Τα Αναγνώσματα της Θείας Λειτουργίας.
Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Κορινθίους πρώτης επιστολής Παύλου, το ανάγνωσμα: Προς Κορινθίους Α. Κεφ. Δ., 9 – 16.
Αδελφοί, ο Θεός ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν, ως επιθανατίους, ότι θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις. Ημείς μωροί δια Χριστόν, υμείς δέ φρόνιμοι εν Χριστώ. Ημείς ασθενείς, υμείς δέ ισχυροί. Υμείς ένδοξοι, ημείς δέ άτιμοι. Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν, εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί. Λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν, ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι. Ουκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα, αλλ’ ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. Εάν γάρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας’ εν γάρ Χριστώ Ιησού δια του ευαγγελίου, εγώ υμάς εγέννησα. Παρακαλώ ούν υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε.
Απόδοση.
Αδελφοί, ο Θεός σ’ εμάς τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε στο στάδιο. Γιατί γίναμε θέαμα για τον κόσμο, για αγγέλους και γι’ ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε μωροί για χάρη του Χριστού, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό• εμείς είμαστε αδύναμοι, ενώ εσείς είστε δυνατοί• εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου, ως αυτή την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας.
Δε σας τα γράφω αυτά για να σας κάνω να ντραπείτε, αλλά για να σας συμβουλέψω όπως ο πατέρας τ’ αγαπημένα του παιδιά. Γιατί κι αν ακόμα έχετε χιλιάδες δασκάλους στη ζωή σας, με το Χριστό, δεν έχετε πολλούς πατέρες αλλά μόνον ένα. Στη σωτήρια οικονομία του Ιησού Χριστού, εγώ σαν πατέρας σας γέννησα με το κήρυγμα του ευαγγελίου. Σας ζητώ λοιπόν να μου μοιάσετε.
Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον Κεφ. Θ. 9 – 13
Τω καιρώ εκείνω, παράγων ο Ιησούς εκείθεν, είδεν άνθρωπον καθήμενον επι το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον, και λέγει αυτώ: «ακολούθει μοι». Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ. Και εγένετο αυτού ανακειμένου εν τη οικία, και ιδού πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες, συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς αυτού. Και ιδόντες οι Φαρισαίοι είπον τοις μαθηταίς αυτού: «διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκαλος υμών»? Ο δέ Ιησούς ακούσας είπεν αυτοίς: «ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες. Πορευθέντες δέ μάθετε τί εστίν έλεον θέλω και ου θυσίαν. Ου γάρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν.»
Απόδοση.
Εκείνο τον καιρό, προχωρώντας ο Ιησούς, είδε να κάθεται στο τελωνείο ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Ματθαίο, και του λέει: «Ακολούθησέ με». Κι εκείνος σηκώθηκε και τον ακολούθησε. Ενώ έτρωγε στο σπίτι, ήρθαν πολλοί τελώνες κι αμαρτωλοί και κάθισαν μαζί με τον Ιησού και τους μαθητές του στο τραπέζι. Όταν το είδαν αυτό οι Φαρισαίοι, είπαν στους μαθητές του: «Γιατί ο δάσκαλός σας τρώει με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς;» Ο Ιησούς, που το άκουσε, τους είπε: «Δεν έχουν ανάγκη από γιατρό οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι. Και πηγαίνετε να μάθετε τι σημαίνει, αγάπη θέλω και όχι θυσία. Γιατί δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους δίκαιους αλλά τους αμαρτωλούς»
Επιμέλεια κειμένου, Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη.
Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Τω αυτώ μηνί (Νοεμβρίω) Ις΄, μνήμη του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ματθαίου.
Σώζεις Ιησού και τελώνας, σοί χάρις.
Ούτω βοά Ματθαίος εκ πυρός μέσου.
Ακάματον δεκάτη πυρ Ματθαίον έκτανεν έκτη.
Ούτος ο θείος Απόστολος καθήμενος εις το τελώνιον, ήτοι εις το κουμέρκιον, ήκουσε να ειπή ο Κύριος εις αυτόν «ακολούθει μοι». Όθεν κατ’ αυτήν την ώραν, αφήκεν όλα και ηκολούθησεν εις τον Κύριον, ποιήσας εν τω οίκω του φιλοξενίαν μεγάλην εις αυτόν. Καθώς λέγει ο ίδιος εις το εδικόν του Ευαγγέλιον. Από τότε δε και ύστερον ήτον συναριθμημένος με τους λοιπούς Αποστόλους. Εις δε την τριακοστήν Ιουνίου γράφεται, ότι ο Ματθαίος ήτον αδελφός Ιακώβου του υιού Αλφαίου, επειδή και οι δύω είχον πατέρα τον Αλφαίον.
Ούτος, αφ’ ου εδέχθη την δύναμιν του Αγίου Πνεύματος εν τη ημέρα της Πεντηκοστής, και εσοφίσθη τα θεία, τότε έγραψε το Ευαγγέλιόν του με γλώσσαν εβραϊκήν, ύστερον από οκτώ χρόνους της Αναλήψεως του Χριστού. Και έστειλεν αυτό εις τους νεοφωτίστους Ιουδαίους, οι οποίοι εδιώκοντο διά την πίστιν, ως γράφει τούτο ο Ευθύμιος και ο θείος Χρυσόστομος. Διδάξας δε τους Πάρθους και Μήδας, και συστησάμενος Εκκλησίας εις αυτούς, και πολλά θαύματα ποιήσας, ύστερον ετελειώθη με φωτίαν υπό των απίστων.
Όταν λοιπόν ήτον ακόμη ζωντανός ο θείος ούτος Απόστολος, οι μεν άλλοι συμμαθηταί του και συναπόστολοι, επεριήρχοντο ο καθ’ ένας τον τόπον και την πόλιν, οπού έλαβεν εις κλήρον, κηρύττοντες το του Χριστού Ευαγγέλιον. Ούτος δε εις τους Πάρθους ευρισκόμενος, ανέβη μόνος επάνω εις ένα βουνόν και εις αυτό υπέμεινε μονοχίτων και χωρίς στέγην. Αφ’ ου δε επέρασε μερικός καιρός, εφάνη εις αυτόν ως παιδίον, ο Θεός εκείνος, οπού διέπλασεν από το χώμα τον άνθρωπον. Και εξαπλώσας την δεξιάν του, δίδει εις τον Απόστολον μίαν ράβδον και λέγει αυτώ. Λάβε ταύτην, και καταβάς από το βουνόν και πηγαίνωντας εις την πόλιν Μυρμήνην, φύτευσον την ράβδον ταύτην εις το κατώφλιον του εκείσε αγίου οίκου. Η οποία ριζωθείσα και υψωθείσα από την εδικήν μου δεξιάν χείρα, θέλει γένη δένδρον πολύκαρπον. Και από μεν τα άκρα των κλάδων του, θέλει καταβή γλυκασμός μέλιτος, από δε τας ρίζας του, θέλει αναβλύσει πηγή ύδατος, από την οποίαν λουόμενοι οι θηριογνώμονες άνδρες της πόλεως, και από τον γλυκασμόν του δένδρου μεταλαμβάνοντες, θέλουν γλυκανθούν κατά τας αισθήσεις, και θέλουν παύσουν από το να πράττουν παρανομίας.
Τότε ο Ματθαίος δεχθείς ευλαβώς την δοθείσαν ράβδον υπό του Κυρίου, αφήκε το βουνόν και επήγεν εις την Μυρμήνην. Η δε γυνή του βασιλέως των Πάρθων, Φουλβάνα ονόματι, πονηρόν δαιμόνιον έχουσα, εσυναπάντησε τον Απόστολον ομού με τον υιόν και νύμφην της, οίτινες και αυτοί ενεργούντο από ακάθαρτα πνεύματα. Και με φωνάς τραχείας, και με κινήματα άγρια, εφώναζον τριγύρω εις τον Απόστολον λέγοντες, ποίος σέ ανάγκασε να έλθης εδώ και εις τους εδικούς μας τόπους; ή ποίος είναι εκείνος οπού έδωκεν εις εσένα την ράβδον ταύτην, διά εδικήν μας απώλειαν; Τότε ο Απόστολος του Χριστού με πραείαν φωνήν, τα μεν ακάθαρτα επετίμησε πνεύματα. Τους δε πάσχοντας και ατακτούντας ιάτρευσε, και έκαμεν αυτούς να τω ακολουθούν με ευταξίαν και φρονιμάδα. Ο δε της πόλεως εκείνης Επίσκοπος, Πλάτων ονόματι, μαθών την παρουσίαν του Αποστόλου, ευγήκεν έξω της πόλεως με τον κλήρον και τον προϋπάντησε. Και οι δύω ομού εμβήκαν μέσα εις την πόλιν έμπροσθεν εις όλους. Τότε ο Απόστολος ακουμβίσας την ράβδον εις την γήν, εδοξολόγησε τον Θεόν, οπού εφάνη εις αυτόν ως παιδίον, και τον επρόσταξε να κάμη τούτο. Και ω του θαύματος! παρευθύς η ξηρά ράβδος ερριζώθη, και κλάδους και καρπούς ανεβλάστησεν, οι οποίοι έσταζον την γλυκύτητα του μέλιτος, καθώς είπεν ο Κύριος. Ανέβλυσε δε και κοντά εις την ρίζαν μία βρύσις καθαρωτάτη και γλυκυτάτη. Ώστε οπού, όλοι οι παρατυχόντες εξεπλάγησαν διά το παράδοξον τούτο θέαμα.
Και επειδή η φήμη αύτη διεδόθη εις κάθε μέρος της πόλεως, εσύντρεχον όλα τα πλήθη διά να ιδούν το παράδοξον. Οι οποίοι απολαμβάνοντες την εκ του δένδρου γλυκύτητα, και λουόμενοι από την πηγήν, παρευθύς απέβαλον από την ψυχήν τους την μανίαν και θηριώδη ωμότητα, οπού είχον εις την πλάνην της ειδωλολατρείας. Πολλά λοιπόν παθών από τον βασιλέα ο του Κυρίου Απόστολος, και διά πυρός τελειωθείς, ύστερον έκαμε τον βασιλέα να επιστρέψη εις την του Χριστού πίστιν, διά του θαύματος οπού ενεργήθη με το μέσον του αγίου λειψάνου του. Όστις βασιλεύς βαπτισθείς, μετωνομάσθη Ματθαίος. Και συντρίψας τα είδωλα, εκατάπεισε τους υπηκόους του και επίστευσαν όλοι εις τον Χριστόν. Είτα και Επίσκοπος γενόμενος, αφήκε τον θρόνον εις τον υιόν του, κατά την διάταξιν, οπού εποίησεν εις αυτόν εν οπτασία ο θείος Απόστολος. (Τον κατά πλάτος Βίον τούτου όρα εις το Εκλόγιον.)
Ο Αντιοχείας Αναστάσιος ερμηνεύει εις το όγδοον της Εξαημέρου, ότι το Ματθαίος όνομα δηλοί πρόσταγμα Υψίστου. Όμως καλλίτερα ο Ισίδωρος αυτό ετυμολογεί παρά του Ματθάν, όπερ σημαίνει δώρον. Ώστε Ματθαίος ερμηνεύεται δεδωρημένος. Σημειοί δε Kλήμης ο Στρωματεύς εις τον Παιδαγωγόν (όστις είναι λόγος, ούτως ονομαζόμενος) ότι ο Ματθαίος δεν έφαγε ποτέ κρέας, αλλά μόνον με τα χόρτα και όσπρια επέρασε την ζωήν του. Kαι πως να ήτον θύμα και ολοκαύτωμα της παρθενίας. Διατί εφονεύθη υπό του βασιλέως Υρτάκου όστις ήθελε να λάβη εις γυναίκα αυτού την Ιφιγένειαν ήτις ήτον παρθένος αφιερωμένη εις τον Θεόν.
Ταις του σού Αποστόλου πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Υμνολογική εκλογή.
Απολυτίκιον. Ήχος γ.
Απόστολε άγιε, και Εύαγγελιστά Ματθαίε, πρέσβευε τω έλεήμονι θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταις ψυχαϊς ημών.
Απόστολε Αγιε και Ευαγγελιστή Ματθαίε, παρακάλεσε με τις πρεσβείες σου τον γεμάτον με έλεος Θεό, να χαρίσει άφεση των αμαρτιών στις ψυχές μας.
Έτερον. Ήχος γ’. θείας πίστεως. Γερασίμου.
θείας ήκουσας, φωνής του Λόγου, και της πίστεως, το φως εδέξω, καταλείψας τελωνείου τον σύνδεσμον’ όθεν Χριστού την απόρρητον κένωσιν, εηηγγελίσω Ματθαίε Απόστολε. Και νυν πρέσβευε, δοθήναι τοις σε γεραίρουσι, πταισμάτων ιλασμόν και μέγα έλεος.
Ακουσες τη θεική φωνή Του Λόγου Χριστού, και δέχθηκες το φως της πίστεως, εγκαταλείποντας κάθε υλικό δεσμό με το τελωνείο και τον παράνομο πλούτο. Γι’ αυτό και ο Χριστός σου έκαμε την τιμή να γράψεις το ευαγγέλιο, και να φανερώσεις στους ανθρώπους την απερίγραπτη με λόγια ενανθρώπιση Του, αφού είναι μυστήριο. Τώρα λοιπόν παρακάλεσε τον Θεό, να χαρίσει σε όσους σε τιμούν την άφεση των αμαρτιών τους, και το μέγα Του έλεος.
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Του τελωνείου τον ζυγόν απορρίψας, δικαιοσύνης τω ζυγώ προσηρμόσθης, και ανεδείχθης έμπορος πανάριστος, πλούτον κομισάμενος, την εξ ύψους σοφίαν’ όθεν ανεκήρυξας, αληθείας τον λόγον, και των ραθύμων ήγειρας ψυχάς, καθυπογράψας την ώραν της κρίσεως.
Απέρριψες από πάνω σου τον ζυγό του τελωνείου, και προσάρμοσες τη ζωή σου στον ζυγό της δικαιοσύνης του Θεού. Έγινες έμπορος τελειότατος και απεκόμισες για τον εαυτό σου σαν πλούτο την ουράνια σοφία. Ετσι με τον φωτισμό του Θεού, κήρυξες με το ευαγγέλιό σου τον λόγο της αληθείας, «ξύπνησες» τις ψυχές όσων είχαν καταληφθεί από ραθυμία και τεμπελιά, περιγράφοντας την ώρα της κρίσεως.
Ο Οίκος
Η του εχθρού με τυραννίς βιάζεται απλήστως, και της ψυχής μου όλον τον σπόρον καθαρπάζει, Ματθαίε φίλε του Χριστού” αλλ’ αυ¬τός τον σπόρον των ευχών σου δεδωκώς, προς σήν δουλείαν κάρπωσον, και δειξον υμνωδόν σου σμικρότατον, και υφηγητήν με των πολλών σου και μεγάλων κατορθωμάτων, και της προς Χριστόν σου σχέσεως” πώς πάντα παρευθύς εγκαταλείψας, ηκολούθησας θερμώς τω κεκληκότι, πρώτος γεγονώς Ευαγγελιστής εν τω κόσμω, καθυπο¬γράψας την ώραν της κρίσεως.
Η τυραννική επίθεση του εχθρού διαβόλου με κυνηγά με βία αχόρταγη, και αρπάζει όλο τον καλό σπόρο της ψυχής μου, Ματθαίε απόστολε και φίλε του Χριστού. Αλλά σύ με τον σπόρο των προσευχών σου , δώσε να καρποφορήσω όπως εσύ στην εργασία του θελήματος του Θεού, και ανάδειξέ με έστω και μικρόν υμνωδόν σου, ώστε να διηγηθώ τα πολλά και μεγάλα σου κατορθώματα, καθώς επίσης και την στενή σου σχέση προς τον Χριστό, πως δηλαδή αμέσως εγκατέλειψες τα πάντα, και με θέρμη ακολούθησες Αυτόν που σε κάλεσε, γινόμενος ο πρώτος ευαγγελιστής στον κόσμο, αυτός που περιέγραψε και αυτήν ακόμη την ώρα της κρίσεως.
Συναξάριον
Τη ΙΣΤ” του αυτού μηνός (Νοεμβρίου), μνήμη του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ματθαίου.
Στίχοι. «Σώζεις Ιησού και τελώνας’ σοι χάρις».
Ούτω βοά Ματθαίος εκ πυρός μέσου.
Ακάματον Ματθαίον πυρ δεκάτη κτάνεν έκτη.
Η Χάρη Σου Χριστέ σώζει και τελώνες. Ετσι κηρύττει ο Ματθαίος μέσα από τη φωτιά.
Η αχόρταγη και ακούραστη φωτιά θανάτωσε τον Ματθαίο κατά την δεκάτη έκτη του μηνός.
Ταις αυτού Αγίαις πρεσβείαις, ο θεός, ελέησον ημάς.
Αμήν.
Εξαποστειλάριον. Εν Πνεύματι τω ιερώ.
Του τελωνίου τον ζυγόν, απορρίψας εμφρόνως, Χριστώ κατηκολούθησας, ώ Ματθαίε θεόφρον’ τοις ίχνεσι δε τοις αυτού, θαυμαστώς επόμενος, εν μετοχή εγεγόνεις, της αυτού βασιλείας, και της δόξης κοινωνός, και μύστης των απορρήτων.
Ενσυνείδητα και με τη θέλησή σου πέταξες από πάνω σου του τελωνείου τον παράνομο αλλά πλουτοφόρο ζυγό, και ακολούθησες πιστά τον Χριστό, Ματθαίε, συ που έχεις τον Θεό στο νου σου. Έτσι ακολούθησες αμέσως κατά θαυμαστό τρόπο τα ίχνη Του, γινόμενος κοινωνός και συμμέτοχος της Βασιλείας Του και της δόξας Του, και είχες την τιμή να γνωρίζεις τα κρυφά μυστήρια του Θεού.
Δόξα των αίνων. Ήχος πλ. Δ.
Κροτήσωμεν εν άσμασι σήμερον πιστοί, επί τη μνήμη του σεπτού Αποστόλου, και Ευαγγελιστού Ματθαίου* ούτος γαρ ρίψας τον ζυγόν, και τον χρυσόν του τελωνίου, ηκολούθησε Χριστώ, και κήρυξ του Ευαγγελίου θείος εχρημάτισεν’ όθεν εξήλθεν προφητικώς ο φθόγγος αυτού, εις την οικουμένην, και πρεσβεύει σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ελάτε οι πιστοί να πανηγυρίσουμε με ύμνους και χειροκροτήματα την τέλεση της μνήμης του αγίου και ευαγγελιστού Ματθαίου. Γιατί αυτός απέρριψε και τον ζυγό αλλά και τον χρυσό και τον πλούτο του τελωνείου, έγινε ακόλουθος του Χριστού, και στο εξής έζησε σαν θείος κήρυκας του ευαγγελίου. Ας τον τιμήσουμε, διότι ο λόγος του κηρύγματός του σκόρπισε σε όλη την γη, όπως ο λόγος των προφητών, και τώρα πια, πρεσβεύει προς τον Κύριο για τη σωτηρία των ψυχών μας.
Απόδοση, Ελένης Χρήστου.
Ασματική Ακολουθία και Εγκώμια εις τον Άγιον Απόστολον και Ευαγγελιστήν ματθαίον.zip