Ο Κύριλλος Λούκαρις και η συνέχεια του ελληνισμού – Κωνσταντίνου Χολέβα.

Συμπληρώνονται φέτος 400 χρόνια από τη συγγραφή δύο εξαιρετικών κειμένων του μαρτυρικού πατριάρχου και λογίου Κυρίλλου Λουκάρεως. Το 1616 ευρισκόμενος στη Μολδαβία, περιοχή φόρου υποτελή στους Οθωμανούς, ο Λούκαρις συνέγραψε δύο ομολογίες Ορθοδοξίας και Ελληνικότητος με στόχο πρώτον να καταπολεμήσει την προπαγάνδα του πάπα και των Ιησουιτών και δεύτερον να τονώσει την εθνικοθρησκευτική ταυτότητα των υπόδουλων Ελλήνων.
Ο Κύριλλος Λούκαρις γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1572 και σπούδασε στη Βενετία και στην Πάδοβα της Ιταλίας. Απεστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη νότιο Ρωσία, Μολδαβία, Ουκρανία και Πολωνία για να εργασθεί κατά της Ουνίας. Το 1601 διεδέχθη στο θρόνο της Αλεξανδρείας τον σοφό Πατριάρχη Μελέτιο Πηγά. Τον Νοέμβριο του 1620 εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη. Οι ραδιουργίες των ξένων θρησκευτικών προπαγανδών τον κατέστησαν ύποπτο στα μάτια των Τούρκων, οι οποίοι τον στραγγάλισαν στις 27 Ιουνίου 1638. Για τις θεολογικές του διατριβές έχουν γραφεί πολλά και αφήνω το θέμα αυτό στους ειδικούς.
Θα ήθελα ως μελετητής της ιστορίας και της εθνικής μας ταυτότητας να μείνω περισσότερο στην εθνική αφύπνιση των υποδούλων, την οποία επιχειρεί ο Λούκαρις με τα δύο περίφημα κείμενα του 1616, γραμμένα σε γλώσσα δημώδη, της εποχής εκείνης. Έχουν σήμερα ιδιαίτερη αξία αυτά τα κείμενα, διότι από τους διαστρεβλωτές της ιστορίας μας αμφισβητείται η διαχρονική συνέχεια του ελληνισμού.
Λέγουν, δηλαδή, ότι κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν υπήρχε ελληνική εθνική συνείδηση και ότι ο δυτικός Διαφωτισμός τον 18ο αιώνα μας δίδαξε ότι είμαστε Έλληνες!
Αφήνω να τους απαντήσει ο μαχητικός Ιεράρχης. Το πρώτο κείμενο του Λουκάρεως έχει τίτλο «Διάλογος βραχύς μεταξύ Ζηλωτή και Φιλαλήθη» και από αυτό επιλέγω το ακόλουθο χαρακτηριστικό απόσπασμα, στο οποίο φαίνεται η δυναμική απόκρουση της προπαγάνδας των Ιησουιτών και η άρρηκτη σύνδεση Ορθοδοξίας και Ελληνισμού:
«Πρέπον είναι, ω άνδρες Έλληνες και της Ανατολικής Εκκλησίας γνήσια παιδία, αν ίσως (λέγω) και ήμασθεν ξεπεσμένοι από βασιλείαν και από πλούτη και ανάπαυσες όπου έχει ο κόσμος, να μην προδώσωμεν κατά την ευγένειαν της ψυχής μας… Ενθυμηθήτε, άνδρες Έλληνες, τους περασμένους καιρούς και θέλετε ιδεί ότι κανένα καιρόν οι Λατίνοι του γένους μας φίλοι δεν ήτονε. Ο Πάπας και οι υπερασπισταί του πάντοτε ήσαν εχθροί του γένους μας, πάντοτε την απώλειαν της βασιλείας μας ήθελαν…. Διά τούτο όταν σας λέγουσι «η Εκκλησία της Ρώμης και της Κωνσταντινουπόλεως είναι μία και δεν είναι ανά μέσον μας διαφορά», με κακήν διάθεση σας το λέγουν διότι αυτοί όλοι, και Γεζουίται και Φράροι, εις τα βιβλία όπου γράφουν και εις τας διδαχαίς όπου κάμνουν, ημάς τους Έλληνες μας κράζουν σχισματικούς και αιρετικούς αποστάτας και κάθε άλλον κακό όνομα…».
Ο Λούκαρις χρησιμοποιεί τον όρο «η βασιλεία μας» για να υποδηλώσει την Βυζαντινή Αυτοκρατορία (Ρωμανία), αποδεικνύοντας ότι οι υπόδουλοι Έλληνες αισθάνονταν συνεχιστές και κληρονόμοι της. Τον όρο Φράροι χρησιμοποιεί για τους Ρωμαιοκαθολικούς μοναχούς από την γαλλική λέξη freres = αδελφοί. Τονίζω με έμφαση τη χρήση του εθνικού ονόματος Έλληνες, διότι απαντά σε εκείνους οι οποίοι σταματούν τον Ελληνισμό στο τέλος της κλασσικής Ελλάδος και τον ξαναβρίσκουν γύρω στο 1780!
Ύμνος στην Ορθόδοξη Πίστη και στην Ελληνική συνείδηση των υποδούλων είναι και το δεύτερο κείμενο, το οποίο έγραψε ο Κύριλλος Λούκαρις το 1616. Υπενθυμίζει ότι η ελληνική παιδεία διώκεται από τους Τούρκους και απαντά έτσι στους σημερινούς υμνητές των Οθωμανών και στους αρνητές του Κρυφού Σχολειού. Διδάσκει στους ομοδόξους και ομοεθνείς του να επιδιώκουν τα γράμματα και τη μόρφωση. Αλλά πιο σημαντική και από την κοσμική παιδεία να θεωρούν τη Χριστιανική Πίστη και να είναι έτοιμοι να θυσιασθούν για αυτήν.
Η αναφορά σε Έλληνες και Ελλάδα είναι πάλι ενδεικτική του γεγονότος ότι οι πρόγονοί μας επί Τουρκοκρατίας διεφύλαξαν ως κόρην οφθαλμού την εθνική τους ταυτότητα χρησιμοποιώντας παράλληλα τα εθνικά ονόματα Έλλην, Ρωμηός (από τη Νέα Ρώμη – Κωνσταντινούπολη) και Γραικός. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Όσον πως δεν έχομεν σοφίαν και μαθήματα αλήθεια είναι. Αμή ας μετρήσουν δύο πράγματα οι Λατίνοι: Πρώτον ότι τον καιρόν όπου η σοφία επολιτεύετο εις την Ελλάδα, τους Λατίνους οι Έλληνες τους είχαν δια βαρβάρους και τώρα αν εβαρβαρώθημεν ημείς και εκείνοι εσοφίσθησαν παράξενον δεν είναι.
Η πτωχεία και η αφαίρεσις της βασιλείας μας το έκαμαν και ας έχωμεν υπομονήν. Δεύτερον ας λογιάσουν ότι αν δεν έχωμεν σοφίαν εξωτέραν, χάριτι Χριστού έχομεν σοφίαν εσωτέραν και πνευματικήν, η οποία στολίζει την ορθόδοξόν μας πίστιν. Και εις τούτο πάντοτε είμεσθεν ανώτεροι από τους Λατίνους….
Αν είχε βασιλεύσειν ο Τούρκος εις την Φραγκίαν δέκα χρόνους χριστιανούς εκεί δεν εύρισκες, και εις την Ελλάδα τώρα τριακοσίους χρόνους ευρίσκεται και κακοπαθούσιν οι άνθρωποι και βασανίζονται διά να στέκουσιν εις την πίστην τους…. Την σοφία σου δεν την εθέλω ομπρός εις τον σταυρόν του Χριστού. Κάλλιο ήτο να έχη τινάς και τα δύο, δεν το αρνούμαι, πλην από τα δύο τον σταυρόν του Χριστού προτιμώ».
Δηλαδή: Οι Έλληνες έχασαν τη βασιλεία τους, την αυτοκρατορία τους, και τώρα υφίστανται τα πάνδεινα από τους Τούρκους, αλλά με αίμα και θυσίες διατηρούν την Πίστη τους στο Χριστό. Αν τέτοια μαρτύρια είχαν υποστεί μόνο για δέκα χρόνια οι Χριστιανοί της δυτικής Ευρώπης, θα είχαν αλλαξοπιστήσει όλοι.
Ο Ορθόδοξος Ελληνισμός επιβιώνει, διότι αγαπά μεν τη γνώση, δεν την κάνει όμως αυτοσκοπό με τίμημα την απώλεια της εθνοθρησκευτικής του ταυτότητος. Αυτά διδάσκει ο Κύριλλος Λούκαρις, όχι μόνο στους Έλληνες της εποχής του, αλλά και στους σημερινούς. Διαβάζοντας τα κείμενά του κατανοούμε ότι αυτό το Έθνος αντιμετωπίζει όλες τις δυσκολίες και επιβιώνει, διότι διαφυλάσσει την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη και τη διαχρονική ελληνική συνείδηση και διότι γνωρίζει να εκτιμά τη σοφία του Σταυρού περισσότερο από τη σοφία του κόσμου.
Πριν από τετρακόσια ακριβώς έτη, ευρισκόμενος τότε προσωρινά στη Μολδαβία, ο εθνομάρτυς Ιεράρχης Κύριλλος Λούκαρις κατέγραψε και επιβεβαίωσε τη συνέχεια του Ελληνισμού δίδοντας σοφά διδάγματα στους καλοπροαίρετους και ελληνορθόδοξη μαρτυρία στους αμφισβητίες του τότε και του σήμερα.
Βιβλιογραφία: Κωνσταντίνου Σκουτέρη, Κείμενα του Νέου Ελληνισμού, Εκκλησία της Ελλάδος, Αθήνα 1971.
Γιώργου Καραμπελιά, 1821 – Η Παλιγγενεσία, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2015.

Πηγή: Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία, Τεύχος 278, Φεβρουάριος 2016

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Ιστορικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.