Τα επόμενα είναι λόγια ανθρώπινα, απόσταγμα χρυσής ψυχής, που καταυγάζεται από τις υπέρλαμπρες αυγές του Αγίου Πνεύματος! Λόγια καταλληλότατα για κάθε άνθρωπο που ταλαιπωρείται από τα αναπάντεχα του βίου!
Ελάτε να παρηγορηθούμε και να ενισχυθούμε από τον Άγιο άνθρωπο με την χρυσή γλώσσα και την «αστραφτερή» καρδιά!
Ελάτε να συνειδητοποιήσουμε πως τα βάσανα τούτου του κόσμου δεν είναι τίποτε μπροστά σ’ αυτά που μας ετοιμάζει ο Φιλάνθρωπος Θεός!
***
Με πρωταγωνιστή τον επίσκοπο της Αλεξάνδρειας Θεόφιλο, συγκλήθηκε στην τοποθεσία Δρυ, κοντά στη Χαλκηδόνα της Κωνσταντινουπόλεως, σύνοδος (Ιούλιος 403) που κάλεσε το Χρυσόστομο σε απολογία για φανταστικές κατηγορίες. Ο τελευταίος δεν παρουσιάσθηκε στη σύνοδο αυτή, που στο μεταξύ τον καθαίρεσε και τον εξόρισε. Πριν αναχωρήσει για την εξορία ο Ιωάννης Χρυσόστομος εκφώνησε τις ομιλίες Προ της εξορίας και Ότε απήει εν τη εξορία.
“Ότε απήει εν τη εξορία.”
Στην ομιλία αυτή, ο Ιερός Χρυσόστομος επαναλαμβάνει τα ίδια με την ομιλία “Προ της εξορίας”, και στρέφεται με βιαιότητα εναντίον της βασίλισσας. Το κείμενο λαμβάνεται από την Πατρολογία του Migne. Έτσι, εξυμνεί τη δύναμη και το αήττητο της Εκκλησίας και επαινεί τους πιστούς για την αφοσίωσή τους προς αυτόν. Στη συνέχεια μιλάει για τη σκευωρία που πλέχθηκε εναντίον του και παραλληλίζει τον εαυτό του με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, ενώ την αυτοκράτειρα Ευδοξία με την Ηρωδιάδα. Παρατηρεί πως όλα τα παθαίνει εξ αιτίας της αγάπης του για τους πιστούς και πως οι ενέργειες του αποβλέπουν στο να μην εισχωρήσει κανείς στην ποίμνη του, ώστε να μείνει ακέραιο το ποίμνιό του.
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΟΤΕ ΑΠΗΕΙ ΕΝ ΤΗ ΕΞΟΡΙΑ
Φαιδρός ημίν ο λόγος, αδελφοί μου, και λαμπρά πανήγυρις, και θάλαττα ευρύχωρος εμπεπλησμένη, άλλ’ ου ταραττομένη τη ζάλη των ανέμων. Ήλθε γαρ η μήτηρ της ειρήνης, η κατασβεννύουσα την ζάλην των ανέμων˙ «μήτηρ Σιών, ερεί άνθρωπος, και άνθρωπος εγεννήθη εν αυτή, και αυτός εθεμελίωσε αυτήν». Τεκνία μου, μέλλουσί με καθελείν; Και τι δέδοικα; Τον θάνατον; «Εμοί το ζην ο Χριστός, και το αποθανείν κέρδος». Άλλ’ εξορία παραπέμψουσι; «Του Κυρίου η γη, και το πλήρωμα αυτής». Αλλά χρημάτων δήμευσις έσται μοι; «Ουδέν εις τον κόσμον εισηνέγκαμεν, δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα». Άλλ’ οίδατε, αδελφοί, δι’ ην αιτίαν μέλλουσί με καθελείν. Επειδή τάπητας ουχ ήπλωσα, και σηρικά ιμάτια ουκ ενεδυσάμην, ότι την γαστριμαργίαν αυτών ου παρεμυθησάμην, χρυσόν και άργυρον ου προσήνεγκα. Λέγουσι δε μοι, ότι «Έφαγες και έπιες, και εβάπτισας». Ει εποίησα τούτο, ανάθεμά μοι έστω: μη αριθμηθείην μετά των επισκόπων, μη γίνωμαι μετά αγγέλων, μη αρέσω τω Θεώ. Ει δε και έφαγον και εβάπτισα, ουδέν των λεγομένων άκαιρον εποίησα.
Καθελέτωσαν και Παύλον τον απόστολον, ότι μετά το δείπνον τω δεσμοφύλακι το βάπτισμα εχαρίσατο˙ και καθελέτωσαν αυτόν τον Κύριον, ότι μετά το δείπνον την κοινωνίαν τοις μαθηταίς εχαρίσατο.
Πολλά ορώ κύματα και χαλεπόν το κλυδώνιον, και δόρατα παρεσκευασμένα˙ καγώ ο κυβερνήτης εν μεγάλω κλύδωνι, καθέζομαι επί τας δύο πρύμνας του πλοίου, ήγουν επί την Παλαιάν και Νέαν Διαθήκην, και ταις κώπαις απωθούμαι την ζάλην˙ ου ταις κώπαις ταις ξυλίναις, αλλά τω σταυρώ τω τιμίω του Δεσπότου την ζάλην εις ειρήνην μεταστρέφω. Δεσπότης κελεύει, και δούλος στεφανούται˙ δια τούτο αυτόν ου παραδίδωσιν αυτός διαβόλω. Εν δε ουκ οίδασιν οι άνθρωποι ότι δια του ακαθάρτου το καθαρώτατον σκεύος φανερούται; …
Ευχάριστος ο λόγος μας, αδελφοί μου, και λαμπρή η συγκέντρωση, και θάλασσα ευρύχωρη γεμάτη, αλλά δεν ταράζεται από τη θύελλα των ανέμων. Γιατί ήρθε η μητέρα της ειρήνης, αυτή που καταπαύει τη θύελλα των ανέμων. «Η μητέρα Σιών, θα πει κάθε άνθρωπος, και πλήθος άνθρωποι γεννήθηκαν σ’ αυτή, και ο ίδιος ο Κύριος έθεσε τα θεμέλιά της». Παιδιά μου, πρόκειται να με καθειρέσουν; Και τι φοβάμαι; Το θάνατο; «Για μένα ζωή σημαίνει Χριστός και θάνατος σημαίνει κέρδος». Αλλά θα με στείλουν εξορία; «Στον Κύριο ανήκει η γη και το καθετί που την γεμίζει». Αλλά θα μου γίνει δήμευση των υπαρχόντων μου; «Δε φέραμε τίποτε στον κόσμο και είναι φανερό ότι δεν μπορούμε τίποτε να πάρουμε μαζί μας». Αλλά γνωρίζετε, αδελφοί, για ποια αιτία πρόκειται να με καθαιρέσουν. Επειδή χαλιά δεν άπλωσα, και μεταξωτά ενδύματα δεν ντύθηκα, επειδή δεν ενθάρρυνα τη λαιμαργία τους και δεν πρόσφερα χρυσάφι και ασήμι. Και μου λέγουν ότι ¨έφαγες και ήπιες, και ύστερα βάπτισες¨. Αν το έκαμα αυτό, ας είμαι ανάθεμα, να μην αριθμηθώ μαζί με
τους επισκόπους, να μη βρεθώ με τους αγγέλους, να μην αρέσω στο Θεό. Και αν όμως έφαγα και ύστερα βάπτισα, δεν έκαμα τίποτε από τα λεγόμενα άκαιρο.
Ας καθαιρέσουν τον Παύλο τον απόστολο, γιατί μετά το δείπνο χάρισε στο δεσμοφύλακα το βάπτισμα. Και ας καθαιρέσουν τον ίδιο τον Κύριο, γιατί μετά το δείπνο χάρισε στους μαθητές την κοινωνία.
Βλέπω πολλά κύματα και φοβερή την τρικυμία, και έτοιμα τα ξύλινα πλοία. Και εγώ σαν κυβερνήτης μέσα σε μεγάλη τρικυμία, κάθομαι πάνω στις δύο πρύμνες του πλοίου, δηλαδή στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, και με τα κουπιά απομακρύνω την θύελλα. Όχι με τα κουπιά τα ξύλινα, αλλά με το σταυρό τον τίμιο του Κυρίου αλλάζω τη θύελλα σε ειρήνη. Ο Κύριος προστάζει, και ο δούλος στεφανώνεται˙ γι’ αυτό δεν τον παραδίδει ο Κύριος στο διάβολο. Και ένα πράγμα δεν ξέρουν οι άνθρωποι, ότι μέσα από τον ακάθαρτο φανερώνεται το πιο καθαρό σκεύος; …
Παράβαλε και:
13 Νοεμβρίου, Βίος, ήθος και επιστολή – άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (αρχεία κειμένου και ήχου, mp3).