20 Ιανουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ευθυμίου του μεγάλου: Συναξάριον, Υμνολογική εκλογή.

Του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Τω αυτώ μηνί Κ΄, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ευθυμίου του Μεγάλου.

Τί κοινόν Ευθύμιε σοί και τω βίω;
Πρός Αγγέλους άπαιρε τους ξένους βίου.
Λήξε βίου Ευθύμιος εικάδι ηϋγένειος.

Ούτος ο Όσιος Πατήρ ημών και Μέγας Ευθύμιος, ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Γρατιανού, εν έτει τοζ΄ [377], καταγόμενος από την Μελιτινήν, την εν τη Αρμενία ευρισκομένην, υιός γονέων ευσεβών και πιστών, Παύλου και Διονυσίας ονομαζομένων. Εν δε τω Ωρολογίω γράφεται ότι ήτον ο Όσιος Ευθύμιος κατά τους χρόνους Αρκαδίου και Ονωρίου εν έτει υ΄ [400], και ότι ετελεύτησεν εν έτει υξε΄ [465] επί της βασιλείας Λέοντος του Μεγάλου.

Καθώς δε ο Πρόδρομος Ιωάννης εγεννήθη από στείραν μητέρα, έτζι και ο Όσιος ούτος Ευθύμιος εγεννήθη από στείραν, και έλαβε το όνομα Ευθύμιος από τον Θεόν, προ του να συλληφθή. Επειδή γαρ οι γονείς του παρεκάλουν τον Θεόν να τους δώση τέκνον, διά τούτο έγινεν εις αυτούς φωνή δι’ Αγγέλου, ήτις έλεγεν, ότι να ευθυμούν και να χαίρουν. Ή μάλλον να ευθυμούν και να χαίρουν όλοι, και όχι μόνον οι γονείς του. Καθότι μαζί με την γέννησιν του παιδίου, έχει να καταλυθή κάθε αίρεσις, και κάθε ειρήνη έχει να χαρισθή εις την Εκκλησίαν του Θεού. Όθεν διά την αιτίαν ταύτην ωνομάσθη ο Όσιος ούτος Ευθύμιος. Αφ’ ου δε απέθανεν ο πατήρ του Αγίου, επροσφέρθη ο Όσιος από την μητέρα του εις τον Ευτρώϊον τον Επίσκοπον της Μελιτινής, από τον οποίον εσυναριθμήθη εις το τάγμα των κληρικών: ήτοι έγινεν Αναγνώστης. Επειδή δε εστάθη επιτήδειος εις την των ιερών μαθημάτων παιδείαν, και υπερέβαλεν όλους τους εναρέτους κατά την αύξησιν της ασκήσεως και αρετής, τούτου χάριν ηναγκάσθη να χειροτονηθή Πρεσβύτερος, και να δεχθή την προστασίαν και επιμέλειαν των ιερών ασκητηρίων και Μοναστηρίων. Όταν δε έφθασεν εις τους εικοσιεννέα χρόνους της ηλικίας του, επήγεν εις τα Ιεροσόλυμα. Και εσυγκατοίκησε μαζί με τον Όσιον Θεόκτιστον εις ένα σπήλαιον, το οποίον ευρίσκετο εις το βουνόν. Εκεί δε κατοικών ο Όσιος, πολλούς ανθρώπους ηλευθέρωσεν από δεινά πάθη και ασθενείας. Ούτος ο Όσιος εδιώρθωσεν Ευδοκίαν την βασίλισσαν, πεσούσαν εις την αίρεσιν των Μονοφυσιτών, και όρα εις την δεκάτην τρίτην του Αυγούστου. Ομοίως εδιώρθωσε και τον Όσιον Γεράσιμον, τον Ιορδανίτην, τον κατά απάτην πεσόντα εις την αυτήν αίρεσιν, και όρα εις την τετάρτην Μαρτίου.

Λέγεται δε, ότι και ο Όσιος ούτος, από πολλά ολίγα ψωμία έθρεψε τετρακοσίους ανθρώπους, οι οποίοι ήλθον εις το Μοναστήριον. Όχι μόνον δε αυτός έλυσε την στείρωσιν της μητρός του και εγεννήθη, αλλά και άλλας στείρας και ατέκνους γυναίκας, απέδειξε γονίμους και πολυτέκνους διά προσευχής του. Αυτός άνοιξε τας πύλας του ουρανού, καθώς και ο Μέγας Ηλίας, και έφερε βροχήν, και με αυτήν ιάτρευσε την γήν, η οποία έπασχεν από ακαρπίαν. Εφανέρωσε δε την εσωτερικήν λαμπρότητα της ψυχής του θείου Ευθυμίου, ο στύλος του πυρός, τον οποίον είδον οι παρεστώτες, ότι εκατέβη από τους ουρανούς, εις τον καιρόν οπού ελειτούργει ο Άγιος την αναίμακτον θυσίαν, και έλαμπε τον Όσιον, έως οπού ετελείωσεν ο καιρός της ιερουργίας. Σημείον δε και απόδειξις της τελείας καθαρότητος και αγνείας του Οσίου τούτου εστάθη, το να βλέπη νοερώς με το διορατικόν όμμα της ψυχής, τας διαθέσεις και καταστάσεις των ψυχών εκείνων, οπού επλησίαζον διά να μεταλάβουν τα άχραντα Μυστήρια: ήγουν, ποίος μεν, μεταλαμβάνει με καθαράν συνείδησιν, ποίος δε, με μεμολυσμένην. Φθάσας δε εις τον εννενηκοστόν έβδομον χρόνον της ζωής του, προς Κύριον εξεδήμησεν. Ήτον δε, κατά μεν το είδος του προσώπου, χαρίεις. Κατά δε τον τρόπον της ψυχής ήτον ευκολοπλησίαστος και απλούς. Κατά το χρώμα, ήτον άσπρος. Και κατά την ηλικίαν και το ανάστημα του σώματος, ήτον ευπρεπής και σεμνός. Είχε τας τρίχας άσπρας, και το γένειον μακρόν έως εις τα μηρία του.

Λέγουσι δε διά τον Άγιον τούτον, ότι όταν ένας Μοναχός έμελλε να αποθάνη, ο οποίος, ενομίζετο μεν, κατά τα έξω και τα φαινόμενα κοντά εις τους πολλούς, ότι ήτο σώφρων και εγκρατής και άγιος· κατά δε τα έσω και την καρδίαν, ήτον ακόλαστος και ακρατής, επειδή εσυγκατατίθετο και εγλυκαίνετο εις τους αισχρούς λογισμούς. Όταν, λέγω, ο Μοναχός ούτος έμελλε να αποθάνη, έβλεπεν ο μακάριος Ευθύμιος ένα Άγγελον, όστις εβάσταζεν ένα κοντάρι με τρία οδόντια, και με αυτό ανάσπα και εύγανε βιαίως την ψυχήν του αθλίου μοναχού εκείνου, και ευθύς ήκουσε και φωνήν, η οποία εφανέρονε τα κρυπτά και αισχρά του αποθανόντος διανοήματα. Η θεία φωνή, οπού ήκουσεν ο Άγιος, έλεγε ταύτα, ως εν τω κατά πλάτος Βίω τούτου οράται· «Καθώς η ψυχή αύτη δεν με ανάπαυσεν ούτε μίαν ημέραν, έτζι και σύ μη παύσης σπαράττων αυτήν, και δεινώς τιμωρούμενος».

Τελείται δε η του Οσίου Σύναξις εν τη αγιωτάτη Μεγάλη Εκκλησία. (Τόν κατά πλάτος Βίον του Οσίου τούτου όρα εις το Εκλόγιον.) Τόν ελληνικόν τούτου Βίον συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Καί παντός μεν άλλου πράγματος». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη ιερά Μονή των Ιβήρων και εν άλλαις.) Σημείωσαι, ότι εις τον Μέγαν τούτον Ευθύμιον, οκτωήχους Κανόνας εφιλοπόνησεν ο οσιολογιώτατος διδάσκαλος κύριος Χριστοφόρος ο Προδρομίτης, και ο βουλόμενος ζητησάτω τούτους.

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Υμνολογική εκλογή.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’.

Ευφραίνου έρημος η ου τίκτουσα, ευθύμησον η ουκ ωδίνουσα’ ότι επλήθυνέ σοι τέκνα, ανήρ επιθυμιών των του Πνεύματος, ευσεβεία φυτεύσας, εγκρατεία εκθρέψας, εις αρετών τελειότητα. Ταις αυτού ικεσίαις, Χριστέ ό θεός, ειρήνευσον την ζωήν ημών.

Ας ευφραίνεσε συ η έρημος που δεν τίκτεις, κι ας ευθυμείς συ που δεν πονάς από τον τοκετό, γιατί όχι μόνο σου έφερε παιδιά αλλά και σου τα έκαμε πλήθος ένας άνδρας, που διακατέχεται από τις επιθυμίες του Αγίου Πνεύματος. Με την ευσέβεια τα φύτευσε, με την εγκράτεια τα ανέθρεψε, για να φθάσουν στην τελειότητα των αρετών. Με τις ικεσίες του λοιπόν, Χριστέ ο Θεός μας, ειρήνευσε τη ζωή μας.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετά τον Πολυέλεον. Κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν και Λόγον.

Την πτωχείαν την όντως του δι’ ημάς, εκ Παρθένου τεχθέντος αναλαβών, ηγήσω τα πρόσκαιρα, ωσεί χόρτον μακάριε’ του γνωστικού γαρ ξύλου, γευσάμενος Όσιε, Μοναζόντων εδείχθης, Διδάσκαλος ένθεος’ όθεν και προς ζήλον, αγγελικής πολιτείας, διήγειρας άπαν¬τας, και προς γνώσιν της Πίστεως. Σημειοφόρε Ευθύμιε, πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την αγίαν μνήμην σου.

Αφού έλαβες πάνω σου την πραγματική πτωχεία του Χριστού, θεώρησες σαν χορτάρι, που φαίνεται και ξηραίνεται τα πρόσκαιρα πράγματα του κόσμου, μακάριε, και αφού στη ζωή σου γεύθηκες το ξύλο της γνώσεως του Θεού, έγινες και αναδείχθηκες διδάσκαλος των μοναχών γεμάτος με το Πνεύμα του Θεού. Με όλα αυτά ξεσηκώνεις και οδηγείς όλους προς τον ζήλο για την αγγελική πολιτεία και τη γνώση της πίστεως. Αγιε Ευθύμιε, που πολλά σημεία αγιότητος έδειξες, πρέσβευε στον Χριστό και Θεό μας να δωρίσει άφεση των αμαρτιών, σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου μνήμη.

Κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν και Λόγον.

Εγκρατείας ελαίω την της ψυχής, εκπληρώσας λαμπάδα πνευματικώς, πόθων την αείφωτον, του Νυμφίου σου έλευσιν, προσευχαίς αγρύπνοις, ετήρησας Όσιε, και εν νυμφώνι τούτου, ευφραίνη μακάριε’ όθεν επαξίως, την τρυφήν εκομίσω, την όντως αείζωον, και θαυμά¬των ενέργειαν. θεοφόρε Ευθύμιε, πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την αγίαν μνήμην σου.

Γέμισες με το έλαιο της εγκρατείας την λαμπάδα της ψυχής σου, και την πάντοτε φωτεινή έλευση του Νυμφίου σου με πόθο περίμενες, και έφθασες με άγρυπνες προσευχές, όσιε, και στον νυμφώνα Του ευφραίνεσαι, μακάριε. Τώρα την αιώνια και ατελείωτη απόλαυση κέρδισες επάξια. Επίσης σου χάρισε ο Θεός και την ενέργεια των θαυμάτων. Θεοφόρε Ευθύμιε, πρέσβευε στον Χριστό και Θεό μας να δωρίζει άφεση αμαρτιών σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου μνήμη.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Ως απαρχάς της φύσεως.

Εν τη σεπτή γεννήσει σου, χαράν η κτίσις εύρατο’ και εν τη θεία μνήμη σου Όσιε, την ευθυμίαν έλαβε των πολλών σου θαυμάτων’ εξ ων παράσχου πλουσίως ταις ψυχαίς ημών, και αποκάθαρον αμαρτη¬μάτων κηλίδας, όπως ψάλλωμεν, Αλληλούια.

Η κτίση όλη κατά την σεπτή σου γέννηση δοκίμασε μεγάλη χαρά, και στην κοίμησή σου βρήκε την ευθυμία, όσιε, από τα πολλά σου θαύματα. Από τα θαύματά σου αυτά χάρισε και σε μας και καθάρισέ μας από τις κοιλίδες της αμαρτίας, για να ψάλλουμε: Αλληλούια.

Ο Οίκος. Οι εν πάση τη γη μαρτυρήσαντες.

Εκ ράθυμου καρδίας την αίνεσιν, πώς προσοίσω ό άθλιος δέδοικα, και υμνήσω τον μέγαν Ευθύμιον; αλλά τούτου θαρρών ταις δεήσεσιν, εν ευθυμία και σπουδή πολλή, τη ωδή εγχειρήσω, και πάσιν εξείπω αυτού την πολιτείαν, και την γέννησιν, και πώς οι τούτου γονείς έψαλλον το, Αλληλούια.

Φοβούμαι ο άθλιος πώς να πλησιάσω και να υμνήσω τον Μέγαν Ευθύμιον, τρέμει η δύναμη της καρδιάς μου. Αλλά παίρνοντας θάρρος από τις δικές του δεήσεις θα προχωρήσω στην ύμνησή του με ευθυμία και προθυμία, και σε όλους θα διακηρύξω τη ζωή του και τη γέννησή του, και πώς οι γονείς του έψαλαν το: Αλληλούια.

Συναξάριον.

Τη Κ’ του αυτού μηνός (Ιανουαρίου), μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ευθυ¬μίου του Μεγάλου.
Στίχοι. Τι κοινόν Ευθύμιε σοι και τω βίω;
Προς Αγγέλους άπαιρε τους ξένους βίου.
Λήξε βίου Ευθύμιος εικάδι ήϋγένειος.
Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε σένα, Ευ΄θυμιε, και στη ζωή, που αναχωρείς προς τους αγγέλους, οι οποίοι είναι ξένοι προς την γήινη ζωή.
Κατά την εικοστή του μηνός έληξε η ζωή του Ευθυμίου.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Βάσσου, Ευσεβίου, Ευτυχίου και Βασιλίδου.
Στίχοι. Χείρας Βάσσου τέμνουσι χείρες δημίων,
Χείρες βέβηλοι, χείρας ηγιασμένας.
Τα χέρια του Βάσσου τα κόβουν χέρια των δημιων, χέρια βέβηλα τα χέρια τα άγια.
Τμηθείς πέλυξιν Ευσέβιος πάν μέλος,
Την Ορθόδοξον Πίστιν άτρωτος μένει.
Ενώ χτυπήθηκε με τα τσεκούρια ο Ευ΄σεβιος, την ορθόδοξη πίστη την κράτησε άτρωτη.
Ευτύχιον εις μέρη διειλον τρία,
θείως θεού πρόσωπα τιμώντα τρία.
Τον Ευτύχιο τον χώρισαν σε τρία μέρη επειδή τιμούσε τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Απορραγήναι μη θέλων Βασιλίδης,
Μοίρας Αθλητών, ερράγη την γαστέρα.
Ο Βασιλείδης μη θέλοντας να αποχωρισθεί από τους άλλους μάρτυρες, υπέμεινε το μαρτύριο.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Ιννά, Πιννά, και Ριμμά.
Στίχοι. θάλψις δεχέσθω τους αθλητάς του κρύους,
Ιννάν, Πιννάν, Ριμμάν τε, τους κρυσταλλίνους.
Η θαλπωρή του παραδείσου ας δεχθεί τους τρεις μάρτυρες του κρύου, που αναδείχθηκαν με τη ζωή και το μαρτύριο κρυστάλλινοι.

Τη αυτή ημέρα, μνήμη του μακαρίου Πέτρου του Τελώνου.
Στίχοι. Καλεί σε Πέτρε Χριστός εκ τελωνίου,
Προς αρετήν πρίν, νυν δε προς τρυφήν πόλου.

Ο Χριστός, Πέτρε, σε κάλεσε από το τελωνείο πρώτα για την αρετή, και τώρα για την απόλαυση του ουρανού.

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων θύρσου και Αγνής, ων η Σύναξις τελείται πλησίον των Ελενιανών.
Στίχοι. θύρσος συν Αγνή Χριστόν ηγαπηκότες,
θάνατον ηγάπησαν ασμένως πάνυ.
Ο Θύρσος και η Αγνή αγάπησαν τον Χριστό και γι’ αυτό με ευχαρίστηση αγάπησαν και τον μαρτυρικό θάνατο.

Μνήμη του ευσεβεστάτου βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου, του καλουμένου Μακέλλη, θρακός, του βασιλεύσαντος εν έτει υνζ’ (457).
Στίχοι. Ανακτα πιστόν τον Λέοντα τον μέγαν,
Έστεψε Χριστός ουρανοκράτωρ άναξ.
Τον μεγάλο βασιλέα Λέοντα τον έστεψε σαν άγιο ο Βασιλέας Χριστός, που κυριαρχεί στους ουρανούς.

Μνήμη και της Αγίας Μάρτυρος Αννης.
Στιχοι. Άννα ποθούσα τον νοητόν Νυμφίον,
Αυτώ προσήλθε δια του μαρτυρίου.
Η Αννα ποθώντας τον νοητό Νυμφίο, τον Χριστό, πήγε κοντά Του με το μαρτύριο.

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ζαχαρίας, ο μαρτυρήσας εν ταις Παλαιαίς Πάτραις της Πελοποννήσου εν έτει αψπβ’ (1782), τα σκέλη σχι¬σθείς, τελειούται.
Στίχοι. Σκελών πλατυσμώ εν πλάτει οικείς πόλου,
Ω Ζαχαρία, και βραβείον λαμβάνεις.

Μαρτύρησες με κακοποιήσεις των σκελών σου, αλλά τώρα κατοικείς στον ουρανό και λαμβα΄νεις βραβείο από τον Θεό.

Ταις αυτών Αγίαις πρεσβείαις, ο θεός, ελέησον ημάς.
Αμήν.

Εξαποστειλάριον. Ήχος β’. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Εκ μήτρας καθηγίασε, θεός σε Πάτερ Όσιε, Ιερεμίαν ως πάλαι, και Σαμουήλ θεοφόρε, προφήτην θείον δείξας σε, τερατουργέ Ευ¬θύμιε, των Αγγέλων ομόσκηνε’ μεθ’ ων μνημόνευε πάντων, των σε πιστώς ανυμνούντων.

Πριν γεννηθείς ο Χριστός σε ανέδειξε άγιον, όπως παλιά τον Ιερεμία και τον Σαμουήλ, δείχνοντάς σε προφήτην θείον, θαυματουργέ Ευθύμιε, που τώρα είσαι ομόσκηνος με τους αγγέλους, με τους οποίους πρέσβευε για όσους με πίστη σε ανυμνούν.

Έτερον. Όμοιον.

Ως πάλαι του βλαστήσαντος, Προδρόμου θείος Άγγελος, εκ στειρευούσης νηδύος, τον σον κατήγγειλε τόκον’ διό και τούτου γεγο¬νός, εκμαγείον Ευθύμιε, Βαπτιστής ορεσίτροφος, ακτήμων άοικος πάσι, χαρίσμασι διαλάμπων.

Όπως παλιά του Προδρόμου την γέννηση από στείρα μητέρα την ανήγγειλε θείος άγγελος, έτσι τώρα και τη δικής ου. Αυτού του Προδρόμου έγινες τέλειο ομοίωμα, λάμποντας ζώντας με τα Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, και τρεφόμενος στα βουνά, χωρίς να κατοικείς σε σπίτι, χωρίς να έχεις περιουσία.

Δοξαστικόν Οσιακό. Ήχος πλ. δ’. Συκεώτου.

Των Μοναστών τα πλήθη, τον καθηγητήν σε τιμώμεν Ευθύμιε’ δια σου γαρ την τρίβον, την όντως ευθείαν πορεύεσθαι έγνωμεν. Μακά¬ριος εί, τω Χριστώ δουλεύσας, και εχθρού θριαμβεύσας την δύναμιν, Αγγέλων συνόμιλε, του Παύλου συμμέτοχε του Θηβαίου’ μεθ’ ων πρέσβευε τω Κυρίω, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.

Των μοναχών τα πλήθη σε τιμούμε, Ευθύμιε, σαν τον καθηγητή και οδηγό μας, διότι από σένα γνωρίσαμε να πορευόμαστε τον πραγματικά ευθύ δρόμο. Μακάριος είσαι συ που δούλευσες στον Χριστό, και θριάμβευσες εναντίον του εχθρού αφού κατανίκησες τη δύναμή του. Συ είσαι τώρα πια στη συντροφιά των αγγέλων και ζης μαζί με τον Παύλο τον Θηβαίο, με τους οποίους πρέσβευε να χαρίσει ο Θεός το έλεός Του και σε μας.

Μεγαλυνάριον. (Εκ του ενιαυσίου στεφάνου.) Γερασίμου.

Εξ ακαρπου μήτρας αποτεχθείς, κατάκαρπος ώφθης, τοις του Πνεύ¬ματος αγαθοίς, δι’ ων αγαθύνεις, Πατέρων τας χορείας, Ευθύμιε παμμάκαρ, ασκήσας άριστα.

Γεννήθηκες από άκαρπη μήτρα, αλλά αναδείχθηκες κατάκαρπος με τα αγαθά του Αγίου Πνεύματος, με τα οποία αναδεικνύεις αγαθές τις χορείες των πατέρων, παμμακάριστε Ευθύμιε, με την άριστή σου άσκηση.

Απόδοση, Ιωάννης Τρίτος.

Παράβαλε και:
20 Ιανουαρίου, μνήμη και του Αγίου Νεομάρτυρος Ζαχαρίου του εν παλαιαίς Πάτραις Μαρτυρήσαντος.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.