1. (840.) Αι μεν όσιαι αρεταί, τη του Ιακώβ κλίμακι παρεοίκασιν, αι δε ανόσιοι κακίαι, τη αλύσει τη εκπεσούση εκ Πέτρου του κορυφαίου. Διο αι μεν μία τη μια συνδεθείσαι, εις ουρανόν τον προαιρούμενον αναφέρουσιν• αι δε ετέρα την ετέραν γεννάν και συσφίγγειν πεφύκασιν. Διο και ηκούσαμεν νυν του ασυνέτου θυμού γέννημα αυτού οικείον την μνησικακίαν υπάρχειν φήσαντος, όθεν και καιρού νυν καλούντος αρτίως περί αυτής είπωμεν.
2. Μνησικακία εστί θυμού κατάληξις, αμαρτημάτων φύλαξ, δικαιοσύνης μίσος, αρετών απώλεια, ιός ψυχής, σκώληξ νοός, προσευχής αισχύνη, δεήσεως εκκοπή• αγάπης αλλοτρίωσις, ψυχής ήλος πεπηγώς, ανόδυνος αίσθησις εν ηδύτητι πικρίας αγαπωμένη, διηνεκής αμαρτία, άϋπνος παρανομία, κάθωρος κακία. Εν και τούτο σκοτεινόν, και αηδές πάθος, λέγω δη το της μνησικακίας των γεννωμένων και ου γεννώντων, η και γεννώντων καθέστηκεν• όθεν περί αυτού ου πλείστα λέγειν βουλόμεθα.
3. Ο παύσας οργήν ανείλε μνησικακίαν• του γαρ πατρός ζώντος τεκνογονία γίνεται.
4. Ο κτησάμενος αγάπην, εξενίτευσε μήνιδος• ο δε εχθραίνων, κόπους ακαίρους εαυτώ συναθροίζει•
5. Τράπεζα απρόσεκτος μήτηρ παρρησίας, και δια θυρίδος αγάπης εισπηδήσει γαστριμαργία.
6. Είδον μίσος πορνείας δεσμόν χρόνιον διαρρήξαν, και μνησικακίαν εκεί άδεσμον αυτόν του λοιπού παραδόξως διατηρήσασαν• θαυμαστόν όραμα [θέαμα, al. πράγμα], δαίμονα τον δαίμονα ιώμενον. Τούτο δε ίσως έργον Θεού οικονομικώς, και ου δαιμόνων καθέστηκε.
7. Μακράν από αγάπης στερράς φυσικής μνησικακία, ευχερώς δε πορνεία πλησιάζει αυτή• και λεληθότως οράς εν περιστερά φθείραν.
8. Μνησικακών μνησικάκει δαίμοσι, και εχθραίνων έχθραινε τω σώματι δια παντός. Αγνώμων και δόλως φίλος η σαρξ• και θεραπευομένη, μειζόνως αδικεί•
9. γραφικός υφηγητής μνησικακία• προς την ιδίαν είδησιν τα του Πνεύματος λόγια αλληγορών. Αισχυνέτω αυτόν Ιησού η προσευχή, ην λέγειν συν αυτώ ου δυνάμεθα•
10. οπόταν πολλά πυκτεύσας το σκώλον διαλύσαι εις τέλος ου δύνασαι, μετανόει τω εχθρώ, καν τω στόματι, ιν ἐπὶ πολύ υπόκρισιν την προς αυτόν αιδεσθείς, τελείως αποδέξη υπό του συνειδότος, ως υπό πυρόςνυττόμενος•
11. τότε γνώση εαυτόν της σηπεδόνος ταύτης απαλλαγέντα, ουχ όταν υπέρ του λυπήσαντος εύξη, ουδ όταν αυτόν δώροις ανταμείψη, ουδ όταν επί τράπεζαν άγης, αλλ’ όταν αυτόν η εν τοις κατά ψυχήν, ή σωματικήν συμφοράν δεξάμενον ακούσης και ως εφ’ ἑαυτώ, οδυνηθής και δακρύσης.
12. Μνησίκακος ησυχαστής, εμφωλεύουσα ασπίς, ιόν θανατηφόρον εν εαυτή περιφέρουσα. Μνήμα παθημάτων Ιησού ιάσεται μνησικακίαν εκ της αυτού ανεξικακίας ισχυρώς αισχυνομένην.
13. Ξύλω σαθρώ ένδοθεν εναποτίκτονται σκώληκες: και πραοτάτοις και ησυχίοις νόθοις συγκολλάται μήνις. Ο αποβάλλων αυτήν, εύρεν άφεσιν, ο δε προσκολλώμενος αυτή, εστερήθη οικτιρμών.
14. Εις πόνους και ιδρώτας δια συγχώρησιν εαυτούς τινες εκδεδώκασιν• αμνησίκακος δε ανήρ (844.) προκατελάβετο τούτους• είπερ άφετε συντόμως, και αφεθήσεται ημίν πλουσίως•
15. της γνησίας η αμνησικακία τεκμήριον• ο δε ταύτην κατέχων, και μετανοείν δοκών, όμοιός εστι τω καθ’ ύπνους τρέχειν δοκούντι.
16. Είδον μνησικάκους περί αμνησικακίας• άλλοις μνησικάκοις παραινέσαντες και τους οικείους λόγους εντραπέντες, του πάθους επαύσαντο.
17. Μηδείς ψιλόν πάθος την εσκοτισμένην ταύτην υπονοήσοιτο• πέφυκε γαρ πολλάκις και μέχρι των πνευματικών ανδρών επεκτείνεσθαι
Βαθμός έννατος ο κτησάμενος, παρρησία λοιπόν την λύσιν των πταισμάτων αιτείτω παρά του Σωτήρος Ιησού.
ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ – ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ
ΛΟΓΟΣ ΕΝΑΤΟΣ
Περί μνησικακίας
1. ΟΜΟΙΑΖΟΥΝ, οι μεν ευλογημένες και όσιες αρετές με την κλίμακα του Ιακώβ, οι δε ανόσιες κακίες με την αλυσίδα που έπεσε από τα χέρια του κορυφαίου Αποστόλου Πέτρου (πρβλ. Πραξ. ιβ´ 7). Διότι οι μεν πρώτες, καθώς η μία οδηγεί στην άλλη, ανεβάζουν στον ουρανό εκείνον που το επιθυμεί. Ενώ οι άλλες, οι κακίες, έχουν τη συνήθεια να γεννούν η μία την άλλη και να συσφίγγωνται μεταξύ τους. Δια τούτο και μόλις προηγουμένως ακούσαμε τον ασύνετο θυμό να ονομάζη ιδικό του τέκνο την μνησικακία. Τώρα λοιπόν που το καλεί ο καιρός, ας ομιλήσωμε και γι’ αυτήν.
2. Μνησικακία σημαίνει κατάληξις του θυμού, φύλαξ των αμαρτημάτων, μίσος της δικαιοσύνης, απώλεια των αρετών, δηλητήριο της ψυχής, σαράκι του νου, εντροπή της προσευχής (1), εκκοπή της δεήσεως, αποξένωσις της αγάπης, καρφί εμπηγμένο στην ψυχή, αίσθησις δυσάρεστη που αγαπάται μέσα στην γλυκύτητα της πικρίας της, συνεχής αμαρτία, ανύστακτη παρανομία, διαρκής κακία. Και τούτο το σκοτεινό και δύσμορφο πάθος, η μνησικακία δηλαδή, ανήκει στα πάθη που γεννώνται από άλλα πάθη και όχι σε αυτά που γεννούν. Γι’ αυτό δεν σκοπεύομε να ομιλήσωμε πολύ περί αυτής.
3. Όποιος κατέπαυσε την οργή, αυτός εφόνευσε την μνησικακία, διότι για να γεννηθούν τέκνα, πρέπει να ζη ο πατέρας.
4. Όποιος απέκτησε την αγάπη, έγινε ξένος της οργής. Εκείνος όμως που διατηρεί την έχθρα, συσσωρεύει στον εαυτόν του άσκοπα ενοχλητικά βάρη.
5. Η τράπεζα και το γεύμα της αγάπης διαλύουν το μίσος, και τα ειλικρινή δώρα μαλακώνουν την ωργισμένη ψυχή. Η απρόσεκτη συμπεριφορά κατά την τράπεζα, είναι μητέρα της παρρησίας. Και από το παράθυρο της αγάπης κάνει την εμφάνισί της στην τράπεζα η γαστριμαργία.
6. Είδα μίσος να διασπά πολυχρόνιο πορνικό δεσμό, και είδα -πράγμα παράδοξο!- μνησικακία να τον διατηρή πλέον οριστικά διαλελυμένο. Θαυμαστό πράγματι θέαμα! Ένας δαίμων να θεραπεύη από άλλον δαίμονα! Πρόκειται μάλλον για έργο της προνοίας και επεμβάσεως του Θεού, και όχι της θελήσεως των δαιμόνων.
7. Η μνησικακία ευρίσκεται μακρυά από την φυσική και αυθόρμητη και στερεωμένη αγάπη. Σ’ αυτήν όμως την αγάπη, πλησιάζει εύκολα η πορνεία, και βλέπεις στο περιστέρι να εισχωρή ανεπαίσθητα η ψείρα.
8. Να μνησικακής πολύ εναντίον των δαιμόνων και να εχθρεύεσαι πολύ και διαρκώς την σάρκα σου. Η σάρκα είναι ένας αχάριστος και δόλιος φίλος, και όσο την περιποιείται κανείς, τόσο περισσότερο αυτή βλάπτει.
9. Η μνησικακία γίνεται και ερμηνευτής των Γραφών, προσαρμόζοντας και εξηγώντας τα λόγια του Αγίου Πνεύματος κατά τις ιδικές της διαθέσεις. Ας την καταισχύνη όμως η προσευχή που μας παρέδωσε ο Ιησούς, (το «Πάτερ ημών»), την οποία δεν μπορούμε να την ειπούμε όπως αυτός, εάν μνησικακούμε.
10. Αν δεν μπορής, μολονότι επάλαιψες πολύ, να διαλύσης εντελώς το σκάνδαλο της μνησικακίας, δείξε στον εχθρό σου, έστω με λόγια, ότι μετενόησες. Έτσι θα συμβή να εντραπής την παρατεινομένη υποκρισία σου, και να τον αγαπήσης ολοκληρωτικά, κεντώμενος και καιόμενος σαν με πυρ από τις τύψεις της συνειδήσεως.
11. Τότε θα καταλάβης ότι απηλλάγης από αυτήν την «σαπίλα», την μνησικακία δηλαδή, όχι όταν προσεύχεσαι για εκείνον που σε ελύπησε ούτε όταν του προσφέρης δώρα ούτε όταν του στρώσης τράπεζα, αλλά όταν μάθης πως του συνέβη κάποια συμφορά, ψυχική ή σωματική, και πονέσης και κλαύσης σαν να επρόκειτο για τον εαυτό σου.
12. Ησυχαστής που διατηρεί μνησικακία ομοιάζει με εμφωλεύουσα ασπίδα, η οποία περιφέρει μέσα της θανατηφόρο δηλητήριο. Η ανάμνησις των παθημάτων του Ιησού, θα θεραπεύση την ψυχή που μνησικακεί, διότι θα αισθάνεται υπερβολική εντροπή, ενώ θα αναλογίζεται την ιδική Του ανεξικακία.
13. Στο σάπιο ξύλο γεννώνται σκουλήκια. Ομοίως και σε ανθρώπους με πραότατη επιφανειακή συμπεριφορά και νοθευμένη ηρεμία και ησυχία, προσκολλάται η οργή. Όποιος την απεδίωξε από μέσα του, ευρήκε την άφεσι των αμαρτιών του. Όποιος αντιθέτως προσκολλάται σ’ αυτήν, εστερήθηκε τους οικτιρμούς του Θεού.
14. Μερικοί υπέβαλαν τον εαυτό τους σε κόπους και ιδρώτας για να επιτύχουν την συγχώρησι. Ο αμνησίκακος όμως άνδρας τους ξεπέρασε, εφ’ όσον ασφαλώς είναι αληθινός ο λόγος «άφετε – συντόμως- και αφεθήσεται υμίν – πλουσίως» (πρβλ. Λουκ. στ´ 37).
15. Η αμνησικακία είναι απόδειξις της γνησίας μετανοίας. Εκείνος δε που διατηρεί την έχθρα και νομίζει ότι έχει μετάνοια, ομοιάζει μ’ αυτόν που του φαίνεται στον ύπνο του ότι τρέχει.
16. Είδα μνησικάκους να παροτρύνουν άλλους στην αμνησικακία. Και έτσι αισθάνθηκαν εντροπή από τα ίδια τους τα λόγια και απηλλάγησαν από το πάθος τους.
17. Ας μη θεωρήση κανείς ασήμαντο πάθος τούτη την «σκοτομήνη», δηλαδή την μνησικακία. Διότι πολλές φορές συμβαίνει να καταλαμβάνη ακόμη και τους πνευματικούς άνδρας.
Βαθμίς ενάτη! Όποιος την κατέκτησε, ας ζη πλέον με παρρησία την συγχώρησι των πταισμάτων του από τον Σωτήρα Χριστόν.
———-
1. Η εντροπή έγκειται στο ότι αναφερόμεθα προς τον Θεόν, λέγοντας στο «Πάτερ ημών», «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν. . . », καθ’ ην στιγμήν, ούτε συγχωρούμε τους άλλους ούτε λησμονούμε το κακό που τυχόν μας έχουν κάνει.
Η/Υ ΠΗΓΗ:
www.nektarios.gr
Παράβαλε και:
Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος – Λόγος πρώτος, περί αποταγής.
Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος – Λόγος 20-ος, περί Δειλίας.
Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος – Λόγος 21-ος, περι κενοδοξίας.