25 Ιανουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του θεολόγου: Συναξάριον της ημέρας, Υμνολογική εκλογή.

Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Τω αυτώ μηνί (Ιανουαρίω) ΚΕ΄, μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Θεολόγου.

Θεού γινώσκειν ορθοδόξως ουσίαν,
Χριστιανοίς λεγάτον εκ Γρηγορίου.
Εικάδι Γρηγόριος θεορρήμων έκθανε πέμπτη.

Ο Μέγας ούτος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ουάλεντος και Θεοδοσίου του Μεγάλου, εν έτει τνδ΄ [354], καταγόμενος από την δευτέραν Καππαδοκίαν. Οι γονείς δε αυτού ήτον ευγενείς και δίκαιοι, Γρηγόριος και Νόννα ονόματι, σεβόμενοι πρότερον τα είδωλα, δι’ άγνοιαν. Αφ’ ου δε εγέννησαν τον Μέγαν τούτον Γρηγόριον, τότε ανεγεννήθησαν και αυτοί δι’ ύδατος και Πνεύματος, ήτοι εβαπτίσθησαν. Και ο πατήρ του έγινε γνήσιος Αρχιερεύς της Ναζιανζού, η οποία τώρα ονομάζεται τουρκιστί Σινασός. Φθάσας δε εις μέτρον ηλικίας ο θείος Γρηγόριος, και περάσας όλην την εγκύκλιον παιδείαν, και όλην την έξωθεν και έσωθεν φιλοσοφίαν, ως άλλος ουδείς, αυτός ο ίδιος έγινεν εξηγητής και διδάσκαλος της εδικής του ζωής. Ταύτην γαρ αναφέρει εις τους εγκωμιαστικούς και επιταφίους λόγους οπού συνέγραψεν εις τον Μέγαν Βασίλειον και εις τον Γρηγόριον τον εδικόν του πατέρα, και εις τον αδελφόν του Καισάριον, και εις την αδελφήν του Γοργονίαν. Όθεν όσοι συνέγραψάν τι περί του Θεολόγου τούτου, όλοι δεν έλαβον από άλλον τας αφορμάς, πάρεξ από τους εδικούς του λόγους.

Τόσον δε μόνον είναι αναγκαίον να ειπούμεν εδώ περί του μεγάλου τούτου Πατρός, ότι ανίσως έπρεπε να γένη ένας στύλος έμψυχος και ζωντανός, συνθεμένος από όλας τας αρετάς, τούτο ήτον ο Μέγας ούτος Γρηγόριος. Υπερνικήσας γαρ με την λαμπρότητα της ζωής του, τους ευδοκιμούντας κατά την πράξιν, εις τόσην ακρότητα της θεωρίας ανέβη, ώστε οπού όλοι ενικώντο από την σοφίαν οπού είχε, τόσον εις τους λόγους, όσον και εις τα δόγματα. Όθεν και απόκτησε κατ’ εξαίρετον τρόπον το να επονομάζεται Θεολόγος.

Ήτον δε κατά τον χαρακτήρα του σώματος, μέτριος μεν κατά το μέγεθος, ολίγον δε κίτρινος, ομού και χαρίεις. Είχε κολοβήν και πλατείαν την μύτην. Τα οφρύδιά του ήτον ίσια. ΄Εβλεπεν ήμερα και καταδεκτικά. Είχε το δεξιόν ομμάτι ξηρότερον από το αριστερόν, εφαίνετο δε και ένα σημάδι πληγής εις το ένα άκρον του οφθαλμού του. Τούτο το σημάδι ηκολούθησεν εις τον Άγιον από τοιαύτην αιτίαν. Όταν ο θείος Πατήρ ήτον παιδίον μικρόν, έκοψε μίαν βέργαν από φυτόν λυγαρίας. Έπειτα βιαίως εγύρισεν αυτήν και την έκαμε κύκλον. Απολυθείσα δε η βέργα, εκτύπησε δυνατά εις το ένα άκρον του δεξιού οφθαλμού του και το επλήγωσεν. Όθεν το σημάδι της πληγής εφαίνετο εις τον οφθαλμόν του, έως ου ετελεύτησε. Παρετήρησαν δε τινες, ότι το σημάδι αυτό φαίνεται ακόμη και εις την αγίαν κάραν του θείου Πατρός, την ευρισκομένην εις την Ιεράν Μονήν του Βατοπαιδίου. Τούτο το διηγείται μόνος του ο Άγιος διά στίχων ηρωϊκών εις τα καθ’ εαυτόν έπη. Χαρίεν δε είναι το θαύμα οπού εποίησεν ο Θεολόγος ούτος Γρηγόριος, το οποίον γράφει ο Δοσίθεος, σελ. 679 της Δωδεκαβίβλου. Μιχαήλ ο Τραυλός, όταν επήρε την βασιλείαν εν έτει ωκ΄ [820], ευνούχισεν ένα παιδίον του προκατόχου βασιλέως Λέοντος του Αρμενίου, το νεώτερον. το οποίον, έζησε μεν, αφ’ ου ευνουχίσθη, εκρατήθη όμως η φωνή του. Όθεν έκλαιεν έμπροσθεν της εικόνος του Θεολόγου Γρηγορίου, παρακαλούν τον Άγιον να δώση εις αυτό την προτέραν φωνήν. την νύκτα δε είδε, κατά τον Ζωναράν, εν οράματι τον Μέγαν Γρηγόριον λέγοντα αυτώ· «‰Ηκουσα της προσευχής σου, και το ζήτημά σου απέλαβες». και εν τω άμα εξύπνησε, και λαβόν το βιβλίον του Θεολόγου, εξεφώνησε· «Πάλιν Ιησούς ο εμός, και πάλιν μυστήριον», (τον εις τα Φώτα δηλαδή λόγον του θείου Πατρός). και παραχρήμα έδωκε δόξαν τω Θεώ και τω Αγίω, το παιδίον. Η ανακομιδή δε του λειψάνου του Αγίου τούτου, εορτάζεται κατά την δεκάτην ενάτην του παρόντος.

Είχε δε το γένειον, δασύ μεν αρκετά, όχι δε και μακρόν. Ήτον φαλακρός και άσπρος εις την κεφαλήν, και έδειχνεν ότι ήτον τα άκρα του γενείου του, ωσάν καπνισμένα.
Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις την αγιωτάτην μεγάλην Εκκλησίαν, και εις τον μαρτυρικόν Ναόν της Αγίας Αναστασίας, εις το έμβασμα του τόπου του καλουμένου Δομνίνου, και εις την Εκκλησίαν των Αγίων Μεγάλων Αποστόλων, όπου το άγιον αυτού λείψανον απεθησαύρισεν ο φιλόχριστος βασιλεύς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος ο βασιλεύσας εν έτει ¹ιβ΄, ήτοι 912, αφ’ ου έφερεν αυτό από την Ναζιανζώ. (Τόν κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις τον Νέον Παράδεισον. Τόν ελληνικόν Βίον του Αγίου τούτου συνέγραψε Γρηγόριός τις, ου η αρχή· «Συγκαλεί μεν ημάς ω άνδρες, Γρηγόριος». Σώζεται εν τοις εκδεδομένοις, και εν τη Μεγίστη Λαύρα.)

Θεού γινώσκειν ορθοδόξως ουσίαν,
Χριστιανοίς λεγάτον εκ Γρηγορίου.
Σημείωσαι, ότι κατά το μδ΄ βιβλίον των Βασιλικών, τίτλω α΄, λεγάτον είναι δωρεά, εν διαθήκη καταλειφθείσα. Λέγει λοιπόν το ανωτέρω δίστιχον ιαμβικόν, ότι το να γινώσκουν πάντες οι Ορθόδοξοι μίαν ουσίαν Θεού (τρείς δε υποστάσεις), τούτο εδόθη εις τους Χριστιανούς εκ του Γρηγορίου ένα λεγάτον, ήτοι μία δωρεά και ενδιάθηκος κληρονομία. Όθεν και ο Θεολόγος ούτος, με ξεχωριστόν τρόπον από τους άλλους θεολόγους, ονομάζεται Τριαδικός Θεολόγος, καθότι εις κάθε σχεδόν λόγον του αναφέρει περί της Αγίας Τριάδος, και περί της μιάς αυτής ουσίας και φύσεως. Φαίνεται δε, ότι η λέξις αύτη παρελήφθη εκ της λατινίδος γλώσσης.

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Πουπλίου.

Ζωήν ένυλον Πούπλιος καταστρέφει,
και την άϋλον και νοητήν λαμβάνει.

Ούτος ο Όσιος εκατάγετο από τάγμα βουλευτικόν, πατρίδα έχων την πόλιν την ονομαζομένην Ζεύμα, η οποία ευρίσκεται εις τον Ευφράτην ποταμόν. Ονομάζεται δε ούτω, διατί κατά τον τόπον εκείνον ο βασιλεύς Ξέρξης πλήθος καραβίων συνάξας, εγεφύρωσε τον ποταμόν, και έζευξεν αυτόν με την στερεάν, ως λέγει ο Κύρου Θεοδώρητος, ο τον Βίον του Οσίου τούτου συγγράψας, εν τω πέμπτω αριθμώ της Φιλοθέου Ιστορίας. Ούτος λοιπόν ανέβη εις ένα υψηλόν βουνόν, απέχον από την ρηθείσαν πόλιν, τριάντα στάδια, ήτοι τέσσαρα μίλια παρ’ ολίγον, και εκεί έκτισεν ένα μικρόν κελλάκι. Όσα δε πράγματα και υποστατικά εκληρονόμησεν από τους γονείς του, όλα τα εμοίρασεν εις τους πτωχούς, και εις το εξής έζη με κάθε άσκησιν και αρετήν. Όθεν, επειδή η φήμη του εδιαλαλείτο εις κάθε μέρος, διά τούτο έτρεχον πολλοί αδελφοί εις αυτόν, διά να συγκοινωνήσουν και εκείνοι από τους ασκητικούς του αγώνας, εις τους οποίους επρόσταξε και έκτισαν κελλία μικρά και ησύχαζον εις αυτά. Συνεχώς δε ο Όσιος επεσκέπτετο τους αδελφούς, και εστοχάζετο, μήπως ευρίσκεται εις το κελλίον τινός αδελφού κανένα πράγμα περιττόν και υπέρ την χρείαν.

Αλλά και το ψωμί οπού έτρωγον οι αδελφοί, το εστάθμιζε με ζυγαρίαν, και ανίσως εύρισκεν εις κελλίον τινος, περισσότερον από το διωρισμένον μέτρον, ωνόμαζε, τον αδελφόν εκείνον, γαστρίμαργον και φιλόσαρκον. Ει δε έβλεπέ τινα αδελφόν, οπού εύγανε τα πίτυρα από το αλεύρι, έλεγεν αυτόν, ότι απολαμβάνει την τρυφήν των Συβαριτών, οίτινες εκατηγορούντο από τους ιστορικούς, ως τρυφηλοί. Επήγαινε δε και την νύκτα εις την πόρταν του κάθε αδελφού, και ει μεν εύρισκεν αυτόν αγρυπνούντα και προσευχόμενον, αναχωρούσε με σιωπήν. Ει δε αισθάνετο αυτόν πως κοιμάται, με το χέρι του μεν, εκτύπα την πόρταν του κελλίου του, με την γλώσσάν του δε εκτύπα και εκατηγόρει τον κοιμώμενον αδελφόν. Όθεν διά της τοιαύτης συχνής επιμελείας και επισκέψεως του Οσίου, πολλοί αδελφοί, ωσάν σφουγγάρι, απέμαξαν όλας του τας αρετάς. Από τους οποίους ήτον και ο Θεότεκνος και Αφθόνιος, οίτινες μετά τον θάνατον του Οσίου, εδέχθησαν την προστασίαν και ηγουμενίαν των αδελφών. Ο δε Θεοδώρητος αναφέρει, ότι εν τω Κοινοβίω εκείνω του Οσίου Πουπλίου, εχρημάτισε και ένας άλλος αδελφός Θεόδοτος, ο οποίος ύστερα από τον Θεότεκνον, έλαβε την προστασίαν των αδελφών, και με τόσας αρετάς ήτον εστολισμένος, ώστε οπού απέκρυψε τους προτέρους με την φήμην του. Τοσούτοις γαρ αυτόν και τοιούτοις ο θείος πόθος κατέτρωσε βέλεσιν, ώστε οπού νύκτα και ημέραν επήγαζον εκ των οφθαλμών του τα της κατανύξεως δάκρυα. Προσθέττει δε ο αυτός, ότι ο ανωτέρω Αφθόνιος έγινε και Αρχιερεύς ύστερον. Εν τη αρχιερωσύνη όμως, δεν άλλαξε το χονδρόν εκείνο και παχύ φόρεμα οπού εφόρει εν τη ασκήσει. Ούτε εκδύθη το ασκητικόν υποκάμισον οπού είχε, το υφασμένον από τρίχας γηδίσσας, αλλ’ ουδέ τα ασκητικά φαγητά άλλαξεν. Αλλ’ έτρωγε τα ίδια εκείνα, οπού εμεταχειρίζετο και πρό της αρχιερωσύνης. Επήγαινε δε και Αρχιερεύς ων εις το Κοινόβιον, και εκάθητο ημέρας πολλάς, παρηγορών τους αδελφούς, διαλύων τας φιλονεικίας, οπού ετύχαινον αναμεταξύ, και συμβουλεύων αυτούς τα προς σωτηρίαν. και άλλοτε μεν, έρραπτε τα σχισμένα φορέματα των αδελφών. Άλλοτε δε, εκαθάριζε την φακήν, ή εποίει άλλο τι έργον ευτελές.
Αναφέρει δε και άλλον τινα αδελφόν του αυτού Κοινοβίου ο Θεοδώρητος, Γρηγόριον ονόματι, όστις όλην του την ζωήν, και εις αυτό το βαθύτατον γήράς του, καρπόν της αμπέλου τελείως δεν εδοκίμασεν, αλλ’ ουδέ ξύδι ή σταφίδας έφαγεν, ούτε γάλα, ούτε τυρί.

Έτζι λοιπόν καλώς αγωνισάμενος ο αοίδιμος Πούπλιος, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Μάρης εν ειρήνη τελειούται.

Πάσης αποστάς αγάπης κόσμου Μάρης,
Εις θείον ύψος ήκε θείας αγάπης.

Ούτος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Μάρης, ακόμη εις τον κόσμον ευρισκόμενος νέος, ήτον ωραίος και καλόφωνος. Όθεν εστόλιζε τας εορτάς και πανηγύρεις του Χριστού και των Αγίων, με τα γλυκύτατα αυτού μέλη και άσματα. Ηγάπα δε πάντοτε τον Θεόν, και τας εντολάς αυτού προθύμως ετελείονεν. Αλλά και το σώμα μεν αυτού εφύλαττε καθαρόν ο αοίδιμος, την δε ψυχήν του, ετήρει άμωμον και άσπιλον, και μόλον οπού ευρίσκετο ανάμεσα εις τας παγίδας των ηδονών, και συνανεστρέφετο με κοσμικούς ανθρώπους. Όταν δε ηθέλησε να αρνηθή τον κόσμον, επήγεν εις ένα χωρίον ονομαζόμενον Ομήρου, και εκεί κτίσας ένα κελλάκι μικρόν, εκλείσθη εις αυτό, και διεπέρασεν χρόνους τριανταεπτά. Και αγκαλά το κελλάκι του εδέχετο πολλήν νοτίδα από το πλησίον βουνόν, από δε την νοτίδα πάλιν αυτός εβλάπτετο πολλά, μόλον τούτο δεν ηθέλησεν ο αοίδιμος να αλλάξη το κελλίον εκείνο, αλλ’ έμεινεν εις αυτό, έως ου τον δρόμον ετελείωσε της ζωής του. Ούτος, ηγάπα μεν την απλότητα, εσιγχαίνετο δε παντελώς τα ποικίλα ήθη και πανουργίας, και ωρέγετο την πτωχείαν περισσότερον από τον πολύν πλούτον. Όθεν εφόρει ιμάτια υφασμένα από γηδίσσας τρίχας, και αρκείτο εις ψωμί ολιγώτατον και άλας και νερόν.

Επειδή δε ευρισκόμενος εις την έρημον, είχε χρόνους πολλούς οπού δεν είδε τελουμένην την πνευματικήν θυσίαν, ήτοι την θείαν Λειτουργίαν, διά τούτο εζήτησε να γένη λειτουργία εκεί εις το κελλίον του. Όθεν παρών εκεί ο Κύρου Θεοδώρητος (ο και τον Βίον του Οσίου συγγράψας εν τω εικοστώ αριθμώ της Φιλοθέου Ιστορίας, από τον οποίον ερανίσθη και το Συναξάριον τούτο), ασμένως εδέχθη την αίτησιν του Οσίου. Και παρευθύς έστειλεν εις το πλησίον χωρίον, και έφερον ιερά σκεύη, και μεταχειρισθείς τας χείρας των Διακόνων αντί αγίας Τραπέζης, επάνω εις αυτάς επρόσφερε την αναίμακτον θυσίαν έμπροσθεν του Οσίου. Ο δε Όσιος από τόσην πολλήν ηδονήν επληρώθη, ώστε οπού ενόμιζεν, ότι βλέπει αυτόν τον ίδιον Ουρανόν. Και έλεγεν, ότι άλλην φοράν δεν απόλαυσε τοιαύτην πνευματικήν ευφροσύνην. Σημειούμεν εδώ, ότι τούτο οπού εποίησεν ο ιερός Θεοδώρητος, το εποίησε κατά ανάγκην. Καθώς και ο Ιερομάρτυς Λουκιανός ο της Αντιοχείας Πρεσβύτερος εν τη φυλακή ευρισκόμενος, και επάνω του στήθους του ιερούργησεν. Επειδή τα στήθη και αι χείρες του Ιερέως και Διακόνου, είναι τιμιώτεραι από την πετρίνην αγίαν Τράπεζαν, κατά τον θείον Χρυσόστομον. Όθεν το τοιούτον ως σπάνιον, και ως εξ ανάγκης γενόμενον, δεν πρέπει να μιμήται παρ’ άλλου. Όρα και την υποσημείωσιν του λα΄ Κανόνος της °΄ εν τω ημετέρω Πηδαλίω. Όρα και εις το Συναξάριον του Οσίου Πατρός Μάρη, κατά την δεκάτην πέμπτην του Οκτωβρίου.

΄Ετζι λοιπόν καλώς διαπεράσας την ζωήν του, και εις Ουρανούς ανελθών, χορεύει με όλους τους Αγίους εις τας αυλάς των πρωτοτόκων.

*

Ο Όσιος Απολλώς, εν ειρήνη τελειούται.

Χρηστόν βιώσας μέχρι και τέλους βίον,
Θραύει πονηρού πάν Απολλώς το θράσος.

Τούτου ο Βίος, συνεγράφη μεν ελληνιστί υπό του Οσίου Ιερωνύμου, ευρίσκεται δε μεταφρασμένος εις το Εκλόγιον.

*

Η Αγία Μάρτυς Μεδούλη μετά της συνοδίας αυτής, πυρί τελειούται.

Σεπτή Μεδούλη του Θεού δούλη λόγου,
Δούλοις Θεού σύναθλος εις πυρ ωράθη.

*

Μνήμη και του Οσίου Πατρός ημών Καστίνου Επισκόπου Βυζαντίου.

* Τον πάντα χρηστόν και δίκαιον Καστίνον,
Έδειξε Χριστός εξ απίστου και θύτην.

Ούτος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Καστίνος, εκατάγετο μεν, από την παλαιάν Ρώμην, ήτον δε πρότερον ΄Ελληνας κατά την θρησκείαν. Κατά δε το αξίωμα, ήτον άρχων της βασιλικής συγκλήτου, και πολλά πλούσιος. Επειδή δε γέγραπται παρά τω Αποστόλω, ότι «Ους προέγνω ο Θεός, τούτους και προώρισε» (Ρωμ. η΄, 29), διά τούτο και τα του Αγίου τούτου οικονόμησε φιλανθρώπως και σωτηρίως. Όλα δε όσα ο Θεός συγχωρεί να έρχωνται εις ημάς, αγκαλά και κατά το φαινόμενον είναι εναντία εις την εδικήν μας γνώμην, αλλ’ όμως αποβλέπουν προς το συμφέρον της ψυχής μας. Καθώς και ο εν Κορίνθω αμαρτήσας, κηδεμονικώς παρεδόθη υπό του Παύλου εις τον Σατανάν, ίνα, λέγει, η ψυχή του σωθή. Τοιουτοτρόπως και ούτος ο Άγιος επαιδεύετο από τον δαίμονα χρόνους πολλούς, με σκοπόν, διά να αποστραφή την ελληνικήν πλάνην. Επειδή δε αυτός εκίνησε κάθε μηχανήν, και κάθε τρόπον έκαμε διά να ιατρευθή από το δαιμόνιον, και τίποτε δεν εκατώρθωσε, διά τούτο ευρίσκετο εις απορίαν και απόγνωσιν της ιατρείας του.

Τότε λοιπόν Κυριλλιανός ο της Αργυρουπόλεως Επίσκοπος, εθαυματούργει εις τους πλησιοχώρους τόπους της Κωνσταντινουπόλεως. Όθεν εμηνύθη εις τον Καστίνον εν τη Ρώμη, ότι ευρίσκεται τοιούτος θαυματουργός άνθρωπος, ο οποίος δύναται να τον ελευθερώση από το δαιμόνιον. Ευθύς λοιπόν αναχωρήσας από την Ρώμην, ανέδραμεν εις τα μέρη του Βυζαντίου, και αντάμωσε τον Άγιον Κυριλλιανόν. Όθεν προσπεσών εις τους πόδας του και παρακαλέσας αυτόν περί της ασθενείας του, ιατρεύθη. Μετά δε την ιατρείαν, παρευθύς εβαπτίσθη. Τότε αποστείλας εις την Ρώμην, εσκόρπισεν εις τους πτωχούς όλα του τα υπάρχοντα, αυτός δε έμεινε μαζί με τον θαυματουργόν Κυριλλιανόν, υπηρετών αυτόν, ωσάν ένας δούλος και ευτελής.

Ο δε μακάριος Κυριλλιανός έχων προγνωστικόν χάρισμα, προείδεν, ότι και ο αοίδιμος Καστίνος έχει να γένη ικανός διά να ποιμάνη λαόν. Όθεν εμαθήτευσεν αυτόν κάθε κατάστασιν της Εκκλησίας. Και όταν αυτός έμελλε να αποθάνη, εχειροτόνησε τον Καστίνον Αρχιερέα της Αργυρουπόλεως και του Βυζαντίου, παραγγείλας εις αυτόν ταύτα. Ιδού τέκνον, οπού έγινες Επίσκοπος με την του Θεού χάριν διά της εμής χειρός. Όθεν αγωνίσου να μεταθέσης την εν τη Αργυρουπόλει Εκκλησίαν, εις την αντίπεραν γην του Βυζαντίου. Επειδή τούτο εφανερώθη υπό Θεού εις εμέ προ χρόνου πολλού. Αφ’ ου δε ετελεύτησεν ο Κυριλλιανός, αγωνίσθη ο μακάριος Καστίνος προτίτερα από κάθε άλλο, και έκτισεν Εκκλησίαν εν τω βορείω μέρει του Βυζαντίου εις όνομα της Αγίας Ευφημίας, ήτις τότε νεωστί είχε μαρτυρήσει εις την Χαλκηδόνα. Και λοιπόν εμετάθεσε την Εκκλησίαν εκείνην εις το επισκοπείον της Αργυρουπόλεως. Ώστε οπού ο Καστίνος ούτος, είναι μεν, δέκατος όγδοος Επίσκοπος της Αργυρουπόλεως, πρώτος δε, (μετά τον Απόστολον Στάχυν δηλαδή) Επίσκοπος του Βυζαντίου. Αποστολικώς λοιπόν και θεαρέστως ποιμάνας το του Χριστού ποίμνιον εις χρόνους επτά, και διάδοχόν του χειροτονήσας εν τω Βυζαντίω Τίτον τινα ευλαβέστατον, απήλθε προς Κύριον.

Συμπεραίνεται εκ τούτου, ότι επειδή η Αγία Ευφημία εμαρτύρησεν επί Διοκλητιανού, εν έτει σπη΄ [288], διά τούτο και ο Άγιος Καστίνος ούτος ήτον εις τον καιρόν των τυράννων, πρό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, κοντά εις τους χρόνους εκείνους, καθ’ ους εμαρτύρησεν η Αγία Ευφημία. και ότι η Αργυρούπολις, ευρίσκετο αντίπεραν του Βυζαντίου καθώς ήτον και η Χρυσούπολις, ήτοι το νυν λεγόμενον Σκούταρι. Ο δε Μελέτιος, σελ. 318, του πρώτου τόμ. της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, λέγει, ότι ο Καστίνος ούτος ή Κηστίνος, ήτον εν έτει σμα΄ [241], επί Γορδιανού βασιλέως και Φιλίππου του Άραβος, και επισκόπησε χρόνους επτά. και έκτισε Ναόν εν τω Πετρίω επ’ ονόματι της Αγίας Ευφημίας, οπού τότε εμαρτύρησεν. Αριθμεί δε αυτόν, ουχί δεύτερον Επίσκοπον Βυζαντίου, ως αριθμείται εν τω χειρογράφω Συναξαριστή, αλλά δέκατον έβδομον, από τον Στάχυν. Ο δε Κυριλλιανός, παρά τω Μελετίω ονομάζεται Κυριακός. Όστις επισκόπησε του Βυζαντίου πρό του Καστίνου, εν έτει σκε΄ [225] και εστάθη εις την επισκοπήν χρόνους 鳴, αριθμούμενος δέκατος έκτος από τον Στάχυν. Όρα και εις την εικοστήν εβδόμην του Οκτωβρίου, ότε ο Κυριλλιανός ούτος, ή Κυριακός, εορτάζεται ιδιαιτέρως.

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Δημητρίου Σκευοφύλακος.

* Των γηΐνων ουκ ην τι τω Δημητρίω,
Ήδη βλέποντι προς μόνην αϋλίαν.

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Αυξέντιος, ο μαρτυρήσας εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει αψκ΄ [1720], ξίφει τελειούται.

+ Αυξεντίω στέφανος ηυξήθη μέγας,
Εις ουράνια διά του μαρτυρίου1.

το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

*

Περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη Ησαΐου του Προφήτου. Αύτη γαρ γράφεται κατά την ενάτην του Μαΐου, ότε και το Συναξάριον αυτού γράφεται.

*

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

* * *

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Υμνολογική εκλογή.

ΕΝ ΤΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ

Απολυτίκιον. Ήχος α’.

Ο ποιμενικός αυλός της θεολογίας σου, τας των ρητόρων ενίκησε σάλπιγγας” ως γαρ τα βάθη του Πνεύματος έκζητήσαντι, και τα κάλ¬λη του φθέγματος προσετέθη σοι. Αλλά πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Ο αυλός της θεολογίας σου, που σαν τον βοσκό καθοδηγούσε τους πιστούς, νίκησε τις σάλπιγγες των ρητόρων, (που προσπαθούσαν να παρασύρουν την εκκλησία). Διότι επειδή ζήτησες απ’ τον Θεό να σου αποκαλύψει τα βάθη του Πνεύματος, σου προσέθεσε και το κάλλος του λόγου. Αλλά πρέσβευε στον Χριστό και Θεό, πάτερ Γρηγόριε, να σώσει τις ψυχές μας.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετά τον Πολυέλεον, Κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν και Λόγον.

Στηλιτεύων την πλάνην των δυσσεβών, τας Γραφάς διανοίγων θεοπρεπώς, εξέπεμψας δόγματα, υπέρ μέλι ηδύνοντα, των πιστών τας καρδίας, σαφώς αξιάγαστε, τη Τριάδι λατρεύειν, εν Μονάδι θεότητος’ όθεν του Σωτήρος, την μορφήν εν εικόνι, προέστησας ασπάζεσθαι, σχετικώς το ανθρώπινον. θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε Χρι¬στώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την Αγίαν μνήμην σου.

Απόδειξες την πλάνη των δυσεβών αιρετικών και ανοίγοντας τον λόγο της Αγίας Γραφής, όπως είναι το θέλημα του Θεού, έστειλες στις ψυχές των πιστών δόγματα που σαν μέλι ευχαριστούν τις καρδιές τους, αξιοθαύμαστε, διδάσκοντας να λατρεύουν την Αγία Τριάδα ως μία θεότητα. Έδειξες μάλιστα πως οι πιστοί μπορούν να ασπάζονται την μορφή του Σωτήρος σε εικόνα, κατά το ανθρώπινο βέβαια. Θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε στον Χριστό και Θεό να δωρίσει άφεση αμαρτιών σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου μνήμη.

Μετά τον Ν. ψαλμόν, το Ιδιόμελον. Ήχος πλ. β’.

Οσιε τρισμάκαρ, Αγιώτατε Πάτερ, ο Ποιμήν ο καλός, και του Αρχιποίμενος Χριστού Μαθητής, ο τιθείς την ψυχήν υπέρ των προ¬βάτων” αυτός και νυν πανεύφημε, θεολόγε Γρηγόριε, αίτησαι πρεσβείαις σου, δωρηθήναι ημίν το μέγα έλεος.

Οσιε τρισμακάριστε πάτερ, ο καλός ποιμένας των χριστιανών, μα και του Αρχιποίμενος Χριστού μαθητής, συ που για τα «πρόβατά» σου θυσίασες την ζωή σου, συ τώρα πανένδοξε θεολόγε Γρηγόριε, παρακάλεσε με τις πρεσβείες σου να δωρίσει ο Θεός σε μας το μέγα Του έλεος.

Μετά την Γ. ωδή του κανόνος, κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν και Λόγον.

Εξανοίξας το στόμα λόγω θεού, εξηρεύξω σοφίαν κήρυξ φωτός, και φρόνημα ένθεον, τη οικουμένη κατέσπειρας’ των Πατέρων όν¬τως, κυρώσας τα δόγματα, κατά Παύλον ώφθης, της Πίστεως πρό¬μαχος” όθεν και Αγγέλων, συμπολίτης υπάρχεις, και τούτων συνόμιλος, ανεδείχθης μακάριε, θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την Αγίαν μνήμην σου.

Όταν άνοιξες το στόμα σου με λόγο του Θεού, σκορπίσθηκε από μέσα σοφία, που προερχόταν από σένα, τον κήρυκα του φωτός. Έτσι, κατέσπειρες σε όλον τον κόσμο φρόνημα γεμάτο από το θέλημα του Θεού, σφραγίζοντας τα δόγματα των Αγίων πατέρων. Κατά δε τον λόγο του Αποστόλου Παύλου, έγινες υπερασπιστής της πίστεως. Και τώρα που είσαι συμπολίτης των αγγέλων και αναδέιχθηκες σύντροφός τους, μακάριε θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε στον Χριστό και Θεό να δωρίσει τηνάφεση αμαρτιών, σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου
μνήμη.

Κοντάκιον. Ήχος γ. Η Παρθένος σήμερον.

θεολόγω γλώττη σου, τας συμπλοκάς των ρητόρων, διαλύσας ένδο¬ξε, ορθοδοξίας χιτώνα, άνωθεν εξυφανθέντα την Εκκλησίαν, εστόλισας’ όν και φορούσα, συν ημίν κράζει, τοις σοίς τέκνοις” Χαίροις Πάτερ, θεολογίας ο νους ο ακρότατος.

Μιλώντας για τον Θεό και κηρύττοντας με τη γλώσσα σου, διέλυσες τις περιστροφές και τα ρητορικά σχήματα των ρητόρων, ένδοξε. Στόλισες δε την εκκλησία με τον ουρανούφαντο χιτώνα της ορθοδοξίας. Αυτόν τον χιτώνα φορώντας η εκκλησία σου ψάλλει μαζί με μας, τα τέκνα της: Χαίρε πάτερ, ο νους ο ανώτερος από όλους στη θεολογία.

Ο Οίκος. Την Εδέμ Βηθλεέμ.

Εκ της θεολογικής, και υψηλής σοφίας σου, έμπλησον μου τον νουν, τον πτωχόν και ταλαίπωρον, όπως ανυμνήσω τον βίον σου Πάτερ” ου γαρ ισχύσω λόγον προσάξαι σοι, ειμή συ παράσχης μοι λόγον και γνώσιν, ισχύν και σύνεσιν’ όπως εκ των σων τα σα προσ¬φέρω σοι, και εκ του πλούτου των αρετών σου, εκείθεν έχω αφορμάς, και στεφανώσω την σεπτήν και Αγίαν κορυφήν σου, συν τοις πιστοίς ανακράζων’ Χαίροις Πάτερ, θεολογίας ο νους ο ακρότατος.

Με τη θεολογική σου και υψηλή σοφία γέμισέ μου τον νου, για να μπορέσω ο πτωχός και ταλαίπωρος να υμνήσω άξια τον βίο σου, πάτερ. Διότι δεν θα μπορέσω να σου προσφέρω λόγο, αν εσύ ο ίδιος δεν μου χαρίσεις λόγο και γνώση, δύναμη και σύνεση, για να σου παραθέσω από τα δικά σου τα δικά σου και από τον πλούτο σου εύρω αφορμές, για να υμνήσω τις αρετές σου, ώστε να στεφανώσω την αγία σου κορυφή και μαζί με τα παιδιά σου να σου ψάλω: Χαίρε πάτερ, ο νους της θεολογίας, που ξεπερνάς κάθε όριο και ύψος.

Εξαποστειλάριον. Ήχος β’. Τοις Μαθηταίς.

Μονάδα τρισυπόστατον, και Τριάδα τελείαν, εν μιά τη θεότητι, πάνσοφε θεολόγε, εδίδαξας προσκυνείσθαι, φως ειπών τον Πατέρα, και τον Υιόν φως αύθις τε, φως το Αγιον Πνεύμα• αλλά εν φως, αμερές ασύγχυτον εις θεός γαρ• τρανών το ομοούσιον, ώ Γρηγόριε μάκαρ.

Δίδαξες, πάνσοφε Θεολόγε, ότι πρέπει να προσκυνούμε σαν μία θεότητα τον ένα Θεό με τις τρεις υποστάσεις, που είναι και τέλεια τριαδικός, λέγοντας πως φώς είναι ο Πατέρας, φώς είναι ο Υιός και φω΄ς το Αγιο Πνεύμα αλλά ένα φώς αχώριστο συγχρόνως και τα τρία πρόσωπα και ασύγχυτο, ένας Θεός, διακηρύσσοντας το ομοούσιο της Αγίας Τριάδος, μακάριε Γρηγόριε.

Δόξα των αίνων. Ήχος α’. Ανατολίου.

Την λύραν του Πνεύματος, το των αιρέσεων θέριΣτρον, και ορθο¬δόξων ήδυσμα, τον δεύτερον επιΣτήθιον, τον του Λόγου αυτόπτην, τοις δόγμασι γενόμενον, τον σοφόν Αρχιποίμενα, της Εκκλησίας τα θρέμματα, θεολογικοίς Ύμνοις προσείπωμεν’ Συ ει ο Ποιμήν ο κα¬λός, ο δούς σεαυτόν Γρηγόριε, ως ο Διδάσκαλος Χριστός, υπέρ ημών, και συν Παύλω χορεύεις, και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημών.

Ας προσφωνήσουμε όλοι οι πιστοί, τα θρέμματα της εκκλησίας, με θεολογικούς ύμνους αυτόν που είναι η λύρα του Αγίου Πνεύματος, το δρεπάνι που θερίζει τις αιρέσεις, η ευχαρίστηση των ορθοδόξων πιστών, τον δεύτερον επιστήθιον του Χριστού μετά τον Ιωάννη τον θεολόγο, αυτόν που με τα δόγματα αναδείχθηκε αυτόπτης του Θεού Λόγου, τον σοφό αρχηγό των ποιμένων της εκκλησίας με τούτα τα λόγια: Συ είσαι ο καλός ποιμένας, Γρηγόριε, που έδωσες, όπως ο διδάσκαλος Χριστός, την ζωή σου για τα πρόβατα της εκκλησίας. Έτσι, τώρα χορεύεις μαζί με τον Παύλο και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών μας.

Απόδοση, Μοναχής Θεοδοσίας.

Παράβαλε και:
Η Θεία Λειτουργία του εν Αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.