Την Παρασκευή της ς΄ εβδομάδος των Νηστειών συμπληρούται η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η μακρά περίοδος της νηστείας και της εντατικής προσευχής λαμβάνει τέλος. Το επιβεβαιώνουν και δύο τροπάρια της ακολουθίας της ημέρας αυτής, που σημειώνουν το τέλος της Τεσσαρακοστής και χαιρετίζουν την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδος:
«Την ψυχωφελή πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν
και την αγίαν εβδομάδα του πάθους σου
αιτούμεν κατιδείν, φιλάνθρωπε,
του δοξάσαι εν αυτή τα μεγαλεία σου
και την άφατον δι’ ημάς οικονομίαν σου…».
Μετά από τεσσαρακονθήμερο νηστεία ο Μωυσής ανεβαίνει στην κορυφή του Σινά για να συναντήση τον Θεό, ο Θεόπτης, και να πάρη τις πλάκες του Νόμου, το σύμβολο της Παλαιάς Διαθήκης.1 Ο νέος λαός του Θεού, ο Ισραήλ της χάριτος, αγνίσθηκε σαράντα ημέρες και ήδη ανεβαίνει στην Ιερουσαλήμ, στο όρος της χάριτος. Όχι σε όρος φοβερό, καιόμενο και φλεγόμενο, με αστραπές και βροντές, αλλά στην αγία πόλι της ειρήνης, στην πόλι του ζώντος Θεού, όπου μαζί μας συναναβαίνει και ο μεσίτης της Νέας Διαθήκης. Εκεί όπου το Αίμα του ραντισμού θα λαλήση «κρείττον» παρά το αίμα του δικαίου Άβελ, για να εγκαινιάση την Διαθήκη και να καταρτίση λαόν άγιον, λαόν περιούσιον του Θεού2 . Εκεί θα στηθή το σημείο της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο , ο σταυρός, και θα συντριβούν κατά κράτος οι αρχές και οι εξουσίες του σκότους. Ο Χριστός έρχεται και πάλι να πάθη και να νικήση. Τα χρονικά σχήματα του κόσμου τούτου πίπτουν. Αιωνιότης και χρόνος συγκιρνώνται. Ο Χριστός είναι ο ελθών και θα είναι πάντα ο ερχόμενος. Ο παθών και ο πάσχων. Ο νικήσας και ο νικών. Τα παρελθόντα, τα παρόντα και τα μέλλοντα ανακεφαλαιώνονται στον Χριστό. Μαζί με τον Χριστό συναναβαίνει στα νοητά Ιεροσόλυμα και ο πιστός. Θα δώση και αυτός την νικηφόρο μάχη. Θα συσταυρωθή και θα συναναστηθή, για να συζήση μαζί Του στους ατελευτήτους αιώνας.
Και η Μεγάλη Εβδομάς αρχίζει. «Μεγάλη», διότι «μεγάλα τινά και απόρρητα τυγχάνει τα υπάρξαντα ημίν εν αυτή αγαθά» κατά τον ιερό Χρυσόστομο.3 Σύνδεσμος μεταξύ της Τεσσαρακοστής και της Μεγάλης Εβδομάδος είναι οι δύο ενδιάμεσες εορτές: Η ανάστασις του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαϊων. Μ’ αυτές και με τις τρείς πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος, που αποτελούν μία λειτουργική ενότητα, θα ασχοληθούμε στην εκπομπή αυτή. Ο Χρόνος είναι περιωρισμένος και γι’ αυτό κατ’ ανάγκην θα περιορισθούμε σε μία συντομωτάτη ανασκόπησι του λειτουργικού περιεχομένου των ημερών αυτών. Τα θέματα είναι πυκνά, τα αναγνώσματα εκτενή, η υμνογραφία συγκεντρώνει ό, τι εκλεκτό και ανυπέρβλητο συνέθεσε ο θεοκίνητος νους των ιερών ποιητών της Εκκλησίας. Μπροστά στο θεολογικό και πνευματικό βάθος των ιερών τελετών, που θα κληθούμε να παρακολουθήσωμε, μόνο η ιερά σιγή του θάμβους θα ήρμοζε. Τα μεγάλα προκαλούν πάντοτε δέος! Είναι τόσο ανθρώπινο, αλλά και τόσο θεοπρεπές το συναίσθημα αυτό. «Σιγή τιμάσθω το θείον». «Λάλει, ότι ακούει ο δούλός σου».4 Κοντά στα πόδια λοιπόν των ιερών υμνογράφων θα καθίσωμε στην εκπομπή αυτή και θα ακούσωμε από αυτούς το νόημα που έδωκε η Εκκλησία στις ιερές αυτές ημέρες. Το στόμα των υμνωδών είναι και στόμα της Εκκλησίας μας. Η εκπομπή μας θα είναι μία μικρά ανθολογία και ένας υπομνηματισμός μερικών από τα πιο αντιπροσωπευτικά ιερά αυτά άσματα.
Και αρχίζομε με το πρώτο απόστιχο του εσπερινού της Κυριακής των Βαΐων του πλ. δ΄ ήχου:
«Χαίρε και ευφραίνου, πόλις Σιών˙
τέρπου και αγάλλου, η Εκκλησία του Θεού˙
ιδού γάρ ο βασιλεύς σου
παραγέγονεν εν δικαιοσύνη,
επί πώλου καθεζόμενος,
υπό παίδων ανυμνούμενος.
Ωσαννά εν τοις υψίστοις.
Ευλογημένος ει, ό έχων πλήθος οικτιρμών,
ελέησον ημάς».
Το τροπάριο είναι ένας παιάν νίκης, ένα προσκλητήριο για τον πανηγυρισμό ενός θριάμβου. Ο Χριστός είναι ο νικητής του θανάτου. Ανέστησε τον τετραήμερο νεκρό Λάζαρο, προϋπογράφοντας την θαυμαστή νίκη κατά του θανάτου και προδηλώνοντας την ιδική Του και την ιδική μας ανάστασι. Και τώρα έρχεται καθήμενος επάνω στον πώλο του όνου, ο βασιλεύς της ειρήνης, ο πραΰς και ταπεινός θριαμβευτής. Οι παίδες των Εβραίων των υποδέχονται με νικητήριες κραυγές: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις. Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».5 Και η ιερά πόλις Σιών «εσείσθη»,6 χαίρει και ευφραίνεται. Μαζί όμως με την Σιών χαίρει και πανηγυρίζει και η Εκκλησία του Θεού, ο νέος Ισραήλ, η πόλις του Θεού του ζώντος. Γιατί έρχεται και πάλι ο Κύριος, ο βασιλεύς της, ο νικητής˙ «Εξήλθε νικών , ίνα νικήση» κατά την Αποκάλυψι.7 Η ιστορική εκείνη είσοδος του Χριστού εκσυγχρονίζεται. Ο Κύριος έρχεται και σήμερα, όπως και τότε. Τον ρόλο των παίδων εκτελεί τώρα ο νέος λαός, που ηξιώθη της αθανάτου ζωής με την ανάστασί Του. Οι λίθοι έγιναν τέκνα του Αβραάμ και κράζουν τώρα το «Ωσαννά».8 Κρατούν και αυτά, όπως οι παίδες , τα βάϊα των φοινίκων, τους κλάδους των αρετών. Με το αίμα του Χριστού έχουν καθαρισθή κατά την ψυχή και είναι «απειρόκακοι», όπως οι παίδες εκείνοι της Ιερουσαλήμ, και χαιρετίζουν τον νέο Αδάμ, που ήλθε στον κόσμο να σώση τον παλαιό Αδάμ. Το θέμα αυτό επεξεργάζεται το πρώτο κάθισμα του όρθρου του δ΄ ήχου, προς το «Κατεπλάγη Ιωσήφ»:
«Μετά κλάδων νοητώς
κεκαθαρμένοι τας ψυχάς,
ως οι παίδες τον Χριστόν
ανευφημήσωμεν πιστώς,
μεγαλοφώνως κραυγάζοντες τω δεσπότη˙
ευλογημένος εί, Σωτήρ,
ό εις τον κόσμον ελθών
του σώσαι τον Αδάμ
εκ της αρχαίας αράς,
πνευματικώς γενόμενος , φιλάνθρωπε,
νέος Αδάμ, ως ευδόκησας˙
ο πάντα, Λόγε,
προς το συμφέρον
οικονομήσας, δόξα σοι».
Έρχεται λοιπόν ο Κύριος επί το εκούσιον πάθος. Αναβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να παραδοθή και να σταυρωθή, ο «Υιός του ανθρώπου». Και πάλι οι πιστοί αναδέχονται τον ρόλο των μαθητών˙ συναναβαίνουν, συμπορεύονται, συσταυρούνται για να συζήσουν με αυτόν. Και η άνοδος αυτή παίρνει ένα εσχατολογικό χρώμα. Είναι προεικόνισις και εγγύησις της συναναβάσεως των πιστών με τον δοξασμένο Κύριο, όχι πια στην επίγειο Ιερουσαλήμ, αλλά στην ουράνιο, στην βασιλεία των ουρανών, στον Πατέρα του Χριστού και Πατέρα μας, και Θεό Του και Θεό μας. Αυτό ακριβώς είναι το περιεχόμενο του θαυμασίου στιχηρού ιδιομέλου των αίνων του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας του α΄ ήχου:
«Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος
τοις αποστόλοις έλεγεν εν τη οδώ:
Ιδού αναβαίνομε εις Ιεροσόλυμα
και παραδοθήσεται ο Υιός του ανθρώπου,
καθώς γέγραπται περί αυτού.
Δεύτε ούν και ημείς κεκαθαρμέναις διανοίαις
συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν
και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν ταις του βίου ηδοναίς,
ίνα και συζήσωμεν αυτώ
και ακούσωμεν βοώντος αυτού˙
Ουκέτι εις την επίγειον
Ιερουσαλήμ δια το παθείν,
αλλά αναβαίνω προς τον Πατέρα μου
και Πατέρα υμών
και Θεόν μου και Θεόν υμών˙
και συνανυψώ υμάς εις την άνω Ιερουσαλήμ,
εν τη βασιλεία των ουρανών».
Ακούστε το από την Βυζαντινή Χορωδία του Παύλου Φορτωμά.
Η ανάμνησις των ιστορικών γεγονότων που συνέβησαν, και των λόγων του Κυρίου που ελέχθησαν από την είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα μέχρι την προδοσία, στιβάζονται στις δύο πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος. Ο Χριστός ξηραίνει την άκαρπο συκή, σημαίνοντας τον κλήρο της ακάρπου συναγωγής , αλλά και την μοίρα όλων όσοι θα δειχθούν ανάξιοι της δωρεάς του Θεού, «δένδρα φθινωπωρινά άκαρπα, δις αποθανόντα εκριζωθέντα».9 Ακολουθούν οι τραγικοί διάλογοι με τους άρχοντας του λαού και τους φαρισαίους, που προσπαθούν να παγιδεύσουν «λόγω» τον Χριστό, οι τελευταίες παραβολές της κατακρίσεως του δούλου που έκρυψε το τάλαντον και της αποδοκιμασίας των κακών εργατών του αμπελώνος, η πρόρρησις της καταστροφής των Ιεροσολύμων και της ελεύσεως του δικαίου κριτού και τα φοβερά «Ουαί» κατά των γραμματέων και φαρισαίων. Μ’ όλα αυτά συμπλέκεται και ο τύπος του πάσχοντος δικαίου, η μνήμη του Ιωσήφ του Παγκάλου. Άλλ’ οι λόγοι εκείνοι του Κυρίου, που απετέλεσαν τον πόλο και το κυριαρχούν θέμα των ημερών αυτών είναι η παραβολή των δέκα παρθένων. Τας «φέρει» κυρίως η Μεγάλη Τρίτη, αλλά το συγκλονιστικό αυτό αφήγημα διαποτίζει τις ακολουθίες και των άλλων δύο ημερών. Είναι το αφυπνιστικό σάλπισμα της παρουσίας του Κυρίου. «Χριστός ο ερχόμενος εμφανώς ήξει και ου χρονιεί». Είναι ο «Νυμφίος» της παραβολής, ο «Νυμφίος της Εκκλησίας», ο Νυμφίος της κάθε ψυχής. Και έρχεται για να τελέση τους μυστικούς Του γάμους ξαφνικά, σε ώρα που δεν γνωρίζει και δεν προσδοκά κανείς: «Εν τω μέσω της νυκτός». Μακάριοι αυτοί που τον περιμένουν, που δεν τους κατέλαβε η ραθυμία του ύπνου, που δεν τους έλειψε το έλαιον από τις λαμπάδες των. Ανάξιοι οι δούλοι , που θα βρή ο δεσπότης να ραθυμούν και να κοιμούνται. Ο νυμφών είναι στολισμένος˙ το ένδυμα της εισόδου μας σ’ αυτόν, πρέπει να είναι αντάξιο του γάμου, λαμπρό, καθαρό, φωτοβόλο. Τα θέματα αυτά τονίζει σειρά τροπαρίων. Στεκόμαστε σε δύο, τα πιο γνωστά και τα πιο χαρακτηριστικά: Το τροπάριο – απολυτίκιο του πλ. δ΄ ήχου και το εξαποστειλάριο του γ΄ ήχου:
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται
έν τω μέσω της νυκτός˙
και μακάριος ο δούλος,
όν ευρήσει γρηγορούντα˙
ανάξιος δε πάλιν,
όν ευρήσει ραθυμούντα.
Βλέπε ούν, ψυχή μου,
μη τω ύπνω κατενεχθής,
ίνα μη τω θανάτω παραδοθής
και της βασιλείας έξω κλεισθής˙
αλλά ανάνηψον κράζουσα˙
Άγιος, άγιος, άγιος εί, ο Θεός,
δια της Θεοτόκου ελέησον ημάς».
Ακούστε το από την Βυζαντινή Χορωδία τουΠαύλου Φορτωμά.
«Τον νυμφώνά σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον,
και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ,
λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής,
Φωτοδότα, και σώσόν με.»
Ακούστε το από την Βυζαντινή Χορωδία τουΠαύλου Φορτωμά.
Το ζωντανό παράδειγμα του ραθύμου δούλου και της φρονίμου και γρηγορούσης ψυχής το δίδει το ιστορικό θέμα της Μεγάλης Τετάρτης, που αποτελεί τον σύνδεσμο του πρώτου και του δευτέρου μέρους της Μεγάλης Εβδομάδος. Η αμαρτωλός γυναίκα, που άλειψε με μύρα τον Κύριο, με την εξαίρετο πράξι της συντριβής και της ευγνωμοσύνης λυτρώνεται από τα κακά, καθαρίζει την στολή της ψυχής της από τον βόρβορο της αμαρτίας. Η φαινομενικά μωρά δείχνεται φρόνιμη, η δούλη των παθών γίνεται δια της μετανοίας ελευθέρα – έτοιμη για την απάντησι του Νυμφίου. Αντίθετα ο «υιός του νυμφώνος», ο μαθητής , ο φίλος, κλείνει μόνος του στον εαυτό του την θύρα του νυμφώνος. Ο ελεύθερος γίνεται δούλος. Ο μακάριος γίνεται ανάξιος. Γι’ αυτό η Εκκλησία ιδιαιτέρως τονίζει τις δύο αυτές μορφές κατά τις ημέρες του πάθους. Γιατί το παράδειγμα της αμαρτωλής γυναικός είναι τόσο ενθαρρυντικό για όλους μας, γιατί δείχνει πως από μωροί μπορούμε να γίνωμε φρόνιμοι. Και το παράδειγμα του Ιούδα είναι τόσο εκφοβιστικό, γιατί δείχνει πως από φρόνιμοι μπορούμε από στιγμή σε στιγμή να μεταβληθούμε σε μωρούς. Από τα θαυμάσια τροπάρια που αναφέρονται στο θέμα αυτό διαλέγομε ένα˙ το τρίτο ιδιόμελο των αίνων του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης του α΄ ήχου, με το οποίο κλείνουμε και την εκπομπή μας:
«Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον,
τότε ο μαθητής συνεφώνει τοις παρανόμοις˙
η μεν έχαιρε κενούσα το πολύτιμον,
ο δε έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον˙
αύτη τον δεσπότην επεγίνωσκεν,
ούτος του δεσπότου εχωρίζετο˙
αύτη ηλευθερούτο
και ο Ιούδας δούλος
εγεγόνει του εχθρού.
Δεινόν η ραθυμία,
μεγάλη η μετανοία!
ήν μοι δώρησαι, Σωτήρ,
ο παθών υπέρ ημών και σώσον ημάς».
Ακούστε το από τον Φώτη Κετσετζή.
(18 Απριλίου 1970)
Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ
1. Εξόδ. 24, 12. 18.
2. Εβρ. 12, 18 – 24.
3. Ομιλία λ΄εις την Γένεσιν.
4. Α΄Βας. 3, 9 – 10.
5. Ματθ. 21, 9. 16.
6. Ματθ. 21, 10.
7. 6, 2.
8. Ματθ. 3, 9. Λουκ. 3, 8. 19, 40.
9. Ιούδ. 12.
(Από το βιβλίο Λογική Λατρεία, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).
Παράβαλε και:
Μεγάλη εβδομάς. Κυριακή Βαϊων και Μ. Δευτέρα εσπέρας – Νεοελληνική απόδοση, Αρχιμ. Κυριακού Εμμ. Τσολάκη.
Μεγάλη εβδομάς. Μεγάλη Τρίτη και Μεγάλη Τετάρτη εσπέρας, Μεγάλη Πέμπτη πρωί – Νεοελληνική απόδοση, Αρχιμ. Κυριακού Εμμ. Τσολάκη.
(Δημοσιεύθηκε την Μεγάλη Δευτέρα 29 Απριλίου 2013.)
https://www.orp.gr/?p=4837