Τα βασανιστήρια της Χούντας συνεχίζονται (1969) – Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου του Α.

%ce%9f-%ce%9c%ce%b1%ce%ba%ce%b1%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%cf%8c%cf%82-%ce%91%cf%81%cf%87%ce%b9%ce%b5%cf%80%ce%af%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%80%ce%bf%cf%82-%ce%91%ce%b8%ce%b7%ce%bd%cf%8e%ce%bd-%ce%99%ce%b5

Εν τω μεταξύ και συγκεκριμένα περιστατικά και άλλαι γενικώτεραι πληροφορίαι εδείκνυαν ότι και μετά από
αυτήν την επιστολήν
η κατάστασις δεν είχε βελτιωθή. Συγκεκριμένως είχα πληροφορηθή, ότι ο στρατηγός Βαρδουλάκης, συλληφθείς την 6ην Ιουνίου 1969 ευρίσκετο επί επτάμηνον εις Δροσιάν εν πλήρει απομονώσει. Ότι η σύζυγός του μόλις προ τετραμήνου αφ’ ότου είχα λάβει την πληροφορίαν, είχε λάβει την άδειαν να τον βλέπη άπαξ της εβδομάδος και μόνον επί 20’, καίτοι αύτη μετέβαινεν εις το κρατητήριον καθημερινώς. Ο στρατηγός ήταν κλεισμένος εις το δωμάτιόν του με τα έξω παράθυρα συνεχώς κλειστά με αλυσίδες.

Ο συνταγματάρχης Ζερβογιάννης, περίπου εις την ιδίαν κατάστασιν. Η μόνη διαφορά υπέρ αυτού ήταν, ότι του επέτρεπαν να ανοίγη τα εξώφυλλα του παραθύρου του και να έχη εβδομαδιαίαν επίσκεψιν 30’! Ο αντισυνταγματάρχης Σωμαράκης, ομοίως προς τους προηγουμένους. Ο ταγματάρχης Καβρουδάκης, φυλακισμένος εις Βαρυμπόπην. Εις αυτούς επετρέπετο να κάμουν έναν περίπατον 10’ εις την ταράτσαν, αλλά ανά εις, ήτοι όταν ετελείωνε τον περίπατόν του ο ένας, επέτρεπαν να εξέλθη ο άλλος. Ο λοχαγός Γρίβας, ομοίως, το εξώφυλλον του παραθύρου επετρέπετο να το ανοίγη! Υπό παρομοίας ως οι ανωτέρω συνθήκας είχα πληροφορηθή, ότι εις ξενοδοχεία της Βαρυμπόπης και της Δροσιάς εκρατούντο 31 αξιωματικοί και 2 πολίται, εκ των οποίων ο ένας ήταν ο κ. Ι. Βαρβιτσιώτης. Εις αυτόν επέτρεπαν να ανοίγωνται τα εξώφυλλα του παραθύρου επί μίαν ώραν ημερησίως, ως επίσης και να έχη επίσκεψιν 10’ καθ’ εκάστην. Εκτός του κ. Βαρβιτσιώτη, ενθυμούμαι, ότι είχα ενεργήσει και δια τους άλλοτε βουλευτάς και Υπουργούς κ.κ. Ευάγγελον Σαββόπουλον και Χρ.
Αποστολάκον, που είχαν επικαλεσθή την παρέμβασίν μου.

Πλέον λεπτομερείς πληροφορίας μου έδωσε το αντίγραφον μιας επιστολής, η οποία απηυθύνετο προς τους κ.κ. Π. Κανελλόπουλον και Γ. Μαύρον, ως και προς τους διατελέσαντας αρχηγούς και υπαρχηγούς των Επιτελείων των τριών όπλων, Αντιστρατήγους: Κωνσταντίνον Τσολάκαν, Θρασ’. Τσακαλώτον, Σόλ. Γκίκαν, Αθαν. Φροντιστήν, Ιωάν. Πιπιλήν, Θ. Γρηγορόπουλον, Δ. Αρμπούζην, Π. Δημόπουλον, Ανδρ. Σιαπκαράν, Π. Νικολόπουλον, Σ. Καλλικούρδην, Α. Σακελλαρίου, τους Αντιναυάρχους και Υποναυάρχους: Κ. Εγκολφόπουλον, Σ. Αγέρην, Α. Παναγιωτόπουλον, Ι. Μασουρίδην, Ιπ. Δέδεν και τους Αντιπτεράρχους: Δ. Θεοδοσιάδην, Μ. Αντωνάκον, Κ. Μαργαρίτην. Η επιστολή εκείνη είχεν ως εξής:

«25 χλμ. βορείως των Αθηνών, εις τα προάστεια Βαρυμπόπη και Δροσιά, δύο γνωστά ξενοδοχεία, μετατραπέντα εις φυλακάς «φιλοξενούν» ένα σημαντικόν αριθμόν εξεχουσών προσωπικοτήτων εκ των αρίστων του στρατού και της κοινωνίας της Χώρας. Ούτοι, από 8 περίπου μηνών, υφίστανται μίαν απάνθρωπον μεταχείρισιν, απαράδεκτον δι’ οιανδήποτε πολιτισμένην Χώραν.

Οι περισσότεροι εξ αυτών είναι στρατηγοί και άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί, αποστρατευθέντες μετά την επανάστασιν της 21.4.67 ή το αποτυχόν βασιλικόν πραξικόπημα της 31.12.67. Μαζί με αυτούς είναι ακόμη και μερικαί διακεκριμέναι προσωπικότητες της ελληνικής κοινωνίας.

Εξ αυτών 33 ευρίσκονται εις το ξενοδοχείον – φυλακή της Βαρυμπόπης. Εις Δροσιάν πλέον των 20. Άπαντες ούτοι συνελήφθησαν κατά το διάστημα από τέλους Μαΐου 1969 μέχρι και μερικάς εβδομάδας μετά. Οι περισσότεροι έχουν συμπληρώσει ήδη 8μηνον στέρησιν της ελευθερίας των, κρατούνται δε συνεχώς εν τελεία απομονώσει.

Επί εβδομάδας μετά την σύλληψίν των, υπεβλήθησαν εις ανακρίσεις ανηκούστου και παρανοϊκής βαρβαρότητος, μέσα εις τους απαισίους χώρους της στρατιωτικής αστυνομίας ως «ύποπτοι» (απλώς και μόνον» «αντικαθεστωτικών κινήσεων», ή «φιλοβασιλικής συνωμοσίας». Οι εκ των ανωτέρω αξιωματικοί, ήρωες του β’ παγκοσμίου πολέμου, του συμμοριτοπολέμου, καθώς και του πολέμου της Κορέας, επιτελέσαντες εις το ακέραιον το καθήκον των και πλειστάκις παρασημοφορηθέντες, ως επίσης και οι εις τας αυτάς φυλακάς κρατούμενοι πολίται, οι οποίοι άπαντες εις ένα δημοκρατικόν καθεστώς θα εθεωρούντο άξιοι παντός σεβασμού, έτυχον βαναυσοτάτης συμπεριφοράς, εκακοποιήθησαν και μερικοί εξ αυτών υπέστησαν σωματικά βασανιστήρια. Ανεκρίνοντο επί ημερόνυκτα χωρίς διακοπήν, άϋπνοι και χωρίς τροφήν υποχρεούμενοι εις συνεχή επί ημέρας ορθοστασίαν. Μερικοί εξ αυτών εδάρησαν ή εβασανίσθησαν κατά άλλους τρόπους κατά την διάρκειαν αυτών των ανακρίσεων.

Όλοι παρέμειναν επί εβδομάδας εις μπουντρούμια και υπό συνθήκας απιστεύτους, χωρίς φως, με ελαχίστην τροφήν και νερό, καμμίαν επαφήν με τας οικογενείας των, τίποτε δια να διαβάζουν, απόλυτον σιωπήν, σκαιάν συμπεριφοράν των δεσμοφυλάκων. Όταν έληξαν αι ανακρίσεις, μετεφέρθησαν περί τα τέλη Σεπτεμβρίου 1969 εις τα αναφερθέντα ξενοδοχεία – φυλακάς. Έκτοτε ευρίσκονται εγκάθειρκτοι εκεί, χωρίς να έχη απαγγελθή κατηγορία εναντίον των ή να ληφθή οιονδήποτε διαδικαστικόν μέτρον, χωρίς καμμίαν προοπτικήν δια την τύχην των, ή δια το αν η «υπόθεσις» θα αχθή εις το δικαστήριον.

Μετά την βάναυσον συμπεριφοράν και τα μαρτύρια των ανακρίσεων, η μεταχείρισις της οποίας τυγχάνουν εις τα δύο αυτά ξενοδοχεία – δεσμωτήρια προκαλεί την εξέγερσιν. Προσπαθούν να τους εξουδετερώσουν τελείως, υποβάλλοντες αυτούς εις το μαρτύριον της πλήρους απομονώσεως. Ζουν ο καθείς εις το δωμάτιον – κελλί του, όπου κατ’ ουσίαν το φως της ημέρας δεν εισέρχεται ποτέ, διότι τα παραθυρόφυλλα παραμένουν σφραγισμένα 24 ώρας το 24ωρον. Εις Βαρυμπόπην ο κάθε κρατούμενος έχει δικαίωμα εις 20λεπτον ημερήσιον μοναδικόν περίπατον εις τον διάδρομον και όχι εις το ύπαιθρον (ο διεθνής κανονισμός δια καταδίκους εγκληματίας ορίζει τουλάχιστον 2ωρον περίπατον ημερησίως εις το ύπαιθρον). Επίσης, έχουν δικαίωμα εβδομαδιαίως εις 10λεπτον επιτηρουμένην επίσκεψιν των συζύγων των και μόνον. Απαγορεύεται αυστηρώς η μεταξύ των κρατουμένων συναναστροφή και συνομιλία. Επιτρέπεται η ανάγνωσις μόνον δύο ημερησίων εφημερίδων, μερικών περιοδικών και βιβλίων, τα οποία προηγουμένως λογοκρίνονται.

Δια τους εγκλείστους της Δροσιάς (οι οποίοι και υπέστησαν τα περισσότερα φρικτά βασανιστήρια κατά την διάρκειαν των ανακρίσεων), η μεταχείρισις είναι ακόμη αυστηροτέρα, κατά κυριολεξίαν βάρβαρος. Και δι’ αυτούς επίσης ισχύει το καθεστώς της πλήρους απομονώσεως. Δικαιούνται μιας 10λέπτου επισκέψεως εβδομαδιαίως, παρουσία ωπλισμένων δεσμοφυλάκων. Είναι επί πλέον και το αντικείμενον ύβρεων και απειλών και άλλων εξευτελιστικών μεταχειρίσεων εκ μέρους των δεσμοφυλάκων των, οι οποίοι εισέρχονται αιφνιδιαστικώς με σκαιότητα, ως επιδρομείς εις τα κελλιά των πλειστάκις κατά την διάρκειαν της ημέρας και της νυκτός.

Εκτός των εγκαθείρκτων αυτών της Βαρυμπόπης και της Δροσιάς, υπάρχει ακόμη και η τραγική περίπτωσις ενός στρατηγού (στρατιωτικού ακολούθου άλλοτε εις Άγκυραν, ως και εκπροσωπήσαντος την Ελλάδα εις το SHAPE), ο οποίος κρατείται εις ένα υπόγειον ρυπαρόν κελλί της Διοικήσεως Χωροφυλακής Ν. Ιωνίας, η οποία έχει απαισίαν φήμην, χωρίς φως και εις πλήρη απομόνωσιν. Η υγεία του έχει σοβαρώς προσβληθή. Δεν γνωρίζει πλέον αν είναι ημέρα ή νύκτα, αγνοεί και την ημερομηνίαν.

Λόγω του ότι η κατάστασις αυτή διαρκεί από μηνών, οι κρατούμενοι (οι πλείστοι των οποίων είναι άνθρωποι μιας ωρισμένης ηλικίας, ή με παλαιά τραύματα εκ των πολέμων), έχουν αρχίσει να αισθάνωνται τον αντίκτυπον εις την υγείαν των. Επί ολοκλήρους μήνας δεν έχουν πατήσει εις το χώμα, ούτε αναπνεύσει τον αέρα της υπαίθρου. Η όρασίς των έχει προσβληθή από την μακροχρόνιον διαβίωσιν υπό το τεχνητόν φως των ηλεκτρικών λαμπτήρων. Με την σιωπήν και την απομόνωσιν, μερικοί έχουν αρχίσει να χάνουν την ευχέρειαν της ομιλίας.

Δεν θα ευρεθή κανείς εις τον ελεύθερον πολιτισμένον κόσμον δια να ασχοληθή με την περίπτωσιν των ανθρώπων αυτών (ήτις, δυστυχώς, είναι μία εν μέσω πολλών άλλων), οι οποίοι έχουν καταδικασθή σιωπηρώς εις αργόν θάνατον και δεν τους δίδεται καμμία δυνατότις διαμαρτυρίας; Δεν αποτελεί το γεγονός αυτό προσβολήν δια την ανθρωπότητα;

Υμείς, τώρα, όπου επληροφορήθητε περί της τύχης των, τί προτίθεσθε να πράξητε; Θα διαμαρτυρηθήτε δια το συγκεκριμένον τούτο γεγονός ή θα σιωπήσετε; Είναι βεβαίως γνωστόν, ότι δεν συμφωνείτε με τας μεθόδους της κυβερνώσης ομάδος. Η σιωπή , όμως, είναι πιθανόν να εκλαμβάνηται από πολλούς ως ΑΝΟΧΗ.

«Αν δεν σταματήση το κακόν, θα συμμερισθώ τα βασανιστήρια»

Δεν γνωρίζω τι έκαμαν οι αποδέκται αυτής της επιστολής, εγώ όμως κατόπιν αυτής και πολλών άλλων υπευθύνων και εξηκριβωμένων στοιχείων, τα οποία έφθαναν μέχρις εμού, έκρινα ότι έπρεπε να επέμβω με ακόμη εντονώτερον τρόπον. Δια τούτο, εκτός από τα συνεχή σχετικά προφορικά διαβήματα προς τον τότε Πρωθυπουργόν, εθεώρησα αναγκαίον να του γράψω και άλλην επιστολήν, εις την οποίαν μεταξύ άλλων του εδήλουν, ότι, εάν δεν παύσουν τα βασανιστήρια, θα προτιμήσω αντί να διαμένω εις την Αρχιεπισκοπήν, να εγκλεισθώ εις τας φυλακάς και να συγκακοπαθώ με τους πολιτικούς κρατουμένους. Η επιστολή εκείνη, είχεν ως εξής:

Αγαπητέ μου Κύριε Πρόεδρε,

Σας κουράζω και σας λύπώ με τας παρομοίας επιστολάς μου, άλλ’ επειδή και σας αγαπώ και σας εκτιμώ βαθύτατα και επειδή υπεράνω όλων τοποθετώ το συμφέρον της Εκκλησίας και της πατρίδος μου, αποφασίζω παρά ταύτα να σας γράψω και πάλιν. Και είναι ακριβώς αυτό το συμφέρον, το οποίον μου επιβάλλει να επανέλθω επί του θέματος «Βία και Επανάστασις της 21.4.67», με το οποίον σας απησχόλησα, ιδία εις την επιστολήν μου της 6ης Αυγούστου του 1969.

Τότε σας έγραφα, εξ αφορμής ωρισμένων περιπτώσεων, έχων όμως απλώς υπονοίας, ότι δεν επρόκειτο μόνον περί αυτών. Τώρα όμως δεν αναφέρομαι εις μεμονωμένας περιπτώσεις, διότι παρά τας οιασδήποτε βεβαιώσεις των αρμοδίων έχω πλέον, δυστυχώς, πεισθή, ότι δεν πρόκειται περί αυτού. Εκ των πολλών και πολλαχόθεν προερχομένων πληροφοριών, έχω ήδη σχηματίσει την πεποίθησιν, ότι πρόκειται περί συστήματος και τακτικής, τα οποία ενθυμίζουν κομμουνιστικά ή χιτλερικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Διότι δεν συμβαίνουν μόνον εις το άλφα ή το βήτα κρατητήριον ή φυλακήν, οπότε θα ήτο δυνατόν να υποθέση κανείς, ότι πρόκειται περί υπερβασίας ενός ή δύο συγκεκριμένων προσώπων, εκ των εντεταλμένων την διεξαγωγήν ανακρίσεων μεταξύ των κρατουμένων ή την φρούρησιν αυτών. Επαναλαμβάνονται αι απανθρωπίαι, δυστυχώς πανομοιότυποι, σχεδόν παντού όπου υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι.

Αλλά και εν περιπτώσει, κατά την οποίαν δεν πρόκειται περί προδιαγεγραμμένου συστήματος και προσχεδιασμένης τακτικής, παραμένει το γεγονός, ότι οι βασανισμοί και αι προς τους πολιτικούς κρατουμένους εφαρμοζόμεναι σκληρότητες είναι τόσον διαδεδομέναι, ώστε απολύτως δεδικαιολογημένως σχηματίζει κανείς την εντύπωσιν, ότι πρόκειται περί άνωθεν διδομένης εντολής, ή έστω επιδεικνυομένης ανοχής.

Δι’ όσων γράφω δεν πρέπει να νομισθή, ότι παραγνωρίζω το γεγονός, ότι η Επανάστασις πρέπει να αμυνθή κατά των οιωνδήποτε αντιπάλων της, δια να δυνηθή να μείνη εις την Αρχήν. Αυτό αποτελεί και θα αποτελή ίσως επί μακρόν εθνικήν ανάγκην. Άλλ’ ακριβώς δια να μείνη η Επανάστασις εις την Αρχήν επί μακρόν, θα πρέπη να μη δημιουργή συνεχώς και περισσοτέρους εχθρούς. Πώς όμως να μη πολλαπλασιάζωνται οι εχθροί της, όταν ο ένας ή η μία πληροφορήται ότι το παιδί του, ο αδελφός του, ή σύζυγός του, ο συγγενής του, ο φίλος του, ο γνωστός του ή ο συνάδελφός του ή και ο τάδε άγνωστός του βασανίζεται κατά την ανάκρισιν απανθρώπως, εξευτελίζεται συνεχώς, στερείται επί μήνας και αυτού του φωτός της ημέρας, απομονούται κατά τρόπον απειλούντα να διασαλεύση όχι μόνον την σωματικήν του υγείαν, αλλά και την πνευματικήν του ισορροπίαν;

Εξ αφορμής του θανάτου του αειμνήστου Μητροπολίτου Τρίκκης, ανεδημοσιεύθησαν αποσπάσματα από το Ημερολόγιόν του, εις το οποίον αφηγείται τα μαρτύριά του εις τα χιτλερικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Ησθάνθην πάλιν εντροπήν και αγανάκτησιν, όχι όμως κυρίως δι’ όσα τότε συνέβαιναν, αλλά διότι διεπίστωνα, ότι παρόμοια εφαρμόζονται και υπό των ιδικών μας Αρχών εις βάρος των αντιπάλων της Επαναστάσεως.

Αγαπητέ μου κ. Πρόεδρε,

Η Επανάστασις κάποτε θα παραδώση την Αρχήν εις την διάδοχον κατάστασιν. Είναι όμως απαραίτητον να συμβαίνουν κατά τοιούτον τρόπον τα πράγματα, ώστε, τότε, όταν θα αποκαλύπτωνται τα νυν συμβαίνοντα, να εντρεπώμεθα ως Έλληνες και ως πατριώται; Επ’ ουδενί λόγω επιτρέπεται να αμαυρωθούν με αυτάς τας μελανάς σελίδας τα μεγάλα επιτεύγματα της Επαναστάσεως. Εν ουδεμιά περιπτώσει είναι επιτετραμμένον τα μεγάλα επιτεύγματα της Επαναστάσεως να ταφούν υπό τας οιμωγάς και τας αράς των καταδυναστευθέντων συμπατριωτών μας. Δεν θα πρέπει να επαναληφθή ό,τι και εν Γερμανία, όπου εντρέπονται σήμερον οι Γερμανοί να είπουν ότι υπήρξαν εκ των οπαδών του Χίτλερ, καίτοι και αυτός πολλά και μεγάλα είχε προσφέρει υπέρ της πατρίδος του.

Η Επανάστασις, απαλλασσομένη συντόμως από τας τοιαύτας κηλίδας της, θα πρέπει να μείνη ως φωτεινόν μετέωρον, το οποίον ωδήγησε την Ελλάδα εις την δόξαν και το οποίον της εξησφάλισε τον παγκόσμιον σεβασμόν και την εκτίμησιν. Ειδικώς δε το όνομά σας, το οποίον έχει πλέον συνδεθή αρρήκτως με την Επανάστασιν, πρέπει να μείνη ακηλίδωτον και από βαρβαρότητας και θηριωδίας. Άπαξ δε και κατωρθώσατε, ώστε η Επανάστασις να επικρατήση αναιμάκτως, δεν πρέπει να επιτρέψητε να φορτωθή αύτη με πράξεις βίας και ωμότητας, αι οποίαι απάδουν εις πεπολιτισμένους ανθρώπους και μάλιστα Έλληνας.

Επαναλαμβάνω, ότι λυπούμαι, διότι ασφαλώς σας ελύπησα. Αλλά λυπούμαι πολύ περισσότερον δια τα συμβαίνοντα. Έχω την συναίσθησιν, ότι, ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος, δεν θα είχα επιτελέσει το καθήκον μου ούτε προς υμάς, ούτε προς την Πατρίδα και την Εκκλησίαν, αν δεν επιστήσω και πάλιν την προσοχήν σας επί των τοιαύτης φύσεως γεγονότων, τα οποία λαμβάνουν χώραν εν ονόματί σας και εν ονόματι γενικώς της Επαναστάσεως. Λυπούμαι δε διότι αυτήν την φοράν πρέπει να σας καταστήσω απολύτως σαφές, ότι, αν η κατάστασις των πολιτικών κρατουμένων δεν αλλάξη άρδην, θα το θεωρήσω ως στοιχειώδη υποχρέωσίν μου, να συμμερισθώ και εγώ προσωπικώς τας κακουχίας των και τα μαρτύριά των. Η θέσις μου θα παύση να είναι εις την οδόν Αγίας Φιλοθέης και θα μεταφερθή πλησίον των. Εύχομαι και ελπίζω, ότι, χάρις εις την προσωπικήν σας παρέμβασιν, δεν θα παραστή ανάγκη να πραγματοποιηθή η ως άνω απόφασίς μου, επίσης δε ότι το τοιούτου είδους διάβημά μου θα είναι το τελευταίον, διότι εξάπαντος και δια παντός τρόπου θα
σταματήση το κακόν.

Οιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρησις αποτελεί έγκλημα όχι μόνον προς την Επανάστασιν, αλλά και προς την Ελλάδα.

Διάπυρος προς Κύριον ευχέτης
Ο Αθηνών Ιερώνυμος.

Η απειλή επέδρασε προς καιρόν

Η απειλή εκείνη θα απετέλει και το έσχατον μέσον της εκ μέρους μου πιέσεως επί της δικτατορίας. Διότι η παραμονή μου εις τα κρατητήρια της ΕΣΑ θα εγίνετο, έστω και χωρίς να το επιδιώξω, ευρύτερον, ίσως δε και διεθνώς γνωστή. Μετά πάροδον ολίγου χρόνου ύστερα από την αποστολήν της ως άνω επιστολής μου, ηδυνάμην να συμπεράνω, ότι αι απαίσιαι ανακριτικαί μέθοδοι έπρεπε να είχαν παύσει χρησιμοποιούμεναι, από το γεγονός, ότι αι προς εμέ διαμαρτυρίαι συγγενών των κρατουμένων εσταμάτησαν. Πρέπει όμως να επανελήφθησαν, δυστυχώς, μετά τας φοιτητικάς ταραχάς εις την Νομικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άλλ’ εις αυτάς, εκ των υστέρων μου το επιβεβαίωσαν οι αρμόδιοι, εθεωρούμην ως συμμετέχων και συνεργός. Εντεύθεν, τα σχετικά διαβήματά μου και αι περί αυτών υποδείξεις μου δεν ήταν δυνατόν να ληφθούν υπ’ όψιν.

Από το βιβλίο: Αρχιεπισκόπου Πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Ιερωνύμου του Α., “Το δράμα ενός Αρχιεπισκόπου”. Δ’ έκδοσις επηυξημένη. Εν Αθήναις 1975.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Ιστορικά, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.