Σε ηλικία πέντε ετών, κατά μαρτυρία της μακαριστής θείας του Αλεξάνδρας, ο μικρός Ετεοκλής παρακολουθούσε ανελλιπως τη θεία Λειτουργία και τις άλλες Ακολουθίες της Εκκλησίας, κοινωνώντας των Αχράντων Μυστηρίων και νηστεύοντας κανονικά όπως οι ώριμοι στην ηλικία.
Εκείνη την εποχή ήταν πολύ ισχνός και κάποια Κυριακή πρωϊ, η θεία του προσπάθησε να τον πείσει, πριν πάνε στην Έκκλησία, να πιή ένα ποτήρι γάλα. Ο μικρός Ετεοκλής αντέδρασε έντονα και επέπληξε την θεία με τις λέξεις:
-Τι θα πάμε να κάνουμε στην Εκκλησία με γεμάτο στομάχι; Πώς θα προσευχηθούμε, πώς θα πάρουμε αντίδωρο; Θα πάμε μόνο για ν’ ακούνε τ’ αυτιά μας;
* * *
Την ιδία εποχή, σε μία νέα προτροπή της θείας, να πιή ένα ποτήρι γάλα Τετάρτη πρωϊ, πριν φυγή για το νηπιαγωγείο, ο Ετεοκλής αντέδρασεν εντονώτερα. Έτρεξε και γονάτισε μπροστά στα εικονίσματα λέγοντας:
-Θεούλη μου, αν άλλη φορά Τετάρτη ή Παρασκευή μου πή η θεία να πιω γάλα, πάρε της την φωνή και δώσε της τα πόδια (ως γνωστόν ή θεία Αλεξάνδρα είχε αναπηρία στα πόδια)!.
Η θεία όπως ήταν φυσικό, αισθάνθηκε δέος ακούοντας αυτή την παιδική προσευχή.
Απόσπασμα από το βιβλίο «ΥΠΟΘΗΚΕΣ ΖΩΗΣ από τη διδασκαλία του πατρός Επιφανίου» – Έκδοσις Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνας, σελ. 16-17