Εν τω ΜΕΓΑΛΩ Εσπερινώ
Της Εξόδου το ανάγνωσμα
Έξοδος ΙΕ. 22 – ΙΣΤ. 1.
Εξήρε Μωϋσής τους υιούς Ισραήλ, από θαλάσσης Ερυθράς, και ήγαγεν αυτούς εις την έρημον Σούρ, και επορεύοντο τρείς ημέρας εν τη ερήμω, και ουχ εύρισκον ύδωρ ώστε πιείν. Ήλθον δέ εις Μερράν, και ουκ ηδύναντο πιείν ύδωρ εκ Μερράς’ πικρόν γάρ ήν: δια τούτο επωνομάσθη το όνομα του τόπου εκείνου, Πικρία. Και διεγόγγυζεν ο λαός κατά Μωϋσή λέγοντες: Τί πιώμεθα; Εβόησε δέ Μωϋσής προς Κύριον, και έδειξεν αυτώ Κύριος ξύλον. Και ενέβαλεν αυτό εις το ύδωρ, και εγλυκάνθη το ύδωρ. Εκεί έθετο αυτώ δικαιώματα και κρίσεις, και εκεί αυτόν επείραζε και είπεν. Εάν ακοή ακούση Κυρίου του Θεού σου, και τα αρεστά ενώπιον Αυτού ποιήσης, και ενωτίση τας εντολάς Αυτού και φυλάξης πάντα τα δικαιώματα Αυτού, πάσαν νόσον, ήν επήγαγον τοις Αιγυπτίοις, ουκ επάξω επί σε. Εγώ γάρ ειμί Κύριος ο ιώμενός σε. Και ήλθον εις Αιλείμ, και ήσαν εκεί δώδεκα πηγαί υδάτων, και εβδομήκοντα στελέχη φοινίκων: παρενέβαλον δέ εκεί παρά τα ύδατα. Απήραν δέ εξ Αιλείμ, και ήλθε πάσα η συναγωγή υιών Ισραήλ εις την έρημον Σίν, ο εστιν, αναμέσον Αιλείμ, και αναμέσον Σινά.
Απόδοση.
Ο Μωυσής πήρε τους Ισραηλίτες από την Ερυθρά Θάλασσα και τους έφερε στην έρημο Σουρ. Τρεις μέρες βάδιζαν στην έρημο και δεν εύρισκαν νερό να πιουν. Έφτασαν στη Μερρά, αλλά δεν μπορούσαν να πιουν από το νερό της, γιατί ήταν πικρό. Γι’ αυτό είχαν δώσει στον τόπο εκείνον το όνομα «Πικρία». Τότε ο λαός άρχισε να διαμαρτύρεται στον Μωυσή λέγοντας: «Και τώρα, τι θα πιούμε;» Ο Μωυσής επικαλέστηκε τον Κύριο κι εκείνος του έδειξε ένα κομμάτι ξύλο. Ο Μωυσής το έβαλε μέσα στο νερό και το νερό έγινε γλυκό.
Εκεί ο Κύριος εξήγγειλε στον Μωυσή τις απαιτήσεις και τις αποφάσεις του κι εκεί του έθεσε τον εξής όρο: «Αν υπακούτε στον Κύριο τον Θεό σας», του είπε, «αν κάνετε ό,τι του είναι αρεστό, αν τηρήσετε τις εντολές του και εκπληρώσετε όλες τις απαιτήσεις του, δε θα σας στείλω καμιά αρρώστια απ’ αυτές που έστειλα στους Αιγυπτίους. Γιατί εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σας που σας γιατρεύει».
Έπειτα οι Ισραηλίτες ήρθαν στην Αιλείμ. Εκεί υπήρχαν δώδεκα πηγές νερού και εβδομήντα φοινικόδεντρα. Εκεί κατασκήνωσαν κοντά στα νερά.
Έπειτα, όλη η κοινότητα των Ισραηλιτών έφυγε από την Αιλείμ και ήρθε στην έρημο Σιν, που βρίσκεται ανάμεσα στην Αιλείμ και στο Σινά.
Παροιμιών το ανάγνωσμα
Παροιμίαι Γ. 11 – 18.
Υιέ, μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ’ Αυτού ελεγχόμενος. Όν γάρ αγαπά κυριος, παιδεύει, μαστιγοί δέ πάντα υιόν, όν παραδέχεται. Μακάριος άνθρωπος, ός εύρε σοφίαν, και θνητός, ός οίδε φρόνησιν. Κρείσσον γάρ αυτήν εμπορεύεσθαι, ή χρυσίου και αργυρίου θησαυρούς. Τιμιωτέρα δέ εστί λίθων πολυτελών: ουκ αντιτάσσεται αυτή ουδέν πονηρόν, ευγνωστός εστί πάσι τοις αγαπώσιν αυτήν, πάν δέ τίμιον, ουκ άξιον αυτής εστι: Μήκος γάρ βίου, και έτη ζωής εν τη δεξιά αυτής, εν δέ τη αριστερά αυτής πλούτος και δόξα. Εκ του στόματος αυτής εκπορεύεται δικαιοσύνη, νόμον δέ και έλεον επί γλώσσης φορεί. Αι οδοί αυτής οδοί καλαί, και πάσαι αι τρίβοι αυτής μετ’ ειρήνης. Ξύλον ζωής εστι πάσι τοις αντεχομένοις αυτής, και τοις επερειδομένοις επ’ αυτήν, ως επί Κύριον ασφαλής.
Απόδοση.
Γιε μου, τη διδαχή του Κυρίου μην την περιφρονείς και μη λιποψυχείς όταν εκείνος σ’ επιπλήττει• γιατί αυτόν που αγαπάει ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και είναι αυστηρός με όποιον αναγνωρίζει ως γιο του.
Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που βρήκε τη σοφία, ο θνητός που γνώρισε τη φρόνηση• γιατί είναι καλύτερα να έχει κάποιος κέρδος απ’ αυτήν, παρά από σωρούς χρυσάφι και ασήμι.
Είναι πολυτιμότερη από ακριβά πετράδια, κανένα πράγμα πρόστυχο αντίκρυ της δεν θα σταθεί• όσοι την πλησιάζουνε εύκολα την αναγνωρίζουν, μα και κανένα πράγμα πολύτιμο δεν είναι ισάξιό της.
Γιατί στο χέρι της το δεξιό κρατάει μακροβιότητα και χρόνια ζωής, ενώ στο αριστερό της πλούτο και δόξα• δικαιοσύνη βγαίνει από το στόμα της, και τα λόγια της σύμφωνα με το νόμο είναι, κι όλο αγάπη.
Οι δρόμοι της είναι δρόμοι καλοί και ειρηνικά όλα τα μονοπάτια της• είναι δέντρο ζωής για όσους κρατιούνται πάνω της, και σιγουριά για όσους σ’ αυτήν, όπως στον Κύριο στηρίζονται.
Προφητείας Ησαϊου το ανάγνωσμα
Ησαϊας Ξ. 11 – 16.
Τάδε λέγει Κύριος: Ανοιχθήσονται αι πύλαι σου Ιερουσαλήμ ημέρας και νυκτός. Ού δια παντός κλεισθήσονται” του εισαγαγείν προς σέ δύναμιν εθνών, και βασιλείς αυτών αγομένους. Τα γάρ έθνη και οι βασιλείς, οίτινές σοι ού δουλεύσουσιν, απολούνται, και τα έθνη ερημία ερημωθήσονται. Και η δόξα του Λιβάνου προς σέ ήξει, εν κυπαρίσσω και πεύκη και κέδρω, άμα δοξάσαι τον τόπον τον άγιόν μου: και τον τόπον τωνν ποδών μου δοξάσω. Και πορεύσονται προς σέ δεδοικότες οι υιοί των ταπεινωσάντων σε, και παροξυνάντων σε, και προσκυνήσουσιν επί τα ίχνη των ποδών σου πάντες οι παροξύναντές σε, και κληθήση Πόλις Κυρίου, Σιών του Αγίου Ισραήλ, δια το γεγενήσθαί σε καταλελειμμένην και μεμισημένην, και ουκ ήν ο βοηθών σοι: και θήσω σε αγαλλίαμα αιώνιον, ευφροσύνην γενεαίς γενεών. Και θηλάσεις γάλα εθνών, και πλούτον βασιλέων φάγεσαι, και γνώση, ότι εγώ Κύριος ο σώζων σε, και ο εξαιρούμενός σε ο Θεός Ισραήλ.
Απόδοση.
Ο Κύριος λέει τα εξής: «Οι πύλες σου, Ιερουσαλήμ, θα μένουν πάντοτε ανοιχτές, μέρα και νύχτα δεν θα κλείνουν, για να σου φέρουνε τα πλούτη των εθνών• ακόμα και τους βασιλιάδες τους που θα τους οδηγούν σ’ εσένα. Γιατί τα έθνη και οι βασιλιάδες που δεν θα υποταχθούν σ’ εσένα θα εξολοθρευτούν• αυτά τα έθνη ολότελα θ’ αφανιστούν. Τα καλύτερα δέντρα του Λιβάνου σ’ εσένα θα μεταφερθούν: κυπαρίσσια, πεύκα και κέδρα όλα μαζί, για να λαμπρύνουν τον τόπο μου τον άγιο, να δοξαστεί ο τόπος που τα πόδια μου πατούν. Θα έρθουνε σ’ εσένα έντρομα τα παιδιά εκείνων που σε ταπείνωσαν και σε πίκραναν• κι εσύ θα ονομαστείς: ‘‘Πόλη του Κυρίου’’, ‘‘Σιών του αγίου Θεού του Ισραήλ’’.
Επειδή εγκαταλείφθηκες, Ιερουσαλήμ, μισήθηκες κι έμεινες αβοήθητη, θα κάνω ώστε να γίνεις η χαρά και η αγαλλίαση για όλες τις επερχόμενες γενιές. Το γάλα θα θηλάσεις των εθνών, τους θησαυρούς των βασιλιάδων θ’ απολαύσεις• θα μάθεις πως εγώ ο Κύριος είμαι ο σωτήρας σου κι ο λυτρωτής σου, ο Θεός του Ισραήλ».
Από το βιβλίο: » Προφητολόγιον: Τα λειτουργικά αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη». Σελ 456-461. Εκδόσεις” ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ.
ΕΝ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Κορινθίους Α επιστολή Παύλου, Α. 18 – 24.
Αδελφοί, Ο λόγος ο του σταυρού, τοις μέν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δέ σωζομένοις ημίν, δύναμις Θεού εστι. Γέγραπται γαρ’ απολώ την σοφίαν των σοφών, και την σύνεσιν των συνετών αθετήσω. Πού σοφός? Πού γραμματεύς? Πού συζητητής του αιώνος τούτου? Ουχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου? Επειδή γάρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας. Επειδή και Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δέ κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μέν σκάνδαλον, Έλλησι δέ μωρίαν: αυτοίς δέ τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν.
Απόδοση.
Αδελφοί, το κήρυγμα για το σταυρικό θάνατο του Χριστού είναι μωρία γι’ αυτούς που πάνε προς το χαμό τους• για μας όμως που είμαστε στο δρόμο της σωτηρίας είναι η δύναμη του Θεού. Πράγματι, ο Θεός διακηρύττει στη Γραφή:
Θα αφανίσω τη σοφία των σοφών.
και των έξυπνων την εξυπνάδα θα την καταπατήσω.
Πού, λοιπόν, να βρεθεί σοφός; Πού να βρεθεί έμπειρος στις Γρα¬φές: πού να βρεθεί απολογητής αυτού εδώ του αιώνα; Δεν απέδειξε ο Θεός μωρία τη σοφία του κόσμου; Επειδή πράγματι, οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν με τη σοφία τους να αναγνωρίσουν τον αληθινό Θεό μέσα στα δημιουργήματά του, που φανερώνουν τη σοφία του, ο Θεός ευδόκησε να σώσει με τη μωρία του κηρύγματος από τον τελικό όλεθρο εκείνους που θα πιστέψουν. Οι Ιουδαίοι ζητούν ως αποδεί¬ξεις θαύματα και οι εθνικοί φιλοσοφικές αλήθειες. Εμείς όμως κηρύττουμε το σωτήρα Χριστό, και μάλιστα σταυρωμένο — κήρυγμα απαράδεκτο για τις μεσσιανικές προσδοκίες των Ιουδαίων και ανόητο για τις αναζητήσεις των εθνικών• γι’ αυτούς όμως που τους κάλεσε ο Θεός, Ιουδαίους και εθνικούς, ο Χριστός που κηρύττουμε είναι του Θεού η δύναμη και του Θεού η σοφία.
Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον Κεφ. Ιθ. 6 – 11, 13 – 20, 25 – 28, 30 – 35.
Τω καιρώ εκείνω, συμβούλιον εποίησαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι κατά του Ιησού, όπως Αυτόν απολέσωσιν. Και παρεγένοντο προς Πιλάτον λέγοντες: σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν. λέγει αυτοίς ο Πιλάτος: λάβετε Αυτόν υμείς και σταυρώσατε’ εγώ γάρ ουχ ευρίσκω εν Αυτώ αιτίαν. απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι: ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι εαυτόν Θεού υιόν εποίησεν. Ότε ούν ήκουσεν ο Πιλάτος τούτον τον λόγον, μάλλον εφοβήθη, και εισήλθεν εις το πραιτώριον πάλιν και λέγει τω Ιησού, πόθεν εί σύ? Ο δέ Ιησούς απόκρισιν ουκ έδωκεν αυτώ. Λέγει ούν αυτώ ο Πιλάτος: εμοί ου λαλείς? Ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί Σε και εξουσίαν έχω απολύσαί Σε? Απεκρίθη αυτώ Ιησούς: ουκ είχες εξουσίαν ουδεμίαν κατ’ εμού, ει μή ήν σοι δεδομένον άνωθεν. Ο ούν Πιλάτος ακούσας τούτον τον λόγον ήγαγεν έξω τον Ιησούν, και εκάθισεν επι του βήματος, εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, εβραϊστί δέ Γαββαθά: ήν δέ παρασκευή του πάσχα, ώρα δέ ωσεί έκτη, και λέγει τοις Ιουδαίοις: ίδε ο βασιλεύς υμών. Οι δέ εκραύγασαν: άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν. Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος: τον βασιλέα υμών σταυρώσω? Απεκρίθησαν οι αρχιερείς: ουκ έχομεν βασιλέα ει μή Καίσαρα. Τότε ούν παρέδωκεν Αυτόν αυτοίς ίνα σταυρωθή. Παρέλαβον δέ τον Ιησούν και ήγαγον, και βαστάζων τον σταυρόν Αυτού εξήλθεν εις τον λεγόμενον κρανίου τόπον, ός λέγεται εβραϊστί Γολγοθά, όπου Αυτόν εσταύρωσαν, και μετ’ Αυτού άλλους δύο εντεύθεν και εντεύθεν, μέσον δέ τον Ιησούν. Έγραψε δέ και τίτλον ο Πιλάτος και έθηκεν επι του σταυρού” ήν δέ γεγραμμένον, Ιησούς ο Ναζωραίος ο βασιλεύς των Ιουδαίων. Τούτον ούν τον τίτλον πολλοί ανέγνωσαν των Ιουδαίων, ότι εγγύς ήν της πόλεως ο τόπος όπου εσταυρώθη ο Ιησούς, και ήν γεγραμμένον εβραϊστί, ελληνιστί, ρωμαϊστί. Ειστήκεισαν δέ παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή. Ιησούς ούν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα όν ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού: γύναι, ίδε ο υιός σου. Είτα λέγει τω μαθητή: ιδού η μήτηρ σου. Και απ’ εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια. Μετά δε τούτο, ειδώς ο Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα.
Οι ούν Ιουδαίοι, ίνα μή μείνη επι του σταυρού τα σώματα εν τω σαββάτω, επεί παρασκευή ήν, ήν γάρ μεγάλη η ημέρα εκείνη του σαββάτου, ηρώτησαν τον Πιλάτον ίνα κατεαγώσιν αυτών τα σκέλη, και αρθώσιν. Ήλθον ούν οι στρατιώται, και του μέν πρώτου κατέαξαν τα σκέλη και του άλλου του συσταυρωθέντος Αυτώ. Επι δέ τον Ιησούν ελθόντες ως είδον αυτόν ήδη τεθνηκότα, ου κατέαξαν Αυτού τα σκέλη, αλλ’ είς των στρατιωτών λόγχη Αυτού την πλευράν ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ. Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή αυτού εστιν η μαρτυρία.
Απόδοση.
Εκείνη την εποχή, έκαναν συμβούλιο οι Αρχιερείς και οι Πρεσβύτεροι εναντίον του Ιησού, ώστε να τον θανατώσουν. Και πηγαίνουν στον Πιλάτο λέγοντάς του: «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον!». Τους λέει ο Πιλάτος: «Πάρτε τον εσείς και σταυρώστε τον• εγώ δεν του βρίσκω καμία αιτία καταδίκης». Του απάντησαν οι Ιουδαίοι: «Εμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με το νόμο μας πρέπει να πεθάνει, γιατί ισχυρίστηκε πως είναι Υιός Θεού». Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτόν το λόγο, φοβήθηκε ακόμη περισσότερο. Μπήκε πάλι μέσα στο πραιτώριο και λέει στον Ιησού: «Από πού είσαι εσύ;» Αλλά ο Ιησούς δεν του ’δωσε απόκριση. Του λέει τότε ο Πιλάτος: «Σ’ εμένα δεν αποκρίνεσαι; Δεν ξέρεις πως έχω εξουσία να σε σταυρώσω, όπως έχω και εξουσία να σε αφήσω ελεύθερο;» Ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Δεν θα είχες καμία εξουσία πάνω μου, αν δε σου είχε δοθεί από το Θεό• γι’ αυτό, εκείνος που με παρέδωσε σ’ εσένα έχει μεγαλύτερο κρίμα από το δικό σου. Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτά τα λόγια, διέταξε να φέρουν έξω τον Ιησού κι ο ίδιος κάθισε στην έδρα του δικαστή, στον τόπο που ονομάζεται Λιθόστρωτο –στα εβραϊκά «Γαββαθά». Ήταν σχεδόν μεσημέρι, παραμονή του Πάσχα. Λέει λοιπόν ο Πιλάτος στους Ιουδαίους: «Να ο βασιλιάς σας!» Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν με κραυγές: «Θάνατος, θάνατος, σταύρωσέ τον!» Τους λέει ο Πιλάτος: «Το βασιλιά σας να σταυρώσω;» Αποκρίθηκαν οι αρχιερείς: «Δεν έχουμε άλλον βασιλιά, εκτός από τον αυτοκράτορα». Τότε κι ο Πιλάτος τούς τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Οι στρατιώτες, λοιπόν, παρέλαβαν τον Ιησού και ξεκίνησαν. Και βγήκε αυτός από την πόλη σηκώνοντας στους ώμους του το σταυρό, μέχρι τον λεγόμενο «Τόπο του Κρανίου» – στα εβραϊκά λέγεται «Γολγοθά». Εκεί σταύρωσαν τον Ιησού. Μαζί του σταύρωσαν άλλους δύο, τον ένα από τη μια μεριά και τον άλλο από την άλλη, και στη μέση τον Ιησού. Ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μια επιγραφή, και την τοποθέτησαν πάνω στο σταυρό. Κι έγραφε: «Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων». Αυτή την επιγραφή τη διάβασαν πολλοί από τους Ιουδαίους, γιατί ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη, και η επιγραφή ήταν γραμμένη εβραϊκά, ελληνικά και λατινικά. Κοντά στο σταυρό του Ιησού, στέκονταν η μητέρα του, η αδερφή της η Μαρία, γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς, όταν είδε τη μητέρα του και το μαθητή που αγαπούσε, να στέκεται πλάι της, λέει στη μητέρα του: «Αυτός τώρα είναι ο γιος σου». Ύστερα λέει στο μαθητή: «Αυτή τώρα είναι η μητέρα σου». Από εκείνη την ώρα ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του. Μετά απ’ αυτό, ο Ιησούς γνωρίζοντας πως όλα είχαν φτάσει πια στο καθορισμένο τέλος, έγειρε το κεφάλι, και παρέδωσε το πνεύμα.
Ήταν παραμονή του Πάσχα, και οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να μείνουν τα σώματα των σταυρωμένων πάνω στο σταυρό την ημέρα του Σαββάτου, γιατί η μέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλη γιορτή. Γι’ αυτό παρακάλεσαν τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη τους και να τους πάρουν από ’κει. Έτσι, οι στρατιώτες ήρθαν κι έσπασαν τα σκέλη του πρώτου, έπειτα του άλλου, που είχαν σταυρωθεί μαζί με τον Ιησού• όταν όμως ήρθαν στον Ιησού, δεν του έσπασαν τα σκέλη, γιατί τον βρήκαν ήδη νεκρό. Ένας από τους στρατιώτες, τού τρύπησε την πλευρά με την λόγχη, κι αμέσως βγήκε αίμα και νερό. Αυτός που αναφέρει το γεγονός, το είδε με τα μάτια του, κι αυτό που αναφέρει είναι αληθινό.
Επιμέλεια κειμένων, Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη.
Παράβαλαι και:
14 Σεπτεμβρίου, Ύψωσις του τιμίου Σταυρού: η Ευαγγελική Περικοπή της θ. Λ., λόγος του Αγ. Σωφρονίου Αρχιεπ. Ιεροσολύμων, Υμνολογική εκλογή.
Του Οσίου πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – Ερμηνεία εις τον Κανόνα της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού.
14 Σεπτεμβρίου, η Ύψωσις του τιμίου Σταυρού – Μητροπ. Κοζάνης, Διονυσίου Ψαριανού.
14 Σεπτεμβρίου, η Ύψωσις του τιμίου Σταυρού – Ιωάννου Φουντούλη. Παρακλητικός Κανών εις τον Τίμιον Σταυρόν.
Το Σημείο του Σταυρού. Δύναμη, Σημασία και Θαύματά του – Ι. Μ. Παρακλήτου, (γραπτή και ηχητική μορφή).
Ο σταυροφόρος χριστιανός – ηχογραφημένη ομιλία του μοναχού Μωυσέως του Αγιορείτου.
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού – Μητροπ. Γόρτυνος Ιερεμίου.
Αγίου Ρωμανού του μελωδού – κοντάκιον εις την Προσκύνησιν του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.
Του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά – ομιλία ΙΑ’, εις τον Τίμιον και Ζωοποιόν Σταυρόν.