Η ΡΑΘΥΜΙΑ
Γενικά περί ραθυμίας και αποτελέσματα αυτής
Αποτελεί μία από τις πολύ μεγάλες παθολογικές καταστάσεις του νου, και συγγενεύει πολύ με την άγνοια και τη λήθη. Είναι, θα λέγαμε, μία τεμπελιά, οκνηρία, αδιαφορία, δυσκινησία και ό,τι ανάλογο μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς για να μπορέσει να την χαρακτηρίσει από πνευματικής απόψεως.
Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο είναι και αυτό ένα γνώρισμα της ανθρώπινης φύσεως. “Ράθυμος η ανθρώπινη φύσις και τη ανέσει και τη τρυφή μάλλον εαυτήν επιδίδωσι”. “Οξύρροπος προς απώλειαν”, θα μας πει σε άλλο σημείο, όχι διότι κατασκευάσθηκε έτσι από τον Θεό, αλλά “παρά την εκ προαιρέσεως ραθυμίαν”.
Και αυτής η ρίζα βρίσκεται στην υποδούλωση της ψυχής στις αισθήσεις του σώματος και στον κόσμο των αισθητών. Η ρίζα της βρίσκεται μέσα στην ψυχή, μέσα στον σκοτισμένο μας νου, που χάνει την θέση της υπεροχής του με την υποδούλωσή του στα υλικά. Ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός βλέπει την ρίζα της στην αφροσύνη. “Εκ γάρ αφροσύνης γένεται η ραθυμία”, μας αναφέρει. Αν φρόνησις είναι η υγεία του λογικού και η φωτισμένη κατάσταση με συνεχή επαγρύπνηση, τότε αφροσύνη είναι το εντελώς αντίθετο. Είναι μέθη του λογικού, σκοτισμός του νου και άνοια”,
αμυαλωσύνη και πονηρία γενικά και κατάπτωση των πνευματικών δυνάμεων σε μία χαλάρωση, όπου όλα είναι επιτρεπτά.
Η ραθυμία είναι αποτέλεσμα μιας γενικής καταπτώσεως της ψυχής που την χαρακτηρίζει το σκοτάδι και η πνευματική τύφλωση. Αναφέρει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής: “Η ραθυμία είναι αυτή που υφαίνει το σκοτεινό ρούχο του μαύρου σύννεφου και το κάλυμμα της ψυχής”.
Αυτή κάνει τον άνθρωπο “εις την των αλόγων εκπίπτειν θηριωδίαν”. Από ραθυμίας γίνεται φαύλος, και γίνεται σκληρή η ψυχή του. “Η ψυχή του ανθρώπου είναι μαλακή και πλάθεται εύκολα. Παθαίνει όμως ότι και το νερό του Δούναβη, που γίνεται σκληρό σαν πέτρα από το κρύο όταν παγώσει. Το ίδιο παθαίνει και
η ψυχή μετά την αμαρτία και την πολλή ραθυμία. Γίνεται σκληρή σαν την πέτρα”.
Η ραθυμία κάνει ακόμη βαρύ και ανυπόφορο στην ψυχή τον νόμο του Θεού. “Τι μας κάνει να φαίνονται βαριές οι εντολές;” ρωτάει ο άγιος Χρυσόστομος. “Η ραθυμία μας”, απαντά. Όπως δηλαδή, αν δείχνουμε προθυμία, μας φαίνονται και τα βαριά ελαφριά, έτσι και όταν δείχνουμε ραθυμία, και τα ελαφριά θα μας φανούν δύσκολα.
Πίσω από την ραθυμία κρύβεται ο διάβολος. “Δεν φοβάσαι μήπως… εξ αιτίας της ραθυμίας σου ξεπηδήσει κάποιος δαίμονας και βρίσκοντας την ψυχή σου χωρίς απασχόληση και ανέτοιμη, μπει σε αυτήν με όλη του την ευκολία, εφόσον το σπίτι σου δεν έχει πόρτα”;
Πραγματικά υπάρχει μεγάλος κίνδυνος, όταν δεν υπάρχει προσοχή και φροντίδα για τα πνευματικά, να μας κάνει ο πονηρός ό,τι θέλει. Οι δύο υπέροχες παραβολές
των ταλάντων και των δέκα παρθένων μας ζωγραφίζουν πολύ χαρακτηριστικά τα αποτελέσματα της ραθυμίας. Για τον Αδάμ εξάλου, ο Μ. Βασίλειος αναφέρει ότι “ενύσταξεν δια της ραθυμίας ο λογισμός αυτού”. Αλλά και ο Ιούδας “διά της ραθυμίας δούλος εγεγόνει του εχθρού”.
(Δεινόν η ραθυμία. Μεγάλη η μετάνοια!)
Η καταπολέμηση της ραθυμίας
Η άσκηση βίας.
Χρειάζεται βίαιη εξέγερση του εαυτού μας εναντίον του εαυτού μας. Χρειάζεται δηλαδή βία. Και βία είναι “η βίωση του σωματικού πόνου και μόχθου σε όλα”.
Κατά τον Μ. Βασίλειο “βία είναι η καταπόνηση του σώματος που θεληματικά υπομένουν οι μαθητές του Χριστού με την άρση των δικών τους θελημάτων και της σωματικής ανέσεως, αλλά συνδεδεμένη και με την φύλαξη και την τήρηση όλων των εντολών του Χριστού”.
Η βία “αποκαθαίρει τον νου”, τον εξυψώνει, τον εξαγιάζει, καταβάλλει την ραθυμία και μαζί της όλες τις ολέθριες ψυχικές δυνάμεις.
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος μας δίνει πιο καθαρά τον τρόπο της καταπολεμήσεως της ραθυμίας με τη βία. “Το βιάζεσθαι εαυτόν εν πάσι”, το να βιάζει κανείς τον εαυτό του σε όλα, αυτή είναι η οδός του Χριστιανού. Δηλαδή: “Να βιάζει τον εαυτό του στο καλό, έστω και αν η καρδιά του δεν το θέλει. Να βιάζει
τον εαυτό του σε αγάπη, έστω και αν δεν έχει αγάπη. Να βιάζει τον εαυτό του στο να λυπάται τον άλλον, έστω και αν δεν αισθάνεται λύπη για τον άλλον… Να
βιάζει τον εαυτό του σε προσευχή, έστω και αν η προσευχή του δεν είναι πνευματική…”. “Βία φύσεως διηνεκής”, θα μας έλεγε ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος.
Με την βία επιχειρείται μία εισβολή στα βάθη της ψυχής για να καταλυθεί η ραθυμία που φωλιάζει μέσα μας.
Υμνολογική εκλογή.
Κοντάκιον Ήχος β’
Τα άνω ζητών
Την ώραν ψυχή, του τέλους εννοήσασα, καί τήν εκκοπήν, τής συκής δειλιάσασα, τό δοθέν σοι τάλαντον, φιλοπόνως έργασαι ταλαίπωρε, γρηγορούσα καί κράζουσα. Μή μείνωμεν έξω τού νυμφώνος Χριστού.
Αφού καταλάβεις, ψυχή μου πως πλησιάζει η ώρα του τέλους σου και φοβηθείς το κόψιμο της συκιάς, να εργάζεσαι φιλότιμα και πρόθυμα το χάρισμα, που σαν πολύτιμο τάλαντο σου χάρισε ο Θεός,κρατώντας άγρυπνο το νου και την ψυχή σου. Μέσα δε από τα βάθη σου να κράζεις: Πρόσεξε να μην μείνουμε έξω από τον Νυμφώνα του Χριστού.
Ο Οίκος
Τί ραθυμείς αθλία ψυχή μου; τί φαντάζη ακαίρως μερίμνας αφελείς; τί ασχολείς πρός τα ρέοντα; εσχάτη ώρα εστίν απάρτι, και χωρίζεσθαι μέλλομεν των ενταύθα. Έως καιρόν κεκτημένη, ανάνηψον κράζουσα: Ημάρτηκά σοι Σωτήρ μου, μή εκκόψης με, ώσπερ την άκαρπον συκήν, αλλ’ ως εύσπλαγχνος Χριστέ, κατοικτείρησον, φόβω κραυγάζουσαν. Μή μείνωμεν έξω του νυμφώνος Χριστού.
Γιατί τεμπελιάζεις, άθλια ψυχή μου? Γιατί αφήνεις τη φαντασία σου να χάνει τον καιρό της με φροντίδες τιποτένιες? Γιατί απασχολείσαι με πράγματα που τρέχουν και χάνονται σαν το νερό? Από εδώ και πέρα βρισκόμαστε πια στην τελευταία ώρα, και πρόκειται να χωρισθούμε από τα πράγματα αυτού του κόσμου. Οσο λοιπόν έχεις καιρό, ξύπνα και φώναξε στον Κύριο: Μη με κόψεις σαν την άκαρπη συκιά, γιατί αμάρτησα σε Σένα, αλλά σαν εύσπλαχνος λυπήσου με και σώσε εμένα, που σου φωνάζω με φόβο: Μη μείνουμε έξω από τον Νυμφώνα του Χριστού.
Συναξάριον
Τη αγία και μεγάλη Τρίτη, της των δέκα Παρθένων παραβολής, της εκ του ιερού Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα.
Στίχοι
• Τρίτη μεγίστη Παρθένους δέκα φέρει,
• Νίκην φερούσας αδεκάστου Δεσπότου.
Αλλ’ ώ Νυμφίε Χριστέ, μετά των φρονίμων ημάς συναρίθμησον Παρθένων, και τη εκλεκτή σου σύνταξον ποίμνη, και ελέησον ημάς. Αμήν.
Κατά την Μεγάλη και Αγία Τρίτη ενθυμούμεθα την παραβολή των δεκα παρθένων, όπως παρουσιάζεται στο Αγιο Ευαγγέλιο.
ΣΤΙΧΟΙ
Η Μεγάλυ Τρίτη φέρνει μπροστά μας τις δέκα παρθένους
Που παρουσιάζουν την νίκη του Δεσπότου και Κυρίου, ο οποίος δεν δωροδοκείται από κανέναν.
Αλλά, Συ Κυριε, ο Νυμφίος της Εκκλησίας, συναρίθμησε και εμάς μαζί με τις φρόνιμες παρθένες και σώσε μας ως φιλάνθρωπος, που είσαι.
Εις τους Αίνους
Ιδιόμελον Ήχος α’
Εν ταις λαμπρότησι των Αγίων σου, πώς εισελεύσομαι ο ανάξιος; εάν γάρ τολμήσω συνεισελθείν εις τον νυμφώνα, ο χιτών με ελέγχει, ότι ουκ έστι του γάμου, και δέσμιος εκβαλούμαι υπό των Αγγέλων. Καθάρισον Κύριε, τον ρύπον της ψυχής μου, και σώσόν με ως φιλάνθρωπος.
Στη λαμπρή ωραιότητα της αγίας βασιλείας Σου πώς να εισέλθω εγώ ο ανάξιος, εξ αιτίας των αμαρτιών μου? Γιατί κι άν τολμήσω να μπω μαζί με τους αγίους καλεσμένους Σου, τα ενδύματά μου με ελέγχουν, γιατί δεν είναι άξια του γάμου, όπως είπες στην παραβολή. Γι’ αυτό το λόγο και θα εξορισθώ της Βασιλεία Σου από τους αγγέλους, που είναι οι δούλοι της παραβολής. Σε παρακαλώ λοιπόν, Κύριε, καθάρισε όλη την ακαθαρσία της ψυχής μου, και σώσε με ως φιλάνθρωπος που είσαι.
Εις τον στίχον των αίνων.
Δόξα… Καί νύν… Ήχος βαρύς
Ιδού σοι το τάλαντον, ο Δεσπότης εμπιστεύει ω ψυχή μου. Φόβω δέξαι το χάρισμα. Δάνεισαι τω δεδωκότι, διάδος πτωχοίς, και κτήσαι φίλον τον Κύριον, ίνα στής εκ δεξιών Αυτού, όταν έλθη εν δόξη, και ακούσης μακαρίας φωνής: “Είσελθε δούλε, εις την χαράν του Κυρίου σου.” Αυτής αξίωσόν με, Σωτήρ τον πλανηθέντα, διά το μέγα σου έλεος.
Ορίστε, ο Δεσπότης Χριστός, ψυχή μου, σου εμπιστεύεται ένα μοναδικό χάρισμα. Είναι αμύθητη η αξία του, όπως στην αρχαία εποχή ήταν μεγάλος θησαυρός το α΄ρχαίο τάλαντο. Σε κάνει αδελφό Του, μέλος της Εκκλησίας Του και πολίτη της Βασιλείας Του. Δέξου με φόβο το χάρισμα. Ο Κύριος σε κάνει διαχειριστή αυτού του θησαυρου. Δάνεισε αυτόν τον πλούτο σε Αυτόν που σου το χάρισε διαδίδοντάς το σε όσους το έχουν ανάγκη. Ετσι θα αποκτήσεις σαν φίλο σου τον Κύριο. Στο τέλος θα μπορέσεις να σταθείς σταδεξιά του Κυρίου, όταν θα έλθει ένδοξος στη Δευτέρα Παρουσία Του Κι θα ακούσεις την μακαρία Του φωνή να σου λέγει: Μπορίς, δούλε, να εισέλθεις στη χαρά του Κυρίου σου. Αξίωσέ με, Σωτήρ, κι εμένα τον πλανεμένο δούλο Σου, να μπω σε αυτή την Βασιλεία Σου, αφού πάντα δείχνεις το μεγάλο Σου και πλούσιο έλεος.
Απόδοση, Ιωάννης Παπαχρήστος.