Έφθασε σήμερα ή χαρά όλων των ανθρώπων και καταργεί την πρώτη κατάρα. Έφθασε Αυτός που ευρίσκεται παντού, για να τα γεμίση όλα με χαρά. Πώς ήλθε όμως;
Χωρίς να περιβάλλεται από δορυφόρους, χωρίς να σύρει πίσω του τίς στρατιές των αγγέλων, δίχως μεγαλοπρεπή προσέλευση, αλλά ήσυχα και ήρεμα. Και το έκανε
αυτό, για να διαφύγη την προσοχή του άρχοντος του σκότους, για να παγιδεύση με το σοφό αυτό τέχνασμα τον όφι, να εξαπατήση τον δράκοντα, τον Ασσύριο που
έθεσε υπό την εξουσία του όλη την ανθρώπινη ευγένεια, και έτσι τελικά να αρπάξει το λάφυρο. Διότι δεν ανέχθηκε ή άπειρη ευσπλαχνία Του να υποστεί καταστροφή
αυτό το τόσο σπουδαίο έργο, ό άνθρωπος, για χάρι του οποίου Εκείνος έστησε τους ουρανούς σαν καμάρα, στερέωσε την γη, σκόρπισε τον αέρα, άπλωσε την θάλασσα
και κατασκεύασε ολόκληρη την ορατή κτίση. Για αυτό ό Θεός κατέβηκε στην γη, βγήκε έξω από τον ουρανό, ήλθε ανάμεσα στους ανθρώπους, κυοφορήθηκε από Παρθένο, αυτός που δεν τον χωρεί ολόκληρο το σύμπαν.
Λοιπόν, ας αγάλονται τα σύμπαντα σήμερα, και ή φύσις ας σκιρτά. Διότι ανοίγεται ό ουρανός, και ή γη υποδέχεται κρυφά τον Βασιλέα του παντός. Ή Ναζαρέτ μιμείται
την Εδέμ, και δέχεται στους κόλπους της τον φυτουργό της Εδέμ. Ό Πατήρ των οικτιρμών μόνος του μνηστεύεται την ανθρώπινη ευτέλεια δια μέσου του μόνου γεννηθέντος από αυτόν. Και ό Γαβριήλ υπηρετεί το μυστήριο και προσφωνεί ήσυχα την Παρθένο με το Χαίρε, για να διασώση ή θυγάτηρ του Αδάμ, πού ανέτειλε από τον Δαβίδ, την χαρά πού έχασε ή προμήτωρ. Σήμερα ό Πατήρ της δόξης ευσπλαχνίσθηκε το ανθρώπινο γένος, και κοίταξε με συμπάθεια την φύση πού εφθάρη από τον Αδάμ. Σήμερα ό χορηγός της ευσπλαχνίας φανερώνει την άβυσσο των πανάγαθων σπλάγχνων του και διοχετεύει στην κτίση το έλεος Του, πού είναι άφθονο σαν το νερό που καλύπτει τις θάλασσες.
Αυτό είναι το γεγονός πού πανηγυρίζουμε τώρα, και αυτήν την παραγγελία δέχεται ό Γαβριήλ και μεσιτεύει ανάμεσα στην θεότητα και την ανθρωπότητα, και πρώτος
ευαγγελίζεται στην Παρθένο τις εγγυήσεις της ολοκληρωτικής συνδιαλλαγής. Διότι ό Πατήρ των οικτιρμών συμπόνεσε το γένος μας πού είχε ήδη καταφθαρή από
το ολίσθημα της αμαρτίας, και ενθυμήθηκε το έργο των χειρών του. Και επειδή δεν υπέφερε να μας βλέπη να χανόμαστε έως τέλους, κατά πρώτον έδωσε στα χέρια
του Μωϋσέως τον νόμο, πού ήταν γραμμένος σε λίθινες πλάκες. Καθώς όμως ό νόμος δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, απέστειλε πνευματοφόρους άνδρες, εννοώ τους
διορατικούς προφήτες, οι όποιοι έδειχναν όλες τις ευθείες οδούς του Θεού. Παρ` όλο δε πού έκλεισαν τις αισθήσεις τους αυτοί προς τους οποίους απεστάλησαν
και δεν βελτιώθηκαν καθόλου, ωστόσο ούτε τότε παρέβλεψε ό Πλάστης το πλάσμα μας, αλλά εξαπέστειλε σε μας τους αναξίους, εις ους τα τέλη των αιώνων κατήντησε,
τον ομόθρονο και ισοσθενή και ισάγαθο Υιό του, ό οποίοςπροήλθε από τους υπεράγαθους και πανάμωμους κόλπους του. Διότι έκρινε πώς πρέπει μάλλον να εργασθεί για την σωτηρία αυτών πού έχουν ναυαγήσει, παρά να παραβλέψη αυτό το τόσο σπουδαίο πλάσμα πού έφτιαξε.
Αφού λοιπόν ώρισε σε κάποιον από τους πρώτους του αγγέλους να διακονήσει στο μυστήριο, νομίζω ότι αυτά του παρήγγειλε με το νεύμα της οικείας του μεγαλειότητος:
«Εμπρός λοιπόν, Γαβριήλ, πήγαινε στη Ναζαρέτ, την πόλη της Γαλιλαίας, στην οποία κατοικεί κόρη Παρθένος μνηστευμένη με άνδρα πού ονομάζεται Ιωσήφ. Το όνομα
της Παρθένου είναι Μαρία». Λέγει, στη Ναζαρέτ. Για ποιο λόγο; Για να συλλέξει ό Παντοκράτωρ το θεοχαρίτωτο κάλλος της παρθενίας, όπως ακριβώς το τριαντάφυλλο, από ακανθωτή χώρα’ και για την προφητεία, ότι Ναζωραίος κληθήσεται. Ποιος; Αυτός πού ανακηρύσσεται κατόπιν από τον Ναθαναήλ Υιός Θεού και Βασιλεύς του Ισραήλ. Είναι βέβαια συνήθεια ό Γαβριήλ να διακονεί στα μυστήρια του Θεού, όπως το είδαμε στην περίπτωση του Δανιήλ. «Πήγαινε λοιπόν στην πόλη της Γαλιλαίας Ναζαρέτ, και σαν φθάσεις σ’ αυτήν, σπεύσε πρώτα να ανακοινώσης στην Παρθένο αυτό το χαρμόσυνο μήνυμα της χαράς, το οποίο είχε χάσει προηγουμένως ή Εύα. Και πρόσεξε μην της ταράξεις την ψυχή, διότι το μήνυμα είναι χαράς, και όχι καταστροφής. Ο ασπασμός είναι ευφροσύνης και όχι αθυμίας. Γιατί ποια χαρά ήταν ή θα είναι μεγαλύτερη για το ανθρώπινο γένος, από το να γίνη συμμέτοχος της θείας φύσεως και, με την προς Αυτόν άμεση επαφή, να ενωθεί και να γίνη ένα με Αυτόν καθ’ υπόστασιν; Ποιο πράγμα είναι πιο θαυμαστό, από το να βλέπεις την συγκατάβαση του Θεού, που φθάνει μέχρι και την κυοφορία μέσα στην μήτρα μιας γυναίκας;
“Ω, τι παράδοξα πράγματα! Ό Θεός μέσα στα μόρια μιας γυναίκας, ό τον ουρανόν θρόνο έχων και υποπόδιο την γήν, ο Θεός να ευρίσκεται μέσα
στην κοιλιά μιας γυναίκας, αυτός που είναι υπερουράνιος και σύνθρονος της πατρικής αϊδιότητος. Και ποιο πράγμα είναι πιο παράδοξο από αυτό, από το να παρουσιάζεται δηλ. Ο Θεός ανθρωπόμορφος, χωρίς να εξέρχεται από την θεότητα του; Και από το να βλέπουμε την ανθρώπινη φύση να είναι ολόκληρη συνενωμένη με τον Πλάστη της, για να θεωθή ολόκληρος ό άνθρωπος που έπεσε πρώτος στην αμαρτία;
Τι έκανε λοιπόν ό Γαβριήλ; Όταν τα άκουσε αυτά, και κατάλαβε πώς ή διαταγή είναι βέβαια επικυρωμένη με θεϊκή απόφαση, μα και ξεπερνά την δύναμη του, έμεινε
μετέωρος ανάμεσα στον φόβο και την χαρά, καθώς του ήταν φανερό πώς δεν πρέπει να ξεθαρρεύει, αλλά επίσης δεν έκρινε και ασφαλές το να αντιλέγει. Ακολουθώντας
λοιπόν το θεϊκό πρόσταγμα, πέταξε κάτω προς την Παρθένο, και φθάνοντας στη Ναζαρέτ, στάθηκε στο δωμάτιο. Έπειτα έμεινε σκεπτικός και βασανιζόταν από διαφόρους λογισμούς, σαν να βρισκόταν σε αμηχανία. Και νομίζω πώς αυτά αναλογιζόταν: «Από που ν’ αρχίσω να εκτελώ την απόφαση του Θεού; Να εισέλθω βιαστικά στον θάλαμο; Άλλα τότε θα ταράξω την ψυχή της Παρθένου. Να προχωρήσω πιο αργά; Άλλα ή κόρη θα νομίσει πώς μπήκα αυθαίρετα. Να χτυπήσω την πόρτα; Άλλα πώς; Δεν
είναι χαρακτηριστικό των αγγέλων αυτό, ούτε κάτι από τα αισθητά μπορεί να εμποδίση το ασώματο. Να ανοίξω πρώτα την πύλη; Άλλα και αν ακόμη αυτή είναι κλειστή, εγώ μπορώ να εισέλθω. Να την καλέσω με το όνομα της; Άλλα θα τρομάξω την κόρη. Αυτό λοιπόν θα κάνω. Θα ενεργήσω ανάλογα με την επιθυμία Αυτού που μ’ έστειλε’ διότι έχει σκοπό να σώσει το ανθρώπινο γένος. Και ή επιθυμία Του βέβαια αν και είναι κάπως παράδοξη, είναι όμως γεμάτη ευσπλαχνία και σύμβολο καταλλαγής. Πώς άραγε να πλησιάσω την Παρθένο; Για ποιο πράγμα να της μιλήσω πρώτα; Για το χαρμόσυνο μήνυμα ή για την ενοίκησι του Κυρίου μου; Για την επέλευση του Πνεύματος ή για την επισκίαση του Υψίστου; Θα χαιρετήσω λοιπόν την Παρθένο, θα της ανακοινώσω το θαύμα, θα την πλησιάσω, θα της απευθύνω τον χαιρετισμό, και θα της προσφωνήσω ήρεμα το .Χαίρε. Αυτό θα με βοηθήσει να της μιλήσω με παρρησία. Ας προπορευθεί, ως εγγύησης για την συνομιλία μου με αυτήν, το Χαίρε. Διότι αυτό και μόνο το άκουσμα του Χαίρε, επειδή δεν θα προξενήση κανένα φόβο στην κόρη, θα εξομαλύνει από πριν την κατάσταση της ψυχής της. Από την χαρά λοιπόν θ’ αρχίσω να της αναγγέλλω τα μηνύματα της χαράς. Διότι έτσι αρμόζει στην βασίλισσα, με χαρμόσυνα μηνύματα να την χαιρετούμε. Διότι ό τρόπος είναι χαροποιός, ό καιρός ευφρόσυνος, το παράγγελμα χαρμόσυνο, το βούλευμα σωτήριο και προοίμιο ακατάληπτης χαράς.
Αυτά λοιπόν αφού αποφάσισε ό αρχάγγελος, πορεύθηκε στην παστάδα και πλησίασε τον θάλαμο μέσα στον όποιο κατοικούσε ή Παρθένος. Προσήγγιζε ήσυχα στην θύρα
και, αφού εισήλθε, προσφώνησε την Παρθένο με ήρεμη φωνή: Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου. Αυτός πού υπάρχει πριν από σένα, σήμερα γίνεται μαζί με
σένα και μετά από λίγο θα προέλθει από σένα. Τότε αίδιος, τώρα χρονικώς. Πω, πω, τι αμέτρητη φιλανθρωπία! Πόσο μεγάλη αγαθοσύνη! Δεν αρκέσθηκε στο μήνυμα
της χαράς, αλλά ωνόμασε και τον αυτουργό της χαράς με την κύηση της Παρθένου. Διότι το ό Κύριος μετά σου, δείχνει ολοφάνερα πώς παρευρίσκεται ό ίδιος ό
Βασιλεύς και ολόκληρος σωματώνεται μέσα της, χωρίς όμως να απομακρύνεται από την οικεία του δόξα.
Χαίρε, κεχαριτωμένη, ό Κύριος μετά σου. Χαίρε, συ πού είσαι το όργανο της χαράς με το όποιο ελύθη ή καταδίκη της κατάρας και την θέση της κατέλαβε δίκαια
ή χαρά. Χαίρε, συ πού είσαι αληθινά ευλογημένη• χαίρε, ή λελαμπρυσμένη• χαίρε, το καλλωπισμένο ανάκτορο της θείας δόξης• χαίρε, το ιερό παλάτι του βασιλέως•
χαίρε, νυμφών, εις τον όποιο ό Χριστός ενυμφεύθη την ανθρωπότητα• χαίρε, συ πού εξελέγης από τον Θεό πριν να γεννηθείς• χαίρε, το μέσο συνδιαλλαγής του
Θεού προς τους ανθρώπους• χαίρε, θησαυρέ της ακήρατου ζωής• χαίρε, ουρανέ, υπερουράνιο οίκημα του Ηλίου της δόξης• χαίρε, ευρύχωρο χωρίο του Θεού πού δεν
είναι χωρητός πουθενά εκτός μόνον από σένα- χαίρε, γη αγία παρθενική, από την οποία δημιουργήθηκε με άρρητο θεοπλαστία. Ο νέος Αδάμ για να διασώση τον παλαιό.
χαίρε, ζύμη αγία θεόπλαστη, από την οποία ζυμώθηκε όλο το φύραμα του ανθρωπίνου γένους και, αφού μετεβλήθη σε άρτο από το σώμα του Χριστού, αποτέλεσε ένα παράδοξο κράμα.
Ευλογημένη συ εν γυναιξίν και ευλογημένος ό καρπός της κοιλίας σου. Και πολύ σωστά ευλογημένη. Διότι σε ευλόγησε ό Θεός, εσένα το σκήνωμα Του, πού εκυοφόρησες απεριλήπτως τον υπερπλήρη της Πατρικής δόξης άνθρωπο Ιησού Χριστό, πού είναι και Θεός, τέλειος κατά τις φύσεις από τις οποίες και στις οποίες σύνεστη.
Ευλογημένη συ εν γυναιξίν, ή οποία εχώρησες αστενοχωρήτως μέσα εις το ασύλητο ταμείο της παρθενίας σου τον ουράνιο θησαυρό, εν ω πάντες εισίν οι θησαυροί
της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι. Σύ είσαι αληθινά ευλογημένη, ης• ή κοιλία θημωνιά Αλώνιος • διότι καρποφόρησες ασπερμάτως και αγεωργήτως καρπό ευλογίας, τον στάχυ της αφθαρσίας Χριστό, καθώς προσέφερες στον γεωργό της σωτηρίας μας πλούσιο θερισμό, χιλιάδες μακαρίων ψυχών. Εσύ είσαι αληθινά ευλογημένη, ή οποία μόνη απ’ όλες τις μητέρες προετοιμάσθηκες να γίνεις μητέρα του Κτίστου σου, και όμως απέφυγες όσα παθαίνουν οί μητέρες. Διότι δεν διεφθάρη από μητρικές ωδίνες ή εξαίρετη σου παρθενία, καθώς ό παρθενικός σου βλαστός διαφύλαξε σώα τα σήμαντρα της αγνείας σου. Συ είσαι πραγματικά ευλογημένη, ή μόνη που κυοφόρησες δίχως άνδρα αυτόν που άπλωσε τους ουρανούς, και ουράνωσε ξενοπρεπώς την γη της παρθενίας σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξίν, ή μόνη που αξιώθηκε την ευλογία την οποία υποσχέθηκε ό Θεός με τον Αβραάμ στα έθνη. Εσύ είσαι αληθινά ευλογημένη, γιατί μόνο εσύ χρημάτισες μητέρα του ευλογημένου παιδιού Ιησού Χριστού του Σωτήρα μας, δια μέσου της οποίας κράζουν τα έθνη: Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου και, Ευλογητό το όνομα της δόξης αυτού εις τον αιώνα• και πληρωθήσεται της δόξης αυτού πάσα ή γη• γένοιτο, γένοιτο
Ευλογημένη συ εν γυναιξίν και ευλογημένος ό καρπός της κοιλίας σου. Καρπός, από τον όποιο έφαγε ό πρωτόπλαστος Αδάμ και εξήμεσε την αρχαία κατάποσι, με
την οποία δέχθηκε μέσα του το δέλεαρ της απάτης. Καρπός, από τον όποιο πηγάζει ό γλυκασμός της πικρής γεύσεως του ξύλου, και ό οποίος αποκαθαίρει την ανθρωπότητα• ό οποίος ανέβλυσε πηγές ποταμηφόρες για χάρι του Ισραήλ, που περιπλανιόταν στην έρημο, και γλύκανε την Μερράν, και έβρεξε ψωμί, παράξενη τροφή και αγεώργητη.
Ευλογημένος ό καρπός, ό οποίος μετέβαλε τα ύδατα πού ήσαν πικρά και προκαλούσαν ατεκνία σε πόσιμα και γόνιμα με την βοήθεια του Ελισαίου, που έχυσε σ’ αυτά αλάτι. Ευλογημένος ό καρπός ό οποίοςπροήλθε από τον ακήρατο βλαστό της παρθενικής μήτρας, ως βότρυς ωριμασμένος κατά υπερφυή τρόπο. Ευλογημένος ό καρπός από τον οποίο αναβλύζουν πηγές ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον. Καρπός, από τον όποιο προέρχεται ό ζωηφόρος άρτος, το σώμα του Κυρίου και ποτήρι αθανασίας που παρέχει σωτήριο ποτό. Ευλογημένος ό καρπός, τον όποιο ευλογεί κάθε γλώσσα επουρανίων και επιγείων και καταχθόνιων, με τον τριπλασιασμό της αγιαστικής Τριαδικής Θεότητος, και τον κατατάσσει βέβαια στην ίδια ουσία, αλλά τον διαχωρίζει ως προς την ιδιαίτερη υπόσταση. Ευλογημένη συ εν γυναιξίν και ευλογημένος ό καρπός της κοιλίας σου.
Ή δε, λέγει, επί τω λόγω αυτού διεταράχθη, και διελογίζετο ποταπός είη ό ασπασμός ούτος. Λέγει ότι ταράχθηκε, όχι γιατί έπεσε σε απιστία• αποκλείεται. Αντίθετα
μάλλον από ευλάβεια προς την παράξενη προσφώνηση, διότι της φάνηκε σαν μαντεία αυτό που έβλεπε. Ούτε έπαθε αυτό που συνέβη στον Ζαχαρία μέσα στα άδυτα
από την απιστία του, εξ αιτίας της οποίας δέχθηκε την τιμωρία από τα γεννητικά στα φωνητικά όργανα και αντάλλαξε την ατεκνία με την αφωνία. Άλλα καθώς
ήταν καθαρή από κάθε ψόγο και από οποιαδήποτε επιμειξία προς άνδρα, και από κάθε ελευθεριάζουσα συνήθεια και είχε συνηθίσει να προσηλώνει το νου της στην
ακλινή θεωρία των ουρανίων, δέχθηκε μέσα στην ψυχή της ταραχή από τον ασπασμό, επειδή ήταν φυσικό, μια και ήταν απαρρησίαστη, να διστάσει εκείνη την στιγμή
και να ανακρίνει με το λογικό αυτό που της είχε λεχθεί, και όχι ν’ ανοίξη τ’ αυτιά της ως έτυχε και απερίσκεπτα σ’ αυτόν πού της μιλούσε. Για αυτό, πολύ
σοφά ό ευαγγελιστής το επισήμανε και είπε• -η δε διελογίζετο . Σαν να εξέταζε τους διαλογισμούς της με το κριτήριο της καθαράς διανοίας, ώστε να μην παραδεχθεί
χωρίς κρίση τους λόγους. Έλεγε: ποταπός εϊη ό ασπασμός ούτος; Διότι ήταν φυσικό, αυτή που ήταν ευγενής και θυγατέρα του Δαβίδ, να μην είναι ανίδεος των
διηγήσεων που αναφέρονται στις Θείες Γραφές. Έτσι έστρεψε το νου της αμέσως προς την πτώση της προμήτορος, αναλογιζόμενη το ολίσθημα εξ αιτίας της απάτης,
και όσα άλλα παρόμοια εξιστορήθηκαν από τους παλαιούς. Επομένως δεν έκανε άσχημα ό ευαγγελιστής που γράφει πώς διαλογιζόταν. Επίσης, το έκανε αυτό και
για να δείξει πόση σύνεση είχε, καθώς και την σταθερή και πάγια και αρρέμβαστη γνώση της. Διότι δεν πρέπει να γίνει αποδοχή της προσφωνήσεως χωρίς προηγουμένως να γίνει βέβαιο πώς είναι καλή, ύστερα από προσεκτική εξέταση. Πλην όμως, επειδή προσπαθούσε να καταστείλει την ταραχή της ψυχής, δεν πρόφερε καμία λέξη μόνο, αφού πήρε κάποιο φοβισμένο σχήμα, άφηνε να φανεί ή κατάσταση της ψυχής της, και στύλωσε την σταθερότητα του ήθους της αντί για την φωνή της.
Έλεγε μέσα της• ποταπός είη ό ασπασμός ούτος; Μήπως μόνη εγώ απ’ όλες τις γυναίκες θα καινοτομήσω την φύση; Μήπως μόνο εγώ μπορώ να κυοφορήσω καρπό χωρίς να συνέλθω με άνδρα; Ποταπός είη ό ασπασμός ούτος; Ποιος έφερε αυτή την αγγελία, και από που μπήκε; Να είναι άνθρωπος αυτός που ομιλεί; Άλλα φαίνεται ως ασώματος.
Να είναι άγγελος; Άλλα μιλάει σαν άνθρωπος. Αγνοώ τι είναι αυτό που βλέπω, και απορώ μ’ αυτά που ακούω.
Τι έκανε λοιπόν ό Γαβριήλ; Αμέσως μόλις κατάλαβε πώς ή κόρη ταράχθηκε, δεν σκέφθηκε τίποτε άλλο, αλλά αμέσως της είπε. Μη φόβου, Μαριάμ• εύρες γαρ χάριν
παρά τω Θεώ. αφού πρώτα της κατασίγασε το φόβο, ύστερα της έδωσε θάρρος λέγοντας «μη φοβάσαι, γιατί βρήκες χάρι από τον Θεό»• αυτήν πού έχασε ή Εύα. Με
το να πει χάριν, διέλυσε την αμφιβολία της γνώμης της, και το ότι της φάνηκε πώς πρέπει να σκεφθή καλά το πράγμα. Και προσθέτοντας το εύρες γαρ χάριν παρά
τω Θεό, πιθανώς να αντέκρουσε τον φόβο της Παρθένου. Μη φόβου Μαριάμ. Δεν είναι απατηλός ό τρόπος• δεν έχω έλθει για να σε αποπλανήσω• δεν λαλεί πάλι ό
όφις πού συρίζει, δεν σου μιλάω από την γη. Από τα ύψη ήλθα, για να σου φέρω το χαρμόσυνο μήνυμα• και όχι απλώς ένα καλό μήνυμα, αλλά ένα μήνυμα μεγάλης
χαράς. Μη φόβου, Μαριάμ• ό ασπασμός δεν αποτελεί χλευασμό, ούτε το μήνυμα φέρει λύπη.
Ό Κύριος μετά σου, ό χορηγός κάθε χαράς και Σωτήρας όλου του κόσμου. Μαζί σου, αυτός πού δεν χωρίσθηκε από τους πατρικούς κόλπους, αλλά και έχει συλληφθεί
μέσα στην μήτρα σου. Σε απεκάλεσα Κεχαριτωμένη, για να σου φανερώσω την χαρά του μυστηρίου σου. Σε ονόμασα Κεχαριτωμένη, διότι δέχθηκες στην μήτρα σου όλη
την χαρά, και χαριτώθηκες με στολή που λάμπει από τα θεία χαρίσματα. Προσφώνησα ό Κύριος μετά σου, για να δείξω ολοφάνερα την εξουσία αυτού που εισήλθε προηγουμένως μέσα σου. Διότι αυτός είναι Κύριος και Θεός, εξουσιαστής Άρχών ειρήνης και πατήρ του μέλλοντος αιώνος, υιός δικός σου, της Παρθένου, αλλά και Σωτήρας όλων. Ό Κύριος μετά σου• ή χάρις και ή αλήθεια μαζί σου. Κύριος του νόμου, Πατέρας της χάριτος και πηγή της αληθείας. Μη φόβου, Μαριάμ• ό Κύριος
μετά σου. Αυτός πού εξουσιάζει κάθε κυριαρχία• ό Υιός του Πατρός των φώτων, ό οποίοςγεννήθηκε ανάρχως από Αυτόν και σαρκώθηκε χρονικώς από εσένα• ό οποίος ευρίσκεται στον ουρανό ολόκληρος μέσα στον κόλπο Του, και κάτω στην γη ολόκληρος μέσα στην κοιλιά σου. Αυτός είναι μαζί σου και μέσα σου. Διότι πρόφθασε, και εισήλθε, και ενδύθηκε την μήτρα σου, και έτσι ό κατά φύσιν αχώρητος έγινε μέσα σου χωρητός. Μη φόβου, Μαριάμ• εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. Χάριν, την οποία δεν είχε δεχθεί ή Σάρα, δεν την γνώρισε ή Ρεβέκκα και δεν την βρήκε ή Ραχήλ. Εύρες χάριν, την οποία δεν αξιώθηκε ή ξακουστή Άννα, ούτε ή Φενάννα, ή αντίπαλος της.
Καθ` όσον εκείνες έγιναν μητέρες ενώ πριν ήταν άτεκνες, αλλά έχασαν μαζί με την στείρωση και την παρθενία. Εσύ όμως και μητέρα θα είσαι και θα έχεις αναφαίρετη
την παρθενία. Μη φοβάσαι λοιπόν, γιατί βρήκες χάρι από τον Θεό. Χάρι, την οποία δε βρήκε κανείς άνθρωπος σ’ όλους τους αιώνες σαν και σένα. Και ποια άλλη
χάρις θα μπορούσε να εξομοιωθεί με αυτήν, πού έχει το εξαίρετο προνόμιο πώς προέρχεται άμεσα από τον Θεό;
Λοιπόν, εύρες χάριν παρά τω θεώ• και ιδού σύλληψη εν γαστρί, και τέξη υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησού. Πω, πω, τι θαύμα! Πρώτα της λύνει την απορία
πού δημιουργήθηκε μέσα της, και έπειτα προσθέτει τα λόγια της ερμηνείας. Και πρόσεξε πόσα πετυχαίνει με λίγα λόγια. Καταστέλλει τον φόβο, προμηνύει την
χάρι, ερμηνεύει την κύηση, προφητεύει την γέννησι, ορίζει το όνομα αυτού πού θα γεννηθεί. Και δεν σταματά σ’ αυτά ό λόγος του• άλλα και για να φανερωθή
καλά το μέγεθος της εξουσίας αύτου πού θα γεννηθεί, αμέσως πρόσθεσε• Ούτος εσται μέγας, και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει Κύριος ό Θεός τον θρόνο Δαβίδ
του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας• αυτού ουκ εσται τέλος. Είδες πώς αφαίρεσε σιγά-σιγά τον φόβο από
την Παρθένο; Είδες πόσο θάρρος έδωσε στην ψυχή της; Διότι, όταν τον είπε Υιό του Υψίστου, άλλα και ότι ό Δαβίδ θα είναι ό πατέρας του, έδωσε φτερά αμέσως
σ’ όλο το νου της, όπως το δείχνουν τα επόμενα.
Και πρόσεξε την σύνεση της Παρθένου. Διότι, όταν τα πληροφορήθηκε αυτά και κατάλαβε το άτρεπτο της υπεροχικής εξουσίας του Θείου θελήματος, είπε προς τον
Αγγελον. Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; Παράξενα μου υπόσχεσαι, λέγει, μου αναγγέλλεις πράγματα πού ξεπερνούν την φύση. Δεν έχω πείρα γάμου•
διότι έχω μνηστευθεί βέβαια, αλλά δεν έχω υπανδρευθή. Τον Ιωσήφ τον γνωρίζω ως μνηστήρα και όχι ως άνδρα. Ό μνηστήρας είναι σύνοικος και όχι σύνευνος.
Άσπορη ή γαστέρα, άλλα όχι αρόσιμη. Πώς εσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; Διότι μήπως μόνον εμένα, λέγει, ή φύσις θα με αναδείξη μητέρα δίχως γάμο;
Μήπως μόνη εγώ αντίθετα από τους νόμους της φύσεως θα εισαγάγω στην φύση παράξενη γέννησι; Δεν προηγήθηκε γάμος, δεν έχω πείρα από άνδρα. Διότι δεν γνώρισα τον Ιωσήφ• για μένα υπήρξε φύλακας, και όχι άνδρας. Και πώς εσται μοι τούτο;
Αποκρίνεται αμέσως ό Γαβριήλ και απολεπτύνει την παχύτητα της ερωτήσεως, με το ύψος της αποκρίσεως, και λέγει• τι λόγια είναι αυτά που λες, τρισμακαρία;
Γιατί προβάλλεις τέτοιους λόγους; Εγώ ήλθα από τον ουρανό να σου αναγγείλω την καινοπρεπή σύλληψη. Δεν σου μιλώ από την γη, όταν σου λέγω ό Κύριος μετά
σου• και συ αναρωτιέσαι πώς εσται μοι τούτο; Εγώ σου ευαγγελίζομαι αυτόν που πρόφθασε να κατοίκηση μέσα στην κοιλία σου πριν από την παρουσία μου, και συ
μου μιλάς για άνδρα και για την γήινη γέννησι, και λέγεις πώς θα μου συμβεί; Κατανόησε, πώς εξήνθησε ή ράβδος• πώς ή πέτρα γέννησε το νερό, από που το κυοφόρησε•
πώς ή φωτιά της βάτου προχώρησε μέσα στον θάμνο και δεν την κατέφλεξε. Εάν σε αυτά δεν δείχνεις απιστία, ούτε σε μένα να δείχνεις. Διότι αυτός που ενεργεί
και αυτά και εκείνα, είναι ένας• αυτός που τον φέρεις μέσα σου. Κατά ένα παράξενο θεσμό αντίθετο με τους νόμους της φύσεως, θα γίνεις τροφός αυτού πού θα
κυοφορήσεις. Όχι όπως ή Ελισάβετ, όχι όπως ή Άννα πού σε γέννησε. Διότι εκείνες έγιναν μητέρες, αφού δέχθηκαν σπέρμα, ενώ εσύ θα γεννήσης χωρίς άνδρα αυτόν
πού κατοίκησε μέσα σου άσπορος. Και αν θα ήθελες να μάθεις τον τρόπο, θα σου τον πω και αυτόν με σαφήνεια.
Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε, και δυναμις ύψίστου επισκιάσει σοι. Διότι αυτός πού γεννάται, δεν θα προέλθει από θέλημα σαρκός• ούτε θα μεσιτεύσει στον τοκετό της μητέρας του Θεού ή ηδονή της σάρκας•
διότι στάθηκε πάνω από τους όρους της φύσεως, και όμως δεν είναι τελείως έξω από την φυσική τάξι, αφού ό υπερφυσικός λόγος υπερίσχυσε του φυσικού. Κανένα
πάθημα δεν θα συμβεί στην επίγεια κύηση, απ’ αυτά που συνήθως την ακολουθούν, όπως κανένα δεν συνέβη στην ουράνια γέννησι. Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί
σε, και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι. Πρόσεξε σε ποιο σημείο φανερώνεται το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Διότι, όταν είπε Πνεύμα Άγιον, δεν εννόησε κανένα
άλλον παρά τον Παράκλητο. δύναμη του Υψίστου, προφανώς υπονοεί τον Υίόν. Διότι με την λέξη Ύψιστος, εισάγεται ταυτόχρονα το πρόσωπο του Πατρός. Το, «θα
σε επισκιάση» νομίζω ότι αναφέρεται σε αυτό που προείδε ό Αββακούμ με τα διορατικά του μάτια, ως όρος κατάσκιο, και εννοούσε την Παρθένο. Δι ο και το γεννώμενον Άγιον κληθήσεται, υιός Θεού. Διότι το προαιώνιο βρέφος που διαπλάστηκε απερινόητα από το Άγιον Πνεύμα δια του αγίου Πατρός, δίκαια θα είναι άγιο, και θα ονομαστή Υιός του Υψίστου, διότι υπάρχει συναίδιος Λόγος του Υψίστου. Έχει φανερωθεί λοιπόν με σαφήνεια στην Παρθένο, τι, και από πού, και τι λογής είναι αυτό που κυοφορήθηκε μέσα της, και ότι αυτό πού θα γεννηθεί θα είναι Υιός του Θεού.
Για να διασαφηνίση πιο ανάγλυφα και καλύτερα την δύναμη του λόγου, προσθέτει
την κυοφορία της Ελισάβετ. Σαν να της λέγει ότι αυτός που ήταν ικανός να δείξει ανέλπιστα γόνιμη την μήτρα στα γεράματα, είναι ολοφάνερο πώς θα δείξει
και παρθένον κυοφόρο υπέρ λόγον. Γι’ αυτό προσθέτει• ότι ουκ αδυνατήσει παρά τω Θεώ παν ρήμα. Μάλλον εύκολα και με πολλή σαφήνεια, ό Γαβριήλ έπεισε την
Παρθένο να αποδεχθεί το θαύμα, προσθέτοντας το ουκ αδυνατήσει παρά τω Θεώ παν ρήμα.
Τι λέγει λοιπόν το Ευαγγέλιο; Είπε δε Μαριάμ• ιδού ή δούλη Κυρίου• γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. Είδες σύνεση; Είδες υπερβολή ευγενικής συστολής; αφού
κατάλαβε καλά την σύλληψη του τοκετού, την γέννησι του τέκνου, ποιος, και τίνος θα είναι υιός, και ποιος θα ονομαστή, και ποιου θρόνου είναι διάδοχος, και
σε ποιους θα βασιλεύσει, και τέλος ότι αυτός που θα γεννηθεί δεν θα εκπέσει από την βασιλεία, άφησε και αυτή να βγει απ’ το στόμα της αντίστοιχη χαρούμενη
φωνή. Ιδού -η δούλη Κυρίου• γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. Και εννοεί αυτό: Να, είμαι έτοιμη, και τίποτε δεν υπάρχει πού θα με εμποδίση. Ή ψυχή πρόθυμη, ή
κοιλία εύκαιρη• διότι είναι ανέπαφη και φυλάσσεται μόνο για τον Πλάστη. «Ιδού ή δούλη του Κυρίου», υπάκουη, πρόθυμη να υπηρετήση, έτοιμη να υποδεχθεί.
«Ας γίνει σύμφωνα με τον λόγο σου». Επειδή, λέγει, όλα, όσο ήταν δυνατόν τα ανήγγειλες ευθέως, όλο αυτό πού τελεσιουργείται έχει γεμίσει από χαρά και υπέρτατη
δόξα. ‘Ιδού ή δούλη Κυρίου• γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. Εύγε στην άφραστη οικονομία! Εύγε στην χάρι! Υπερεύγε στην άναρχη βουλή και πρόγνωση!
Πραγματικά. Πνεύμα Άγιο κατοίκησε μέσα στην Παρθένο, και δύναμις του Υψίστου την επεσκίασε, σύμφωνα με την προορισμένη βουλή και πρόγνωση του Θεού.
Και λέγει: και απήλθε απ’ αυτής ό άγγελος, αφού εκπλήρωσε το λειτούργημα που του είχε ανατεθεί. Έφυγε απ’ αυτήν ό άγγελος, αλλά δεν απομακρύνθηκε ό Κύριος.
Διότι ό ένας είναι περιγραπτός, κι αν ακόμη είναι ασώματος• ενώ ό άλλος είναι απερίγραπτος, κι αν ακόμη είναι χωρητός μέσα στο σώμα και την κοιλία της Παρθένου. Και ό ένας προκατήγγειλε ότι ό ερχόμενος κυοφορείται από την Παρθένο για την σωτηρία των ανθρώπων. Ενώ ό άλλος, ανέλαβε την ουσία μας, και την
αναμόρφωσε στον εαυτό του, αποδίδοντας στην φύση το κατ’ εικόνα, και το πρώτο αξίωμα, το όποιο το έχασε από την απροσεξία των πρωτοπλάστων. Και αφού το
ανύψωσε, το έβαλε να καθίσει εν τοις επουρανίοις, υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας και δυνάμεως και κυριότητος και παντός ονόματος ονομαζομένου, ου μόνον εν τω αιώνι τούτω, άλλα και εν τω μέλλοντι. Σ’ αυτόν ανήκει ή δόξα και το κράτος και ή τιμή και ή προσκύνησις, μαζί με τον άναρχο του Πατέρα και το πανάγιο
και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
ΠΗΓΗ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΑΓΙΟΥ ΌΡΟΥΣ.
ΤΕΥΧΟΣ 11. ΕΤΟΣ 1991.