01 Φεβρουαρίου, Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος (Παρακλητικός Κανών) και των συν αυτώ – συναξάριον της ημέρας.

Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Εις την Α΄ (Φεβρουαρίου), μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος.

Συ δε Τρύφων τί; το ξίφος θνήσκω φθάσας.
Καιρός δε τίς σου του τέλους; νουμηνία.
Εν Φευρουαρίοιο Τρύφων προ τομής θάνε πρώτη.

Ούτος ο Άγιος ήτον από ένα χωρίον της Φρυγίας, Λάμψακον ονομαζόμενον, κατά τους χρόνους Γορδιανού βασιλέως, ύστερα από την βασιλείαν του Καίσαρος Αυγούστου, χρόνους διακοσίους εννενηνταπέντε, ήτοι εν έτει από Χριστού σλθ΄ [239]. Ούτος λοιπόν ο Άγιος, εις καιρόν οπού ήτον πολλά νέος, εμεταχειρίζετο και μίαν τέχνην αρμοδίαν εις την ηλικίαν του, χήνας γαρ έβοσκε. Και εν τη ευτελεί όμως τέχνη ταύτη ευρισκόμενος, ενεπλήσθη από την χάριν του Παναγίου Πνεύματος. Όθεν δι’ αυτής ιάτρευε κάθε ασθένειαν, και δαίμονας εδίωκεν. Αυτός ιάτρευσε και την θυγατέρα του βασιλέως Γορδιανού, βασανιζομένην από δαιμόνιον, το οποίον επρόσταξε, και εφάνη εις τους παρεστώτας ωσάν μαύρος σκύλος, και εφανέρωσε τα πονηρά έργα, τα οποία παρακινεί τους ανθρώπους και κάμνουσι. Με το θαύμα δε τούτο, πολλούς απίστους ετράβιξεν εις την του Χριστού πίστιν.
Κατά δε τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου, όστις έγινε διάδοχος του βασιλέως Φιλίππου του Άραβος, εν έτει σνς΄ [256], εδιαβάλθη ο θείος ούτος Τρύφων εις τον έπαρχον της Ανατολής Ακυλίνον, ότι είναι Χριστιανός, και ότι δεν προσκυνεί τα είδωλα. Όθεν εφέρθη προς αυτόν ο Άγιος, εν τη Νικαία ευρισκόμενον, και ομολογήσας τον Χριστόν, πρώτον μεν, δέρνεται με ξυλίνας σπάθας, έπειτα δε, δένεται εις άλογα, τα δε άλογα διωκόμενα, έτρεξαν εν καιρώ χειμώνος μέσα εις τόπους δυσβάτους και κρημνώδεις, σύροντα τον Άγιον. Μετά ταύτα, σύρουσιν αυτόν γυμνόν επάνω εις σιδηρά καρφία. Είτα δέρνουσιν αυτόν, και με λαμπάδας πυρός τας πλευράς αυτού καίουσι. Και τελευταίον, απεφασίσθη ο Άγιος διά να αποκεφαλισθή με το ξίφος. Πρό του όμως να αποκεφαλισθή, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις τον μαρτυρικόν του Ναόν, τον ευρισκόμενον μέσα εις τον Ναόν του Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου, κοντά εις την αγιωτάτην μεγάλην Εκκλησίαν. (Τον κατά πλάτος Βίον τούτου όρα εις τον Νέον Παράδεισον.)

Σημειούμεν, ότι του Αγίου τούτου Τρύφωνος η εμή αδυναμία ανεπλήρωσε την Ακολουθίαν, τελείαν ταύτην ποιήσασα μετά νέου κανόνος, και εγκώμιον εις αυτόν εφιλοπόνησα, και παρακλητικόν κανόνα εις την αγίαν κάραν αυτού, και ευχήν ικετήριον. Άτινα πάντα ευρίσκονται εις το κοινόβιον του Ξενοφώντος. Την ικετήριον ευχήν προς τον Άγιον, ήτις λέγεται, όταν συμβή βλάπτεσθαι τα χωράφια και τους κήπους υπό ακρίδων και ερπετών, ετυπώσαμεν εν τω τέλει του παρόντος Φευρουαρίου, και όρα αυτήν. [Σ.τ.ε.: Παρατίθεται εις το τέλος του τρίτου τόμου της παρούσης εκδόσεως.] Τον δε ελληνικόν Βίον τούτου συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». (Σώζεται εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.) Εν δε τη Μεγίστη Λαύρα, σώζεται και άλλος Βίος τούτου, ου η αρχή· «Ο Βίος του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος».

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Πέτρου του εν Γαλατία.

* Ήσκει τελευτής, Πέτρος άχρι Γαλάτης,
Λόγοις αλειφθείς, Παύλου τοις προς Γαλάτας.

Ούτος ο μακάριος Πέτρος, εκατάγετο από την Γαλατίαν, την λεγομένην Γαλλογραικίαν, τουρκιστί δε καλουμένην Γελάς. Επτά δε μόνους χρόνους ανατραφείς κοντά εις τους γονείς του, το επίλοιπον όλον διάστημα της ζωής του, επέρασεν εις τους αγώνας της μοναχικής πολιτείας και ασκήσεως. Τα λόγια του Παύλου, α γράφει προς τους Γαλάτας, με τα οποία επαρακινήθη ο Όσιος ούτος εις την άσκησιν, ίσως είναι ταύτα: «Ζώ δε ουκ έτι εγώ, ζή δε εν εμοί Χριστός», και άλλα όμοια. Και πρώτον μεν, ασκήτευσεν εν τη Γαλατία τη πατρίδι του, έπειτα δε, επήγεν εις την Παλαιστίνην, και αφ’ ου εκεί απόλαυσεν όσα επόθει, επήγεν εις την Αντιόχειαν. Βλέπωντας δε την φιλόθεον και φιλόχριστον γνώμην των Αντιοχέων, επρόκρινε καλλίτερα να κατοικήση εκεί εις την ξενιτείαν, παρά εις την πατρίδα του. Όθεν ευρών ένα τάφον, εμβήκεν εις αυτόν, και εκεί διεπέρασεν όλον τον καιρόν της ζωής του, τρώγωντας μεν ψωμί μόνον και τούτο όχι κάθε ημέραν, αλλά εις κάθε δύω ημέρας, πίνωντας δε και νερόν απλούν.

Μετά ταύτα ήλθεν ένας δαιμονισμένος εις αυτόν, Δανιήλ ονομαζόμενος. Ο δε Όσιος προσευχηθείς, ηλευθέρωσεν αυτόν από την ενέργειαν του δαίμονος. Ελευθερωθείς δε ο άνθρωπος, έμεινεν εις το εξής με τον Όσιον, και υπηρέτει αυτόν, προσφέρωντας την υπηρεσίαν, ωσάν μισθόν της ιατρείας οπού έλαβεν. Ούτος ο Όσιος ιάτρευσεν και την ευλαβεστάτην μητέρα του μακαρίου Θεοδωρήτου Επισκόπου Κύρου, (ο οποίος και τον Βίον του Οσίου τούτου συνέγραψεν εν τω ενάτω αριθμώ της Φιλοθέου ιστορίας, από τον οποίον ερανίσθη και το παρόν Συναξάριον) η οποία είχεν ένα πάθος εις τον οφθαλμόν, το οποίον ενίκησεν κάθε επιστήμην των ιατρών, και τινάς δεν εδύνατο να το ιατρεύση. Ο δε Όσιος ούτος το ιάτρευσε με μόνην την προσευχήν του, επιθέσας την χείρά του επάνω εις τον οφθαλμόν της, και τον τύπον ποιήσας του τιμίου Σταυρού. Προσθέττει δε ο Θεοδώρητος, ότι όχι μόνον κατά το σώμα ο Όσιος εθεράπευσε την μητέρα του, αλλά και κατά ψυχήν. Εκείνη γάρ, με το να ήτον νέα, ήτον και στολισμένη με χρυσά και μεταξωτά ιμάτια, και με περιδέρραια. Ο δε Όσιος με ένα παράδειγμα οπού είπε προς αυτήν, την έπεισε να απορρίψη όλα εκείνα. Είπε γαρ εις αυτήν, ότι, καθώς ένας ζωγράφος άριστος οπού κατασκευάση μίαν τεχνικήν εικόνα, εάν ιδή άλλον άτεχνον ζωγράφον να βάλη άλλα χρώματα εις την εικόνα, οργίζεται, τοιουτοτρόπως και ο της ανθρωπίνης φύσεως Πλάστης και ζωγράφος Θεός οργίζεται, όταν αι γυναίκες βάλλουσιν άλλα χρώματα εις το πρόσωπον αυτών, και στολίζουν το σώμά των με τα μάταια και σιγχαμερά στολίδια. Κατηγορούσι γαρ με τούτο τον Θεόν, πως είναι αμαθής και άτεχνος, και δεν ήξευρε να τας δημιουργήση ευμόρφους και ωραίας. Και δεν στοχάζονται τα ανόητα γύναια, πως ο Θεός πάντα όσα θέλει και ποιεί. Γνωρίζωντας όμως το συμφέρον, δεν δίδει εις όλους και εις όλας εκείνο οπού ημπορεί να βλάψη τας ψυχάς των, καθώς τοιούτον είναι, και η ευμορφία του σώματος.

Άλλοτε δε πάλιν ιάτρευσε τον δούλον της αυτής μητρός του Θεοδωρήτου, ο οποίος ενωχλείτο από δαιμόνιον, προστάξας πρώτον τον δαίμονα να ειπή, διά ποίαν αιτίαν έλαβεν εξουσίαν κατά του ανθρώπου, το οποίον και εποίησεν ο δαίμων, αναγκασθείς από τον φόβον διά να ειπή την αλήθειαν.
Ομοίως και άλλον δαιμονισμένον ιάτρευσε, και τον στρατηγόν της πόλεως, όστις εβουλήθη να βιάση μίαν παρθένον μονάζουσαν, εμπόδισεν ο Όσιος από το κίνημα τούτο, με το να ετύφλωσε τους οφθαλμούς του. Αλλά και την προρρηθείσαν μητέρα του Θεοδωρήτου, ήτις ησθένησεν, όταν εγέννησε τον Θεοδώρητον, και εκινδύνευσε να αποθάνη, ηλευθέρωσεν αυτήν από τον θάνατον. Και άλλα δε μυρία τοιαύτα θαύματα εποίησεν ο μακάριος. Τούτου του Οσίου και μόνη η αφή και ο πλησιασμός των φορεμάτων, ενήργει θαύματα, παρομοίως με τα φορέματα του Αποστόλου Παύλου. Και τούτο γίνεται φανερόν από το ακόλουθον θαύμα. Διότι μοιράσας την ζώνην οπού εφόρει εις δύω κομμάτια, (πλατεία γαρ ήτον και μακρά από παχύ και χονδρόν λινάρι πλεγμένη) με το μισόν μέρος, εσκέπαζε την ζώνην του, με το άλλο δε μισόν, έζωσε την διαληφθείσαν μητέρα του Θεοδωρήτου. Η μήτηρ δε πάλιν του Θεοδωρήτου, βαλούσα ταύτην επάνω εις τον υιόν της Θεοδώρητον, και εις τον πατέρα του, ασθενούντας, εδίωξεν από αυτούς την ασθένειαν. Αλλά και όταν ετύχεινε να ασθενήση τινάς άλλος, εμεταχειρίζετο η αυτή ωσάν ιατρικόν, την ιδίαν ζώνην του Οσίου και τους ιάτρευεν. Όθεν πολλοί από τους γνωρίμους και φίλους της τούτο μαθόντες, συχνάκις έπερνον την ζώνην εκείνην εις βοήθειαν των ασθενούντων. Με τοιαύτα έργα λάμψας ο θαυμάσιος Πέτρος, και με τας ακτίνας των θαυμάτων του φωτίσας την Αντιόχειαν, ευγήκεν έξω από τους αγώνας της παρούσης ζωής, και αναμένει εν Ουρανοίς τον τέλειον στέφανον, τον φυλαττόμενον εν εκείνη τη ημέρα εις τους νικηφόρους Μάρτυρας, ζήσας χρόνους ολοκλήρους εννενηνταεννέα.

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Βενδιμιανού.

Βενδιμιανός δένδρον αρετής μέγα,
Φυτευθέν εις γην και μεταχθέν εις πόλον.

Ούτος έγινε μαθητής του Αγίου Αυξεντίου. Αφ’ ου δε ο Αυξέντιος εκοιμήθη, ευρών ούτος μίαν πέτραν σχισμένην, και κτίσας μέσα εις αυτήν ένα μικρόν κελλάκι, εκεί υπέμεινε χρόνους τεσσαράκοντα δύω, ποιήσας μεγάλους αγώνας και νίκας κατά δαιμόνων. Όταν δε έμελλε να απέλθη προς Κύριον, εγονάτισεν εις την γήν, και παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις τον νέον Παράδεισον.) Ο ελληνικός Βίος τούτου σώζεται εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Το έαρ φιλούσιν».

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών και Ομολογητού Βασιλείου, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, ορμωμένου εκ της Αθηνών πόλεως.

* Ορθώς λαόν σον Βασίλειε ποιμάνας,
Όντως εβασίλευσας εκ των πραγμάτων(1).

*

Ο Άγιος Τιμόθεος ο Ομολογητής εν ειρήνη τελειούται.

Τιμόθεος μετέσχε τιμής της άνω,
Μή προκρίνας τι της Θεού τιμής κάτω.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Θεΐων, μετά δύω Παίδων, ξίφει τελειούνται.

Θνήσκουσι παισίν, ευπροθύμως εκ ξίφους,
Όλη Θεΐων, είπετο προθυμία.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Καρίων, την γλώτταν εκτμηθείς, τελειούται.

Φωνής στερήσει, γλωττότμητος Καρίων,
Γλωσσών πλάνων έπαυσεν υθλοφωνίαν.

*

Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Περπετούας, και των συν αυτή Σατύρου, Ρευκάτου, Σατορνίλου, Σεκούνδου, και Φιλικητάτης.

Την των σφαγέντων, Περπετούα πεντάδα,
Ήμειψε συσφαγείσα, προς την εξάδα.

Η Αγία Μάρτυς Περπετούα ήτον από μίαν πόλιν της Αφρικής, Θουβρίτανα ονομαζομένην, επιάσθη δε ως Χριστιανή από τους απίστους, και εφέρθη εις τον χιλίαρχον με τους ειρημένους νεανίσκους, τον Σάτυρον λέγω, τον Ρευκάτον, τον Σατορνίλον, τον Σεκούνδον, και την Φιλικητάτην, οίτινες ήτον κατηχούμενοι. Επειδή δε αυτοί όλοι ωμολόγησαν παρρησία τον Χριστόν, διά τούτο, εις μεν την Αγίαν Περπετούαν και Φιλικητάτην, άφησαν μίαν αγρίαν δάμαλην, η οποία ορμήσασα κατ’ επάνω των, κατεξέσχισεν αυτάς. Οι δε άλλοι τέσσαρες Μάρτυρες, εθανατώθησαν με μαχαίρας από τον λαόν των απίστων, και έτζι έλαβον όλοι ομού τους στεφάνους του μαρτυρίου.

*

* Ο Άγιος Νεομάρτυς Αναστάσιος ο Ναυπλοιώτης, ο εν τω Ναυπλοίω μαρτυρήσας εν έτει αχνε΄ [1655], εις λεπτά τμηθείς τελειούται.

+ Αναστάσιος συγκοπείς σαρκός μέλη,
Άρτιος έσται εσχάτη Αναστάσει.

Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

* * *

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

***

Οι Άγιοι 4 μάρτυρες οι εν Μεγάροις: ΠΟΛύΕυΚΤΟΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΑΔΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝ

Απολυτίκιον Ήχος γ’, Θείας πίστεως

Χαίρει λάρνακα θείων λειψάνων,
πόλις έχουσα, η των Μεγάρων,
Γεωργίου, Πολυεύκτου και Πλάτωνος
Αδριανού τε ιάματα βρύουσα,
και εκ κινδύνων λυτρούσα τους μέλποντας
Θείοι Μάρτυρες, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύσατε,
δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Οι Άγιοι Τέσσερες Μάρτυρες έγιναν γνωστοί στους δύσκολους χρόνους της τουρκοκρατίας στην πόλη των Μεγάρων της Αττικής, όπου βρέθηκαν και τα τίμια και χαριτόβρυτα άγια λείψανά τους κατά θαυμαστό τρόπο. Το έτος 1754 ένας κληρικός λεγόμενος Οικονόμου, του οποίου το όνομα πιθανόν να έχει σχέση με το οφίκκιο του οικονόμου, αφού σύμφωνα με έγγραφη μαρτυρία ήταν οικονόμος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ήθελε να κτίσει την οικία του. Ενώ οι εργάτες έσκαβαν τα θεμέλια της οικίας, ένας από αυτούς αισθάνθηκε έντονη θερμότητα στα πόδια του, ώστε του ήταν αδύνατον να συνεχίσει να εργάζεται. Έτσι, ανέφερε το γεγονός αυτό στον ιδιοκτήτη του σπιτιού. Ο Οικονόμος θέλησε να σκάψει ο ίδιος με τα χέρια του πιο βαθιά, και κατά παράδοξο τρόπο αισθάνθηκε και αυτός το ίδιο φαινόμενο. Συνέχισαν όμως όλοι να σκάβουν και ξαφνικά βρέθηκαν μπροστά στην μεγάλη έκπληξη! Αντίκρυσαν μία ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα, στην οποίαν αναγραφόταν:
Λείψανα Μαρτύρων. Αδριανός, Πολύευκτος, Πλάτων, Γεώργιος. Ανασηκώνοντας δε την πλάκα, βρήκαν τα πάνσεπτα λείψανα των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, δοξολογώντας τον Θεό για την ουράνια ευλογία και παρηγοριά που τους χάρισε. Στο μέρος αυτό όπου βρέθηκαν τα Ιερά λείψανα, η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως κατάλοιπα από μία μεγάλη παλαιοχριστιανική βασιλική, που χρονολογείται στα μέσα του 5ου έως τα μέσα του 6ου αιώνος, η οποία ήταν κτισμένη προς τιμήν των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Η εύρεση της μαρμάρινης πλάκας κοντά στην παλαιοχριστιανική βασιλική υποδηλώνει την ύπαρξη του τάφου των αγίων Μαρτύρων: Αδριανού, Πολυεύκτου, Γεωργίου και Πλάτωνος. Το γεγονός αυτό διαδόθηκε σε όλη την πόλη των Μεγάρων. Η χαρά όμως των Μεγαρέων δεν κράτησε πολύ, καθώς την ίδια νύκτα ιερόσυλοι πήραν τα άγια λείψανα και έφυγαν για την Πελοπόννησο. Το γεγονός αυτό οι Μεγαρείς το ανέφεραν στις τοπικές τουρκικές αρχές, αλλά αυτές αδιαφόρησαν και έτσι δεν κατόρθωσαν να τους βρουν και να τους συλλάβουν. Έπειτα από όλα αυτά, ο Οικονόμος πήρε την μαρμάρινη πλάκα και πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέφερε στον Πατριάρχη το συμβάν. Έκτοτε κανείς δεν γνωρίζει που βρίσκονται τα άγια λείψανα των Τεσσάρων Μαρτύρων. Στα χέρια των Μεγαριτών παρέμειναν μόνο λίγα μικρά τεμάχια από τα δάκτυλα και τους σπονδύλους των αγίων Μαρτύρων, τα οποία η σύζυγος του Οικονόμου τα φύλασσε σε ένα σακκίδιο στο σπίτι της και διαδοχικά στην οικογένεια Οικονόμου. Το 1998 σε επισκευαστικές εργασίες της οικίας βρέθηκαν και άλλα τεμάχια αγίων λειψάνων, τα οποία τοποθετήθηκαν σε καλαίσθητη λειψανοθήκη. Το γεγονός αυτό πανηγυρίσθηκε με ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια. Όμως και πάλι η χαρά δεν κράτησε πολύ. Η λειψανοθήκη χάθηκε από τον Ναό όπου φυλασσόταν. Σήμερα τα λιγοστά τεμάχια από τα λείψανα των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων φυλλάσονται στον ομώνυμο Ιερό Ναό της πόλεως των Μεγάρων, μέσα σε πολύτιμη αργυροποίκιλτη λειψανοθήκη. Έπειτα από σύντονες ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγου προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεγάρων και Σαλαμίνος κ. Βαρθολομαίο προσφέρθηκε στην γενέθλιο πόλη των μεγαλομαρτύρων ως διαρκή και μόνιμη ευλογία απότμημα από τα ιερά και χαριτόβρυτα λείψανα των, τα οποία φυλάσσονται ως τιμαλφέστατον κειμήλιον στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Σερρών.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων την 1η Φεβρουαρίου.

Πηγή.
http://megaracity.blogspot.com

***

1. Ο Άγιος Βασίλειος ο Ομολογητής

καταγόταν από την Αθήνα. Ήταν αρχικά Επίσκοπος Κρήτης και μετετέθη στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Θεσσαλονίκης. Όπως μαρτυρείται από τον Νικήτα Παφλαγόνα, ο «Βασίλειος ούτος ο πρότερον μεν Κρήτης επίσκοπος γενόμενος, δια την των Αγαρηνών έξοδον εις Θεσσαλονίκην μετατεθείς». Η χειροτονία του Αγίου Βασιλείου πρέπει να συνέβη κατά την πρώτη πατριαρχία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιγνατίου (846 – 858 μ.Χ.) και η μετάθεσή του στο θρόνο της Θεσσαλονίκης πολύ σύντομα. Το πιθανότερο είναι να μην πρόλαβε να εγκατασταθεί καθόλου στην Κρήτη και να μετατέθηκε σχεδόν αμέσως στην Θεσσαλονίκη.
Προς τον Άγιο Βασίλειο Α’, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης απευθύνεται η βούλα της 25ης Σεπτεμβρίου 860 μ.Χ. του Πάπα Νικολάου Α’ (858 – 867 μ.Χ.), με την οποία επικυρώνεται ο διορισμός του ως βικαρίου της Ρώμης στο ανατολικό Ιλλυρικό.
Το έτος 862 μ.Χ. ο Άγιος Βασίλειος εναντιώθηκε κατά του δυσεβούς αυτοκράτορος Μιχαήλ Γ’ (842 – 867 μ.Χ.). Οι κακοποιήσεις και οι διώξεις που επακολούθησαν, του χάρισαν το στέφανο του Ομολογητού της πίστεως.

***

Η Οσία Μπριντζίτα

Η Αγία Μπριντζίτα ήκμασε στις αρχές του 6ου αιώνος μ.Χ. Το όνομά της αναφέρεται στην ιστορία του Αγίου Βεδέα και σε όλα τα μαρτυρολόγια της εποχής. Η Αγία
ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας, ίδρυσε μονή και αφιέρωσε την ζωή της στη διακονία των πτωχών. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη το έτος 525 μ.Χ. Είναι η Πολιούχος της Ιρλανδίας.

Για περισσότερα πατίστε εδώ:
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Πατήστε εδώ για να «κατεβάσετε» και τον Παρακλητικόν Κανόνα εις τον Άγιον Μάρτυρα Τρύφωνα, σε rar μορφή.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Ιερές Ακολουθίες, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.