κακοποιήσωσιν…”(Παροιμ δ΄16). Μια ζωή αγωνία για το πώς θα κακοποιήσουν την Εκκλησία και πώς θα εκδιώξουν και δη θα αφανίσουν τους ορθοδόξους χριστιανούς. Αλλά κάποτε έρχεται το τέλος. Και είναι τόσο αληθινή η Γραφή και στο θέμα αυτό όταν τονίζει, “θάνατος αμαρτωλών
πονηρός”(Ψαλμ. λγ΄22). Αυτό δηλ. που συνέβη και στον ίδιο τον Ηρώδη.
Έπειτα από λίγο χρόνο προσβλήθηκε από φοβερή και σπάνια ασθένεια, παραδίδοντας την αθλία του ψυχή σε αυτούς που υπηρέτησε, για να κολάζεται αιωνίως. Πέθανε σκωληκόβρωτος μέσα σε φρικτούς πόνους ξεχειλίζοντας το μεν σώμα του από τον βόρβορο των σκουληκιών, η δε ψυχή του καταποντισμένη μέσα στην άβυσσο του μίσους. Μίσησε τον Χριστό και τους ανθρώπους, γι’ αυτό και την ώρα τού θανάτου του ο κόσμος αισθάνθηκε ανακούφιση από το ότι έπαυσε να υπάρχει αυτό το ανθρωπόμορφο τέρας που εμόλυνε την γη απλώς και μόνο με την αναπνοή του.
Να ισχυρισθούμε τώρα ότι το ίδιο ή και χειρότερο τέλος έχουν στο πέρασμα της ιστορίας όλα τα “τέκνα τού Ηρώδου”; Και να υποστηρίξουμε ότι τα ίδια αισθήματα εκτρέφουν οι άνθρωποι δια τους παράφρονες διώκτες τής Εκκλησίας τού Χριστού; Δεν χρειάζεται να το υπογραμμίσουμε αυτό. Είναι το μόνο βέβαιο. Η ίδια η ιστορική πραγματικότης επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Εάν δε ο άθεος και άπιστος, εάν ο συνειδητός εχθρός τού Χριστού συμβαίνει μάλιστα να είναι οξύθυμος και οργίλος, τότε πλέον δεν μπορεί να γίνεται λόγος καν περί ανθρώπου, αλλ’ ουδέ και περί θηρίου τού ζωικού βασιλείου, αφού στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος καταγκρεμίζεται κάτω της κλίμακας των κτηνών, με αποτέλεσμα να καταντά χειρότερος και αυτών των σκοτεινών δαιμόνων οι οποίοι επιτέλους “πιστεύουν και φρίττουν”.
Ο μεγάλος πατέρας και διδάσκαλος της Εκκλησίας μας ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, που ο υμνογραφικός και δογματικός του κάλαμος κινείται επιδεξίως στις Δεσποτικές εορτές, θα χαράξει για τις περιπτώσεις των ανθρώπων στους οποίους αναφερόμαστε: “Ποίον θηρίον είναι τόσον άγριον και ανήμερον όπως ο άνθρωπος που συγκλονίζεται από την οργήν και τυραννείται από τον θυμόν; Ποία δε τρικυμισμένη θάλασσα η οποία αναταράσσεται από τους εφορμώντας εις αυτή βιαίους ανέμους, ξεσπάει με τόσην ορμήν και θραύεται επάνω εις τους βράχους; Ή ποίον φαρμακερόν φίδι μεταξύ των πιο δεινών πηδά επάνω εις το θύμα του με τόση μανίαν με όσην ο ασυγκράτητος και δριμύς και αχαλίνωτος εις την οργήν του θυμώδης; Αυτός δεν ορίζει πλέον τον εαυτόν του. Άγεται και φέρεται από το πάθος τού θυμού”.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα φαινομενικώς ανερμήνευτο. Ποίο είναι αυτό; Η σύμπνοια του πολιτικού και θρησκευτικού κατεστημένου, παρά τις εξωτερικές διαφορές ίσως και εχθρότητες μεταξύ τους, στο να στοχεύουν, συλλαμβάνουν, βασανίζουν και τελικώς να θανατώνουν τον Ιησούν. Γεμάτος απορία ο πρόγονος του Χριστού, ο προφήτης Δαυίδ θα γράψει: “΄Ινα τι εφρύαξαν έθνη, και λαοί εμελέτησαν κενά; παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού, διαρρήξωμεν τους δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ’ ημών τον ζυγόν αυτών” (Ψαλμ. β’ 1-3).
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, κάποιοι προτιμούν να συνάπτουν και να αποκαθιστούν φιλίες, όχι στο όνομα της εν Χριστώ αγάπης, αλλά στο όνομα του διωγμού τής πίστεως, στην λοιδορία και στην σταύρωση του Ιησού Χριστού. “Εγένοντο δε φίλοι ό τε Ηρώδης και ο Πιλάτος εν αυτή τη ημέρα μετ’ αλλήλων· προϋπήρχον γαρ εν έχθρα όντες προς εαυτούς” (Λουκ. κγ’ 12).
Όταν ο άνθρωπος δεν βιώνει την αγάπη τού Ιησού και όταν δεν επιτρέπει ο ίδιος να φλογίζεται η ύπαρξίς του από την δόξα τού Χριστού, τότε κινδυνεύει να γεμίσει την καρδιά του από την έχθρα εναντίον του Θεού. Όταν μάλιστα ο αρχηγός τής σωτηρίας μας απαιτεί θυσίες, λιτάνευση του Σταυρού, ομολογία πίστεως και απαρέγκλιτη παρακολούθηση των βημάτων του, τότε αισθάνεται κανείς τα επίπεδα στα οποία πρέπει να περιφέρει την ύπαρξή του.
Τούτο συμβαίνει και με τα πρόσωπα των εκπροσώπων των ποικίλων “θρησκευτικών κατεστημένων”. Όταν δεν ζουν συνειδητά την πίστη τού Χριστού και αποφεύγουν την οδόν των Αγίων τής Εκκλησίας μας, τότε φθάνουν στο κατάντημα όχι μόνο να υπογράφουν “την σφαγήν των νηπίων”, αλλά τελικώς να προσυπογράφουν την σταύρωση του Ιησού και τούτο διότι “ελέγχονται υπό του φωτός”, αφού “τα έργα αυτών εισί πονηρά”.
Φίλοι μου, ίσως περισσότερο από ποτέ άλλοτε στις ημέρες μας να συμφιλιωθούν τα “πολιτικοθρησκευτικά” κατεστημένα στο όνομα δήθεν της “παγκόσμιας ειρήνης” και της απολαύσεως των αγαθών, με κύριο όμως στόχο τους να χτυπήσουν τον Χριστό και την Εκκλησία Του. Ενδεχομένως μάλιστα προς τον σκοπό αυτό να συγκλιθούν συνέδρια και “σύνοδοι” όλων των φασμάτων και των αποχρώσεων…
Ας μην τα χάνουμε και ας μη μας φοβίζει απολύτως τίποτε, αφού και γι’ αυτούς νομοτελειακώς ισχύει ό,τι και για τον Ηρώδη. Τελικώς θα επαληθευθεί έτι άπαξ πανηγυρικώς ο λόγος της Γραφής: “Τεθνήκασι οι ζητούντες την ψυχήν τού παιδίου”!
Αμήν.
Η/Υ ΠΗΓΗ:
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ.blogspot.com: 27 Δεκεμβρίου 2014
Παράβαλε και:
Κυριακή Μετά την Χριστού Γέννησην: Η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., Υμνολογική Εκλογή, ομιλία Αγίου Γρηγορίου Νύσσης εις το Γενέθλιον του Σωτήρος Χριστού και εις τα νήπια της Βηθλεέμ.
Κυριακή μετά την Χριστού γέννησιν: Ο Ναζωραίος – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.