«Αλλοίμονον δε εις τον άνθρωπον εκείνον, δια του οποιου ο Υιός του ανθρώπου παραδίδεται. Θα ήτο καλύτερον δι΄αυτόν να μη είχε γεννηθή ο άνθρωπος εκείνος». Βλέπε και εις τους ελέγχους την απερίγραπτον πραότητα. Διότι ούτε εδώ δεν ομιλεί ορμητικά, αλλά μάλλον με συμπάθειαν και πάλιν συγκεκαλυμμένως ˙ αν και όχι μόνον η προηγουμένη αναισθησία του προδότου, αλλά και η εν συνεχεία αναίδειά του, ήτο αξία μεγάλης αγανακτήσεως. Διότι μετά από αυτόν τον έλεγχον ερωτά ˙ «μήπως είμαι εγώ, Κύριε;». Πόση αναισθησία! Ερωτά, ενώ γνωρίζει ότι εις αυτόν αναφέρονται αυτά. Και ο ευαγγελιστής το αναφέρει αυτό, επειδή απορεί δια το θράσος του.
Τι λέγει όμως ο πραότερος και ημερώτατος Ιησούς; «Συ το είπες». Αν και ημπορούσε να είπη ˙ κατεργάρη και αχρείε, βδελυρέ και βέβηλε ˙ αφού τόσον καιρόν κυοφορής το κακόν και επήγες εις τους αρχιερείς και έκανες σατανικά συμβόλαια και εσυμφώνησες να λάβης αργύριον και από εμέ έχεις ελεγχθή και τολμάς ακόμη να ερωτάς; Τίποτε όμως από αυτά δεν είπε ˙ αλλά πως του απήντησε; «Συ το είπες», ορίζων εις ημάς τα όρια και τους κανόνας της ανεξικακίας.
Θα ερωτήση όμως κάποιος ˙ εφ΄οσον ήτο γραμμένον να τα πάθη αυτά ο Χριστός, διατί κατηγορείται ο Ιούδας; Διότι έκανεν αυτά που ήσαν γραμμένα. Δεν τα έκανεν όμως με την σκέψιν αυτήν, αλλά ένεκα πονηρίας. Εάν δε δεν λαμβάνης υπ΄όψιν τον σκοπόν, τότε θα απαλλάξης και τον διάβολον από τα εγκλήματα. Δεν είναι όμως δυνατά αυτά, δεν είναι. Διότι και αυτός και εκείνος είναι άξιοι απείρων τιμωριών, αν και εσώθη η οικουμένη. Διότι δεν μας έφερε την σωτηρίαν η προδοσία του Ιούδα, αλλά η σοφία του Χριστού και η άπειρη ικανότης Του να χρησιμοποιή τας πονηρίας των άλλων προς το ιδικόν μας συμφέρον.
Τι λοιπόν; λέγει ˙ εάν δεν επρόδιδεν ο Ιούδας, δεν θα επρόδιδεν άλλος; Ποίαν σχέσιν έχει αυτό προς το θέμα μας; Διότι έτσι, εφ΄όσον έπρεπε να σταυρωθή ο Χριστός, λέγει, έπρεπε να σταυρωθή από κάποιον ˙ εφ΄όσον δε έπρεπε με κάποιον, οπωσδήποτε αυτός θα ήτο άνθρωπος. Εάν δε όλοι ήσαν ενάρετοι, θα εματαιούτο το σχέδιον της θείας οικονομίας δια την σωτηρίαν μας. Μη γένοιτο! Διότι ο ίδιος ο πάνσοφος Θεός εγνώριζε πως θα ενεργούσε την σωτηρίαν μας και αν ακόμη συνέβαινεν αυτό ˙ διότι η σοφία Του είναι άπειρος και ακατάληπτος. Άλλωστε δι΄αυτό, δια να μη νομίση κανείς, ότι ο Ιούδας έγινεν υπηρέτης της θείας οικονομίας, τον οικτίρει.
Αλλά θα ερωτήση πάλιν κάποιος ˙ εάν ήτο καλόν να μη γεννηθή αυτός, διατί τον άφησε να έλθη εις τον κόσμον και αυτόν και όλους τους πονηρούς; Πρέπει να κατηγορήσης τους πονηρούς, οι οποίοι, ενώ ήσαν ελεύθεροι να μη γίνουν τέτοιοι, έγιναν πονηροί, συ δε άφησες αυτό και λεπτολογείς και περιεργάζεσαι τα έργα του Θεού ˙ αν και γνωρίζεις, ότι δεν γίνεται αναγκαστικά κανείς πονηρός. Θα έπρεπε, λέγει, να γίνουν μόνον οι αγαθοί και να μη υπάρχη ανάγκη γεένης, ούτε κολάσεως και τιμωρίας, ούτε ίχνος κακίας να υπάρχη ˙ οι δε πονηροί, ή να μη γίνουν, ή όταν γίνουν αμέσως να απέλθουν.
Κατά πρώτον αξίζει να σου αναφέρω το αποστολικόν ρητόν ˙ «Αλλά ποιος είσαι συ, άνθρωπέ μου, που αντιλέγεις εις τον Θεόν; Μήπως είναι δυνατόν να ειπή το πλάσμα εις τον πλάστην ˙ διατί με έπλασες έτσι;» 7 . Εάν δε θέλης και δικαιολογίαν, θα ημπορούσαμεν να σου ειπούμεν τούτο ˙ ότι οι ενάρετοι εκτιμώνται περισσότερον όταν ευρισκωνται μεταξύ των πονηρών ˙ άλλωστε και η ανεξικακία και η μεγάλη καρτερικότης των τότε αναδεικνύονται καλύτερα. Ενώ συ, λέγων αυτά, καταργείς τον σκοπόν των κατορθωμάτων και των αγώνων.
Τι λοιπόν; Τιμωρούνται άλλοι, λέγει, δια ν΄αποδειχθούν αυτοί καλοί; Όχι βέβαια _ αλλά τιμωρούνται εξ αιτίας της πονηρίας των. Διότι δεν έγιναν πονηροί παρασυρθέντες, αλλά εξ αιτίας της ραθυμίας των ˙ δι΄αυτό τιμωρούνται.
Παράβαλε και:
Τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη – ομιλία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εκείνο το Δείπνο», Υμνολογική εκλογή.
Αγίου
Ρωμανού του μελωδού – κοντάκιον Εις την πόρνην.
Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – ερμηνεία εις τον Κανόνα της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης.