Η δύναμη δεν είναι πάντα δύναμη, αν αυτός που την κατέχει κυριαρχείται από ματαιδοξία ή αν πρόκειται περί κράτους. Η δύναμη αφήνεται ανεξέλεγκτη να οδηγεί το άρμα της εξουσίας. Ας μην αναφερθούμε στην τραγωδία της αθηναϊκής δημοκρατίας που το πάθος για επέκταση την οδήγησε στην ανεμώλια εκστρατεία της Σικελίας (415-419 π.Χ.) ούτε και στη Ναπολεόντεια Εποποιία που έκλεισε με δραματικό τρόπο στο Βατερλώ (18/6/1815).
Ας περιοριστούμε σε πιο κοντινά περιστατικά. Η δύναμη της χιτλερικής Γερμανίας υπήρξε η καταστροφή της, ενώ η μετέπειτα αδυναμία της υπήρξε η δύναμή της. Η υπεροψία, τέλος, οδήγησε τους Αμερικανούς στο Βιετνάμ για να γράψουν κι αυτοί μια δική τους τραγωδία αίσχος, που παρά λίγο να μην έχει τέλος. Σήμερα «οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας», η γειτόνισσα Τουρκία με πληθυσμό που αριθμεί πάνω από 80.000.000, με το πρόσχημα ότι περιβάλλεται από λαούς ιστορικά εχθρικούς (Έλληνες, Βούλγαρους, Αρμένιους, Σύριους, Ιρανούς) και στο εσωτερικό της τους Κούρδους –και όχι μόνον αυτούς– εξοπλίζεται συνεχώς και διαθέτει σήμερα έναν στρατό που υστερεί αριθμητικά μόνον έναντι της Κίνας, πιθανώς και της Ινδίας και του Πακιστάν.
Ο στρατός αυτός λόγω της συνεχούς εμπλοκής του σε πόλεμο με τους Κούρδους είναι πάντα ετοιμοπόλεμος, ειδικά για περιπτώσεις ανορθόδοξου πολέμου, γίνεται όμως εμπειροπόλεμος με τη νέα εμπλοκή σε πόλεμο με τη Συρία.
Παράλληλα, με τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου εκγυμνάζει τη συνεχώς εμπλουτιζόμενη αεροπορία της, ενώ το ίδιο πράττει και με το πολεμικό ναυτικό, που έχει μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο για πρώτη φορά υπεροχή έναντι του ελληνικού, κι ας λέει ατυχώς ο υπουργός μας επί των εξωτερικών ότι τα έξι (στην πραγματικότητα τέσσερα) υποβρύχιά μας είναι υπερόπλο. Αν τα υποβρύχια ήσαν υπερόπλο, οι Γερμανοί θα είχαν νικήσει και στον Α καί στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Παράλληλα η Τουρκία δημιουργεί μια δική της βιομηχανία ανταλλακτικών, πυρομαχικών κ.λπ. Αγοράζει καινούργια όπλα από τη μέχρι χθες μεγαλύτερη εχθρό της, τη Ρωσσία, και με τη βοήθειά της ετοιμάζει ατομικό εργοστάσιο στο Ακούγιου. Βοήθειά μας!
Παράλληλα δημιουργεί ένα στεφάνι συμμαχιών ολόγυρά μας, όπως οι Αλβανοί, οι Σκοπιανοί και οι Βούλγαροι, αφού προς αυτούς δεν τους προφθάσαμε εμείς. Όλα αυτά σε συνάφεια με όσα συμβαίνουν στη Συρία, δημιουργούν έναν υποχωρητικό σκεπτικισμό σε πολλούς συμπατριώτες μας, και κυρίως σε πολιτικούς. Πολλοί σπεύδουν –ακόμη και κυβερνητικά στελέχη– να αποδοκιμάσουν τον κ. Καμμένο, αν πει κατά το άσμα και μια κουβέντα παραπάνω.
Οι Τούρκοι μπορούν να διεκδικούν και να λένε ότι θέλουν, εμείς όμως όχι. Ωστόσο, η απειλητική δύναμη της Τουρκίας δεν αντιμετωπίζεται με λεκτικά σκονάκια, αντιμετωπίζεται με μια αναδιοργάνωση του στρατού (θητεία 18 μηνών στα 20 χρόνια), με σκληρή και όχι ψυχαγωγική εκγύμναση (όσο καλύτερα εκγυμνάζεται ένας στρατός τόσο μικρότερες οι απώλειές του) και, κυρίως, όπως έχω προτείνει συχνά, με μια αμυντική συμμαχία ανάμεσα σε μας, στη Βουλγαρία και στη Σερβία. Το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να μας βοηθήσει ούτε στην απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών. Μήπως βοήθησε στην Κύπρο και στα Ίμια; Βέβαια εννοώ συμμαχία σοβαρή και όχι μουσικοχορευτική, όπως μας έδειξε το βράδυ της 10ης Απριλίου ο νέος «Μεγάλος Τραγουδιστής», ο κ. Κοτζιάς. Πρώτος «Μεγάλος Τραγουδιστής» ήταν ο κ. Πάγκαλος στην υπόθεση Οτσαλάν.
Ωστόσο, η Τουρκία θα το βρει από μας. Η διαρκώς αυξανόμενη δύναμη του Ερντογάν, που όλο και πιο πολύ προσεγγίζει διανοητικά και λεκτικά προς τον Μουσσολίνι, τον έχει φέρει σε σύγκρουση με τους παραδοσιακούς συμμάχους του, τους Δυτικούς, και σε μια πολύ στενή οικονομική σχέση με τον παραδοσιακό εχθρό τους τη Ρωσσία. Όμως ο Τραμπ δεν ήλθε σαν ειρηνοποιός, ήλθε την επαύριο της εκλογής του σαν Τζων Γουαίην. Ήλθε «μάχαιρα βαλείν». Αφού έβαλε στην «κάτσα» τους Ευρωπαίους συμμάχους του, τώρα με μπομποδέκτη την Αγγλία στρέφεται μαχητικά κατά της Ρωσσίας, συμβιβάζεται με τον πρώτο του εχθρό, τον Βορειοκορεάτη πρόεδρο για να στραφεί κατά της Κίνας, πρωτίστως στο οικονομικό πεδίο, και τώρα με σύμμαχο το Ισραήλ στρέφεται κατά της Συρίας. Ο Ερντογάν βρίσκεται πλέον σε αμηχανία. Θυμίζουμε το παλαιό άσμα: «Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω, την Κική η την Κοκώ, ποιά να διαλέξω». Δεν έχει περιθώρια εκλογής. Το Ισραήλ, όπως διέσπασε τον αραβικό κόσμο, θα διασπάσει και την Τουρκία.
Ο Ερντογάν, όπως έδειξε η περίπτωση της Ιερουσαλήμ, επιχειρεί να γίνει σωτήρας των Μουσουλμάνων. Αλλά ποιών; Σιιτών ή Σουνιτών; Τρέχα γύρευε!
Μέσα στην Τουρκία αναμοχλεύονται, πλην του κουρδικού, και άλλα εθνικιστικά κινήματα, πέρα από το θρησκευτικό των Αλεβήδων. Οι οπαδοί του Μπουλέντ έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται. Οι εκλογές πλησιάζουν. Μια αποτυχία του «Σουλτάνου χωρίς Καφτάνι» θα είναι σαν να του πέσει στο κεφάλι το ταβάνι. Θα σπάσει, με έξωθεν παρεμβολές, ο τεχνητός δεσμός μεταξύ των Τούρκων, που μόνο κατά ελάχιστο ποσοστό θα είναι Τούρκοι, και ίσως η επόμενη γενιά να δει στη Μικρά Ασία να ξεφυτρώνουν, όπως μετά την κατάλυση της περσικής αυτοκρατορίας από τον Αλέξανδρο, νέα εθνικά κράτη, όπως της Καππαδοκίας και του Πόντου. Δεν πρέπει τότε να χάσουμε την ευκαιρία όχι για νέα εκστρατεία αλλά για προστασία των λειψάνων του Ελληνισμού στην Πόλη, στα Πριγκιποννήσια, στην Ίμβρο και στην Τένεδο.
Αλλά πριν φθάσουμε –και θα φθάσουμε– σ’ αυτό απαιτείται προσοχή. Η κατάσταση είναι εύρυθμα σοβαρή. Στην Κύπρο και μόνον εκεί υπάρχουν αγγλικές βάσεις. Τόσον η κυπριακή όσο και η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει να μπουν σε αυτό το «τζιώτικο ραβαΐσι», γιατί τα πρώτα πλήγματα από τις ρωσσικές και συριακές βάσεις θα τα δεχθούν οι αγγλικές, αλλά στην ουσία τα τραύματα θα διευρυνθούν και θα μολύνουν (με κάθε έννοια) τη Μεγαλόνησο. Η Κύπρος αυτή τη στιγμή είναι στο κέντρο του κυκλώνα της συμφοράς.