Ένα παραμύθι για τον “ΟΝΗΣΙΜΟ”
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια μικρή ήσυχη λίμνη, ζούσαν πολλά κίτρινα χαριτωμένα παπάκια. Στις γύρω καλαμιές είχαν φτιάξει τις φωλιές τους. Όλες περιποιημένες και καθαρές. Ανάμεσα σε αυτά τα παπάκια ζούσε και ο Λευτέρης. Ένα παπάκι πολύ ζωηρό. Στιγμή δεν έμενε ακίνητο. Όλο στριφογύριζε στη λιμνούλα και έκανε κόλπα με την πουπουλένια ουρά του. Η μαμά του όλο τον μάλωνε αλλά αυτός δεν άκουγε τίποτα.
Μια μέρα στη λίμνη διαδόθηκε μια είδηση τρομερή. Ο Λευτέρης είχε κάνει μια αταξία μεγάλη και θα δικαζόταν. Στο δικαστήριο της λίμνης. Όλα τα παπάκια μαζεύτηκαν. Μπροστά ο Λευτέρης και ψηλά σε ένα ξύλο που επέπλεε στη λίμνη στεκόταν με αυστηρό ύφος ο δικαστής, ένας κατάλευκος κύκνος. Το δικαστήριο ξεκίνησε και ακούστηκε κάθε πλευρά. Όταν ο κύκνος μετά από ώρα ανακοίνωσε την απόφαση, όλα τα παπάκια σάστισαν: ο Λευτέρης θα πήγαινε στη φυλακή της λίμνης. Ένα μέρος μακριά κοντά στα βαλτώδη νερά της λίμνης, στην άλλη πλευρά της.
Ο Λευτέρης και η οικογένεια του ήταν πολύ λυπημένοι. Δεν αρνήθηκαν φυσικά ότι και ο Λευτέρης έφταιγε αλλά κανείς δεν περίμενε να πάει φυλακή.
-Αυτά παθαίνεις όταν παραβαίνεις τους νόμους, του είπε ο πατέρας του λυπημένος.
Η μητέρα του κλαμένη τον αγκάλιαζε σφιχτά. Της ήταν τόσο δύσκολο να τον αποχωριστεί. Όλη η λίμνη κοίταζε σιωπηλή. Γνώριζαν για τη φυλακή αλλά ποτέ τους δεν φαντάζονταν ότι ένα από τα δικά τους παπάκια θα πήγαινε εκεί. Όσο για τον Λευτέρη παγωμένος και αμίλητος δεν μπορούσε να πιστέψει πως μια στιγμή αδυναμίας και απροσεξίας, μια στιγμή που ούτε καλά καλά πρόλαβε να σκεφτεί, θα του στερούσε αυτό που αγαπούσε πιο πολύ, την ελευθερία του, τις βόλτες του στην ήσυχη λιμνούλα.
Οι αστυνόμοι πελεκάνοι τον πήραν και τον οδήγησαν στη φυλακή.
-Που πάμε, ρωτούσε σε όλη τη διαδρομή.
-Κάπου που θα τιμωρηθείς για την πράξη σου, του απάντησε κοφτά ένας από τους πελεκάνους.
Τότε ένας βάτραχος που τους κοίταζε πάνω από ένα καταπράσινο νούφαρο πετάχτηκε μπροστά τους και ανάγκασε τους πελεκάνους να σταματήσουν. Έπειτα με βραχνή φωνή τους μίλησε αυστηρά:
-Στη φυλακή δεν πηγαίνει ο κόσμος για να τιμωρηθεί αλλά για να γίνει καλύτερος, να σωφρονιστεί. Να καταλάβει το λάθος του και να μην το ξανακάνει!
Και είχε δίκιο. Πόσο άδικο ακούγεται να πηγαίνει κάποιος φυλακή, για να τιμωρηθεί. Λες και από μόνη της η στέρηση της ελευθερίας δεν είναι μια τιμωρία.
Ο Λευτέρης τρομαγμένος κοίταξε το βάτραχο αλλά οι πελεκάνοι δεν είχαν όρεξη για συζήτηση. Τον τράβηξαν δυνατά για να προχωρήσει μέχρι που έφτασαν στη φυλακή του βάλτου.
Οι συνθήκες εκεί δεν ήταν καλές. Ο βούρκος μύριζε άσχημα, κανένας δεν πλησίασε να μιλήσει στον Λευτέρη και αυτός φοβόταν πολύ. Έπειτα τον έβαλαν σε ένα δωμάτιο με πολλά άλλα παπάκια και εκεί αποκοιμήθηκε. Το άλλο πρωί τους ξύπνησαν, για να μελετήσουν. Ευτυχώς που υπήρχε σχολείο μέσα στις φυλακές και έτσι ο Λευτέρης δεν θα έχανε τα μαθήματα του. Πόσο εκτίμησε όλες αυτές τις γνώσεις. Και πόσο είχε μετανιώσει για την πράξη του. Αν μπορούσε δεν θα την ξανάκανε ποτέ. Αν μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω δεν θα έκανε τίποτα παράνομο ξανά.
Με πολλές δυσκολίες πέρασε ο καιρός που ο δικαστής κύκνος είχε ορίσει για τον Λευτέρη. Θα πήγαινε ξανά στο σπίτι του. Τη λιμνούλα του. Με χαρά αποχαιρέτισε τα άλλα παπάκια, μάζεψε τα πράγματα του και έφυγε. Οι γονείς του τον περίμεναν από έξω και τον υποδέχτηκαν με χαρά. Όταν έφτασαν στη λίμνη, κανένα από τα παπάκια δεν βγήκε να τον καλωσορίσει.
-Που είναι όλοι; αναρωτήθηκε. Που είναι οι φίλοι μου; τους πεθύμησα τόσο πολύ!
Η μαμά του δεν απάντησε. Μόνο του σέρβιρε το φαγητό χαμογελαστή. Αφού έφαγε ο Λευτέρης δεν κρατιόταν. Ήθελε να βγει στη γειτονιά και να παίξει ξανά με τους φίλους του. Κουνώντας ζωηρά την ουρά του άρχισε να βολτάρει στη λίμνη. Κανείς. Ούτε φύλλο δεν κουνιόταν. Έψαξε από εδώ, έψαξε από εκεί αλλά οι φίλοι του δεν βγήκαν από τις φωλιές τους. Από τα νούφαρα πίσω του ακούστηκε μια φωνή:
-Μην περιμένεις να βγούνε! Δεν σε θέλουν πια για φίλο!
Γύρισε και είδε τον βάτραχο που είχε συναντήσει και τότε λίγο πριν οι πελεκάνοι τον πάνε στη φυλακή.
-Γιατί δεν με θέλουν για φίλο; απόρησε. Είμαι ο Λευτέρης που με αγαπούσαν και με έπαιζαν όλοι!
-Ναι, αλλά μπήκες φυλακή! Και τώρα νομίζουν ότι άλλαξες. Είσαι διαφορετικός πια!
-Μα, μετάνιωσα για το λάθος μου και η φυλακή ήταν μια μεγάλη τιμωρία. Γιατί με τιμωρούν και αυτοί;
-Έτσι είναι! απάντησε ο βάτραχος. Τώρα σε φοβούνται και σε θεωρούν διαφορετικό!
-Μα δεν είμαι, απάντησε στεναχωρημένος ο Λευτέρης. Δεν είμαι διαφορετικός! Είμαι μόνο κουρασμένος, πληγωμένος, νιώθω μόνος και θέλω να κλάψω.
Ο Λευτέρης ξέσπασε σε κλάματα. Ο κύριος βάτραχος τον αγκάλιασε αλλά αυτό δεν άλλαζε τίποτα. Οι φίλοι του δεν τον ήθελαν πια. Έτσι και αυτός απομονώθηκε στο σπίτι του και από τη λύπη και τη στεναχώρια του ούτε έτρωγε ούτε πολυμιλούσε. «Τι τους έκανα!» σκεφτόταν. Και θύμωνε με τα άλλα παπάκια που δεν τον ήθελαν για φίλο.
Μετά από αρκετό καιρό αποφάσισε να πάει να δουλέψει. Είχε μεγαλώσει πια και ίσως έτσι θα ξεχνούσε και τη στενοχώρια του. Μα όταν πήγε να ζητήσει δουλειά κανένας στη λιμνούλα δεν ήθελε να τον πάρει στη δουλειά του. όλοι έλεγαν δικαιολογίες αλλά όπως του εξήγησε μετά ο βάτραχος, ο μοναδικός που του μιλούσε στη λίμνη, όλα γίνονταν επειδή είχε φερθεί τότε ανόητα και είχε μπει στη φυλακή.
-Αδύνατον, έλεγε και ξανάλεγε ο Λευτέρης. Μα έκανα ένα λάθος, είναι δυνατόν να μη μου το συγχωρούν; Δεν τους έβλαψα ποτέ! Ούτε θα ξαναέκανα κάτι κακό.
-Υπομονή, έλεγε ο βάτραχος και ανέβαινε στην πλάτη του. με τον καιρό θα καταλάβουν ότι κάνουν λάθος και θα σε δεχτούν στην κοινωνία τους.
-Αχ, αν δεν είχα και εσένα κύριε βάτραχε! Είπε ο Λευτέρης και κούνησε το κεφάλι του.
-Όχι κύριε βάτραχε, Ονήσιμο να με λες. Αυτό είναι το όνομα μου.
-Ονήσιμε, καλέ μου φίλε! είπε το παπάκι. Μετά τη φυλακή νιώθω πιο φυλακισμένος. Τότε ήμουν μέσα κλεισμένος σε ένα χώρο τώρα είμαι κλεισμένος σε μια αόρατη γυάλα και όλοι κάνουν σαν να μην υπάρχω! Σαν να μην είμαι και εγώ σαν αυτούς. Όμως νιώθω, θέλω να ζήσω.
-Καταλαβαίνω, Λευτέρη μου! είσαι ελεύθερος αλλά φυλακισμένος από τη συμπεριφορά των άλλων. Θα καταλάβουν το λάθος τους. Θα σε βοηθήσω και εγώ!
Πόσο δύσκολο του ήταν να το πιστέψει αλλά ο Λευτέρης αισθάνθηκε καλύτερα. Πήγε στη φωλιά του και κάθισε να ξεκουραστεί. Έκλεισε τα μάτια του να κοιμηθεί και για μια στιγμή αποκοιμήθηκε. Φωνές τον ξύπνησαν. Μέσα στη λιμνούλα είχε δημιουργηθεί μια δίνη και μέσα στη δίνη είχε παρασυρθεί ένα παπάκι μικρούλι που φώναζε τρομαγμένο.
-Βοήθεια, βοήθεια!!!
Όλα τα παπάκια κοίταζαν φοβισμένα. Κανένα δεν τολμούσε να μπει στη δίνη και να τραβήξει το μικρό παπάκι. Ακόμα και οι κύκνοι κοίταζαν τρομαγμένοι αλλά αποτραβιόταν πίσω στις καλαμιές. Ήταν πολύ επικίνδυνο. Η ρουφήχτρα μπορούσε να τα εξαφανίσει στο βυθό.
Ο Λευτέρης πετάχτηκε και δίχως να το πολυσκεφτεί άρχισε να τραβά το μικρό παπάκι. Ήθελε πολύ δύναμη αλλά επέμενε. Είχε μάθει από την περιπέτεια που πέρασε στη φυλακή, ότι δεν κερδίζει όποιος εγκαταλείπει την προσπάθεια. «Στα δύσκολα φαίνεται ο θαρραλέος» του έλεγε συνέχεια ο Ονήσιμος. Και ο Λευτέρης είχε περάσει δύσκολα. Δεν θα εγκατέλειπε την προσπάθεια. Με πείσμα μπήκε στη δίνη και τράβηξε το παπάκι. Αυτό αποκαμωμένο λιποθύμησε στην αγκαλιά της πάπιας μαμάς του και ο Λευτέρης με γρήγορες ανάσες προσπαθούσε να συνέλθει. Όλη η λίμνη τον κοίταζε. Πίσω από τα νούφαρα ακούστηκε η φωνή του βατράχου, του φίλου του, του Ονήσιμου που χειροκροτούσε την προσπάθεια του του με τα μακριά του πόδια.
-Μπράβο, Λευτέρη! Μπράβο!
Όλοι γύρισαν και τον κοίταξαν και ξαφνικά όλοι στη λίμνη χειροκρότησαν.
-Μπράβο, μπράβο!
Ακούγονταν από παντού. Όλοι τον χειροκροτούσαν και φώναζαν δυνατά το όνομα του. Ο Λευτέρης είχε σαστίσει. Δάκρυσε από χαρά και συγκίνηση. Πήγε κοντά στον Ονήσιμο και τον αγκάλιασε.
-Πόσο δίκιο είχες καλέ μου φίλε! Κατάλαβαν ότι δεν είμαι κακός!
Όλα τα παπάκια τον πλησίασαν και τον αγκάλιασαν. Του ζήτησαν συγνώμη για τη συμπεριφορά τους. Ο Λευτέρης τους συγχώρεσε.
-Όλοι κάνουμε λάθη! Άλλοι μεγάλα άλλα μικρά! Το σημαντικό είναι να μαθαίνουμε από τα λάθη μας.
Και ο καλός του φίλος, ο Ονήσιμος συμπλήρωσε:
-Το σημαντικό είναι να μην περιθωριοποιούμε κανέναν. Το σημαντικό είναι να μην τιμωρούμε και εμείς κάποιον που έχει ήδη τιμωρηθεί. Το σημαντικό είναι να γίνεται κάποιος καλύτερος! Και αυτό μπορούμε να πετύχουμε όλοι μαζί με αγάπη.
Από εκείνη τη μέρα η λίμνη έγινε φιλόξενη για παπάκια σαν τον Λευτέρη. Από εκείνη τη μέρα ο Λευτέρης ελευθερώθηκε πραγματικά και μαζί του και όλα τα άλλα παπάκια της λίμνης, γιατί έμαθαν ότι η πραγματική ελευθερία βρίσκεται στην αγάπη. Και αγάπη μπορούμε να πάρουμε και να δώσουμε μόνο όταν έχουμε κάποιον δίπλα μας.
Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ «Ο ΟΝΗΣΙΜΟΣ» ΕΥΧΑΡΙΣΤΕΙ ΘΕΡΜΑ ΤΗΝ κα ΝΑΝΣΥ ΧΑΤΖΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ