Το έκτον Αναστάσιμον εωθινόν Ευαγγελικόν Ανάγνωσμα του όρθρου της Κυριακής.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον: ΚΔ.36 – 53.
Τω καιρώ εκείνω, έστη ο Ιησούς εν μέσω των μαθητών Αυτού και λέγει αυτοίς: «ειρήνη υμίν.» Πτοηθέντες δέ και έμφοβοι γενόμενοι, εδόκουν πνεύμα θεωρείν. Και είπεν αυτοίς: «τί τεταραγμένοι εστέ, και διατί διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν ταις καρδίαις υμών? Ίδετε τας χείράς μου και τους πόδας μου, ότι Αυτός Εγώ ειμί. Ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι πνεύμα σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα.» Και τούτο ειπών, επέδειξεν αυτοίς τας χείρας και τους πόδας. Έτι δέ απιστούντων αυτών απο της χαράς και θαυμαζόντων, είπεν αυτοίς: «έχετέ τι βρώσιμον ενθάδε?» Οι δέ επέδωκαν Αυτώ ιχθύος οπτού μέρος και απο μελισσίου κηρίου. Και λαβών ενώπιον αυτών έφαγεν. Είπε δέ αυτοίς: «ούτοι οι λόγοι ούς ελάλησα προς υμάς έτι ών σύν υμίν, ότι δεί πληρωθήναι πάντα τα γεγραμμένα εν τω νόμω Μωϋσέως και προφήταις και ψαλμοίς περι εμού.» Τότε διήνοιξεν αυτών τον νούν του συνιέναι τας γραφάς. Και είπεν αυτοίς, ότι «ούτω γέγραπται και ούτως έδει παθείν τον Χριστόν και αναστήναι εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα, και κηρυχθήναι επι τω ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, αρξάμενον απο Ιερουσαλήμ. Υμείς δέ εστέ μάρτυρες τούτων. Και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός μου εφ’ υμάς. Υμείς δέ καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, έως ού ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους.»
Εξήγαγε δέ αυτούς έξω έως εις Βηθανίαν, και επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς. Και εγένετο εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ’ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν. Και αυτοί προσκυνήσαντες αυτόν, υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης. Και ήσαν δια παντός εν τω ιερώ, αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν. Αμήν.
Απόδοση.
Τις ημέρες εκείνες, ο Ιησούς στάθηκε ανάμεσά στους μαθητές Του και τους λεει: «Ειρήνη σ’ εσάς!» Από την ταραχή και το φόβο νόμιζαν ότι έβλεπαν φάντασμα. Εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε τρομαγμένοι και γιατί γεννιούνται στην καρδιά σας αμφιβολίες; Κοιτάξτε τα χέρια μου και τα πόδια μου για να βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφίστε με και δείτε• ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε πως έχω εγώ». Και λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. Καθώς αυτοί από τη χαρά και την έκπληξή τους δεν πίστευαν στα μάτια τους, τους ρώτησε ο Ιησούς: «Έχετε τίποτε φαγώσιμο;» Αυτοί τότε του έδωσαν ένα κομμάτι ψητό ψάρι και ένα κομμάτι κηρήθρα με μέλι. Τα πήρε και τα έφαγε μπροστά τους.
Ύστερα τους είπε: «Αυτά εννοούσα με τα λόγια που σας έλεγα όταν ήμουν ακόμα μαζί σας, ότι δηλαδή πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο νόμο του Μωυσή, στους προφήτες και στους Ψαλμούς». Τότε τους φώτισε το νου, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές, και τους είπε: «Οι Γραφές λένε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, και έτσι έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας, ν’ αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη μέρα και να κηρυχτεί στο όνομά του μετάνοια και άφεση αμαρτιών σ’ όλα τα έθνη, αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ. Εσείς είστε μάρτυρες όλων αυτών. Κι εγώ θα σας στείλω αυτό που σας υποσχέθηκε ο Πατέρας μου. Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σας οπλίσει με την δύναμή του».
Κατόπιν τους οδήγησε έξω από την πόλη ως τη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. Καθώς τους ευλογούσε, άρχισε ν’ απομακρύνεται απ’ αυτούς και ν’ ανεβαίνει στον ουρανό. Αυτοί τότε, αφού τον προσκύνησαν, γύρισαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά και έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό. Αμήν.
Επιμέλεια κειμένων, Ιωάννης Τρίτος.
Το έκτον αναστάσιμον εωθινόν εξαποστειλάριον, Ποίημα Κωνσταντίνου του βασιλέως. Ήχος Β. «Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν.»
Δεικνύων ότι άνθρωπος, Σώτερ εί κατ’ ουσίαν, αναστάς εκ του Μνήματος, βρώσεως συμμετέσχες, και μέσον στας εδίδασκες, μετάννοιαν κηρύσσειν. Ευθύς δέ προς ουράνιον, ανελήφθης Πατέρα, και Μαθηταίς, πέμπειν τον Παράκλητον επηγγείλω, Υπέρθεε Θεάνθρωπε, δόξα τη σή Εγέρσει.
Αποδεικνύοντας, μετά την Ανάστασή Σου, Σωτήρ, πως είσαι και άνθρωπος κατά την ουσία Σου, στάθηκες ανάμεσα στους μαθητές Σου, έφαγες μαζί τους, και τους μιλούσες για το βάπτισμα της μετανοίας. Αμέσως δε μετά ανελήφθηκες προς τον ουράνιο Σου Πατέρα και υποσχέθηκες στους μαθητές Σου να τους στείλεις τον Παράκλητο. Θεάνθρωπε, Συ που είσαι πανω από κάθε θεότητα, δόξα στην ανάστασή Σου.
Θεοτοκίον όμοιον.
Ο Ποιητής της κτίσεως, και Θεός των απάντων, σάρκα βροτείαν έλαβεν, εξ αχράντων αιμάτων, σού παναγία Παρθένε. Και γάρ φθαρείσαν πάσαν, την φύσιν εκαινούργησε, πάλιν ώς πρό τού τόκου, καταλιπών, μετά τόκον’ όθεν πιστώς σε πάντες, ανευφημούμεν κράζοντες, Χαίρε Δέσποινα κόσμου.
Ο Χριστός, ο δημιουργός της κτίσεως και Θεός των πάντων, έλαβε ανθρώπινη σάρκα από τα αγνά και ανέγγιχτα από άνθρωπο αίματά Σου, Παρθένε Παναγία. Και έτσι, όλη την φθαρμένη ανθρώπινη φύση την έκαμε και πάλι καινούρια, ενώ Εσένα Σε άφησε μετά την γέννηση Του όπως και πριν Παρθένο. Γι’ αυτό και Σε δοξάζουμε καισκορπίζουμε παντού τη φήμη Σου κράζοντας: Χαίρε Συ η Δέσποινα και Κυρία του κόσμου.
Το έκτον Αναστάσιμον εωθινόν δοξαστικόν ιδιόμελον. Ποίημα Λέοντος βασιλέως του σοφού. Ήχος ΠΛ. Β’
Η όντως ειρήνη σύ Χριστέ, προς ανθρώπους Θεού, ειρήνην την σήν διδούς, μετά την Έγερσιν Μαθηταίς, εμφόβους έδειξας αυτούς, δόξαντας πνεύμα οράν. Αλλά κατέστειλας τον τάραχον αυτών της ψυχής, δείξας τας χείρας και τους πόδας σου. Πλήν απιστούντων έτι, τη της τροφής μεταλήψει, και διδαχών αναμνήσει, διήνοιξας αυτών τον νούν, του συνιέναι τας Γραφάς. Οίς και την Πατρικήν επαγγελίαν καθυποσχόμενος, και ευλογήσας αυτούς, διέστης προς ουρανόν. Διό σύν αυτοίς προσκυνούμέν σε, Κύριε δόξα σοι.
Συ Χριστέ, η πραγματική ειρήνη προς τους ανθρώπους του Θεού, χάρισες την ειρήνη Σου μετά την ανάστασή Σου στους μαθητές. Έτσι, αν και τους έκανες να φαίνονται φοβισμένοι, επειδή νόμιζαν πως βλέπουν κάποιο φάντασμα, έσβυσες την ταραχή της ψυχής τους, αφού τους έδειξες τα Χέρια Σου και τα πόδια Σου τα τρυπημένα. Επειδή όμως ακόμη απιστούσαν και από το θαυμασμό τους δεν χωρούσε ο νους τους την Ανάστασή Σου, με το να πάρεις τροφή και με το να τους θυμήσεις τις διδασκαλίες Σου, τους φώτισες τον νου, για να κατανοήσουν τις γραφές. Σ’ αυτούς λοιπόν «ανανέωσες» και πάλι την πατρική υπόσχεση, και αφού τους ευλόγησες, αναχώρισες ανεβαίνοντας προς τον ουρανό. Γι’ αυτό και Σε προσκυνούμε μαζί τους. Δόξα σ’ Εσένα, Κύριε.
Απόδοση Μοναχής Θεοδοσίας.