Σήμερα (10 Αυγούστου) η εκκλησία μας εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη τριών αγίων ιερομαρτύρων, του Σήξτου, του Λαυρεντίου και του Ιππολύτου. Μαρτύρησαν κι οι τρεις στη Ρώμη το 258, στον διωγμό που ξεσήκωσε εναντίον της εκκλησίας ο αυτοκράτορας Βαλεριανός. Ένα χρόνο πριν, το 257, στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης ανέβηκε ο Αθηναίος Σήξτος και πρωτοδιάκονό του πήρε τον Ισπανό Λαυρέντιο. Ο πρωτοδιάκονος ήταν τότε, όπως τώρα ο πρωτοσύγκελος, άμεσος δηλαδή βοηθός και συνεργάτης του επισκόπου. Όπως και στην εποχή των αγίων αποστόλων, οι διάκονοι διαχειρίζονταν τα χρήματα της εκκλησίας από τις εισφορές των πιστών και είχαν τη φροντίδα των καθοιονδήποτε τρόπο αναξιοπαθούντων μεταξύ των πιστών.
Το 258 λοιπόν ξέσπασε ο διωγμός, για τη σκληρότητα του οποίου γράφει και μας δίνει πληροφορίες ο άγιος Κυπριανός. Ο Βαλεριανός ζήτησε από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο να επικυρώσει τις εξής διατάξεις: «Οι επίσκοποι, οι ιερείς και οι διάκονοι να συλλαμβάνωνται και να αποκεφαλίζωνται. Οι αξιωματούχοι του κράτους να καθαιρούνται και να δημεύεται η περιουσία τους, κι αν επιμένουν στην πίστη τους να αποκεφαλίζωνται. Οι ανακτορικοί υπάλληλοι να αλυσοδένωνται και να καταδικάζωνται σε καταναγκαστικά έργα». Από τους πρώτους, την ώρα που κήρυττε το θείο λόγο και δίδασκε τους χριστιανούς, συνελήφθη ο επίσκοπος Σήξτος και καταδικάστηκε να αποκεφαλιστεί επάνω στον επισκοπικό του θρόνο.
Είναι πολύ συγκινητικός ο διάλογος του πρωτοδιακόνου Λαυρεντίου με τον επίσκοπό του Σήξτο, όταν τον είδε να τον οδηγούν στο θάνατο. «Πού πηγαίνεις, πατέρα, του είπε, χωρίς το παιδί σου; Πού πηγαίνεις, επίσκοπε, χωρίς το διάκονό σου; Πότε τάχα σε άφησα και λειτούργησες μόνος σου;». Κι ο επίσκοπος του απάντησε. «Δεν σ’ αφήνω. Μεγαλύτερος αγώνας σε περιμένει. Σε τρεις ημέρες θα με ακολουθήσης». Ο Λαυρέντιος δεν έμεινε αργός, αλλά ετοιμάστηκε για να δεχθεί το τέλος που τον περίμενε. Την ίδια μέρα μοίρασε στους φτωχούς τα χρήματα της εκκλησίας, τους έδωκε θάρρος, τους είπε να είναι έτοιμοι για ό,τι μπορούσε να τους βρει και τους αποχαιρέτησε. Πρέπει να φέρωμε στη σκέψη μας και να ζήσουμε τις δύσκολες εκείνες ημέρες για τους χριστιανούς και για τους ποιμένες της εκκλησίας.
Το βράδυ συνέλαβαν και τον πρωτοδιάκονο Λαυρέντιο και του είπανε να παραδώσει τα σκεύη, τα βιβλία και τους θησαυρούς της εκκλησίας. Ο Λαυρέντιος ζήτησε τριήμερη προθεσμία για να τα μαζέψει και τότε έκαμε κάτι, που δείχνει την πίστη και την αφοβία ενός ανθρώπου, που όχι μόνο δεν λογαριάζει, αλλά και που εμπαίζει και περιγελά κάθε κίνδυνο. Πήγε λοιπόν και βρήκε κάμποσα αμάξια, φόρτωσε σ’ αυτά όλους τους γέρους, τους αρρώστους και τους σακάτηδες, των οποίων την περίθαλψή τους είχε η εκκλησία, τους έφερε στον αυτοκράτορα και του είπε: «Να, Βασιλιά! Αυτοί είναι οι θησαυροί της Εκκλησίας». Μακάρι και να γινότανε το ίδιο κάθε φορά, που οι όποιοι διώκτες ζητούν τους θησαυρούς της Εκκλησίας.
Μπροστά σ’ αυτό το θέαμα και τα λόγια του Λαυρεντίου, ο Βαλεριανός εξαγριώθηκε! Είδε πως ο πρωτοδιάκονος δεν τον φοβότανε και δεν τον λογάριαζε. «Θέλεις λοιπόν να πεθάνης, του είπε, μα θα τον καταλάβης το θάνατο». Κι ο Λαυρέντιος του απάντησε: «Δεν με φοβίζουν όλα τα βασανιστήριά σου. Είμαι έτοιμος να γίνω θυσία στο Θεό». Τον μαστίγωσαν με αγκαθωτά σύρματα και τον έψησαν σε σιδερένια σχάρα, επάνω σε αναμμένα κάρβουνα. Εκείνος προσευχότανε κι έλεγε. «Δόξα να ‘χης Κύριε, που με αξιώνεις να πεθάνω για σένα. Ενίσχυσέ με, για να δουν τούτοι οι άπιστοι πως δεν αφήνεις τους δούλους σου». Σε μια στιγμή είπε στο Βαλεριανό: «Γύρισέ με, για να ψηθώ και από την άλλη μεριά»!
Το μαρτύριο του αγίου Λαυρεντίου υπήρξε από τα σκληρότερα. Όσο περισσότερο πειράχθηκε ο Βασιλιάς με την πράξη του πρωτοδιακόνου, τόσο πιο σκληρά θέλησε να τον βασανίσει. Μα ο άγιος έμεινε αμετακίνητος κι ακλόνητος στην πίστη του. Τον βασάνιζαν, έβγαινε η ψυχή του κι εκείνος, σαν τον πρωτοδιάκονο Στέφανο, προσευχότανε κι ευχαριστούσε το Θεό. Στις 10 Αυγούστου το 258 ο πρωτοδιάκονος της Ρώμης παρέδωσε το πνεύμα. Ο ιερέας Ιππόλυτος, σαν άλλος Ιωσήφ ο «από Αριμαθαίας», παρέλαβε κι έθαψε το ταλαιπωρημένο σώμα του αγίου Λαυρεντίου. Μα πλήρωσε κι αυτός με τη ζωή του τη γενναία πράξη του, και συγκαταριθμήθηκε, τρίτος στη σειρά, με τους άλλους δυο ιερομάρτυρες, τους οποίους εορτάζουμε σήμερα: έναν επίσκοπο, έναν ιερέα και ένα διάκονο. Αμήν.
Από το βιβλίο:
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Λ. ΨΑΡΙΑΝΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΜΨΥΧΟΙ
(Εξαπλά β’)
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΑΓΙΟΛΟΓΙΚΑ
Η/Υ επιμέλεια, Σοφίας Μερκούρη.
***
Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Τω θείω Πνεύματι, καταυγαζόμενος, ως άνθραξ έφλεξας, πλάνης την άκανθαν, Αρχιδιάκονε Χριστού, Λαυρέντιε Αθλοφόρε’ όθεν ως θυμίαμα, λογικόν ωλοκαύτωσαι, τω σε μεγαλύναντι, τω πυρί τελειούμενος. Διο τους σε τιμώντας θεόφρον, σκέπε εκ πάσης επηρείας.
Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.
Πυρί θεϊκώ, φλεχθείς την καρδίαν σου, το πυρ των παθών, εις τέλος εναπέσβεσας, Αθλητών εδραίωμα, θεοφόρε Μάρτυς Λαυρέντιε, και εν άθλοις εβόας πιστώς: Ουδέν με χωρίσει, της αγάπης Χριστού.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ο Διάκονος του Χριστού, ο διακονήσας, εν τη χάριτι ευσεβώς. Χαίροις ο τελέσας, δια πυρός ανδρείως, τον ένθεον αγώνα, Μάρτυς Λαυρέντιε.
Περισσότερα για το συναξάριον της ημέρας βλέπε και στον:
ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗ
Παράβαλε και:
Η Μάχη του Λεχφελντ, 10 Αυγούστου 955 μ. Χ. – Δημητρίου Γ. Θαλασσινού, φιλολόγου.