Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας των προηγιασμένων Θείων Δώρων.
Εκ του κατά Ματθαίον Κεφάλαιον ΚΣΤ. (6 – 16.)
του δέ Ιησού γενομένου εν Βηθανία εν οικία Σίμωνος του λεπρού, προσήλθεν αυτώ γυνή αλάβαστρον μύρου έχουσα βαρυτίμου, και κατέχεεν επι την κεφαλήν αυτού ανακειμένου. ιδόντες δέ οι μαθηταί αυτού ηγανάκτησαν λέγοντες, εις τί η απώλεια αύτη? ηδύνατο γάρ τούτο το μύρον πραθήναι πολλού και δοθήναι τοις πτωχοίς. γνούς δέ ο Ιησούς είπεν αυτοίς, τί κόπους παρέχετε τη γυναικί? έργον γάρ καλόν ειργάσατο εις εμέ. τους πτωχούς γάρ πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δέ ου πάντοτε έχετε. βαλούσα γάρ αύτη το μύρον τούτο επι του σώματός μου, προς το ενταφιάσαι με εποίησεν. αμήν λέγω υμίν, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω, λαληθήσεται και ο εποίησεν αύτη εις μνημόσυνον αυτής.
Τότε πορευθείς είς των δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς είπε, τί θέλετέ μοι δούναι, και εγώ υμίν παραδώσω αυτόν? οι δέ έστησαν αυτώ τριάκοντα αργύρια. και απο τότε εζήτει ευκαιρίαν ίνα αυτόν παραδώ.
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου – Αποφυγή της απογνώσεως
«Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς, αυτά δεν παύω να σας τα λέω συνεχώς, και αν κάθε μέρα αμαρτάνεις, να μετανοείς καθημερινά. Γιατί η μετάνοια είναι
το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων, είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της
σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως. Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι’ αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι.
Ίσως βέβαια αναλογιστείς. Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι, και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι’ αυτό ακριβώς
πρέπει να εισέλθεις, επειδή όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις. Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και
παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι; Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την
αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα, και η μετάνοια το φάρμακο. Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια.
Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι.
Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα
βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου… Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί
να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα. Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί; Όση σχέση έχει, λοιπόν,
μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί
το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα. Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός;
Μην απελπίζεσαι»
(περικοπή από την 8η ομιλία για τη μετάνοια. PG 49, 337-338).
Υμνολογική εκλογή.
Κοντάκιον Ήχος δ’
Ο υψωθείς
Υπέρ τήν Πόρνην Αγαθέ ανομησας, δακρύων όμβρους ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος, τούς αχράντους σου πόδας, όπως μοι τήν άφεσιν, ως Δεσπότης παράσχης, τών οφλημάτων κράζοντι Σωτήρ. Εκ τού βορβόρου τών έργων μου ρύσαί με.
Απόδοση.
Ενώ έχω ανομήσει περισσότερο από την πόρνη, Αγαθέ Κύριε, δεν Σου προσέφερα καθόλου την βροχή των δακρύων της μετανοίας μου. Αλλά σιωπηλά παρακαλώντας Σε, πέφτω μπροστά Σου και με πόθο ασπάζομαι τα άχραντα πόδια Σου, για να δώσεις και σε μένα τον αμαρτωλό, ως Δεσπότης και Κύριος που είσαι, την άφεση αυτών που Σου οφείλω’ και Σου φωνάζω: Από τον βούρκο των πράξεών μου σώσε με και συγχώρησέ με.
Ο Οίκος
Ο μετά τρίτον ουρανον
Η πρώην άσωτος Γυνή, εξαίφνης σώφρων ώφθη, μισήσασα τα έργα, τής αισχράς αμαρτίας, καί ηδονάς τού σώματος, διενθυμουμένη τήν αισχύνην τήν πολλήν, καί κρίσιν τής κολάσεως, ήν υποστώσι πόρνοι καί άσωτοι, ών περ πρώτος πέλω, καί πτοούμαι, αλλ’ εμμένω τή φαύλη συνηθεία ο άφρων. Η Πόρνη δε γυνή, καί πτοηθείσα, καί σπουδάσασα ταχύ, ήλθε βοώσα πρός τόν Λυτρωτήν. Φιλάνθρωπε καί οικτίρμον, εκ τού βορβόρου τών έργων μου ρύσαί με.
Απόδοση.
Η γυναίκα που πριν ήταν άσωτη, ξαφνικά φανερώθηκε φρόνιμη, και μίσησε τα έργα της αμαρτίας, που προκαλούν εντροπή, και τις ηδονές του σώματος. Όλα αυτά τα έκανε, καθώς ενθυμήθηκε την εντροπή και τις τιμωρίες της κολάσεως, που θα υποστούν οι αμαρτωλοί και οι πόρνοι. Σε αυτούς ακριβώς πρώτος πλησιάζω εγώ, αλλά όμως, δεν φοβούμαι ο άμυαλος και επιμένω στην κακή και ολέθρια συνήθειά μου. Η πόρνη όμως γυναίκα, και
φοβήθηκε και ήλθε τρέχοντας και φωνάζοντας στον Κύριο και Λυτρωτή λέγοντας: Φιλάνθρωπε, Κύριε, που δείχνεις συμπαθεια στους αμαρτωλούς, σώσε με από τον βούρκο των πράξεών μου.
Συναξάριον
Τή αγία καί μεγάλη Τετάρτη, τής αλειψάσης τόν Κύριον μύρω Πόρνης γυναικός, μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν, ότι πρό τού σωτηρίου Πάθους μικρόν τούτο γέγονε.
Στίχοι
• Γυνή, βαλούσα σώματι Χριστού μύρον,
• Τήν Νικοδήμου προύλαβε σμυρναλόην.
Αλλ’ ο τώ, νοητώ μυρω χρισθείς, Χριστέ ο Θεός, τών επιρρύτων παθών ελευθέρωσον, καί ελέησον ημάς, ως μόνος άγιος, καί φιλάνθρωπος.
Αμήν.
Απόδοση.
Οι άγιοι και θείοι Πατέρες της Εκκλησίας μας εθέσπισαν κατά την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη να ενθυμούμαστε την πόρνη, που άλειψε με μύρο τον Κύριο, γιατί λίγο πριν το Αγιο πάθος Του συνέβη αυτό το γεγονός.
ΣΤΙΧΟΙ
Η γυναίκα που έβαλε στο σώμα του Χρισττού μύρο, πρόσφερε εκ των προτέρω,ν ο,τι πρόσφερε το μείγμα σμύρνας και αλόης, που προσκόμισε ο Νικόδημος.
Αλλά Εσύ Χριστέ, που χρίσθηκες με το νοητό μύρο, ελευθέρωσέ με από τα καταραμένα μου πάθη, και σώσε με ως φιλάνθρωπος.
Εις τον στίχον των αίνων.
Δόξα… Καί νύν… Ιδιόμελον
Ήχος πλ. δ’
Ποίημα Κασσιανής Μοναχής
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Γυνή, τήν σήν αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη μύρα σοι, πρό τού ενταφιασμού κομίζει. Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε καί ασέληνος, έρως τής αμαρτίας. Δέξαι μου τάς πηγάς τών δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων τής θαλάσσης τό ύδωρ, κάμφθητί μοι πρός τούς στεναγμούς τής καρδίας, ο κλίνας τούς ουρανούς, τή αφάτω σου κενώσει. Καταφιλήσω τούς αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δέ πάλιν, τοίς τής κεφαλής μου βοστρύχοις, ών εν τώ Παραδείσω Εύα τό δειλινόν, κρότον τοίς ωσίν ηχηθείσα, τώ φόβω εκρύβη. Αμαρτιών μου τά πλήθη καί κριμάτων σου αβύσσους, τίς εξιχνιάσει ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μή με τήν σήν δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων τό έλεος.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε επαμειλημένα σε πολλές αμαρτίες, μόλις αντιλήφθηκε την θεότητά Σου, ανέλαβε τον ρόλο και τα καθήκοντα της μυροφόρου, και Σου προσφέρει μύρα θρηνώντας πριν από τον ενταφιασμό Σου. Φωνάζει λέγοντας: αλλοίμονό μου, γιατί υπάρχει μέσα μου βαθύ σκοτάδι, τρελλή ζάλη της αμαρτίας, που μοιάζει με νύκτα βυθισμένη στο σκοτάδι, χωρίς ελπίδα για το φως της σελήνης. Ετσι κάνει τη ζωή του ανθρωπου ο έρωτας της αμαρτίας. Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στους αναστεναγμούς της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες
τον ουρανό και κατέβηκες στη γη, με τηνανείπωτη Σου κένωση. Θα γεμίσω με ασπασμούς τα άχραντα Σου πόδια, θα τα στεγνώσω με τα μαλλιά της κεφαλής μου. Τον κρότο από αυτά τα πόδια άκουσε η Ευα την ώρα του δειλινού στον παράδεισο, και από τον φόβο της κρύφθηκε. Ποιός άνθρωπος θα μπορούσε να ανακαλύψει τα πλήθη των αμαρτιών μου, και τις αβύσσους των κριμάτων Σου? Μόνον Εσύ είσαι που σώζεις τις ψυχές των ανθρώπων. Μην καταφρονείσεις λοιπόν τη δούλη σου, εσύ που έχεις το αμέτρητο έλεος.
Απόδοσις, Μοναχής Θεοδοσίας.