Αγαπώ πολύ όλους τους ανθρώπους. Όμως αγαπώ ιδιαίτερα εσένα, γλυκιά μου κυρία, που έχεις γίνει μαννούλα, καθώς κι εσένα που θα γίνεις. Έχεις όμως σκεφθεί ότι για να γίνεις καλή μάννα, θα πρέπει πρώτα να γίνεις παιδί του εαυτού σου, θα πρέπει να αγαπήσεις πρώτα εσένα;
Και πάνω από όλα θα πρέπει να αγαπήσεις τον Χριστό μας και την γλυκιά μας Παναγία, τη μητέρα όλου του κόσμου. Μόνο τότε θα μπορέσεις να δώσεις αγάπη, στοργή, τρυφερότητα και να γίνεις θυσία στο βωμό της Μητρότητας.
Εσύ, όμως, αντί να είσαι γεμάτη από αγάπη για τα παιδιά σου, συχνά μου κάνεις παράπονα. Μου λές: Τους παρέχουμε τα πάντα, όμως δεν μας ακούν, να είναι πιο καλοί μαθητές, να γίνουν σωστοί άνθρωποι.
Και μου τα λές αυτά, χωρίς να έχεις εξετάσει τον εαυτό σου, αν εσύ είσαι σωστή απέναντι στα παιδιά σου, απέναντι στον Θεό. Μου μιλάς για τα παιδιά σου με τα χείλη σου, όχι με την καρδιά σου, σαν να μιλάς για κάποια αντικείμενα.
Γλυκιά μου κυρία, δεν με έπεισες πως αγαπάς σωστά τα παιδιά σου, γιατί δεν τους δίνεις Χριστό, δεν τους δίνεις αγάπη, δεν τους δίνεις στοργή, κατανόηση, δεν κάνεις διάλογο μαζί τους, δεν τους αφιερώνεις λίγο χρόνο από τον χρόνο σου. Δεν είσαι δοτική στα παιδιά σου, είσαι μόνο απαιτητική.
Έχω διαπιστώσει πως η σημερινή μάννα δεν είναι όπως οι παλιές. Οι παλιές μαννούλες δεν είχαν την πολυτέλεια τη σημερινή, είχαν όμως τον Θεό, την αγάπη και ένα κομμάτι γλυκό ψωμί. Θα σας μιλήσω στη συνέχεια για μια σύγχρονη μητέρα, που με συγκίνησε πολύ και τη θυμάμαι με αγάπη.
Μια βροχερή ημέρα μετέφερα στο Πανεπιστήμιο μια κυρία, που πήγαινε στην ορκωμοσία της κόρης της, η οποία είχε τελειώσει τη σχολή Τεχνολογίας Συστημάτων Παραγωγής. Κρατούσε στα χέρια της μια πολύ όμορφη ανθοδέσμη. Τη ρώτησα:
-Γιατί μόνη; Ο σύζυγος σας;
-Ο σύζυγος μου είναι στο σπίτι. Της ετοιμάζουμε μία ωραία έκπληξη: Τραπέζι, με όλες τις συμμαθήτριες της, από την τελευταία τάξη του Λυκείου και κάποιος έπρεπε να είναι εκεί, για να τις υποδεχθεί.
Κατά την διάρκεια της διαδρομής είχαμε τη δυνατό¬τητα να συζητήσουμε για τα παιδιά της, παίρνοντας αφορμή από την κόρη της.
Παντρεύτηκε πολύ μικρή, μόλις τελείωσε το Γυμνά¬σιο, δεκαοκτώ ετών, με ένα πολύ καλό παλληκάρι. Στα δεκαεννέα απέκτησε το πρώτο της παιδί και στα εικοσιένα το δεύτερο. Ένιωσε πολλή στοργή και υπευθυνότητα γι’ αυτά τα δύο αγγελούδια που έφερε στον κόσμο, παρ’ ότι ήταν μικρούλα και αυτή. Δεν ξέχασε πως είναι γυναίκα και μητέρα. Και στους δύο ρόλους άψογη.
-Μεγάλωνα μαζί με τα παιδιά μου. Τους μιλούσα πά¬ρα πολύ… Τους έλεγα τα όνειρα μου, τις επιθυμίες μου, το πόσο πολύ τα αγαπώ, πόσο αγαπιόμαστε με τον μπαμπά τους… Εκείνα με κοιτούσαν καλά-καλά και εγώ γελούσα.
Παίζαμε με τις κούκλες τους, τρέχαμε μεσ’ στο σπίτι, γινό¬μουν και εγώ παιδί μαζί τους.
Ξεκινώντας το σχολείο, μαζί διαβάζαμε, μαζί περ¬νούσαμε τις αγωνίες τους στα διαγωνίσματα, μαζί όλα. Όταν τα παιδιά πήγαν στο Γυμνάσιο και είχαν μεγαλύτερο φορτίο, γιατί μάθαιναν συγχρόνως και από δύο ξένες γλώσσες, ξενυχτούσαν για να μελετήσουν, αλλά ξενυχτούσα και εγώ μαζί τους.
Στην ερώτηση μου γιατί το έκανε αυτό, μου απάντησε:
-Για να μην αισθάνονται μόνα τους. Ήθελα, στη θυ¬σία που έκαναν, να συμμετέχω. Εγώ καθόμουν στην κουζίνα, πίνοντας καφέ ή διαβάζοντας το βίο κάποιου αγίου, που τον παρακαλούσα να βοηθήσει τα παιδιά μου ή έβλεπα τηλεόραση μέχρι να τελειώσουν. Τους έφτειαχνα πορτοκαλά¬δες, καφέδες και ό,τι άλλο ζητούσαν.
Ο άνδρας μου κουρασμένος από τη δουλειά κοιμό¬ταν. Δεν ένιωθα καλά να κοιμάμαι κι εγώ και αυτά να ξενυχτούν μόνα τους. Ήθελα να νιώθουν την παρουσία μου. Ήθελα να νιώθουν συμπαράσταση.
Η κόρη μου κάθε χρόνο έπαιρνε υποτροφία. Σήμερα είναι στο Πανεπιστήμιο και ο γυιος μου. Ήταν κι αυτός καλός μαθητής, όχι όμως σαν την κόρη μου. Θυμάμαι, στην τελευταία τάξη του Λυκείου, ο Λυκειάρχης μου έδω¬σε συγχαρητήρια: Θα ήθελα πολύ να ήταν κόρη μου, μου είπε.
Καταλαβαίνετε τη χαρά μου. Να η ικανοποίηση μου από τα ξενύχτια. Δεν έχω να τους δώσω πλούτη, έχω όμως αγάπη. Αυτή την αγάπη εισπράττουν και ανταποκρίνονται. Δεν σου κρύβω πως καμαρώνω για τα παιδιά μου. Να ξέρεις πως, όταν αγωνίζεσαι με τα όπλα του Θεού, πάντα κερδίζεις. Πιστεύω πως συμφωνείτε μαζί μου.
Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια σ’ αυτήν την αγωνίστρια Μάννα!
Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.