Τίτλος της ομιλίας αυτής του Μεγάλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, είναι: «ομιλία Δευτέρα, εις την έφοδον των Ρώς». Προ του κινδύνου της βαρβαρικής επιδρομής και απειλής κατά της Βασιλευούσης, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ επέστρεψε στην πρωτεύουσα και αφού εισήλθε στο ναό της Θεοτόκου και από εκεί στο παρεκκλήσιο της αγίας σορού, παραλαμβάνοντας την τιμία εσθήτα της Θεοτόκου, την παρέδωσε στα χέρια του πατριάρχη Φωτίου. Ακολούθησε λιτανεία επί των τειχών της πόλης με τη συμμετοχή όλου του λαού, και στη συνέχεια ολονύκτια προσευχή, επικαλούμενοι τη βοήθεια της Θεοτόκου. Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο Πατριάρχης Φώτιος έρριξε με πίστη μεγάλη το ωμοφόριο της Θεοτόκου στα ύδατα της θάλασσας, και ενώ επικρατούσε γαλήνη, ξαφνικά ξέσπασε φοβερή τρικυμία και καταπόντισε σχεδόν όλα τα πλοία και μεγάλο μέρος των εχθρών. Το γεγονός αυτό (θαύμα), οδήγησε τον αρχηγό των Ρώσων Δηρ τον Οσκόλδ, ή κατ’ άλλους Δηρ και Οσκόλδ, και πλήθος του λαού του να προσέλθουν στον Χριστιανισμό, πράγμα που συνέβη κατά το θέρος μάλλον του 862 και όχι κατά το έτος 861, κατά το οποίο εξεφώνησε ο Μέγας Φώτιος, την 2α Ιουλίου, την ομιλία αυτή.
Ε. Μερετάκη.
***
α’. Οίδα μεν ως άπαντες συνεπίστασθε, όσοι τε δεινοί συνιδείν αποστροφήν προς ανθρώπους Θεού, όσοι τε αμαθέστερόν, πως περί τα του Κυρίου διάκεισθε κρίματα, πάντας δ’ ουν όμως συνιέναι και κατανοήσαι λογίζομαι την επενεχθείσαν ημίν απειλήν και την του έθνους αθρόαν επιδρομήν ουκ άλλοθέν πόθεν, ή εξ οργής και θυμού παντοκράτορος Κυρίου ημίν επισπιλάσαι. Αγαθόν μεν γαρ το Θείον και θυμού κρείττον και παντός πάθους, άτε δη πάσης υλαίας διαθέσεως ανυπερβλήτω λόγω την υπόβασιν κληρωσαμένης, την φύσιν έχον υπερανωκισμένην˙ οργίζεσθαι δε και θυμούσθαι λέγοιτ’ αν εικότως, επειδάν τι των πεπραγμένων, θυμού και οργής κριθέν άξιον, την προσήκουσαν εκείθεν δίκην τοις δεδρακόσιν επισπάσηται, καθ’ όν τρόπον και νυν ημίν επεισφρήσασα κατερράγη συμφορά, κατά πρόσωπον ημών παριστώσα των ημαρτημένων τον έλεγχον. Ουδέ γαρ, ουδέ ταις άλλαις των βαρβάρων καταδρομαίς προσέοικεν, αλλά το της εφόδου παράλογον και του τάχους το παράδοξον, του τε βαρβάρου φύλου το απάνθρωπον και των τρόπων το απότομον και της γνώμης το ανήμερον, ουρανόθεν την πληγήν ως σκηπτόν μηνύει επαφεθήναι…
1 Γνωρίζω ότι όλοι αντιλαμβάνεσθε, και όσοι είστε ικανοί ν’ αντιληφθείτε το ενδιαφέρον του Θεού για τους ανθρώπους, και όσοι γνωρίζετε λιγότερα για τις αποφάσεις του Κυρίου, όλοι όμως, σκέφτομαι, αντιλαμβάνεσθε και θα έχετε κατανοήσει, ότι η απειλή που μας στάλθηκε και η ξαφνική επιδρομή του ξένου λαού δεν προήλθε από πουθενά αλλού, παρά από την αγανάκτηση και το θυμό του παντοδύναμου Κυρίου. Η θεότητα βέβαια είναι αγαθή και ανώτερη από θυμό και κάθε πάθος, γιατί βρίσκεται πάνω από κάθε υλική διάθεση, που για ακατανόητο λόγο της δόθηκε να είναι κατώτερη. Θα λέγαμε όμως ότι εύλογα αγανακτεί και θυμώνει, όταν κάποια πράξη, που κρίθηκε ότι είναι άξια για θυμό και αγανάκτηση, επισύρει εναντίον των δραστών της την τιμωρία που τους αρμόζει, όμοια με τον τρόπο που και η τωρινή συμφορά ξέσπασε απρόοπτα σ’ εμάς και μας φέρνει μπροστά στα μάτια μας την απόδειξη των αμαρτιών μας. Ούτε βέβαια μοιάζει με τις άλλες επιδρομές των βαρβάρων, αλλά η παράλογη επιδρομή και η απρόσμενη ταχύτητα και η απάνθρωπη της βαρβαρικής φυλής, η ωμότητα των τρόπων και η ανήμερη διάθεσή τους, δείχνουν ότι το πλήγμα εξαπολύθηκε σαν κεραυνός από τον ουρανό…
Του Οσίου Πατρός ημών Φωτίου του Μεγάλου – ομιλία δευτέρα, εις την έφοδον των Ρως (Ρώσων).
Παράβαλε και:
Του Οσίου Πατρός ημών Φωτίου του Μεγάλου – ομιλία πρώτη, εις την έφοδον των Ρως(Ρώσων).