Για μια ακόμη φορά διαπιστώνω ότι η έννοια της πίστης, της Εκκλησίας, μάλλον και του Θεού, έχουν μια αρνητική διάσταση ριζωμένη μέσα στις ψυχές των συνομιλητών μου. Και λέω ριζωμένη, γιατί απ’ ό, τι καταλαβαίνω, οι ερωτήσεις τους δεν γίνονται τόσο για να γνωρίσουν κάτι άλλο, σίγουρα διαφορετικό, ίσως καλύτερο, όσο για να εκφράσουν κάτι που μάλλον υπάρχει μέσα τους ως απωθημένο. Και είναι τόσο σίγουροι! Και τόσο λάθος! Τι κρίμα! Σαν να έχουν στερηθεί την ελπίδα στο καλό. Δεν ξέρω αν φταίει η λυσσώδης πολεμική κατά της Εκκλησίας που δημιουργεί αυτή την εικόνα, είμαι όμως βέβαιος ότι και η μαρτυρία μας ως χριστιανών και ανεπαρκής είναι, αλλά και συχνά αντί να επιβεβαιώνει τον Θεό, Τον διαψεύδει. Όλα συνηγορούν στο ότι η πίστη μας, που στην ουσία της ταυτίζεται με την όντως ζωή, στην περίπτωσή μας δεν έχει ζωή. Μοιάζει περισσότερο με ένα νεκρό ιδεολόγημα, που για κάποιον ακατανόητο σε μένα λόγο η μόνη του αξία είναι ότι πρέπει να το υποστηρίξουμε ως οπαδοί. Τίποτε άλλο. Ακούω λοιπόν τα ερωτήματα, και στο βάθος της καρδιάς μου συνυπάρχει μια απορία και αρκετή θλίψη. Έχω όμως και μια ελπίδα γι’ αυτά τα παιδιά.
Ήδη από την αρχή δημιουργήθηκε μια ατμόσφαιρα που διευκόλυνε την ελεύθερη έκφραση, χωρίς με κάποιον τρόπο να συμπιέζεται αυτή από τον απαιτούμενο σεβασμό ή την όποια απόσταση υπήρχε μεταξύ μας. Αυτό μου άρεσε. Ιδίως ο Δήμος είχε μια ένταση στο ύφος και τον λόγο του, τέτοια που επιβεβαίωνε αφ’ ενός μεν την εξαρτημένη σκέψη του- είχε απωθημένα μέσα του- αφ’ ετέρου δε την ελευθερία της έκφρασής του- δεν είχε αναστολές στον τρόπο του. Ελεύθερα μπορούσε να εκφράσει την …ανελευθερία του. Η Μαρίτα δεν έβγαζε ένταση. Δεν την χρειαζόταν μάλλον. Αυτή παίρνει πάλι το λόγο.
“Άνθρωπος εν τιμή ών ου συνήκε”
Μαρίτα(9): Ν επανέλθω λίγο σε αυτά που συζητούσαμε στην αρχή. Σήμερα η επιστήμη φαίνεται πως απορρίπτει τον Θεό. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι όλο και περισσότερο πετάνε από πάνω τους το πουκάμισο της θρησκείας. Αυτός είναι και ο λόγος που κι εμείς σας πλησιάσαμε. Μας παραξενεύει η επιλογή σας. Εσείς ως άνθρωπος της Εκκλησίας δεν το βλέπετε αυτό;
Απ. : Από πού φαίνεται πως η επιστήμη απορρίπτει τον Θεό; Αυτό που θα μπορούσα να δεχθώ είναι ότι πολλοί επιστήμονες Τον απορρίπτουν. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι αντικατέστησαν την ανάγκη της πίστης με την έπαρση της γνώσης τους, και τον Θεό με το είδωλο της προσωπικής επιτυχίας τους, “ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα” (Ρωμ. α’ 25), την κτίση ή ακόμη, το κτίσμα- τον άνθρωπο,τον εαυτό τους- παρά τον κτίσαντα – τον Θεό. Η λατρεία του εγώ είναι χειρότερη από την ειδωλολατρία. Τουλάχιστον αυτή αφήνει ανοιχτό το δρόμο της πίστης ή της ελπίδας προς κάτι που μας υπερβαίνει. Η διαχείριση της επιστημονικής γνώσης θέλει προσοχή.
Μαρίτα(10) : Μα η ανακάλυψη του μποζονίου higgs ή η big bang ή η χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος ή η κλωνοποίηση και τόσα άλλα δεν κλονίζουν την πίστη στον Θεό; Τέτοιες ανακαλύψεις δεν προκαλούν ανασφάλειες στην πίστη σας;
Απ. : Ασφαλώς όχι. Τα τρία πρώτα ερμηνεύουν κάποια μυστικά του γεμάτου σοφία και ομορφιά κόσμου μας. Μάλιστα τη θεωρία της μεγάλης έκρηξης τη διατύπωσε ο Lemaitre, ένας καθολικός ιερέας. Ο δε επικεφαλής του προγράμματος του γονιδιώματος, ο Francis Collins, είναι ένας πρώην αγνωστικιστής, σήμερα γνωστός για τη θεμελιωμένη πίστη του στο Χριστό, πράγμα που εκφράζεται στο βιβλίο του “Η γλώσσα του Θεού”. Το να βρεθεί ένα σωμάτιο ή να ανακαλυφθεί ένα μυστικό του φυσικού κόσμου, μόνον ευλογία είναι. Αντικρίζει κανείς τα έργα του Θεού, τα δημιουργήματά Του, που όσο μικρά κι αν είναι, φανερώνουν τη δόξα Του. Αρκεί να θέλει κανείς να την δει.
Όσο για την κλωνοποίηση, αυτή είναι ένας μηχανισμός, μια τεχνολογική διαδικασία, που μαζί με την ικανότητα του ανθρώπου θα μπορούσε να αποδείξει και την τρέλα ή την αυτοκαταστροφικότητά του. Απ’ ό, τι φαίνεται, δεν την απαγορεύουν μόνο οι ανθρώπινοι νόμοι, αλλά την εμποδίζει μάλλον και η ίδια η φύση, δηλαδή με κάποιον τρόπο και ο Θεός.
Μαρίτα(11) : Ας θέσω το ερώτημά μου λίγο διαφορετικά. Ως άνθρωπος που πιστεύει στο Θεό, πως θα ακούγατε ότι κάποιος θέλει να ασχοληθεί με τη σύγχρονη έρευνα, μάλιστα αυτήν που τελικά αμφισβητεί τον Θεό, όπως η γενετική μηχανική, η κοσμολογία, η νευροφυσιολογία;
Απ. : Μια έρευνα που γίνεται για να αμφισβητήσει το Θεό, έχει την αρρώστια της προκατάληψης. Η έρευνα γίνεται για να ανακαλυφθεί μια επιστημονική αλήθεια. Ποιο το πρόβλημα κάποιος να διευρύνει τους ορίζοντες της σκέψης και της γνώσης του; Έτσι και ο Θεός προσεγγίζει καλύτερα. Ο Θεός δεν αποτελεί ένα ιδεολόγημα που πρέπει με κάθε τρόπο να υπερασπιστούμε, αλλά Τον πιστεύουμε επειδή είναι η αλήθεια. Υπό την έννοια αυτήν, και η επιστημονική αλήθεια Αυτόν φανερώνει. Αν πάλι Τον αμφισβητεί, καιρός να το μάθουμε. Ένας πιστός που φοβάται την επιστημονική έρευνα, φοβάται την αλήθεια. Μάλλον είναι πιστός που… δεν πιστεύει.
Θάνος(12) : Να ρωτήσω κι εγώ κάτι; Τι θα λέγατε για τη θεωρία της εξέλιξης; Αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με τη διδασκαλία της Εκκλησίας;
Απ. : Για το συγκεκριμένο θέμα, η διδασκαλία της Εκκλησίας βασίζεται στο θεόπνευστο βιβλίο της Γενέσεως. Αυτό δεν είναι ένα βιβλίο Φυσικής ή Βιολογίας. Το σημαντικό δε για το οποίο μιλάει δεν είναι αν ο Θεός πλάθοντας τον άνθρωπο πήρε χώμα και που το βρήκε, αλλά το ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν” Θεού. Όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες. Αυτό πώς να το ανατρέψει η επιστήμη; Από κει και πέρα, αν η επιστήμη βελτιώνει την ερμηνεία αυτού του κόσμου και την εικόνα μας γι’ αυτόν, αυτό γιατί να το αμφισβητήσουμε; Το πολύ-πολύ να πούμε ότι μερικά πράγματα τα κατανοούμε τώρα καλύτερα.
Τη θεοείδεια όμως του ανθρώπου, ότι δηλαδή είναι πλασμένος με θεϊκή πνοή και χαραγμένος με προορισμό θεϊκής ομοιώσεως, αυτό δεν θα μπορέσει ποτέ να το αλλάξει η επιστήμη. Απλά μπορούν να το αμφισβητούν αλαζονικά κάποιοι επιστήμονες.
Θάνος(13) : Δηλαδή δεν έχει σημασία το αν ο άνθρωπος κατάγεται από τα ζώα;
Απ. : Αυτό που έχει σημασία είναι η θεϊκή καταγωγή του ανθρώπου και η συγγένειά του με τον Θεό, το ότι δηλαδή ο Θεός μας έπλασε, όχι το πώς μας έπλασε. Και επίσης ο κίνδυνος είναι ο άνθρωπος όχι να κατάγεται από τα ζώα, αλλά να καταντήσει σαν αυτά , “άνθρωπος εν τιμή ών ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς” (Ψαλμ. μη’ 13). Ενώ ο προορισμός μας είναι να ομοιάσουμε στον Θεό, εμείς να προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι είμαστε ζώα.
Το πρόβλημα συνεπώς δεν είναι η επιστημονική επιβεβαίωση της εξέλιξης, αλλά η προσήλωση στην αρρωστημένη ερμηνεία της. Αυτό το τελευταίο δεν αποδεικνύει την ανυπαρξία του Θεού, αλλά επιβεβαιώνει την εμπαθή μυωπία του ανθρώπου. Να ανταλλάσσεται η θεϊκή προοπτική με έναν ασύνετο εκφυλισμό σε ζώο! Αυτό ούτε τα ζώα δεν θα το ήθελαν.
Δήμος(14): Πάντως έχουμε σημαντικές ομοιότητες με τα ζώα και πρέπει να βρούμε τη σημασία τους.
Απ. : Με εκπλήσσει το ενδιαφέρον για την ομοιότητα με τα ζώα. Αν υπήρχε ανάλογο ενδιαφέρον και για την συγγένεια με τον Θεό, πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα! Τη σημασία αυτής της συγγένειας θα έπρεπε να ανακαλύψουμε. Όσο για τα ζώα, ασφαλώς και υπάρχουν και ομοιότητες. Το σώμα μας ούτως ή άλλως μοιάζει με αυτό των ανώτερων θηλαστικών. Ακόμη και μαθητεύουμε στα ζώα και στις ενστικτώδεις αρετές τους. Τόσα και τόσα παραδείγματα υπάρχουν στην Αγία Γραφή. Ο ίδιος ο Χριστός στην επί του Όρους ομιλία Του μας καλεί να «εμβλέψουμε στα ταπεινά του ουρανού» και κατά κάποιον τρόπο να τα μιμηθούμε.
Αυτό όμως που έχει σημασία είναι οι διαφορές μας από τα ζώα. Ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικός. Και αυτό αποτελεί την πηγή της αξίας του. Καιρός να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας από την ομοιότητα με τα ζώα στην δυνατότητα ομοίωσης με το Θεό.
Μαρίτα(15): Συγγνώμη που επιμένω, αλλά θέλω να ρωτήσω και κάτι άλλο. Εσείς αποκλείετε την ύπαρξη άλλης λογικής ζωής στο σύμπαν; Κάτι τέτοιο δεν θα σήμαινε ανατροπή της διδασκαλίας της Εκκλησίας;
Απ.: Ασφαλώς όχι. Είναι τόσο μεγάλο το σύμπαν και τόσο πολλά τα αστέρια, που η πιθανότητα κάπου να φιλοξενείται ζωή σαν τη δική μας είναι στατιστικά σημαντική. Μπορεί να είναι και καλύτερα. Ποιος ξέρει; Όπως και το να είμαστε μόνοι στο σύμπαν είναι επίσης μεγαλειώδες.
Το πρόβλημα είναι ότι και να υπάρχει εξωγήινη λογική ζωή ούτε να το διαπιστώσουμε μπορούμε εύκολα, ούτε και η επικοινωνία μας είναι εφικτή. Οι αποστάσεις αφ’ ενός, και η μέγιστη ταχύτητα επικοινωνίας, αυτή του φωτός, αφ’ ετέρου, λειτουργούν απαγορευτικά. Φανταστείτε να υπάρχουν λογικά όντα σαν εμάς πολύ κοντά μας, για παράδειγμα σε απόσταση 300 ετών φωτός. Αυτό σημαίνει ότι ένα μήνυμά μας θα κάνει το λιγότερο 300 χρόνια να το λάβουν και αν υποθέσουμε ότι υπάρχει λογική ομοιότητα και αμοιβαία κατανόηση της γλώσσας θα χρειαστούν άλλα 300 χρόνια να λάβουμε την απάντησή τους. Τι σημασία έχει το να υπάρχουν άλλα λογικά όντα στο σύμπαν, όταν δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας εδώ στη γη; Ας αφήσουμε αυτές τις ερωτήσεις και ας πάμε σε κάτι πιο ουσιαστικό.
Από το βιβλίο: Αν υπάρχει ζωή, θέλω να ζήσω. 100 ερωτήσεις και απαντήσεις περί πίστεως. Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής. Νοέμβριος 2013.
Παράβαλε και:
Θεός στη ζωή μου – Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.