Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ – Μικρό σχόλιο στη βυζαντινή εικόνα
«Λέγε Συμεών, τίνα φέρων εν αγκάλαις, εν τω ναώ αγάλλη;», ερωτά υμνογραφώντας ο άγιος Γερμανός, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στο πρώτο Στιχηρό ιδιόμελο του Εσπερινού της Υπαπαντής, ήχου α. Η βυζαντινή εικόνα της Υπαπαντής του Κυρίου, αποτολμά ν’ απαντήσει στο υμνολογικό αυτό ερώτημα μ’ ένα άλλο είδος τέχνης, περισσότερο προσιτό στο ευρύτερο σώμα των πιστών.
Η σκηνή εικονίζει την εκπλήρωση του εβραϊκού έθους. Του έθους που καθόρισε η απαίτηση του ίδιου του Θεού, «παν άρσεν το την μήτραν διανοίγον», να αφιερώνεται σ’ Αυτόν. ( Εξοδ. ιγ´ 2), όπως εμφατικά σημειώνεται και στον Ειρμό της εννάτης ωδής της Υπαπαντής. Αυτή την πραγματοποίηση του «ειθισμένου, κατά το ειρημένον του νόμου» (Λουκ. Β. 24, 27), ιστορεί η εικόνα της Υπαπαντής. Πέντε πρόσωπα απαρτίζουν την σύνθεση. Η Υπεραγία Θεοτόκος με τον Ιωσήφ φέρνουν στον ναό τον τεσσαρακονθήμερο Ιησού Χριστό. Τα δύο άλλα πρόσωπα είναι πρόσωπα του ναού, και συναντούν τους προσερχομένους εντός του ιερού χώρου. Ο Συμεών ο πρεσβύτης, άνθρωπος χαριτωμένος απ’ το Πνεύμα του Θεού, «δίκαιος και ευλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ» (Λουκ. β´ 25), και η αγία Άννα η προφήτιδα, θυγατέρα Φανουήλ, σε προχωρημένη ηλικία και αυτή. Λαμπάδα λιωμένη στην υπηρεσία του ναού από τη νεότητά της, από τότε που χήρευσε. Στα χέρια της, που τόσα χρόνια διακόνησαν τις ανάγκες του ναού, κρατεί ειλητάριο με λόγους προφητικούς, που αναφέρονται στο πρόσωπο του προσφερομένου βρέφους Ιησού. «Τούτο το βρέφος, ουρανόν και γην εστερέωσεν».
Ο εικονογράφος δεν επιλέγει να ισορροπήσει τη σύνθεση σ’ ένα από τα εικονιζόμενα πρόσωπα, παρόλο που κεντρική θέση έχουν κατά βάση δύο. της Υπεραγίας Θεοτόκου, και του βρέφους Ιησού. Το κέντρο της εικόνας κατέχει το ιερό, στηριζόμενο σε τέσσερις κολώνες, στεφανωμένες από μια σινδόνη. Το ιερό με τη σινδόνη μοιάζουν να διαιρούν την εικόνα στα δύο. Άλλωστε το όλο συμβάν της Υπαπαντής του Κυρίου ενώνει δύο σαφέστατα διαφορετικούς χώρους. Το χώρο της Παλαιάς με την Καινή Διαθήκη. Της προσδοκίας των αιώνων, με Τον Προσδοκώμενο. Της φθοράς του γήρατος και του θανάτου, με την αφθαρσία και τη ζωή του βρέφους Ιησού.
Δεν σημαίνονται όμως μόνο συνθετικά οι δύο κόσμοι που ενοποιούνται από το γεγονός που περιγράφει η εικόνα, αλλά και υφολογικά υποδηλώνεται το διττό μήνυμα της εορτής. Η χαρά και η λύπη. Η χαρά εκπεφρασμένη από τον πρεσβύτη Συμεών. Τον γέροντα που με τρεμάμενα από το βαθύ γήρας χέρια, προσδέχεται Αυτόν που ανέμενε αιώνες η παλαιοδιαθηκική ευσέβεια, και διψούσε ο ιουδαϊκός λαός: τον λυτρωτή του κόσμου. Τον Συμεών, που αξιώνεται να γίνει θεοδόχος! Τα πόδια του λυγίζουν από ευλάβεια. Τα μάτια του κοιτούν με δέος «το σωτήριον φως» (Λουκ. Β. 30, 32) του θεανθρωπίνου Βρέφους. Τα χέρια του, σκεπασμένα από συστολή και σεβασμό με μια άκρη του ενδύματός του, γίνονται θρόνος. Θρόνος όχι για να υποδεχθούν ένα κοινό βρέφος, αλλά για να κρατήσουν Αυτόν που κρατεί ολόκληρη την οικουμένη. Τα χέρια του πρεσβύτου Συμεών, που με τόση ευλάβεια κρατούν το θείο Βρέφος πάνω από το θυσιαστήριο του ναού, θυμίζουν τόσο πολύ την εικόνα των λειτουργών ιερέων που προβάλλουν ενώπιόν μας το θυσιασμένο και αναστημένο Σώμα και Αίμα του Κυρίου Ιησού. Όλες οι γραμμές του σώματος του αγίου Συμεών, μαζί με τις πτυχώσεις των ενδυμάτων του τείνουν προς τον Κύριο. Λυγίζουν, και με μια καμπυλόγραμμη κίνηση υποτυπώνουν το δοχείο που πληρούται από το περιεχόμενό του, που δεν είναι τίποτε άλλο εν προκειμένω από τη θεία Χάρη.
Αλλά αν η χαρά και η ανέκφραστη αγαλλίαση αφορούν και αποτυπώνονται στον πρεσβύτη Συμεών, η Υπεραγία Θεοτόκος ενσαρκώνει τον πόνο και την θλίψη. Πόνο γιατί προσφέρει και αποχωρίζεται τον Υιό της. Τα χέρια της διατηρούν μια κίνηση σαν να κρατούν ακόμη τον Ιησού Χριστό, σαν να μην θέλουν να Τον αποχωρισθούν. Και ο Υιός της, φαίνεται να ανταποκρίνεται στα μητρικά της αισθήματα. Απλώνει κι αυτός το χέρι του σε μια προσπάθεια να μην αποχωρισθεί την Παναγία μητέρα Του. Μια έκφραση των αισθημάτων της τελείας ανθρωπίνης φύσεώς Του.
Ανάμεσα στην Υπεραγία Θεοτόκο και τον θεοδόχο Συμεών, υψώνεται το ιερό, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της εικόνας, σχηματίζοντας ένα φράγμα απαγορευτικό. Η Θεομήτωρ στερείται τον Υιό της, και η θλίψη της επιτείνεται από τα προφητικά λόγια του αγίου Συμεών «και σου την καρδίαν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. Β. 35). Η Παναγία πλέον αρχίζει να στρατεύεται στον δρόμο του σταυρού, που είναι το δώρο του Υιού της σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Το δώρο αυτό που χαρίζεται και στην ίδια, με μια διπλή επίπτωση. Της χαράς, της σωτηρίας και της λυτρώσεως από τη μια, και από την άλλη, της θλίψεως της μητρικής καρδιάς της μπροστά στην άρνηση αποδοχής από τον κόσμο του υιού και Θεού της. Άρνηση που θα φθάσει μέχρι τον σταυρικό θάνατο.
« Ανοιγέσθω η πύλη του ουρανού σήμερον), όπως ψάλλεται και στο Δοξαστικό των εκεκραγαρίων του Εσπερινού της Υπαπαντής, σε ήχο πλ. Του β. γι’ αυτό και ο εικονογράφος ιστορεί τα κτήρια και τις στέγες τους να συγκλίνουν σ’ Αυτόν που αγιάζει ολόκληρη την κτίση. Αυτόν που είναι «φως διασκεδάζον των απίστων εθνών την σκοτόμαιναν, και δόξαν του νεολέκτου Ισραήλ», όπως τονίζεται και στο ιδιόμελο της Λιτής της Υπαπαντής, που ψάλλεται σε ήχο α. Λυτρωτής τόσο του εθνικού ειδωλολατρικού κόσμου, όσο και του ισραηλιτικού λαού. Και το λυτρωτικό αυτό μήνυμα που αφορά όλο τον κόσμο, υποδηλώνεται από τα δύο περιστέρια, τα οποία προσφέρει ο Ιωσήφ στον ναό. Δεν ανταποκρίνονται μόνο στην καθορισμένη προσφορά, αλλά συμβολίζουν και τους δύο κόσμους, για τους οποίους προσφέρεται η θυσία του Κυρίου μας. Τον κόσμο των εθνικών και της ειδωλολατρίας, και τον κόσμο του ευεργετηθέντος Ισραήλ.
Υπαπαντή! Σημαίνει συνάντηση του Κυρίου με την προσδοκία του κόσμου.
Υπαπαντή! Καθ’ ην «Χορός αγγελικός,
εκπληττέσθω το θαύμα!
βροτοί δε ταις φωναίς,
ανακράξωμεν ύμνον,
ορώντες την άφατον
του Θεού συγκατάβασιν», όπως θαυμάσια προτρέπει το Κάθισμα της πρώτης στιχολογίας του Όρθρου της εορτής, ήχου α., και μέσα από την περιγραφική, συμβολική, αγία και ιεροπρεπή τέχνη της βυζαντινής εικονογραφίας. Ας προσκυνήσουμε λοιπόν το ιστορούμενο γεγονός. Ας προσκυνήσουμε τον νηπιάσαντα και βρεφοκρατούμενο Σωτήρα και Λυτρωτή μας.
Από το περιοδικό Η Δράσις μας, Φεβρουάριος του 2007.
Υμνολογική εκλογή.
Απολυτίκιον. Ήχος α’.
Χαίρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε” εκ σου γαρ ανέτειλεν ο Ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο θεός ημών, φωτίζων τους εν σκότει. Ευφραίνου και συ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος εν αγκάλαις, τον Ελευθερωτήν των ψυχών ημών, χαριζόμενον ημίν και την Ανάστασιν.
Χαίρε Χαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε, γιατί από σένα ανέτειλε ο Χριστός και Θεός μας, ο ήλιος της δικαιοσύνης, φωτίζοντας όλους όσοι βρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας. Ας ευφραίνεσαι και εσύ γέροντα Συμεών, επειδή δέχθηκες στην αγκαλιά σου Τον Ελευθερωτή των ψυχών μας, Αυτόν που μας χαριζει και την Ανάσταση.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετά τον Πολυέλεον, Κάθισμα. Ήχος δ’. Κατεπλάγη Ιωσήφ.
Νηπιάζει δι’ εμέ, ο Παλαιός των ημερών: καθαρσίων κοινωνεί, ο καθαρώτατος θεός, Ίνα την σάρκα πιστώση μου την εκ Παρθένου. Και ταύτα Συμεών, μυσταγωγούμενος, επέγνω τον αυτόν, θεόν φανέντα σαρκί’ και ως ζωήν ησπάζετο και χαίρων, πρεσβυτικώς ανεκραύγαζεν’ Απόλυσόν με’ σε γαρ κατείδον, την ζωήν των απάντων.
Είναι νήπιο για μένα, ο παλαιότερος από όλους τους χρόνους. Δέχεται τον νομικό καθαρισμό, ο καθαρώτατος Θεός, για να αποδέιξει πως έγινε άνθρωπος με το σώμα, που έλαβε από την Παρθένο. Και ο Συμεών με τον φωτισμό και την αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος γνώρισε αυτά τα μυστήρια, και κατεννόησε πως Αυτός είναι ο ίδιος Θεός, που φανερώθηκε με σώμα, οπότε και τον ασπάσθηκε σαν την ίδια τη ζωή. Έτσι, με χαρά ο πρεσβύτης Του έλεγε: Τώρα απάλλαξέ με από τούτη τη ζωή, διότι είδα Εσένα, που είσαι η ζωή των πάντων.
Ιδιόμελον μετά τον Ν. Ψαλμόν. Ήχος πλ. β’. Ιωάννου Μοναχού.
Ανοιγέσθω η πύλη του ουρανού σήμερον’ ο γαρ άναρχος Λόγος του Πατρός, αρχήν λαβών χρονικήν, μη εκστάς της αυτού θεότητος, υπό Παρθένου ως βρέφος τεσσαρακονθήμερον, Μητρός εκών προσ¬φέρεται, εν ναώ τω νομικώ’ και τούτον αγκάλαις εισδέχεται ο Πρέσβυς, απόλυσον κράζων, ο δούλος τω Δεσπότη” οι γαρ οφθαλμοί μου είδον το σωτήριόν σου. ο ελθών εις τον κόσμον, σώσαι γένος ανθρώπων, Κύριε, δόξα σοι.
Ας ανοιχθεί η πύλη του ουρανού σήμερα, γιατί ο Άναρχος Υιός και Λόγος του Θεού, αφού έλαβε αρχή χρονική, χωρίς να στερηθεί την θεότητά Του, προσφέρεται με τη θέλησή Του από μητέρα παρθένο, σαν βρέφος σαράντα ημερών στον ναό του νόμου” και μάλιστα, Τον δέχεται στην αγκαλιά του ο γέροντας Συμεών, φωνάζοντας ο δούλος στον Δεσπότη και Κύριο: Τώρα απόλυσε με από τη ζωή τούτη, γιατί είδα Εσένα, την Σωτηρία του κόσμου. Δόξα σε Σένα, Κύριε, που ήλθες στον κόσμο να σώσεις το γένος των ανθρώπων.
Μεσώδειον κάθισμα. Ήχος δ’. Κατεπλάγη Ιωσήφ.
Εν τω Όρει τω Σινά, πάλαι κατείδε Μωϋσής, τα οπίσθια θεού, καϊ Αμυδρώς θείας φωνής, κατηξιώθη εν γνόφω τε και θυέλλη’ νυν δε Συμεών, τον σαρκωθέντα θεόν, Ατρέπτως δι’ ημάς, Ενηγκαλίσατο’ και γεγηθώς Ηπείγετο των τήδε, προς την ζωήν την αιώνιον’ διό Εβόα’ Νυν απολύεις, τον δούλόν σου Δέσποτα.
Στο όρος το Σινά τον παλαιό καιρό αξιώθηκε ο Μωυσής να δει τα οπίσθια του Θεού και να ακούσει αμυδρά τη φωνή Του μέσα σε πυκνό σύννεφο και θύελλα. Και τώρα ο Συμεών αγκαλιάζει τον Θεό, που για τη σωτηρία μας έγινε άνθρωπος, χωρίς να χωρισθεί από την θεότητά Του, και χαρούμενος, βιαζόταν να αναχωρήσει από τον κόσμο αυτό προς την αιώνια ζωή λέγοντάς Του: Τώρα απόλυσε με από τούτον τον κόσμο τον δούλο Σου, Δέσποτα.
Κοντάκιον. Ήχος α’. Ρωμανού του Μελωδού.
Ο μήτραν παρθενικήν Αγιάσας τω τόκω σου, και χείρας του Συ¬μεών ευλογήσας ως έπρεπε, προφθάσας και νυν έσωσας ημάς Χρι¬στέ ο θεός. Αλλ’ ειρήνευσον εν πολέμοις το πολίτευμα, και κραταίωσον Βασιλείς ους Ηγάπησας, ο μόνος φιλάνθρωπος.
Συ Κύριε, που με την γέννησή Σου αγίασες την παρθενική μήτρα της Θεοτόκου και ευλόγησες τα χέρια του Συμεών, όπως κατά τον νόμο έπρεπε, και τώρα έφθασες πριν την ανάγκη μας και μας έσωσες, Χριστέ ο Θεός. Αλλά ειρήνευσε από τους πολέμους τη ζωή του κράτους μας και δώσε δύναμη στους άρχοντες, που αγαπάς και Σε αγαπούν, επειδή είσαι ο μόνος πράγματι φιλάνθρωπος.
Ο Οίκος. Το φοβερόν σου κριτήριον.
Τη Θεοτόκω προσδράμωμεν οι βουλόμενοι κατιδείν τον Υιόν αυτής, προς Συμεών απαγόμενον’ όν περ ουρανώθεν οι Ασώματοι βλέποντες, εξεπλήττοντο λέγοντες” θαυμαστά θεωρούμεν νυνί και παράδοξα, ακατάληπτα, άφραστα’ ο τον Αδάμ δημιουργήσας, βα¬στάζεται ως βρέφος’ ο αχώρητος χωρείται εν αγκάλαις του Πρεσβύτου’ ο επί των κόλπων απεριγράπτως υπάρχων του Πατρός αυτού, εκών περιγράφεται σαρκί, ου θεότητι, ο μόνος φιλάνθρωπος.
Ας τρέξουμε κοντά στην Θεοτόκο όλοι όσοι θέλουμε να δούμε τον Υιό της να οδηγείται προς τον Συμεών. Αυτόν ακριβώς βλέποντας οι ασώματοι άγγελοι έλεγαν από τον ουρανό: Τί μεγάλη έκπληξη! Βλέπουμε δηλ. θαυμαστά και παράδοξα να συμβαίνουν, που δεν μπορεί να καταλάβει ο νους και να εκφράσει ο λόγος. Αυτός που δημιούργησε τον Αδάμ βασταζεται σαν βρέφος, Αυτός που δεν χωρεί πουθενά χωρεί στις αγκάλες του Συμεών, Αυτός που στους κόλπους του Πατρός Του υπάρχει και δεν μπορεί να περιγραφεί, με τη θέλησή Του περιγράφεται ως προς το σώμα Του, όχι ως προς την θεότητα, επειδή είναι ο μόνος πράγματι φιλάνθρωπος.
Συναξάριον.
Τη Β’ του αυτού μηνός (Φεβρουαρίου), η Υπαπαντή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εορτάζεται, εν η εδέξατο αυτόν εις τας αγκάλας αυτού ο δίκαιος Συμεών.
Στίχοι. Κόλπους Πατρός τυπούσι του σου Χριστέ μου,
Του Συμεών αϊ χείρες, αϊ φέρουσί σε.
Δέξατο δευτερίη Χριστόν Συμεών παρά νηω.
Τα χέρια του Συμεών, που Σε βαστάζουν, Χριστέ μου, είναι ένας τύπος των κόλπων του Πατέρα Σου.
Κατά την Δευτέρα του μηνός ο Συμεών δέχθηκε στα χέρια του τον Χριστό στον ναό.
Τη αυτή ημέρα, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Αγαθοδώρου.
Στίχοι. Αγαθοδώρω δώρον εξ εμών λόγων Δωρώ,
δοθέντι τω θεώ δι’ αιμάτων.
Θέλω να προσφέρω στον Αγαθόδωρο ένα δώρο με τους λόγους μου, επειδή δόθηκε στον Θεό προσφέροντας το αίμα του.
Αυτώ τω θεώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας.
Αμήν.
Ωδή θ’. ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ, Ψαλλόμενα εν τη Ωδή ταύτη. Ήχος γ’.
Ακατάληπτόν εστί, το τελούμενον εν σοι,
και Αγγέλοις και βροτοίς, Μητροπάρθενε αγνή.
Είναι αδύνατο να καταλάβουν και οι άγγελοι και οι άνθρωποι αυτό που συμβαίνει και τελείται μέσα Σου, θεοτόκε, Μητροπάρθενε και αγνή.
Αγκαλίζεται χερσίν, ο Πρεσβύτης Συμεών,
τον του νόμου Ποιητήν, και Δεσπότην του παντός.
Με τα χέρια του ο γέροντας Συμεών αγκαλιάζει Αυτόν, που έδωκε στους ανθρώπους τον νόμο, δηλαδή τον Δεσπότη και Κύριο του παντός.
Βουληθείς ο Πλαστουργός, Ίνα σώση τον Αδάμ,
μήτραν ώκησε την σήν, της Παρθένου και αγνής.
Επειδή ο Θεός και πλάστης του ανθρώπου θέλησε να σώσει τον Αδάμ, κατοίκησε μέσα στη δική Σου μήτρα, σε εσένα, την παρθένο και αγνή.
Γένος άπαν των βροτών, μακαρίζει σε Αγνή,
και δοξάζει σε πι¬στώς, ως Μητέρα του θεού.
Ολο το γένος των ανθρώπων Σε καλοτυχίζει και Σε δοξάζει, Αγνή Θεοτόκε, με πίστη, γιατί είσαι η μητέρα του Θεού.
Δεύτε Ίδετε Χριστόν, τον Δεσπότην του παντός,
όν βαστάζει Συ¬μεών, σήμερον εν τω ναώ.
Ελάτε να δείτε τον Χριστό, τον Δεσπότη του παντός, να Τον κρατά στα χέρια του ο Συμεών, σήμερα στον ναό.
Επιβλέπεις προς την γήν, και ποιείς τρέμειν αυτήν,
και πώς γέρων κεκμηκώς, σε κατέχει εν χερσί;
Ένα Σου βλέμμα ρίχνεις πάνω στη γη και την κάνεις να τρέμει” και πώς τώρα ένας κατάκοπος γέροντας Σε κρατάει στα χέρια του?
Ζήσας έτη Συμεών, έως είδε τον Χριστόν,
και εβόα προς αυτόν’ Νυν απόλυσιν ζητώ.
Ο Συμεών έζησε πολλά χρόνια μέχρις ότου είδε τον Χριστό, και με δυνατή φωνή του είπε: Τώρα ευχαριστημένος που Σε είδα Σου ζητώ να με απολύσεις από τούτη τη ζωή.
Η λαβίς η μυστική, η τον άνθρακα Χριστόν,
συλλαβούσα εν γαστρί, συ υπάρχεις Μαριάμ.
Συ Παρθένε Μαρία είσαι η μυστική λαβίδα, που μεσα Σου συνέλαβες τον Χριστό, που είναι ως Θεός, άνθρακας για τον αμαρτωλό άνθρωπο.
θέλων ενηνθρώπησας, ο προάναρχος θεός,
και ναώ προσφέρεσαι, τεσσαρακονθήμερος.
Με τη θέλησή Σου έγινες άνθρωπος Συ που είσαι Θεός προ πάντων των αιώνων” και με τη θέλησή Σου, τηρώντας τις διατάξεις του νόμου, προσφέρεσαι στον ναό σαν βρέφος σαράντα ημερών.
Κατελθόντ’ εξ ουρανού, τον Δεσπότην του παντός,
υπεδέξατο αυ¬τόν, Συμεών ο Ιερεύς.
Όταν κατέβηκε από τους ουρανούς ο Δεσπότης του κόσμου όλου, τον υποδέχθηκε στον ναό ο Συμεών ο ιερεύς.
λάμπρυνόν μου την ψυχήν, και το φως το αισθητόν,
όπως ίδω κα¬θαρώς, και κηρύξω σε θεόν.
Δώσε λάμψη στην ψυχή μου και καθάρισε το φως των αισθήσεών μου, για να Σε ιδώ ξεκάθαρα και να Σε κηρύξω σαν Θεό.
Μητροπάρθενε αγνή, τι προσφέρεις τω ναώ,
νέον βρέφος αποδούς, εν αγκάλαις Συμεών;
Θεοτόκε, μητέρα και παρθένε, τι προσφέρεις στον ναό, δίνοντας στα χέρια του Συμεών ένα νέο Βρέφος σαράντα ημερών?
Νυν απόλυσιν ζητώ, από σου του Πλαστουργού,
ότι είδον σε Χρι¬στέ, το σωτήριόν μου φως.
Τώρα πια ζητώ από Σένα που με έπλασες με τα χέρια Σου, να με απολύσεις από τούτη τη ζωή, γιατί είδα Εσένα, που είσαι το Φως που σώζει όλους τους ανθρώπους αλλά και εμένα.
Ον οι άνω λειτουργοί, τρόμω λιτανεύουσι,
κάτω νυν ο Συμεών, αγκαλίζεται χερσί.
Αυτόν που οι ουράνιοι λειτουργοί, δηλαδή οι άγγελοι, με τρόμο τον λατρεύουν και υπηρετούν, εδώ κάτω στη γη ο Συμεών αγκαλιάζει με τα χέρια του.
Δόξα…
Η τη φύσει μεν Μονάς, τοις προσώποις δε Τριάς,
φύλαττε τους δούλους σου, τους πιστεύοντας εις σε.
Αγία Τρίας, που είσαι κατά την φύση Σου μονάδα αλλά κατά τα πρόσωπα, που σε αποτελούν τριάδα, φύλαγε τους δούλους Σου, που πιστεύουν σε Σένα.
Και νυν…
Θεοτόκε η ελπίς, πάντων των Χριστιανών,
Σκέπε, φρούρει, φύλαττε, τους ελπίζοντας εις σε.
Θεοτόκε, συ η ελπίδα όλων των Χριστιανών, σκέπασε, φρούρησε και φύλαγε όλους, όσοι ελπίζουν σε Σένα.
Ο Ειρμός.
Εν νόμω σκιά και γράμματι, τύπον κατίδωμεν οι πιστοί’ πάν άρσεν το την μήτραν διανοίγον, άγιον θεω’ διό πρωτότοκον Λόγον, Πατρός Ανάρχου Υιόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, απειράνδρω μεγαλύνωμεν.
Στον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, κρυμμένο μέσα σε σκιά και κάτω από τα γράμματα και τις εντολές του, οι πιστοί είδαμε τον τύπο του Χριστού. Διότι έλεγε πως κάθε πρωτότοκο αρσενικό παιδί, θα αφιερωνόταν σαν άγιο και ιερό στον Θεό. Γι’ αυτόν τον λόγο οι πιστοί τώρα, που βλέπουμε τον Υιό και Λ΄΄ογο του Θεού, του Ανάρχου Πατρός, ως πρωτότοκο παιδί της απειράνδρου Θεοτόκου, ας τον μεγαλύνουμε με τους ύμνους μας.
Εξαποστειλάριον Ήχος γ’. Αυτόμελον.
Εν πνεύματι τω Ιερώ, παραστάς ο Πρεσβύτης, αγκάλαις υπεδέξατο, τον του νόμου Δεσπότην, κραυγάζων’ Νυν του δεσμού με, της σαρκός απόλυσον, ως είρηκας εν ειρήνη” είδον γαρ τοις οφθαλμοίς, αποκάλυψιν εθνών, και Ισραήλ σωτηρίαν. (Εκ γ’).
Στο ιερό βρισκόταν ο γέροντας Συμεών και υποδέχθηκε στην αγκαλιά του Αυτόν που έδωσε στους ισραηλίτες τον νόμο και είναι ο Κύριος του νόμου. Φωτισμένος από το Αγιο Πνεύμα με δυνατή φωνή επίσης έλεγε: Τώρα απάλλαξέ με από τα δεσμά του σώματος, όπως το υποσχέθηκες, ειρηνικά, διότι είδα με τα μάτια μου Αυτόν, που θα αποκαλύψει στα έθνη την αλήθεια και την σωτηρία στον Ισραήλ.
Δόξατων αίνων. Και νυν… Ήχος πλ. β’. Γερμανού.
Ο εν χερσί πρεσβυτικαίς, την σήμερον ημέραν, ως εφ’ άρματος Χερουβίμ, ανακλιθήναι ευδοκήσας Χριστέ ο θεός, και ημάς τους υμνούντας σε, της των παθών τυραννίδος, ανακαλούμενος ρύσαι, και σώσον τας ψυχάς ημών.
Συ Κύριε Χριστέ ο Θεός, που δέχθηκες να ξαπλώσεις στα γεροντικά χέρια του Συμεών σαν πάνω σε ένα Χερουβικό άρμα, τούτη τη μέρα για τη σωτηρία μας, εμάς που Σε υμνούμε ελευθέρωσέ μας από την τυραννία των παθών, χωρίς να παύεις να μας καλείς πάλι και πάλι κοντά Σου, και σώσε τις ψυχές μας.
Απόδοση, Ελένης Χρήστου.
Παράβαλε και:
Αγίου Ρωμανού του μελωδού – Κοντάκιον εις την Υπαπαντήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου – ερμηνεία εις τον Κανόνα της Υπαπαντής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά – ομιλία εις την Υπαπαντήν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.