25 Ιανουαρίου, Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: βίος – Π. Αντωνίου Πασχαλιά, Παρακλητικός Κανών και Χαιρετισμοί – Γερασίμου Μικραγιανανίτου.

Ακολούθως παραθέτουμε τα:

Παρακλητικός Κανών εις τον Άγιον Γρηγόριον τον Θεολόγον – Γερασίμου Μον. Μικραγιαννανίτου.

Χαιρετισμοί εις τον Όσιον Πατέρα ημών Γρηγόριον τον θεολόγον – Γερασίμου Μον. Μικραγιαννανίτου.

βιογραφικά στοιχεία του βίου του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου, έργον του :

Ιερός Ναός Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
Άγιος Παύλος – Καλλικράτεια
ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Αιδεσιμολογιώτατε και ηγαπημένε εν Χριστώ Πρεσβύτερε Κύριε Αντώνιε Πασχαλιά Εφημέριε του Ι. Ναού Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου Αγίου Παύλου Χαλκιδικής.
Ευχαριστώ δια το πόνημά Σας «Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΒΙΟΣ – ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ – ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ το οποίον με εστείλατε.
Εις τας σελίδας του, διαφαίνεται το πατρικόν Σας ενδιαφέρον δια τους ευσεβείς Χριστιανούς της Ενορίας Σας. Ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Γρηγόριος ο Θεολόγος και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είναι εις των Μεγάλων Θεολόγων, τους οποίους προσέφερεν η Καππαδοκία εις την Εκκλησίαν κατά τον 4ον αιώνα μ. Χ. και σεις τους κατατοπίζετε δια την φωτεινήν φυσιογνωμίαν του, και δια το χρηστομίμητον προς την Αγίαν Ορθόδοξον ημών Εκκλησίαν και ανθρωποσωτήριον προς το φιλόχριστον πλήρωμα Αυτής, έργον Του.
Η προσευχή και ικεσία της Εκκλησίας πάντων ημών, προς τον Θεοκίνητον Άγιον Πατέρα Γρηγόριον τον Θεολόγον είναι: να σκέπη, να φρουρή, να διαφυλάττη, τον Ι. Ναόν του της θεοσκεπάστου Κοινότητας Σας.
Να συμπαρίσταται προστάτης και βοηθός εις την ζωήν και τας θεαρέστους επιδόσεις των Ενοριτών της.
Να περικρατή ο Άγιος Γρηγόριος και Υμάς, Αιδεσιμολογιώτατε Οικονόμε Πάτερ Αντώνιε, πάντοτε φρουρόν ακοίμητον της αμωμήτου Ορθοδόξου ημών Πίστεως, Καλόν Ποιμένα ο οποίος οδηγεί το θεοδώρητον αυτού Ποίμνιον εις νομάς σωτηρίους.
Μετά θερμών συγχαρητηρίων.
+ Θεοδωρουπόλεως Γερμανός
Πατριαρχείο. 15 Ιουνίου 2004

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Από του έτους 1998 έχω τη μεγάλη ευλογία και πνευματική χαρά να Εφημερεύω στον Ιερό Ναό του εν Αγίοις Πατρός ημών Γρηγορίου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, του Θεολόγου, στο μικρό χωριό Άγιος Παύλος, κοντά στη Νέα Καλλικράτεια Χαλκιδικής.
Με τις μικρές μου δυνάμεις αγωνίζομαι, με το έλεος του Θεού και την ευχή του σεπτού ποιμενάρχου μου, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κασσανδρείας κ.κ. Νικοδήμου, να ανταποκρίνομαι, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στα μεγάλα και θεία Ιερατικά μου καθήκοντα, εμπνεόμενος πρωτίστως από τον Πρώτο και αιώνιο Αρχιερέα μας Ιησού Χριστό και στη συνέχεια από το Μεγάλο Ιεράρχη και Οικουμενικό Διδάσκαλο της Εκκλησίας μας, Άγιο Γρηγόριο, ο οποίος «εγένετο τύπος των πιστών εν λόγω, εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πνεύματι, εν πίστει, εν αγνεία» (Α’ Τιμ. 4, 12) και παράλληλα δεν έδωσε «ύπνον τοις οφθαλμοίς του και τοις βλεφάροις του νυσταγμόν», προκειμένου να φωτίσει, διδάξει, στηρίξει, νουθετήσει, καταρτίσει εν Χριστώ, αγιάσει, ποιμάνει, διασφαλίσει και προφυλάξει τους Ορθοδόξους Χριστιανούς από τους αιρετικούς και υβριστές της Θεότητος του Κυρίου μας και τέλος να αρπάσει από τον κόσμο της ψυχοκτόνου αμαρτίας και να επιστρέψει στο Θεό πλανώμενες ανθρώπινες υπάρξεις, για τις οποίες ο Ίδιος «κατήλθεν επί της γης» και «ανήλθεν επί Σταυρού», «ίνα ημάς αφαρπάσει της δουλείας του εχθρού» και λυτρωμένους «τω Πατρί προσαγάγη».
Επιθυμώντας, λοιπόν, οι ευσεβείς Χριστιανοί της Ενορίας μου να γνωρίσουν τον Προστάτη τους Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, αποφάσισα να δημοσιεύσω, σε μικρό και εύχρηστο τεύχος, κατ’ αρχήν τον πολυκύμαντο και πανάγιο βίο του, ώστε όλοι μας, «αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής να μιμηθώμεν την πίστιν» (Εβρ. 12, 7), και δεύτερο, τον Παρακλητικό Κανόνα και τους Χαιρετισμούς αυτού, τους οποίους έγραψε ο χαρισματικός και φωτισμένος αγιορείτης υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Γεράσιμος Μοναχός Μικραγιαννανίτης, προκειμένου να αποβούν για τους πιστούς όχημα προσευχής, που θα μεταφέρει τα αιτήματα της καρδιάς τους στο Θρόνο του Φιλανθρώπου Τριαδικού Θεού μας, και πληρωθούν οι ψυχές τους ουράνιας χαράς και ευφροσύνης.
Ως Εφημέριος του Ενοριακού Ναού Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Αγίου Παύλου Καλλικράτειας, εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να έχουμε όλοι τη χάρη και την ευλογία του και να επιδιώξουμε να είμαστε πιστά και αφοσιωμένα μέλη της Αγίας Εκκλησίας μας και στην πορεία μας προς την άνω Ιερουσαλήμ να μας εμπνέει και καθοδηγεί η Αγία ζωή και το υπέρλαμπρο παράδειγμα του μεγίστου αυτού Φωστήρα της τρισηλίου Θεότητος.
Ο ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ
Πρεσβύτερος Αντώνιος Πασχαλιάς Οικονόμος

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι ένας από τους μεγάλους θεολόγους που πρόσφερε στην Εκκλησία η Καππαδοκία κατά τον Δ’ αιώνα. Η οικογένειά του διέμενε στην Αριανζό, ένα χωριό κοντά στη μικρή πόλη της Ναζιανζού.
Η μητέρα του Νόννα, ήταν σεμνή και ευσεβής χριστιανή και κατόρθωσε με την προσευχή της και την καθημερινή παρακίνηση να κερδίσει στη χριστιανική πίστη τον σύζυγό της. Τόση δε σημασία δόθηκε στην επιστροφή του, ώστε βαπτίστηκε από τους Επισκόπους της περιοχής τους, διερχομένους από ΄κει κατά την μετάβασίν τους στην Νίκαια, για την συμμετοχή τους στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο.
Πήρε δε το όνομα Γρηγόριος, που ήταν σύνηθες στην περιοχή εκείνη από τους χρόνους του αγίου Γρηγορίου του Θαυματουργού και μετά από μικρό χρονικό διάστημα αναδεικνύεται Επίσκοπος Ναζιανζού.
Το ζεύγος βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία και δεν είχε παιδιά, γι’ αυτό αργότερα ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος θα τους παρομοιάσει με τον Αβραάμ και την Σάρρα.
Μετά από θερμές προσευχές απέκτησαν τρία παιδιά, κατά σειρά, την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο.
Πρώτοι του δάσκαλοι υπήρξαν ο εξάδελφός του Καρτέριος και ο θείος της μητέρας του Αμφιλόχιος. Στη συνέχεια φοίτησε στις σχολές της Καισάρειας Καππαδοκίας, Καισάρειας Παλαιστίνης και Αλεξάνδρειας μαζί με τον αδελφό του Καισάριο, ο οποίος έγινε ιατρός.
Στην Αλεξάνδρεια γνώρισε τον αρχιεπίσκοπο άγιο Αθανάσιο και τον μέγα ασκητή άγιο Αντώνιο.
Στη συνέχεια έρχεται στην Αθήνα. Στο ταξίδι δοκιμάστηκε από φοβερή τρικυμία και τότε ανανέωσε τη μητρική προς τον Θεό υπόσχεση να προσέλθει στην ιερωσύνη, προσφέροντας τον εαυτό του στον Θεό, δώρο της γης και της θαλάσσης.
Στην Αθήνα γνωρίζεται με τον Μέγα Βασίλειο και όπως ομολογεί δεν λησμόνησε ποτέ την Αθήνα και ο κυριώτερος λόγος για τον οποίον αισθανόταν ευγνωμοσύνη προς την πόλη αυτήν ήταν ότι του χάρισε τη φιλία του Βασιλείου. Θα γράψει δε αργότερα γι’ αυτήν την φιλία: «Τα πάντα μεν δη κοινά και ψυχή μία, δυσίν δέουσα σωμάτων διάστασιν».
Ήταν τόσο αξιόλογη η απόδοσή του στους κλάδους της ρητορικής και φιλολογίας, ώστε οι φοιτητικοί σύλλογοι κατά την τότε δικαιοδοσία τους παρεχώρησαν σ’ αυτόν καθηγητικήν έδρα και δεν του επέτρεψαν να φύγει με τον Μ. Βασίλειον όπως αρχικά είχαν συμφωνήσει. Κατά την εγκατάστασή του στην Ναζιανζό βαπτίστηκε.
Από την Αθήνα οι δύο φίλοι είχαν συμφωνήσει να συνασκητεύσουν. Επειδή όμως και οι δύο αγαπούσαν τις γενέτειρές τους, ο καθένας ήθελε να παρασύρει τον άλλο στο οικογενειακό κτήμα του. Φαίνεται ότι ο Μ. Βασίλειος αρχικά συμφώνησε να μείνει μαζί με τον άγιο Γρηγόριο στο κτήμα του τελευταίου στην Τιβερίνη, αλλά μετά από σύντομη παραμονή αποσύρθηκε στο δικό του κτήμα κοντά στον ποταμό Ίρι του Πόντου. Εκεί λίγο αργότερα πήγε ο άγιος Γρηγόριος. Στην ησυχία του Πόντου μελέτησαν από κοινού την θεολογία, με βάση κυρίως τα συγγράμματα του Ωριγένους, φιλοτέχνησαν τη Φιλοκαλία και συνεργάστηκαν για τη σύνταξη μοναχικών κανόνων. Διαφωνούσαν όμως ως προς την κατεύθυνση του μοναχικού βίου, γιατί ο Μ. Βασίλειος ήταν οπαδός της «πράξεως», της ασκήσεως με φιλανθρωπικά κοινόβια, ο δε άγιος Γρηγόριος οπαδός της «θεωρίας» δηλαδή της ζωής της ερημίας, με σκοπό την κοινωνία μετά του Θεού.
Το 361 χειροτονείται πρεσβύτερος και επί μια δεκαετία περίπου σηκώνει όλο το βάρος του Εκκλησιαστικού Έργου της Ναζιανζού.
Μεγάλη οδύνη δοκίμασε από το θάνατο των δύο αδελφών του, Καισαρίου και Γοργονίας, κατά τα έτη 368 και 369, την οποία εκφράζει στους Επιταφίους λόγους του.
Νέα περίοδος στη ζωή του άρχισε το 372 όταν χειροτονείται Επίσκοπος Σασίμων, ενός μικρού χωριού ευρισκομένου στην κεντρική λεωφόρο της Καππαδοκίας.
Το 374 απέθενε ο πατέρας του και μετά από λίγους μήνες η μητέρα του Νόννα. προπέμποντας αυτούς αντελήφθη ότι έμεινε μόνος, αλλά συνέχισε διαχειριζόμενος τα πράγματα της Ναζιανζού, μέχρις ότου αντελήφθη ότι οι συμπατριώτες του καθυστερούσαν την εκλογήν νέου Επισκόπου, δια να κρατήσουν τον ίδιον. Και τότε έφυγε και γράφει: «Ήλθον εις Σελεύκειαν φυγάς», στη μονή της αγίας Θέκλης, όπου και παρέμεινε.
Εκεί πληροφορήθηκε τον θάνατο του φίλου του Βασιλείου και η λύπη του υπήρξε διπλή, γιατί λόγω ασθενείας δεν μπόρεσε να τον προπέμψει.
Γράφει προς τον Ευδόξιο αυτήν την εποχή: «Ερωτάς, πώς τα ημέτερα. Και λίαν πικρώς. Βασίλειον ουκ έχω, Καισάριον ουκ έχω, τον πνευματικό αδελφό και σωματικόν. Ο πατήρ μου και η μήτηρ μου εγκατέλειπόν με… Τα του σώματος πονηρώς έχει, το γήρας υπέρ κεφαλής, φροντίδων επιπλοκαί. Έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλους εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει. Τί χρη παθείν; Μία μοι των κακών λύσις, ο θάνατος. Και τα εκείθεν μοι φοβερά, τοις εντεύθεν τεκμαιρομένω».
Το 379 η σύνοδος της Αντιοχείας αποφάσισε την αποστολή του Γρηγορίου στην Κωνσταντινούπολη. Και ο ίδιος λέγει ότι μετέβη, αφού σ’ αυτόν απέβλεψαν «σύλλογοι τε ποιμένων και λαός ορθοδόξων». Και προσθέτει: «ούτω μεν ήλθον˙ ουχ εκών, άλλ’ αντίδρασιν κλαπείς βιαίοις, ως λόγου συνήγορος». Στην Κωνσταντινούπολη εμφανίστηκε πριν από την Πεντηκοστή του 379. Οι πολέμιοι της Ορθοδοξίας, οι Αρειανοί που είχαν επικρατήσει για σαράντα χρόνια, βλέποντας τον κουρασμένο και ιχνό αυτόν ερημίτη, δεν ανησύχησαν στην αρχή, αλλά η πρώτη αυτή εντύπωση μετά από λίγο, άλλαξε. Οι συναθροίσεις των ορθοδόξων γινόταν σ’ έναν μικρό ευκτήριο οίκο. Και ο ναός εκείνος στον οποίον αναστήθηκε ο Θείος λόγος ωνομάστηκε της Αναστασίας.
Οι διωγμοί που εξαπέλυσαν οι αιρετικοί δεν έκαμψαν την δραστηριότητά του.
Μεγάλη χαρά δοκίμασε τον Νοέμβριο του 380, όταν ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος, του παρέδωσε μεταξύ των άλλων και τον καθεδρικό ναό της Κωνσταντινουπόλεως.
Επιθυμία αυτοκράτορος και λαού ήταν να τοποθετηθεί αυτός στην έδρα του Αρχιεπισκόπου της πρωτευούσης, ο Γρηγόριος, όμως αρνήθηκε και διότι θεωρούσε τον εαυτό του ακατάλληλο για τη θέση και γιατί φρονούσε ότι μια τέτοια ενέργεια έπρεπε να γίνει κατόπιν αποφάσεως συνόδου. Πράγμα που έγινε το επόμενο έτος. Για την διευθέτηση των Εκκλησιαστικών πραγμάτων συνήλθε το 381 ή Β’ Οικουμενική Σύνοδος, στην οποίαν μετείχαν μόνον Επίσκοποι της Ανατολής. Πρώτο μέλημα της συνόδου ήταν να διακηρύξει τον Γρηγόριο αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως ο οποίος δέχτηκε παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις. Έτσι ικανοποιήθηκε ο πόθος του λαού και επραγματοποιείτο ο λόγος του Μ. Βασιλείου περί Οικουμενικής Επισκοπής, για τον φίλο του. Αδύνατος να κάμει διπλωματικούς ελιγμούς, προκάλεσε την δυσαρέσκειαν των αντιφρονούντων.
Και είπε ότι εάν αυτός ήτο αίτιος της διαιρέσεως, ας ερρίπτετο εις την θάλασσαν ως ο Ιωνάς, για να παύσει η τρικυμία και ανεχώρησε στην ιδιαίτερή του πατρίδα στο κτήμα της Αριανζού, όπου και εκοιμήθη το 390.
Η Εκκλησία τον τίμησε και του απέδωσε τον τίτλο του Θεολόγου. Τίτλον που απέδωσε σε τρεις μόνον άνδρες, τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Συμεών τον Νέον Θεολόγον, οι οποίοι και αγάπησαν πολύ και περί αγάπης και φωτός εθεολόγησαν πολύ.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Ο ποιμενικός αυλός της θεολογίας σου, τας των ρητόρων ενίκησε σάλπιγγας ως γαρ τα βάθη του πνεύματος εκζητήσαντι, και τα κάλλη το φθέγματος προσετέθη σοι˙ αλλά πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, πάτερ Γρηγόριε σωθήναι τας ψυχάς ημών.

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Θεολόγω γλώττη σου, τας συμπλοκάς των ρητόρων, διαλύσας ένδοξε, ορθοδοξίας χιτών, άνωθεν εξυφανθέντα την Εκκλησίαν, εστόλισας˙ ον και φορούσα, συν ημίν κράζει, τοις σοις τέκνοις˙ χαίροις Πάτερ, θεολογίας ο νους ο ακρότατος.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Χαίροις ο ουράνιος θείος νους, στόμα το πυρίπνουν, ο της χάριτος οφθαλμός, σάλπιγξ ευσεβείας, πηγή θεολογίας, υπερκοσμίων μύστης, σοφέ Γρηγόριε.

Παράβαλε και:
25 Ιανουαρίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του θεολόγου – Συναξάριον της ημέρας, Υμνολογική εκλογή.
Η Θεία Λειτουργία του εν Αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Ιερές Ακολουθίες, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.